ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 3823/2017

 

Αριθμός Απόφασης 3823/2017

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα  Εκούσιας Δικαιοδοσίας

Άρθρο 3 παρ. Ν. 3869/2010

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Μ…. Μ……, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης  του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Ε…… Κ……

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 7 Φεβρουαρίου 20177 για να δικάσει την υπόθεση:

ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1.  Π……… Α………… του Δ…….., κατοίκου  Α……, οδός Θ…. Α…… αρ. .. και  2. Σ………. Α………… του Χ……….,  κατοίκου Α……, οδός Θ…. Α…… αρ. .. οι οποίοι παραστάθηκαν μετά της πληρεξουσίας  τους δικηγόρου Άννας Κορσάνου.

          ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ στη δίκη πιστωτριών: 1) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Ε….. Τ…… Τ.. Ε…… A.E.» που εδρεύει στην Α…. (οδός Α….. αρ. .., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Ε……… Β…….  2. Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τ…… Ε……. Ε……. Α.Ε.», που εδρεύει στην Α…., επί της οδού Ό….. αρ. 8, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία δεν παραστάθηκε  3. Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τ…… Π……..» που εδρεύει στην Α…., οδός Α…… αρ. ., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία δεν παραστάθηκε.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ :  Ε……… Α……….. του Π…….., κατοίκου Α….., οδός Θ…. Α…… αρ. .., η οποία δεν παραστάθηκε.

Φέρεται προς συζήτηση η υπ’ αριθμ. καταθέσεως 2654/2015 αίτηση του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η 18/2/2016 και κατόπιν αναβολής η 7/2/2017, κατά την οποία και συζητήθηκε.  Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρισταμένων διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις  που κατέθεσαν στο ακροατήριο. Επίσης η πληρεξούσια δικηγόρος των αιτούντων με δήλωσή της διόρθωσε και συμπλήρωσε την κρινόμενη αίτηση, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Από τις εκθέσεις επιδόσεως που προσκομίζουν και επικαλούνται οι αιτούντες προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίσιν αιτήσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση αυτής για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 18/2/2016 επιδόθηκε νόμιμα στην δεύτερη και στην τρίτη των  καθ’ ων πιστώτριες και στην καθ’ ης η κοινοποίηση. Ακολούθως η υπόθεση αναβλήθηκε για την 7/2/2017, της αναγραφής στο πινάκιο της δικασίμου αυτής ισχυούσης ως κλήτευσης των διαδίκων (226 παρ. 4 ΚΠολΔ). Κατά τη δικάσιμο αυτή όμως, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του  οικείου πινακίου, οι ανωτέρω δεν εμφανίσθηκαν και συνεπώς πρέπει να δικαστούν  ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει  να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 754 ΚΠολΔ).

Με την κρινόμενη αίτηση οι αιτούντες, επικαλούμενοι έλλειψη πτωχευτικής τους ικανότητας, εκθέτουν ότι έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους προς τους πιστωτές τους και αιτούνται τη διευθέτησή τους από το δικαστήριο, ώστε να επέλθει ολική ή μερική απαλλαγή τους από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών τους έναντι αυτών, όπως σαφώς συνάγεται από το περιεχόμενο των αιτήσεων, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλουν και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή τους κατάσταση που εκθέτουν αναλυτικά.

Με το παραπάνω  περιεχόμενο η κρινόμενη αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, στην περιφέρεια του οποίου έχουν την κατοικία τους οι αιτούντες,  σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο  3 του Ν. 3869/2010. Επιπροσθέτως, παραδεκτώς ασκείται η κρινόμενη αίτηση, αφού τηρήθηκε η προδικασία που προβλεπόταν από τον Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε κατά το χρόνο κατάθεσης της, δηλαδή μετά τη θέση σε ισχύ του 4161/2013 την 14/6/2013, αλλά και πριν την έναρξη ισχύος του Ν. 4336/2015 την 19/8/2015, ενώ από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμούν άλλες σχετικές αιτήσεις των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείου της χώρα, ούτε έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές τους (άρθρο 13 παρ. 2 Ν. 3869/2010). Ακολούθως οι αιτούντες εμπρόθεσμα υπέβαλαν στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, όπου τηρείται ο φάκελος των αιτήσεών τους, επικαιροποιημένα τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. Α υποπ. Α4 άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 4336/2015 όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο τρίτο Ν. 4366/2016 ΦΕΚ Α18/15.2.2016  και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 55 Ν. 4384/2016, ΦΕΚ Α 78/26.4.2016, και την ΥΑ 8986/2015  (ΦΕΚ  Β 22208/14-10-2015).

Περαιτέρω, η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του Ν. 3869/2010, καθ’ όσον με βάση τα εκτιθέμενα σε αυτήν περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής των αιτούντων στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, στερούμενα πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη τους δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχουν ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους. Επομένως, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα.

Η καθ’ ης η αίτηση παριστάμενη πιστώτρια με δήλωση της πληρεξουσίας  δικηγόρου της που περιλαμβάνεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου και με τις νομίμως και εμπροθέσμως κατατεθείσες προτάσεις της, αρνήθηκε την αίτηση και προέβαλε τις εξής ενστάσεις :  1. Ένσταση αοριστίας, η οποία παραδεκτώς προβάλλεται και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των Ν. 3869/2010 και 216 ΚΠολΔ, πρέπει επομένως να διερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.  Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 και 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, σαφώς προκύπτει ότι για το ορισμένο της αίτησης αρκεί να αναφέρεται ότι ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας και ότι βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του.  Ακόμη στην αίτηση πρέπει να περιέχεται ακριβής περιγραφή της οικογενειακής (έγγαμος ή μη, προστατευόμενα μέλη), και περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη (το μέσο μηνιαίο εισόδημά του, τα πάσης φύσεως εισοδήματα του και τα περιουσιακά του στοιχεία), κατάσταση όλων των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, στοιχεία τα οποία μπορούν να περιέχονται σε συνημμένα στην αίτηση έγγραφα, καθώς και σχέδιο διευθετήσεως των οφειλών του. Τέλος απαιτείται ορισμένο αίτημα, που είναι αυτό της ρύθμισης των χρεών του οφειλέτη με σκοπό την απαλλαγή του, εφόσον δεν επιθυμεί να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του πρέπει να υποβάλλεται και σχετικό αίτημα.  Παραπέρα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 216 και 747 ΚΠολΔ δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση των παραπάνω στοιχείων, αλλά μπορούν να περιέχονται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεσή τους σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο να προκύπτουν με σαφήνεια (Ειρ. Πατρών 2/2012, Δημοσίευση Νόμος, Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, 2012).

Περαιτέρω, όσον αφορά την αδυναμία εξόφλησης των χρεών, δεν απαιτείται για την πληρότητα της αίτησης η αναφορά της εισοδηματικής κατάστασης του οφειλέτη κατά τον χρόνο ανάληψης των χρεών και των λόγων που τον οδήγησαν σε μόνιμη αδυναμία, ούτε της έλλειψης υπαιτιότητας στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας (ΜΠρΚαλαμ. 31/2016, Δημοσίευση Νόμος, ΜονΠρΛαμ. 65/2016, Δημοσίευση Νόμος, ΜονΠρωτΧαν 654/2013, ΜΠρΚορ. 187/2014, ΕιρΘεσ 9268/2013 αδημ. ΕιρΑθ 161/2013, ΕιρΠολυγ 64/2014, ΕιρΠολυκ  8/2014, Ειριλίου 30/2015, Ειρίωαν 2/2011 Δημοσίευση Νόμος, Εισήγηση Αθ. Κομπολίτη Σεμινάριο Ειρηνοδίκων ΕΣΔΙ 3 και 4-11-2015) ούτε η αναφορά του χρόνου αναλήψεως εκάστου χρέους (Αθ. Κρητικός Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων 2012, σελ. 106).  Στην προκειμένη περίπτωση η επίδικη αίτηση περιέχει όλα τα απαραίτητα για το ορισμένο αυτής στοιχεία, απορριπτομένης ως ουσία αβασίμου της ενστάσεως αοριστίας της καθ’ ης.  2. Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, η οποία παραδεκτώς προβάλλεται, είναι όμως απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη, διότι τα πραγματικά περιστατικά που επικαλείται η καθ’ ης δεν στοιχειοθετούν τις προϋποθέσεις εφαρμογής της 281 ΑΚ.

Από τα έγγραφα που προσκόμισαν και επικαλούνται οι διάδικου, τα οποία όλα ανεξαιρέτως έλαβε υπ’ όψιν του το Δικαστήριο, από την ανωμοτί εξέταση του πρώτου των αιτούντων, που περιέχεται στα πρακτικά  δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων (744 ΚΠολΔ) και από την εν γένει προφορική διαδικασία στο ακροατήριο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:  Οι αιτούντες είναι σύζυγοι, γεννηθέντες αμφότεροι το 1950, και κατοικούν σε διαμέρισμα δευτέρου ορόφου ιδιοκτησίας του πρώτου των αιτούντων επί της οδού Θ…. Α…… αρ. .. στην Α…..  Από το γάμο τους έχουν αποκτήσει δύο τέκνα, ενήλικα σήμερα.  Είναι συνταξιούχοι ο πρώτος του ΝΑΤ και η δεύτερη του ΙΚΑ, το μηνιαίο δε ποσόν εκάστης συντάξεως ανέρχεται για τον πρώτο σε 900 ευρώ και για τη δεύτερη σε 250 ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο.  Το συνολικό επομένως οικογενειακό τους εισόδημα ανέρχεται σε 1.150 ευρώ μηνιαίως.  Επιπροσθέτως, ο πρώτος αιτών πάσχει από διαβήτη τύπου ΙΙ και η δεύτερη αιτούσα από ακουστικό νευρίνωμα αριστεράς γεφυροπαρεγκεφαλιδικής γωνίας, τα οποία χρήζουν διαρκώς ιατρικών ελέγχων και φαρμακευτικής αγωγής. Οι αιτούντες συνδράμουν οικονομικά και την κόρη τους Β…… Α…………, η οποία είναι ανίκανη προς εργασία λόγω χρόνιων σοβαρών προβλημάτων ψυχικής υγείας που παρουσιάζει, η οποία λαμβάνει προνοιακό επίδομα ανερχόμενο σε 300 ευρώ μηνιαίως, το οποίο δεν επαρκεί για τη διαβίωσή της.  Οι εκτιμώμενες εύλογες δαπάνες διαβίωσης των αιτούντων αφού ελήφθησαν υπόψη οι βασικές βιοτικές ανάγκες τους για διατροφή, ένδυση, υπόδηση, καταναλωτικά αγαθά, μετακινήσεις, λειτουργικά έξοδα κατοικίας (ηλεκτρισμός, ύδρευση, κοινόχρηστα, θέρμανση, επισκευών και συντήρησης), φόρους, ασφάλειες και τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων, υπηρεσίες τηλεφωνίας, προμήθεια ειδών, υπηρεσίες ατομικής φροντίδας και για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καθώς και για συνδρομή στις ανάγκες του πάσχοντος τέκνου τους, ανέρχονται στο ποσό των 1.050 ευρώ μηνιαίως. Συνεπώς μπορούν να καταβάλλουν το ποσόν των 50 ευρώ μηνιαίως έκαστος για την εξυπηρέτηση των δανείων τους.

Επιπροσθέτως, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης οι αιτούντες είχαν αναλάβει  από τις πιστώτριες τα αναφερόμενα στην αίτηση δάνεια, τα οποία σύμφωνα με το νόμο θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα, και σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 3 του Ν. 3869/2010 τα ανέγγυα υπολογίζονται με τους νόμιμους τόκους  έως την έκδοση απόφασης. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει κατά το χρόνο χορήγησης των αναλυτικών καταστάσεων οφειλών από τις πιστώτριες, οι αιτούντες έχουν λάβει τα ακόλουθα δάνεια : 1.  Από την πρώτη των αιτούντων ο πρώτος αιτών έχει λάβει ως οφειλέτης τα εμπραγμάτως ασφαλισμένα επί της κύριας κατοικίας τους υπ’ αριθμ. ………., ………., ……….., ………., ………. και ………. δάνεια στεγαστικής πίστης, στο δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο των οποίων η δεύτερη αιτούσα έχει συμβληθεί ως εγγυήτρια, τα οποία παρουσιάζουν ανεξόφλητο υπόλοιπο 5.611,46 ευρώ, 32.026,40 ευρώ, 26.776,06 ευρώ, 15.339,67 ευρώ,      16.009, 58 ευρώ και 12.321,18 αντίστοιχα και συνολικά ο πρώτος αιτών οφείλει στην πρώτη των καθ’ ων το ποσόν των 108.034,85 ευρώ.  Η δεύτερη αιτούσα οφείλει στην πιστώτρια επιπλέον το υπ’ αριθμ. ………. ανέγγυο δάνειο καταναλωτικής πίστης με ανεξόφλητο υπόλοιπο 408,90 ευρώ.  Η δεύτερη αιτούσα οφείλει συνολικά στην πρώτη πιστώτρια το ποσόν των 91.044,63 ευρώ.   2.  Στη δεύτερη των πιστωτών ο πρώτος αιτών οφείλει το ποσόν των 2.959,97 ευρώ από την ανέγγυα υπ’ αριθμ. ………… πιστωτική κάρτα και   3. Στην τρίτη των πιστωτών η δεύτερη των αιτούντων οφείλει το ποσόν των 3.538,96 ευρώ από την υπ’ αριθμ. ……………. πιστωτική κάρτα. Συνολικά ο πρώτος αιτών οφείλει το ποσόν των 111.044,32 ευρώ και η δεύτερη το ποσόν των 94.583,59 ευρώ.

Κατόπιν των ανωτέρω, οι αιτούντες έχουν σήμερα περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους, καθ’ όσον με βάση τις βιοτικές ανάγκες αυτών και της οικογένειάς τους εν σχέσει με τις υποχρεώσεις τους, δεν είναι πλέον εφικτή η εξυπηρέτηση των χρεών τους. Στην αδυναμία αυτή περιήλθαν χωρίς δόλο, αφού κατά την ανάληψη των δανείων τους το οικογενειακό τους εισόδημα ήταν ουσιωδών υψηλότερο, όπως προκύπτει από τα εκκαθαριστικά σημειώματα που προσκομίζουν και επικαλούνται, επομένως είχαν την εύλογη πεποίθηση ότι θα μπορούσαν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.

Περαιτέρω, η πρώτη των αιτούντων δεν έχει επ’ ονόματί της οποιοδήποτε κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο.  Ο πρώτος των αιτούντων, όπως προκύπτει από τις βεβαιώσεις της δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης (Ε9), ΕΝΦΙΑ και την άδεια κυκλοφορίας οχήματος που προσκομίζει κι επικαλείται, έχει στην κυριότητά του τα εξής περιουσιακά στοιχεία : 1.  Ένα διαμέρισμα δευτέρου ορόφου επί της οδού Θ…. Α…… αρ. .. Α….. επιφάνειας 117,18 τ.μ., αντικειμενικής αξίας 126.976 ευρώ, η οποία δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για απόκτηση Α΄ κατοικίας προσαυξημένο κατά 50% και ως εκ τούτου πρέπει να εξαιρεθεί από την εκποίηση σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 9 του παρόντος νόμου.  2. Ένα ισόγειο διαμέρισμα επί της οδού Θ…. Α…… αρ. .., επιφάνειας 39,58 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 28.350 ευρώ, του οποίου δεν πρέπει να διαταχθεί η εκποίηση σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, κατά στάθμιση των περιστάσεων της κρινόμενης υπόθεσης και συγκεκριμένα αφενός του ότι με την παρούσα ρύθμιση εξοφλείται το μεγαλύτερο μέρος των οφειλών του πρώτου αιτούντος προς τις πιστώτριές του, αφετέρου ότι το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κατοικία του τέκνου των αιτούντων που ασθενεί.  3.  Την υπ’ αριθμ. 21 υπόγεια αποθήκη επιφάνειας 22,80τ.μ. αντικειμενικής αξίας 3.018,75 ευρώ, επειδή με την παρούσα ρύθμιση εξοφλείται το μεγαλύτερο μέρος των οφειλών του πρώτου αιτούντος προς τις πιστώτριές του, επίσης δοθείσης της αξίας της, της οικονομικής συγκυρίας αιτίας της οποίας οι εκποιήσεις ακινήτων είναι δυσχερείς και επιτελούνται με μειωμένο τίμημα εν σχέσει με την πραγματική αξία των ακινήτων και του μειωμένου αγοραστικού ενδιαφέροντος, δεν είναι επιδεκτική ρευστοποιήσεως κατά τρόπο που να παρέχεται προσδοκία απολήψεως ανάλογου ανταλλάγματος  (ΜΠρΚορ 187/2014, ΕιρΑθ 669/2013, ΕιρΑγιάς 3/2013, Δημοσίευση Νόμος, Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη, Αρμ 2010, 1490). Τέλος, ο πρώτος των αιτούντων έχει στην κυριότητά του το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας … …. Αυτοκίνητο μάρκας A… 1.595 cc 2005, εκτιμώμενης εμπορικής αξίας 1.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται απρόσφορο προς εκποίηση λόγω της χαμηλής του αξίας εν σχέσει με τα έξοδα της διαδικασίας εκποίησης αλλά και επειδή είναι απαραίτητο για τις μετακινήσεις των αιτούντων.

Με βάση τα παραπάνω αναφερόμενα, συντρέχουν στο πρόσωπο των αιτούντων οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 και ειδικότερα το Δικαστήριο πρέπει να προβεί σε ρύθμιση μηνιαίων καταβολών προς μερική εξόφληση των οφειλών τους, για χρονικό διάστημα 3 ετών, ήτοι 36 μηνών κατά τους οποίους οι αιτούντες θα καταβάλλουν άτοκα και συμμέτρως εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός το ποσόν των 50 ευρώ μηνιαίως στους πιστωτές του έκαστος.  Ήδη στα πλαίσια της από 11/11/2015 προσωρινής διαταγής, οι αιτούντες υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν στους καθ’ ων η αίτηση πιστωτές τους το ποσόν των 50 ευρώ μηνιαίως έκαστος από 16/11/2015, τα οποία πράγματι κατέβαλαν για χρονικό διάστημα 15 μηνών, όπως προκύπτει από τα γραμμάτια είσπραξης που προσκομίζουν και επικαλούνται.  Συνυπολογιζομένων των ανωτέρω καταβολών, ο χρόνος της παρούσας ρύθμισης πρέπει να περιοριστεί σε 21 μήνες, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα.

Περαιτέρω, πρέπει στα πλαίσια του  άρθρου 9 παρ. 2  του νόμου να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύρια κατοικίας του πρώτου των αιτούντων, για τις οποίες θα πρέπει να καταβάλει ποσόν που αντιστοιχεί στο 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας του και συγκεκριμένα πρέπει να καταβάλλει το ποσό των 101.580 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο  εντόκως, με σταθερό  επιτόκιο, ήτοι με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για αναλογία της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, χωρίς ανατοκισμό και ο χρόνος τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του  πρέπει να οριστεί σε 300 μηνιαίες δόσεις ποσού 338,60 ευρώ μηνιαίως εκάστης, από τις οποίες θα ικανοποιηθούν προνομιακά οι εμπραγμάτως εξασφαλισμένες απαιτήσεις της πρώτης των καθ’ ων. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνεται μέσα στο πρώτο  πενθήμερο  κάθε μήνα κα ορίζεται να ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την πάροδο 21 μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, καθόσον κρίνεται ότι πρέπει να παρασχεθεί στον πρώτο των αιτούντων  περίοδος χάριτος (άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010), ώστε να δύνανται να είναι συνεπείς με την άνω ρύθμιση. Με τις ως άνω καταβολές δεν καλύπτει το σύνολο της οφειλής των αιτούντων προς τις πιστώτριες και ως  εκ τούτου τα υπόλοιπα των απαιτήσεων αυτών δεν μπορούν να ικανοποιηθούν, γιατί δεν μπορεί από το νόμο να του επιβληθεί άλλη υποχρέωση. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές εκάστου των αιτούντων εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας του πρώτου αυτών, σύμφωνα με τα όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Η απαλλαγή  από τα χρέη του έναντι των καθών, θα επέλθει κατά νόμο (αρ. 11 παρ. 1 του Ν. 3869/2010) υπό τον όρο της κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεών τους. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010. Τέλος, παραβόλου ερημοδικίας δεν ορίζεται, γιατί η απόφαση δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας (άρθρ. 14 Ν. 3869/2010).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της δεύτερης και τρίτης των καθ’ ων και της καθ’ ης η κοινοποίηση και με παρόντες τους λοιπούς διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση.  

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη των αιτούντων με άτοκες μηνιαίες καταβολές απευθείας προς τις πιστώτριες εκάστου, συμμέτρως, για χρονικό διάστημα είκοσι ενός (21) μηνών, οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου πενθήμερου εκάστου μηνός και θα ανέρχονται στο ποσό των πενήντα ευρώ (50 ευρώ) μηνιαίως για έκαστο των αιτούντων αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την δημοσίευση της απόφασης μήνα.

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία ιδιοκτησίας του πρώτου των αιτούντων και συγκεκριμένα  ένα διαμέρισμα δευτέρου ορόφου επί της οδού Θ…. Α…… αρ. .. Αθηνών επιφανείας 117,18 τ.μ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον πρώτο των αιτούντων την υποχρέωση να καταβάλλει για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της το συνολικό ποσόν των εκατόν ενός χιλιάδων και πεντακοσίων ογδόντα ευρώ (101.580 ευρώ) και ειδικότερα πρέπει να καταβάλλει προνομιακά στην πρώτη των καθ’ ων εντός του πρώτου πενθημέρου  κάθε ημερολογιακού μηνός, αρχής γενομένης την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την πάροδο είκοσι ενός (21) μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης για χρονικό διάστημα τριακοσίων (300) μηνών το ποσό των τριακοσίων τριάντα οχτώ ευρώ και εξήντα ευρώ (338,60 ευρώ) μηνιαίως, πάντα δε τα ποσά ταύτα με σταθερό επιτόκιο, ήτοι με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος χωρίς ανατοκισμό.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 7 Ιουλίου 2017 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων  Δικηγόρων τους.

 

          Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ                

 

               Μ…. Μ……                                       Ε……. Κ…..            

Κύλιση στην κορυφή