Το κομβικό σημείο έως τώρα στην πορεία των δανείων προς τα πιστωτικά ιδρύματα είναι η μαζική τιτλοποίησή τους, η μεταβίβασή τους δηλαδή σε εταιρείες που εδρεύουν στο εξωτερικό και η διαχείρισή τους στην Ελλάδα από τους servicers, δηλαδή από τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων.
Κόκκινα δάνεια, πλειστηριασμοί, ληξιπρόθεσμες οφειλές, εκατομμύρια ευρώ δανείων σε εκκρεμότητα είναι θέματα που την τελευταία δεκαετία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και του ενδιαφέροντος. Συνεχείς αλλαγές και εξελίξεις διαμορφώνονται γύρω από το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους και πολλές φορές οι δανειολήπτες δεν καταλαβαίνουν τις εξελίξεις και τις αλλαγές του νομικού πλαισίου που τους αφορούν. Όλα γίνονται τυπικά σωστά μεν σύμφωνα με το νόμο, αλλά από την άλλη ένας πολίτης χωρίς νομικές ή οικονομικές γνώσεις μπορεί να δυσκολευτεί να παρακολουθήσει.
Το κομβικό σημείο έως τώρα στην πορεία των δανείων προς τα πιστωτικά ιδρύματα είναι η μαζική τιτλοποίησή τους, η μεταβίβασή τους δηλαδή σε εταιρείες που εδρεύουν στο εξωτερικό και η διαχείρισή τους στην Ελλάδα από τους servicers, δηλαδή από τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων. Η μεταβίβαση αυτή έγινε απολύτως νόμιμα καθώς υπήρχε δικαίωμα εκχώρησης δανείων που περιλαμβανόταν στους όρους της δανειακής σύμβασης που υπέγραφαν οι πολίτες για να λάβουν το δάνειο.
Οι εποχές τότε ήταν διαφορετικές, υπήρχε κλίμα γενικότερης οικονομικής ευφορίας και ευδαιμονίας και επίπλαστης πιθανόν αφθονίας , όλοι έπαιρναν δάνεια και έτσι η ανάληψη δανείων με τόση ευκολία και χωρίς μεγάλο έλεγχο που παρείχαν οι Τράπεζες φαινόταν μια συνετή και έξυπνη κίνηση για έναν υποψήφιο δανειολήπτη. Οι υπάλληλοι ασφαλώς δεν ενημέρωναν το δανειολήπτη για τους ενδεχόμενους και μελλοντικούς κινδύνους που μπορεί να υπάρξουν σε μια τόσο μακροχρόνια ανάληψη μιας τόσο σοβαρής ευθύνης, οι πολίτες δεν διάβαζαν με προσοχή τους όρους της σύμβασης ελπίζοντας ότι όλα θα πάνε καλά στο μέλλον.
Τελικά όμως δεν πήγαν για αρκετούς τα πράγματα καλά με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχει ένα τόσο υψηλό ιδιωτικό χρέος, που με την τεχνική των τιτλοποιήσεων φροντίζουν οι Τράπεζες να «ξεφορτωθούν» για να παρουσιάσουν εικόνα υγιούς επιχείρησης. Οι δανειολήπτες όμως εξακολουθούν να χρωστάνε και μάλιστα υψηλότερα ποσά από παλαιότερα λόγω της τοκοφορίας των οφειλών. Γεγονός είναι ότι υπήρξαν δανειολήπτες που ενώ δεν είχαν τις προϋποθέσεις πχ ήταν έμποροι, χρησιμοποίησαν το νόμο 3869/2010 προκειμένου να κερδίσουν χρόνο και να «παρκάρουν» στην άκρη για πολλά χρόνια τα δάνειά τους. Πλέον όλοι έχουν καταλάβει ότι οι οικονομικές εκκρεμότητες δεν εξαφανίζονται από μόνες τους ως δια μαγείας (ή μήπως εξαφανίζονται; θα δούμε παρακάτω) και αρχίζουν πλέον τη διαδικασία της τραπεζικής διαπραγμάτευσης.
Πλέον στη διαπραγμάτευση απέναντί τους έχουν τους servicers, που δέχονται εντολές από τους πελάτες τους, που είναι οι νέοι κύριοι των δανείων. Πολλές φορές τα στελέχη των servicers συνομιλούν με βιντεοκλήσεις με στελέχη από άλλες χώρες, ή και από άλλες ηπείρους που είναι στελέχη των εταιρειών που πλέον έχουν τα δάνεια. Το τι καταλαβαίνουν τώρα αυτοί οι άνθρωποι από την ελληνική πραγματικότητα είναι ένα άλλο θέμα για το οποίο χρειάζεται άλλη ανάλυση και άλλο άρθρο. Αυτοί βλέπουν νούμερα και λογιστικά υπόλοιπα.
Ποια είναι η εικόνα μιας συνήθους διαπραγμάτευσης ενός δανείου. Οι servicers δεν έχουν γραφεία ανοιχτά προς το κοινό δεν μπορεί ο δανειολήπτης να έρθει σε κατ ιδίαν επαφή τις περισσότερες φορές μαζί τους . Συζητά με ένα άγνωστο άτομο στο τηλέφωνο και αποστέλλει διαδικτυακά οικονομικά έγγραφα. Το απρόσωπο της επικοινωνίας δεν βοηθά την διαπραγμάτευση, καθώς οι δανειολήπτες πολλές φορές είναι άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, χωρίς χρηματοοικονομικές γνώσεις, ή ηλεκτρονική εμπειρία και τους είναι αναγκαία η ανθρώπινη επικοινωνία, η αφιέρωση χρόνου και η επεξήγηση των νέων οικονομικών προτάσεων. Οι υπάλληλοι από την άλλη των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων κατ ουσίαν λειτουργούν ως εκφωνητές των προτάσεων ρύθμισης, επικοινωνούν με υποκριτική ευγένεια και προσποιητή ηρεμία, προσπαθώντας να απεκδυθούν οποιασδήποτε ευθύνης, και ρίχνοντας το βάρος και την ευθύνη της απόφασης στο εγκριτικό τμήμα της εταιρείας.
Ποιο είναι αυτό το εγκριτικό τμήμα της εταιρείας που αποφασίζει για την τύχη των δανείων και της οικονομικής ζωής χιλιάδων δανειοληπτών, από ποια άτομα αποτελείται, τι γνώσεις έχουν αυτά τα άτομα, ποιοι είναι ονομαστικά, με τι κριτήρια αποφασίζουν και προτείνουν τις ρυθμίσεις πολύ δύσκολο ή ανέφικτο να το μάθει κάποιος. Πίσω από την ανωνυμία και τη χαώδη διάρθρωση των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων με τους χιλιάδες υπαλλήλους ένας δανειολήπτης είναι μια αδύναμη οντότητα, που δεν έχει πολλά περιθώρια αντιδράσεων. Νομικά οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, δεσμεύονται από τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, το νόμο περί προστασίας καταναλωτών και το νόμο 4354/2015 που διέπει τη λειτουργία τους.
Στην πράξη τι γίνεται: Ένας δανειολήπτης που θέλει να διαπραγματευτεί και να ρυθμίσει το δάνειό του, έρχεται σε επικοινωνία με την εταιρεία διαχείρισης, ή η εταιρεία έρχεται σε επικοινωνία με αυτόν, γίνεται πρόταση από την πλευρά της εταιρείας, αλλά αν αυτή η πρόταση δεν είναι εφικτή για το δανειολήπτη δεν αλλάζει, δεν τροποποιείται. Τότε τι μπορεί να κάνει ο δανειολήπτης; Το νομικό πλαίσιο που παρέχει η πολιτεία σε έναν δανειολήπτη από 1/6/2021 είναι ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης απαιτήσεων. Η υποβολή της αίτησης γίνεται σε ηλεκτρονική πλατφόρμα και αφορά στο σύνολο των οφειλών του οφειλέτη σε τράπεζες, εφορία και ταμεία. Προσοχή αν το 90% των οφειλών βρίσκεται σε έναν πιστωτή δεν μπορεί να κάνει αίτηση. Ο νόμος 4738/2020 επιφυλάσσει τη συναινετική προσφυγή στη διαδικασία της χρηματοοικονομικής διαμεσολάβησης (άρθρο 15) προκειμένου να επιτευχθεί μια κοινά αποδεκτή λύση. Πώς θα λειτουργήσει η εξωδικαστική ρύθμιση θα φανεί στην πράξη.
Το επόμενο βήμα για το δανειολήπτη είναι η κατάθεση αίτησης πτώχευσης. Για ένα μεγάλο μέρος των οφειλετών αρμόδιο θα είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου κατοικίας τους. Την αίτηση πτώχευσης έχουν δικαίωμα να καταθέσουν και οι τράπεζες και οι servicers. Τι θα γίνεται μετά την κατάθεση της αίτησής πτώχευσης; Πολύ γενικευμένα επέρχεται απαλλαγή όλων των οφειλών, αλλά και απώλεια της πτωχευτικής περιουσίας. Αυτό ποιον συμφέρει; Σίγουρα συμφέρει δανειολήπτες με εξαιρετικά υψηλές οφειλές που είναι ανέφικτο να τις αποπληρώσουν και με τη διαδικασία της κλασικής εκτέλεσης σταδιακά θα χάσουν την περιουσία τους, αλλά και θα τους μείνουν τα χρέη και θα είναι μπλοκαρισμένοι στην εφορία. Σίγουρα συμφέρει όσους δεν έχουν ακίνητη περιουσία. Στην περίπτωση αυτή πραγματικά «φεύγουν» τα χρέη από πάνω τους και ιδίως αν έχουν χαμηλά μηνιαία εισοδήματα δεν υφίστανται καμία αρνητική συνέπεια. Το προφίλ των οφειλετών με, σχετικά πάντα, χαμηλές οφειλές και περιουσιακά στοιχεία που δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν να απολέσουν, δεν ευνοείται από τον πτωχευτικό νόμο.
Μέριμνα επιφυλάσσεται για τους ευάλωτους δανειολήπτες, που χαρακτηρίζονται έτσι εφόσον πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, όπου μπορούν να διασώσουν την κύρια οικία τους, εφόσον όμως μετά από 12 έτη έχουν τη δυνατότητα επαναγοράς της. Στην πράξη αυτό είναι κάτι που δυσκολεύει πολλούς δανειολήπτες. Πρακτικά και από την εμπειρία του γραφείου στις συναλλαγές με δανειολήπτες παρατηρείται το φαινόμενο οι δανειολήπτες να μην ενημερώνουν τις οικογένειές τους ή τα παιδιά τους για την πραγματική κατάσταση των δανειακών τους εκκρεμοτήτων, ή να μην τους δίνουν τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι θα τα καταφέρουν μόνοι τους ή φοβούμενοι ότι θα εκτεθούν απέναντι στους οικείους τους. Πλέον η εποχή που «πάγωναν» οι οφειλές και τα δάνεια έχει περάσει και περνάμε στην περίοδο που είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστούν με έναν δραστικό τρόπο. Ο κάθε δανειολήπτης εξετάζοντας τα δεδομένα του θα αποφασίσει ποια διέξοδο θα ακολουθήσει για να αντιμετωπίσει και να επιλύσει ίσως το ζήτημα της υπερχρέωσής του και να μην το περάσει στα παιδιά του.