ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 200/Φ 4731/2017

 Αριθμός Απόφασης 200/Φ 4731/2017

 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα Εκούσιας Δικαιοδοσίας

Άρθρο 3 παρ. 2 Ν. 3869/2010

 ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Μ…. Μ……, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης  του Ειρηνοδικείου Αθηνών, και τη Γραμματέα Ε….. Κ…..

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 21 Νοεμβρίου 2016 για να δικάσει την υπόθεση:

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ-ΚΑΛΟΥΣΑΣ:  Α……. Τ…… του Γ……. και της Ε………, κατοίκου Α……, οδός Μ………. αρ. ..,  η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας της δικηγόρο  Άννας Κορσάνου.

ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ στη δίκη πιστωτριών -ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ: 1. Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τ…… Ε……. Ε…….  A.E.», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδός Ό….. αρ. ., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Α……. Κ………. 2. Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «C……. I………… PLC», που εδρεύει στο Λ…… Η……. Β…….. και είναι νομίμως εγκατεστημένη στην Αθήνα, επί της οδού Ό….. αρ. ., νομίμως εκπροσωπουμένης,  η οποία δεν παραστάθηκε, για τις απαιτήσεις της οποίας άσκησε κύρια παρέμβαση η εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «P…. F…… L…..», καλούμενη χάριν συντομίας «P..», που εδρεύει στο Δ……. Ι…….. και εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από την ανώνυμη εταιρεία παροχής πιστώσεων με την επωνυμία «C….. M Α…… Ε……. Π……. Π……..», που εδρεύει στην Α…. επί της οδού Κ……… Σ…… αρ. 2, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Ν…. Π……..

Φέρεται προς συζήτηση η από 22/4/2014 και υπ’ αριθμ. καταθέσεως 3412/30-4-2014 αίτηση του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η 11/6/2020, κατόπιν δε της από 31/11/2015 και υπ’ αριθμ. καταθέσεως 4731/2015 κλήσης της αιτούσας κατά των καθ’ ων η συζήτησή της επισπεύτηκε για την 21/11/2016, κατά την οποία συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν στο ακροατήριο. Επίσης με δήλωση της πληρεξουσίας  δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, η αιτούσα διόρθωσε την αίτηση ως προς το ότι από τον Οκτώβριο 2016 είναι άνεργη, ότι πάσχει από συστηματικό ερυθηματώδη λύκο και πρότεινε την καταβολή του ποσού των 200 ευρώ μηνιαίως.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής της ικανότητας, εκθέτη ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς τους πιστωτές της και απαιτεί τη διευθέτησή τους από το δικαστήριο, ώστε να επέλθει ολική ή μερική απαλλαγή της από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών της έναντι αυτών, όπως σαφώς συνάγεται από το περιεχόμενο της αιτήσεως, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση, που εκθέτει αναλυτικά.

Με το παραπάνω περιεχόμενο η κρινόμενη αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία της η αιτούσα, σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδυασμό με το άρθρο 3 του Ν. 3869/2010. Επειδή η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου την 30/4/2014, δηλαδή μετά τη θέση σε ισχύ του 4161/2013 την 14/6/2013, αλλά και πριν την έναρξη ισχύος του Ν. 4336/2015 την 19/8/2015, τόσο η τήρηση της προδικασίας ως προϋπόθεση του παραδεκτού αυτής όσο και η ουσία αυτής θα κριθούν με βάση του Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4161/2013. Κατά τις εφαρμοστέες αυτές διατάξεις παραδεκτώς έχει ασκηθεί αυτή καθ’ όσον:  α) Δεν έλαβε χώρα έγγραφα απόπειρα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων, η οποία μετά την τροποποίηση του άρθρου 2 Ν. 3869/2010 με το Ν. 4161.2013 είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική.  β) Από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές της (άρθρο 13 παρ. 2 Ν. 3869/2010)  γ)  Νομίμως και εμπροθέσμως κλητεύθηκαν οι καθ’  ων η αίτηση πιστώτριες από την αιτούσα (άρθρο 5 παρ. 1 Ν. 3869/2010)  δ)  Κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού εντός πέντε εργασίμων ημερών από την κατάθεση της αίτησης τα έγγραφα του άρθρου 4 παρ. 2 Ν. 3869/2010. Ακολούθως η αιτούσα εμπρόθεσμα υπέβαλε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, όπου τηρείται ο φάκελος της αιτήσεώς της, επικαιροποιημένα τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. Α. υποπ. Α4 άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 4336/2015, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο τρίτο Ν. 4366/2016 ΦΕΚ Α 18/15.2.2016 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 55 Ν. 4384/2016, ΦΕΚ Α 78/26.4.2016, και την ΥΑ 8986/2015 (ΦΕΚ Β 22208/14-10-2015).

Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση είναι νόμιμη, υπαγόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8, 9, και 11 του Ν. 3869/2010, δοθέντος του ότι η αιτούσα είναι φυσικό πρόσωπο που δεν έχει πτωχευτική ικανότητα (άρθρο 1 του Ν. 3869/2010), οι δια της παρούσας αίτησης εισαγόμενες σε ρύθμιση οφειλές δεν είναι από τις εξαιρούμενες της ρύθμισης, ενώ δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ των διαδίκων. Πρέπει επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Οι καθ’ ων η αίτηση με δήλωση των πληρεξουσίων δικηγόρων τους που περιλαμβάνονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου και με τις νομίμως και εμπροθέσμως κατατεθείσες προτάσεις τους, αρνήθηκαν την αίτηση και προέβαλαν τις εξής ενστάσεις:  1. Ένσταση έλλειψης μόνιμης αδυναμίας πληρωμών, η οποία είναι νόμιμη, ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010 και πρέπει να διερευνηθεί κατά την εξέταση της στο ουσιαστικό της μέρος.  2. Ένσταση δόλιας περιέλευσης σε αδυναμία πληρωμών, η οποία νομίμως προβάλλεται, ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010 και πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω κατά την εξέταση της υπόθεσης στο ουσιαστικό της μέρος. 3. Ένσταση αοριστίας, η οποία παραδεκτώς προβάλλεται και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των Ν. 3869/2010 και 216ΚΠολΔ, πρέπει επομένως να διερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.  Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 και 4 παρ. 1 του Ν. 3869/10, σαφώς προκύπτει ότι για το ορισμένο της αίτησης αρκεί να αναφέρεται ότι ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας και ότι βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Ακόμη στην αίτηση πρέπει να περιέχεται ακριβής περιγραφή της οικογενειακής (έγγαμος ή μη, προστατευόμενα μέλη), και περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη (το μέσο μηνιαίο εισόδημά του, τα πάσης φύσεως εισοδήματα του και τα περιουσιακά του στοιχεία), κατάσταση όλων των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, στοιχεία τα οποία μπορούν να περιέχονται σε συνημμένα στην αίτηση έγγραφα, καθώς και σχέδιο διευθετήσεως των οφειλών του.  Τέλος απαιτείται ορισμένο αίτημα, που είναι αυτό της ρύθμισης των χρεών του οφειλέτη με σκοπό την απαλλαγή του, εφόσον δε επιθυμεί να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του πρέπει να υποβάλλεται και σχετικό αίτημα. Παραπέρα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 216 και 747 ΚΠολΔ δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση των παραπάνω στοιχείων, αλλά μπορούν να περιέχονται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεσή τους σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο να προκύπτουν με σαφήνεια (Ειρ. Πατρών 2/2012, Δημοσίευση Νόμος, Αθ. Κρητικός. Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, 2016).  Περαιτέρω, όσον αφορά την αδυναμία εξόφλησης των χρεών, δεν απαιτείται για την πληρότητα της αίτησης η αναφορά της εισοδηματικής κατάστασης του οφειλέτη κατά τον χρόνο ανάληψης των χρεών και των λόγων που τον οδήγησαν σε μόνιμη αδυναμία, ούτε της έλλειψης υπαιτιότητας στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας (ΜΠρΚαλαμ. 31/2016, Δημοσίευση Νόμος, ΜονΠρΛαμ. 65/2016, Δημοσίευση Νόμος, ΜονΠρωτΧαν 654/2013, ΜΠρΚορ. 187/2014, ΕιρΘεσ 9268/2013 αδημ, ΕιρΑθ 161/2013, ΕιρΠολυγ 64/2014, ΕιρΠολυκ 8/2014, ΕιρΙλίου 30/2015, ΕιρΙωαν 2/2011 Δημοσίευση Νόμος, Εισήγηση Αθ. Κομπολίτη Σεμινάριο Ειρηνοδικών ΕΣΔΙ 3 και 4-11-2015) ούτε η αναφορά του χρόνου αναλήψεως εκάστου χρέους (Αθ. Κρητικός Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων  2012, σελ. 106). Στην προκειμένη περίπτωση η επίδικη αίτηση περιέχει όλα τα απαραίτητα για το ορισμένο αυτής στοιχεία, απορριπτομένης ως ουσία αβασίμου της ενστάσεως αοριστίας των καθ’ ων. 4. Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, διότι η αιτούσα ανέλαβε τα επίδικα δάνεια ενώ γνώριζε ότι δε μπορούσε να τα εξυπηρετήσει, ισχυρισμός που συνιστά στην πραγματικότητα ένσταση δόλου, και θα διερευνηθεί κατά την εξέταση της υπόθεσης στο ουσιαστικό της μέρος, όπως προαναφέρθηκε.

Από τα έγγραφα που προσκόμισαν και επικαλούνται οι διάδικοι, τα οποία όλα ανεξαιρέτως έλαβε υπ’ όψιν του το Δικαστήριο, από την ανωμοτί εξέταση της αιτούσας, που περιέχεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων (744 ΚΠολΔ) και από την εν γένει προφορική διαδικασία στο ακροατήριο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα, γεννηθείσα το 1967, είναι έγγαμη με τον Π……. Κ……., από το γάμο τους δε αυτό δεν έχουν αποκτήσει τέκνα. Η κύρια κατοικία της είναι ένα διαμέρισμα πρώτου ορόφου επιφανείας 100 τ.μ. επί της οδού Μ…….. αρ. .. στο Α…… Α….., του οποίου η αιτούσα έχει την ψιλή κυριότητα. Επιπλέον, όπως προκύπτει από τα ιατρικά πιστοποιητικά που προσκομίζει κι επικαλείται, πάσχει από συστηματικό ερυθηματικό λύκο με προσβολή αρθρώσεων. Μέχρι τον Οκτώβριο 2016 εργαζόταν ως ιδιωτική υπάλληλος, ήδη όμως είναι άνεργη εγγεγραμμένη στον ΟΑΕΔ, ως δείκνυται εκ του Δελτίου Ανεργίας της, που προσκομίζει κι επικαλείται. Ο σύζυγος της αιτούσας εργάζεται ως οδηγός στη βιομηχανία χαρτιού «Α… Π………ΑΒΕΕ», με μηνιαίο μισθό 1.450 ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο, όπως προκύπτει από τα πρόσφατα εκκαθαριστικά και φορολογικές δηλώσεις, που προσκομίζει κι επικαλείται η αιτούσα. Οι εκτιμώμενες εύλογες δαπάνες διαβίωσης της αιτούσης και της οικογένειάς της, αφού ελήφθησαν υπόψη οι βασικές βιοτικές ανάγκες τους για διατροφή, ένδυση, υπόδηση, καταναλωτικά αγαθά, μετακινήσεις, λειτουργικά έξοδα κατοικίας (ηλεκτρισμός, ύδρευσης, κοινόχρηστα, θέρμανση, επισκευών και συντήρησης), φόρους, ασφάλειες και τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων, υπηρεσίες τηλεφωνίας, προμήθεια ειδών, υπηρεσίες ατομικής φροντίδας και για φαρμακευτική περίθαλψη, ανέρχονται σήμερα στο ποσό των 1.270 ευρώ μηνιαίως. Με βάση επομένως το εισόδημά της, η αιτούσα έχει τη δυνατότητα να καταβάλλει το ποσό των 180 ευρώ μηνιαίως για την εξυπηρέτηση των δανείων της.

Επιπροσθέτως, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης η αιτούσα είχε αναλάβει από τις πιστώτριες τα παρακάτω δάνεια, τα οποία σύμφωνα με το νόμο θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα, εκ των οποίων, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.3 του Ν. 3869/2010, οι εξασφαλισμένες με εμπράγματο δικαίωμα απαιτήσεις υπολογίζονται με τους νόμιμους τόκους και μετά την κοινοποίηση της αίτησης, ενώ οι μη εμπραγμάτως ασφαλισμένες με τους νόμιμους τόκους έως την κοινοποίηση της αίτησης: 1. Οι οφειλές της αιτούσας προς την πρώτη πιστώτρια προέρχονται από την υπ’ αριθμ. 650001146981 σύμβαση στεγαστικού δανείου, η οποία είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης επί της κύριας κατοικίας της, η οποία, κατά το χρόνο χορήγησης της αναλυτικής κατάστασης οφειλών από την πιστώτρια, παρουσίαζε ανεξόφλητο υπόλοιπο 27.126,42 ευρώ και   2. Στην δεύτερη πιστώτρια P.., όπως νομίμως εκπροσωπείται από την C….. M, εκχωρήθηκαν τα υπ’  αριθμ. ……….  και ………. ανέγγυα δάνεια που χορήγησε η C……. στην αιτούσα, τα οποία κατά το χρόνο χορήγησης της αναλυτικής κατάστασης οφειλών από την πιστώτρια παρουσίαζαν ανεξόφλητο υπόλοιπο 5.758,87 ευρώ και 5.726,31 ευρώ αντίστοιχα και συνολικά η οφειλή της προς τη δεύτερη πιστώτρια ανέρχεται στο ποσόν των 11.485,18 ευρώ. Οι συνολικές οφειλές της αιτούσας ανέρχονται στο ποσόν των 38.611,60 ευρώ.

Κατόπιν των ανωτέρω, η αιτούσα έχει σήμερα περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της, καθ’ όσον με βάση τις βιοτικές ανάγκες της ιδίας και της οικογένειάς της και τα οικογενειακά εισοδήματά της εν σχέση με τις δανειακές υποχρεώσεις της, δεν είναι πλέον εφικτή η εξυπηρέτηση των χρεών της. Στην αδυναμία αυτή περιήλθε χωρίς δόλο, αφού κατά την ανάληψη των δανείων της είχε και η ίδια εισόδημα, αλλά και το εισόδημα του συζύγου της ήταν υψηλότερο, όπως προκύπτει από τα εκκαθαριστικά σημειώματα και φορολογικές δηλώσεις που προσκομίζει κι επικαλείται, είχε συνεπώς την πεποίθηση ότι θα μπορούσε να αποπληρώσει αυτά με βάση τα τότε εισοδήματά της.

Περαιτέρω, από τις βεβαιώσεις της δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης (Ε9) και ΕΝΦΙΑ της αιτούσας, προκύπτει ότι έχει στη κυριότητά της τα εξής περιουσιακά στοιχεία:  1. Την ψιλή κυριότητα ενός διαμερίσματος πρώτου ορόφου επιφανείας 100 τ.μ. επί της οδού Μ…….. αρ. .. στο Α…… Α….., η αντικειμενική αξία της οποίας ανέρχεται σε 43.680 ευρώ, αξία που δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για απόκτηση Α΄ κατοικίας προσαυξημένο κατά 50%, και ως εκ τούτου πρέπει να εξαιρεθεί από την εκποίηση σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 9 του παρόντος νόμου.  2. Το 50% εξ’ αδιαιρέτου ενός οικοπέδου κειμένου στη θέση Α…… Ζ…….-Μ…….-Μ………. Π……., αντικειμενικής αξίας 1.629,75 ευρώ, το οποίο, δοθείσης της θέσης της, της αξίας του, της οικονομικής συγκυρίας αιτίας της οποία οι εκποιήσεις ακινήτων είναι δυσχερείς και επιτελούνται με μειωμένο τίμημα εν σχέσει με την πραγματική αξία των ακινήτων, του μειωμένου αγοραστικού ενδιαφέροντος, ιδίως επειδή η αιτούσα έχει ποσοστό συνιδιοκτησίας επ’ αυτού, και της σταθμίσεως του μικρού τμήματος που αναμένεται να αποδώσει εν σχέσει με τα έξοδα της σχετικής διαδικασίας, δεν είναι επιδεκτικό ρευστοποιήσεως κατά τρόπο που να παρέχεται προσδοκία απολήψεως ανάλογου ανταλλάγματος (ΜΠρΚορ 187/2014, ΕιρΑθ 669/2013, ΕιρΑγιάς 3/2013, Δημοσίευση Νόμος, Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη, Αρμ. 2010, 1490), αφού, άλλωστε, με την παρούσα ρύθμιση των άρθρων 8 και 9 παρ. 2 του νόμου, καλύπτονται και εξοφλούνται στο σύνολό τους οι απαιτήσεις των πιστωτών, ώστε να μην κρίνεται απαραίτητη η εφαρμογή του άρθρου 9 παρ. 1 του Νόμου (ΕιρΝεμέας 38/2014, Δημοσίευση Νόμος). Επίσης, στην αιτούσα ανήκει και το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …  …. αυτοκίνητο μάρκας Ο… C…. 1.200 κυβικών, ηλικίας 10 ετών, αξίας σήμερα, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, 1.500 ευρώ, το οποίο κρίνεται επίσης απρόσφορο προς εκποίηση λόγω της χαμηλής του αξίας εν σχέσει με τα έξοδα της διαδικασίας εκποίησης (ΕιρΑιτωλικού 2/20012, Δημοσίευση Νόμος).

Με βάση τα παραπάνω αναφερόμενα, συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσης οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του Ν. 3869/10 και ειδικότερα το Δικαστήριο πρέπει να προβεί σε ρύθμιση μηνιαίων καταβολών προς μερική εξόφληση των οφειλών της (άρθρο 8 παρ. 2 εδ. 1 Ν. 3869/2010, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 16 παρ. 2 Ν. 4161/20113), για χρονικό διάστημα τριών ετών, ήτοι 36 μηνών. Οι ανωτέρω καταβολές θα γίνονται εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, από τις οποίες οι πιστώτριες θα ικανοποιηθούν άτοκα και συμμέτρως, ανάλογα με το πόσο οφειλής της αιτούσας προς αυτές. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το προς διάθεση στους πιστωτές της αιτούσας ποσό, λαμβανομένων υπόψη των ως άνω βασικών προσωπικών και οικογενειακών της αναγκών και της μη διαφαινόμενης βελτίωσης στο μέλλον της οικονομικής της κατάστασης, ανέρχεται σε ποσόν 180 ευρώ μηνιαίως, εκ των οποίων η αιτούσα θα καταβάλλει στην πρώτη πιστώτρια το ποσόν των 125,50 ευρώ και στη δεύτερη το ποσόν των 54,50 ευρώ μηνιαίως, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα. Ήδη δε η αιτούσα έχει καταβάλλει το ως άνω ποσόν για χρονικό διάστημα 21 μηνών, στα πλαίσια της προσωρινής διαταγής του παρόντος Δικαστηρίου. Οι γενόμενες αυτές καταβολές πρέπει να συνυπολογιστούν ως προς το ποσόν και το χρόνο τους σε αυτόν της οριστικής ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 για καταβολές επί τριετία, επομένως ο χρόνος της οριστικής ρύθμισης περιορίζεται σε 15 μήνες. Στο τέλος της ως άνω ρύθμισης οι πιστώτριες θα έχουν λάβει, η πρώτη το ποσόν των 4.518 ευρώ και η δεύτερη το ποσόν των 1.962 ευρώ. Τα υπόλοιπα των απαιτήσεων των πιστωτριών όπως θα διαμορφωθούν μετά από αυτές τις καταβολές θα ανέρχονται για την πρώτη των καθ’ ων στο ποσόν των 22.608,42 ευρώ και για τη δεύτερη των καθ’ ων στο ποσόν των 9.523,18 ευρώ και συνολικά στο ποσόν των 32.131,60 ευρώ.

Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 17 του Ν. 4161/2013, για τη διάσωση της κύρια κατοικίας της, θα πρέπει να γίνει ρύθμιση για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των καθ’ ων η οποία θα ανέλθει σε ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας της, δηλαδή στο ποσό των 34.944 ευρώ (43.680 ευρώ x 80%) ευρώ. Με δεδομένο όμως ότι το υπόλοιπο των απαιτήσεων, μετά τις καταβολές επί τριετία θα ανέλθει σε 32.131,60 ευρώ, δηλαδή σε ποσό μικρότερο από το ποσοστό επί της αντικειμενικής αξίας της άνω κατοικίας, το ποσό που τελικώς θα υποχρεωθεί να καταβάλλει η αιτούσα στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής δεν πρέπει να ξεπεράσει τα 32.131,60 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, με σταθερό επιτόκιο, ήτοι με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, χωρίς ανατοκισμό και ο χρόνος τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού πρέπει να οριστεί σε 178 μηνιαίες δόσεις από τις οποίες θα ικανοποιηθεί προνομιακά ή εμπραγμάτως εξασφαλισμένη απαίτηση της πρώτης των καθ’ ων, μετά δε την πλήρη εξόφλησή της θα ικανοποιηθεί η δεύτερη των καθ’ ων. Συγκεκριμένα η αιτούσα πρέπει να καταβάλλει στην πρώτη των καθ’ ων για χρονικό διάστημα 125 μηνών το ποσόν των 180 ευρώ μηνιαίως και για το 126ο μήνα της ρύθμισης το ποσόν των 108,42 ευρώ και ακολούθως στη δεύτερη των καθ’ ων για 52 μήνες, ήτοι από τον 127ο έως και τον 177ο μήνα της ρύθμισης το ποσόν των 180 ευρώ μηνιαίως και τον τελευταίο 178ο μήνα της ρύθμισης το ποσόν των 163,18 ευρώ. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνεται μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα και ορίζεται να ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την πάροδο 15 μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, καθόσον κρίνεται ότι πρέπει να παρασχεθεί στην αιτούσα περίοδος χάριτος (άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010), ώστε να δύναται να είναι συνεπής με την άνω ρύθμιση. Με τις ως άνω καταβολές των άρθρων 8 και 9 του νόμου οι απαιτήσεις των πιστωτριών θα εξοφληθούν πλήρως. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσιάν και να ρυθμιστούν οι οφειλές της αιτούσης, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με τα όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Η απαλλαγή από τα χρέη της έναντι των καθ’  ων, τα οποία περιλαμβάνονται στην εμπεριεχόμενη στην αίτησή της κατάσταση θα επέλθει κατά νόμο (αρ. 11 παρ. 1 του Ν. 3869/2010) υπό τον όρο της κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεών της. Δικαστική Δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’  άρθρο 8 παρ. 6 του Ν.3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ την κύρια παρέμβαση.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση.

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσης με άτοκες μηνιαίες καταβολές απευθείας   προς τους πιστωτές της για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) μηνών. Συγκεκριμένα η αιτούσα πρέπει να καταβάλλει άτοκα και εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός στις πιστώτριες για χρονικό διάστημα 15 μηνών το συνολικό ποσόν των εκατόν ογδόντα (180) ευρώ μηνιαίως και συγκεκριμένα α) στην πρώτη πιστώτρια το ποσόν των εκατόν είκοσι πέντε ευρώ και πενήντα λεπτών (125,50 ευρώ) μηνιαίως  β) στη δεύτερη πιστώτρια το ποσόν των πενήντα τεσσάρων ευρώ και πενήντα λεπτών (54,50 ευρώ) μηνιαίως, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα.

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσης ήτοι το δικαίωμα ψιλής κυριότητάς της επί ενός διαμερίσματος πρώτου ορόφου επιφάνειας 100 τ.μ., επί της οδού Μ………. αρ. .. στο Α…… Α…….

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της κύριας κατοικίας  της στις πιστώτριες της εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μηνός, αρχής γενομένης την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την δεκαπέντε (15) μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης:   α) στην πρώτη των καθ’ ων για χρονικό διάστημα εκατόν είκοσι πέντε (125) μηνών το ποσόν των εκατόν ογδόντα (180) ευρώ μηνιαίως και για τον εκατοστό εικοστό έκτο (126ο)  μήνα της ρύθμισης το ποσόν των εκατόν οκτώ ευρώ και σαράντα δύο λεπτών (108,42 ευρώ) και ακολούθως  β) στη δεύτερη των καθ’ ων για χρονικό διάστημα πενήντα δύο (52) μηνών, ήτοι από τον εκατοστό εικοστό έβδομο (127ο) έως και τον εκατοστό  εβδομηκοστό έβδομο (177ο) μήνα της ρύθμισης το ποσόν των εκατόν ογδόντα (180) ευρώ μηνιαίως και τον τελευταίο εκατοστό εβδομηκοστό όγδοο (178ο) μήνα της ρύθμισης το ποσόν των εκατόν εξήντα τριών ευρώ και δεκαοχτώ λεπτών (163,18 ευρώ).

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 17 Ιανουαρίου 2017 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

          Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ               

 

               Μ…. Μ……                                     Ε…..  Κ….       

Κύλιση στην κορυφή