Θετική απόφαση διαγραφής χρέους-μέρους του οφεολόμενου κεφαλαίου  για ιδιωτική υπάλληλο

 

Αριθμός Απόφασης

2007/2017

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

(διαδικασία εκουσίας δικαιοδοσίας)

 

          ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Χ…….. Μ……., την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης  του Ειρηνοδικείου Αθηνών με τη σύμπραξη της Γραμματέως, Ε…… Μ………

          ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 9.11.2016 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ :

          ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ-ΚΑΛΟΥΣΑΣ:  Ε….. Μ….. του Π….-Δ…….. και της Β…., κατοίκου Η……… Α……, επί της οδού Φ…… αριθμ. .., η οποία  παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της,   Άννας Κορσάνου.

          ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ-ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρα 5 παρ. 1 Ν.3869/2010 και 748 παρ. 3 ΚΠολΔ) και παρίστανται ως εξής: 1) Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α…. Τ…… Α……. Ε…….», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σ…… αριθμ. .., όπως  νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της, Λ…… Π…….,  2) Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τ…… Π……. Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Α…… αριθμ. 4, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της, Ε…. Τ……, 3) Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τ…… Ε…….. Ε…….. Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα,  επί της οδού Ό….. αριθμ. ., όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία δεν παραστάθηκε, 4) Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Ε….. Τ…… Τ.. Ε…… Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Α….. αριθμ. .., όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία δεν παραστάθηκε, 5) Η ανώνυμη εταιρεία παροχής πιστώσεων  με την επωνυμία «C….. M. A…… E……. Π…… Π……..» που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Κ……… Σ…… αριθμ. ., όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία δεν παραστάθηκε.

Η αιτούσα με την από 24.10.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./5.12.2014 αίτηση δικαστικής ρύθμισης των οφειλών της και απαλλαγής από τα χρέη του Ν. 3869/2010 που απηύθυνε προς το Δικαστήριο αυτό ζήτησε να γίνουν  δεκτά τα αιτήματά της. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε αρχικώς δικάσιμος η 15.1.2020.  Ήδη, η αιτούσα με την από 13.11.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./3.12.2015 κλήση της, ζήτησε να  επαναπροσδιορισθεί η υπόθεσή της σε συντομότερη δικάσιμο σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 2 της υποπαρ. Α 4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015. Ορίσθηκε δε συντομότερη δικάσιμος για τη συζήτηση της παρούσας υπόθεσης, δυνάμει της από 3.12.2015 πράξης προσδιορισμού δικασίμου Δικαστή του παρόντος δικαστηρίου, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το σχετικό πινάκιο στη σειρά της και κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την από 13.12.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./3.12.2015 κλήση η ανωτέρω με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./5.12.2014 αίτηση του Ν. 3869/2010.

Όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθμ. 7.789/9.12.2014, 7.784/9.12.2014 και 7.786/9.12.2014 και τις υπ’ αριθμ. 8.872/8.12.2015, 8.857/8.12.2015 και 8.897/8.12.2015 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, Ν……. Σ……….., ακριβές αντίγραφο της ένδικης αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση σε συζήτηση κατά την αρχική δικάσιμο της 15.1.2020, καθώς και της υπ’ αριθμ. 4773/3.12.2015 κλήσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση σε συζήτηση κατά τη δικάσιμο 9.11.2016, επιδόθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα στις τρίτη,  τέταρτη και πέμπτη των καθ’ ων αντιστοίχως. Ωστόσο, αυτές δεν εμφανίσθηκαν κατά την παραπάνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και πρέπει να δικασθούν ερήμην, πλην όμως η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 754 ΚΠολΔ σε συνδυασμό το άρθρο 1, Β, VIII, σελ. 9 της αιτιολογικής έκθεσης του Ν.4335/2015, βλ σχετικά και Ρήγα, Οι διαταγές και η Εκουσία Δικαιοδοσία στο νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (μετά το Ν.4335/2015), ΕλλΔνη 1/2016 (57), σελ. 119).

Η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση, όπως αυτή παραδεκτά συμπληρώθηκε κατ’  άρθρα 224 και 741 ΚΠολΔ με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, ζητεί επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της προς τις καθ’ ων, τη ρύθμιση των χρεών της με σκοπό την απαλλαγή της από αυτά, με την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση της περιγραφόμενης κύριας κατοικίας, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης οφειλών που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά.

Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως καθ΄ ύλη και κατά τόπο εισάγεται για να δικασθεί από το Δικαστήριο αυτό της περιφέρειας της κατοικίας της αιτούσας (άρθρο 3, α΄ περίοδος του Ν. 3869/2010) κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρο 1 περ. β΄ ΚΠολΔ σε συνδυασμός με το άρθρο 3, β΄ περίοδος Ν.3869/2010 και τα άρθρα 739 επ ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό της τηρήθηκε η επιβαλλόμενη προδικασία του άρθρου 5 παρ. 1 Ν.3869/2010 (όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 Ν.4361/2013 και εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 24 Ν.4161/2013 ενόψει του χρόνου κατάθεσης της κρινόμενης αίτησης) με τη διενέργεια απόπειρας προδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος απέτυχε, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών της αιτούσας από τις καθ’ ων. Από δε την κατ’ άρθρο 13 του Ν. 3869/2010 αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε ότι για την αιτούσα δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση ρύθμιση των οφειλών της, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές της. Εξάλλου, η κρινόμενη αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της πρώτης και δεύτερης των καθ’ ων, καθόσον περιέχει κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων της αιτούσας και του συζύγου της, των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα καθώς και σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της κατά τα προβλεπόμενα στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010 (όπως αυτή ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της με την παρ. 3 του άρθρου 1 της υποκαρ. Α4 του άρθρου 2 Ν. 4336/2015), μη απαιτουμένου οιουδήποτε άλλου στοιχείου για την πληρότητά της. Τυγχάνει δε και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8, και 9 του Ν. 3869/2010, όπως αυτά ίσχυσαν μετά την τροποποίησή τους από το νόμο 4161/2013 και πριν τροποποιηθούν από τα άρθρα της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015, ενόψει του χρόνου κατάθεσης της ένδικης αίτησης. Σημειώνεται δε ότι προσκομίσθηκε εμπροθέσμως η από 21.11.2014 υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας ως προς την πληρότητα και ορθότητα των σε αυτή αναφερόμενων στοιχείων, καθώς και ως προς τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 12 του Νόμου 4161/2013, καθώς και τα επικαιροποιημένα στοιχεία που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 2 της υποπαρ. Α. 4 του άρθρου 2 Ν. 4336/2015 σε συνδυασμό με την ΥΑ 8986/14.10.2015 (ΦΕΚ Β΄ 2208/14.10.2015).

Οι πρώτη και δεύτερη εκ των καθ’ ων με προφορικές δηλώσεις των πληρεξούσιων δικηγόρων τους που καταχωρήθηκαν στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και με τις προτάσεις τους που κατατέθηκαν επί της έδρας, αρνήθηκαν αιτιολογημένα την ένδικη αίτηση. Επιπροσθέτως, η δεύτερη των καθ’ ων προέβαλε τις παρακάτω ενστάσεις: α) ένσταση δόλιας περιέλευσης της αιτούσας σε αδυναμία πληρωμών, ισχυριζόμενη ότι η αιτούσα ήδη κατά το χρόνο ανάληψης των δανείων της, γνώριζε ότι με βάση την εισοδηματική της κατάσταση δε θα ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις. Η ένσταση αυτή τυγχάνει νόμιμη, ερειδόμενη στο άρθρο 1 παρ. 1 Ν. 3869/2010 και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της και β) ένσταση καταχρηστικής άσκησης της κρινόμενης αίτησης, η οποία τυγχάνει μη νόμιμη και εξ αυτού του λόγου απορριπτέα, καθόσον η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ εφαρμόζεται για δικαιώματα που απορρέουν από διατάξεις ουσιαστικού νόμου και όχι από διατάξεις δικονομικές (Α.Π. 1006/1999, ΕλλΔνη 40,1718, Α.Π. 392/1997, ΕλλΔνη 38, 1842, ΕφΠειρ 357/2005, Δ.Ε.Ε. 2005,1066, ΕφΛαρ 474/2005, Αρμ 2005,1768,  ΕφΠατρ 964/2004/2004, ΑχΝομ 2005,22, ΕφΘεσ  1729/2003).

Από την ανωμοτί κατάθεση της αιτούσας ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, χρήσιμα και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις ομολογίες που συνάγονται από το σύνολο των ισχυρισμών των μερών και από όσα είναι τοις πάσι γνωστά, αποδείχθηκαν τα παρακάτω ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα, ηλικίας 50 ετών, είναι έγγαμη με τον Σ…….. Τ……, ηλικίας ετών 58 ετών, με τον οποίο έχει αποκτήσει δύο τέκνα, ένα γιό ηλικίας 24 ετών και μία κόρη 18 ετών. Η αιτούσα εργάζεται ως ταμίας στο σούπερ μάρκετ με την επωνυμία «Α. Β…………» και λαμβάνει μισθό ύψους € 954 περίπου μηνιαίως (βλ. απόδειξη αποδοχών μηνός Σεπτεμβρίου 2016) Ο σύζυγος της αιτούσας εργάζεται ως οδηγός στην ίδια επιχείρηση έναντι μηνιαίου μισθού ύψους € 962 περίπου (βλ. απόδειξη αποδοχών μηνός Αυγούστου 2016). Η αιτούσα είναι ψιλή κυρία του παρακάτω ακινήτου, επικαρπώτρια του οποίου τυγχάνει η μητέρα της, Β… Μ….., ηλικίας 75 ετών, ήτοι : ενός διαμερίσματος-οριζόντιας ιδιοκτησίας, επιφάνειας 68,60 τ.μ., του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου οικοδομής κτισμένης επί τμήματος οικοπέδου (κάθετη ιδιοκτησίας) εκτάσεως 152,95 τ.μ., κειμένου στην Η……. Α……, επί της οδού Φ…… αριθμ. .., με ποσοστό συνιδιοκτησίας 25,45% επί του όλου μεγαλύτερου οικοπέδου εκτάσεως 601,30 τ.μ., όπως αυτό αναλυτικά περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. …./4.6.2009 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Α….., Δ…….. Ι……….. Η αντικειμενική αξία του ανωτέρω διαμερίσματος, το οποίο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της αιτούσας και της οικογένειάς της, ανέρχεται κατά το δικαίωμα της ψιλής κυριότητας σε € 41.160 (βλ. δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτου-πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου Ν. 4223/2013). Πέραν αυτού, η αιτούσα δε διαθέτει άλλα κινητά ή ακίνητα περιουσιακά στοιχεία.

Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης, η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη έναντι των καθ’ ων συνολικού ύψους € 68.245,47, τα οποία κατά πλάσμα του νόμου θεωρούνται με την κοινοποίηση της ένδικης αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης αυτής, καθόσον τυγχάνουν ανέγγυα (άρθρο 6 παρ. 3 Ν. 3869/10). Ειδικότερα, η αιτούσα εμφανίζει τις παρακάτω οφειλές : 1) έναντι της πρώτης των καθ’ ων οφειλή απορρέουσα από την υπ’ αριθμ. …………… σύμβαση καταναλωτικού δανείου ανερχόμενη την 30.11.2014 σε € 29.908,86,  2) έναντι της δεύτερης των καθ’ ων οφειλή απορρέουσα από την υπ’ αριθμ. ……………. σύμβαση δανείου που είχε καταρτίσει η αιτούσα με τη «C….. P…… B… P….. C. L..»  (της οποίας είχε καταστεί ειδική διάδοχος ήδη πριν από τη γένεση της εκκρεμοδικίας η δεύτερη των καθ’ ων) ανερχόμενη την 23.5.2014 σε € 16.903,30,  3) έναντι της τρίτης των καθ’ ων οφειλή απορρέουσα από την υπ’ αριθμ. ………… σύμβαση καταναλωτικού δανείου ανερχόμενο την 23.5.2014 σε € 12.512,63,  4) έναντι της τέταρτης των καθ’ ων: α) οφειλή απορρέουσα από την υπ’ αριθμ. ………… πιστωτική κάρτα, ανερχόμενη την 18.5.2014 σε € 44,15 και β) οφειλή απορρέουσα από την υπ’ αριθμ.  ……….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, ανερχόμενο την 8.5.2014 στο ποσό € 7.139,95,  5) έναντι της πέμπτης των καθ’ ων οφειλή απορρέουσα από την υπ’ αριθμ. …… σύμβαση προσωπικού δανείου, ανερχόμενη την 7.10.2014 σε € 1.736,58.

Η αιτούσα, λόγω πιεστικότατων οικογενειακών υποχρεώσεων (εγχείρηση του συζύγους της,  Σ……… Τ……, το έτος 2000 λόγω προβλήματος στη μέση, ανεργία του συζύγου της κατά τα έτη 2005 και 2006), αλλά και λόγω εσφαλμένων εκτιμήσεων ως προς τη δυνατότητα  αποπληρωμής των χρεών της, κατέφυγε στον τραπεζικό δανεισμό, με τη σύναψη συμβάσεων καταναλωτικών δανείων και πιστωτικών καρτών, περισσότερο από όσο της επέτρεπαν οι οικονομικές της δυνάμεις. Εξαιτίας δε της επιβολής πρόσθετων φορολογικών επιβαρύνσεων στους πολίτες (με τη μορφή άμεσων και έμμεσων φόρων), της ανόδου του κόστους ζωής αλλά και της αύξησης των οικογενειακών της δαπανών (έξοδα φροντιστηριακής υποστήριξης της μαθήτριας κόρης της και οικονομικής ενίσχυσης του άνεργου υιού της), η αιτούσα αδυνατεί πλέον να εξυπηρετήσει τα χρέη της,  με αποτέλεσμα αυτά να έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα. Εξάλλου, η οικονομική της κατάσταση δεν αναμένεται να βελτιωθεί στο άμεσο μέλλον λόγω της γενικότερης οικονομικής ύφεσης που πλήττει τη χώρα, λαμβανομένης υπόψη και της προσυνταξιοδοτικής ηλικίας της. Η δε προταθείσα από τη δεύτερη των καθ’ ων ένσταση περί δόλιας περιέλευσης της αιτούσας σε αδυναμία πληρωμών πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσία, καθόσον η αύξηση των οικογενειακών της εξόδων, σε συνδυασμό με τη διόγκωση των οφειλών της με τόκους υπερημερίας, λόγω των υψηλών επιτοκίων αποπληρωμής των καταναλωτικών δανείων και πιστωτικών καρτών (άνω του10%), και τη γενικότερη αύξηση του κόστους διαβίωσης των πολιτών, αποτέλεσαν τις βασικές αιτίες της αδυναμίας της να εξυπηρετήσει τα χρέη της. Υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι η αιτούσα, η οποία δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, έχει περιέλθει χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της.

Με βάση τα προλεχθέντα και δεδομένου ότι το προταθέν σχέδιο διευθέτησης οφειλών της αιτούσας, δεν έγινε δεκτό από τις καθ’ ων, πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 Ν. 4161/2013 και εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 24 Ν. 4161/2013 ενόψει του χρόνου κατάθεσης της ένδικης αίτησης) για μηνιαίες καταβολές επί πενταετία που θα ξεκινήσουν τον αμέσως επόμενο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας. Όσον φορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης, θα πρέπει η αιτούσα, λαμβανομένων υπόψη των εισοδημάτων της καθώς και των αναγκαίων δαπανών διαβίωσής της, να καταβάλλει προς τους καθ’ ων – πιστωτές της το συνολικό ποσό € 500 μηνιαίως, το οποίο θα διανέμεται συμμέτρως μεταξύ τους. Ειδικότερα, το ποσό που αναλογεί σε κάθε πιστωτή προκύπτει από το κλάσμα με αριθμητή το ποσό της μηνιαίας δόσης της αιτούσας (ύψους € 50), πολλαπλασιαζόμενο με το ύψος της απαίτησης εκάστου πιστωτή και παρανομαστή το σύνολο των απαιτήσεων των μετεχόντων στη δίκη πιστωτών (ύψους € 68,245,47). Επομένως μετά το τέλος της πενταετίας η αιτούσα θα έχει καταβάλει συνολικό ποσό  € 30.000 (€ 500 Χ 60 δόσεις) και θα απομένει ανεξόφλητο υπόλοιπο των οφειλών της ύψους € 38.245,47.

Στην από 22.10.2015 προσωρινή διαταγή επί της ένδικης αίτησης που εξέδωσε Δικαστής του Δικαστηρίου αυτού, περιελήφθη διάταξη με την οποία υποχρεώθηκε η αιτούσα, αρχής γενομένης από το μήνα Νοέμβριο του έτους 2015 σε προσωρινές καταβολές προς τους πιστωτές της συνολικού ποσού 100 ευρώ μηνιαίως, συμμέτρως διανεμόμενου μεταξύ τους. Σε συμμόρφωση προς την προσωρινή αυτή διαταγή η αιτούσα κατέβαλε κατά το χρονικό διάστημα από μηνός Νοεμβρίου 2015 έως και μηνός Οκτωβρίου 2016 συνολικό ποσό € 1.200 (€ 100 ανά μήνα Χ 12 μήνες)  (βλ. τα προσκομισθέντα γραμμάτια καταβολών). Οι προσωρινές αυτές μηνιαίες καταβολές, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 2 κα 9 παρ. 4 του νόμου 3869/10 (όπως ίσχυαν μετά την τροποποίησή τους από το νόμο 4161/2013 και πριν τροποποιηθούν από τα άρθρα της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015) πρέπει να συνυπολογισθούν τόσο ως προς το χρόνο όσο και ως προς το ποσό τους σε αυτές της πιο πάνω οριστικής ρύθμισης. Έτσι, μετά το συνυπολογισμό του χρόνου των 12 μηνών των προσωρινών καταβολών, ο χρόνος της οριστικής ρύθμισης περιορίζεται σε τέσσερα έτη. Δεδομένου ότι οι προσωρινές καταβολές υπολείπονται αυτών της οριστικής ρύθμισης κατά το ποσό € 4.800 [ποσό € 500 που έπρεπε να καταβάλλεται μηνιαίως μείον ποσό € 100 που πράγματι καταβλήθηκε = € 400 Χ 12 μήνες = 4.800], η αιτούσα υποχρεούται να εξοφλήσει τη διαφορά μέσα σε ένα έτος από τη λήξη των καταβολών της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2, όπως αυτές ορίσθηκαν ανωτέρω, εντόκως από το χρόνο λήξης των καταβολών αυτών, με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά 2,50 εκατοστιαίες μονάδες. Σημειωτέον ότι η απαλλαγή της αιτούσας κατά τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 Ν. 3869/10 θα επέλθει μετά την ολοκλήρωση και των πιο πάνω συμπληρωματικών καταβολών, αφού αποτελούν μέρος της ρύθμισης των καταβολών του άρθρου 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010.

Η παραπάνω ρύθμιση της αιτούσας θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 παρ. Ν. 4161/2013 και εφαρμόζεται στην υπό κρίση περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 24 Ν. 4161/2013), εφόσον με τις καταβολές στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010 δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των οφειλών της και υποβάλλεται αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση του δικαιώματός της ψιλής κυριότητας επί του ακινήτου της κύριας κατοικίας της, μετά το οποίο, η εν λόγω εξαίρεση είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο, δεδομένου ότι η αντικειμενική του αξία δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας (οριζόμενο από το άρθρο 1 Ν. 1078/1980 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 παρ. 1 Ν. 3842/2010) προσαυξημένο κατά 50%. Στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 9 παρ. 2 Ν. 3869/10, η αιτούσα θα πρέπει να καταβάλλει ποσό που αντιστοιχεί στο 80% της αντικειμενικής αξίας του ανωτέρω δικαιώματός της, ήτοι ποσό  € 32.928 (€ 41.160 Χ 80%), το οποίο υπολείπεται του ύψους των χρεών της, όπως αυτό θα διαμορφωθεί μετά τις καταβολές του άρθρου 8 παρ. 2. Όσον αφορά το χρόνο αποπληρωμής του ποσού αυτού θα πρέπει να οριστεί σε 10 έτη (120 μηνιαίες δόσεις). Παράλληλα, θα πρέπει να της χορηγηθεί περίοδος χάριτος ίσης διάρκειας με αυτής της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2. του Ν. 3869/2010 καθώς και των συμπληρωματικών καταβολών του άρθρου 9 παρ. 4 Ν. 3869/2010, ώστε να μη συμπέσουν χρονικά οι δύο ρυθμίσεις, με κίνδυνο να φανεί ασυνεπής στις υποχρεώσεις της και να εκπέσει των ρυθμίσεων. Επομένως, το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης για τη διάσωση του δικαιώματός της ψιλής κυριότητας επί του ακινήτου της κύριας κατοικίας της θα ανέρχεται σε 274,40 ευρώ (€ 32.928:120). Η καταβολή των δόσεων αυτών, η οποία θα ξεκινήσει ένα έτος μετά τη λήξη της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, θα γίνει εντόκως χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το ποσό των δόσεων αυτών θα κατανέμεται συμμέτρως μεταξύ των απαιτήσεων των καθ’ ων, καθόσον άπασες τυγχάνουν ανέγγυες. Το υπόλοιπο των απαιτήσεων των καθ’ ων που θα παραμείνει ανεξόφλητο μετά τις παραπάνω καταβολές, δε θα καταστεί εφικτό να ικανοποιηθεί, καθόσον δε δύναται να επιβληθεί εκ του νόμου άλλη υποχρέωση στην αιτούσα.

Συνέπεια των παραπάνω, πρέπει η ένδικη αίτηση να γίνει δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη της αιτούσας με σκοπό την απαλλαγή της, με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, εξαιρουμένου από την εκποίηση του δικαιώματός της ψιλής κυριότητας επί του ακινήτου της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Δικαστική Δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’  άρθρο 8 παρ. 6 του Ν.3869/2010.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

         ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της τρίτης τέταρτης και πέμπτης των καθ’ ων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

         ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

         ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσης με μηνιαίες καταβολές προς τις καθ’ ων συνολικού ποσού πεντακοσίων ευρώ (€ 500) εκάστη, συμμέτρως διανεμόμενου μεταξύ τους, οι οποίες θα ξεκινήσουν τον αμέσως επόμενο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα πραγματοποιούνται εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών (48 μηνιαίες δόσεις), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.

         ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα να καταβάλει προς τις καθ’ ων μέσα σε ένα έτος από τη λήξη των παραπάνω καταβολών, δηλαδή από τη λήξη του χρόνου των 48 μηνών, το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων οκτακοσίων ευρώ (€ 4.800), συμμέτρως διανεμόμενο μεταξύ τους. Η καταβολή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως από το χρονικό σημείο έναρξης του έτους μέσα στο οποίο πρέπει να καταβληθεί, με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά 2,50 εκατοστιαίες μονάδες.

         ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση το δικαίωμα ψιλής κυριότητας της αιτούσας επί του ακινήτου της κύριας κατοικίας της, όπως αυτό ειδικότερα περιγράφεται στο σκεπτικό της παρούσας.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα για τη διάσωση του παραπάνω δικαιώματός της την υποχρέωση να καταβάλλει προς τις καθ’ ων το ποσό των διακοσίων εβδομήντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα λεπτών (€ 274,40) μηνιαίως για χρονικό διάστημα δέκα ετών (120 μηνιαίες δόσεις), το οποίο θα διανέμεται συμμέτρως μεταξύ τους. Η καταβολή των δόσεων, η οποία θα πραγματοποιείται εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, θα ξεκινήσει ένα έτος μετά τη λήξη της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 και θα γίνει εντόκως χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 24.4.2017 απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

          Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ               

 

               Χ……..  Μ…….                              Ε…… Μ………          

Scroll to Top