ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ 133/2017

Θετική απόφαση του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου σε υπόθεση του γραφείου μας με διαγραφή χρέους. Εν τούτοις η δόση για τα πρώτα  χρόνια προβλημάτισε λίγο την δανειολήπτρια καθώς τη θεώρησε σχετική υψηλή  για τις δυνατότητες της.

 

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ  ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ

ΕΚΟΥΣΙΑ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

133/2017

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ

 

Συγκροτήθηκε από την  Ειρηνοδίκη  Χαλανδρίου Ε…. Κ……. και τη  Γραμματέα Φ… Λ……

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14/10/2016 για να δικάσει την υπόθεση :

Της καλούσας – αιτούσας:  Π……… Μ………. του Π…….., κατοίκου Χ……… Α…… (οδός Γ……., αριθ. ..), η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας   δικηγόρου  της  Άννας Κορσάνου.

Των καθ’ ων η κλήση – αίτηση : 1) Της ανώνυμης τραπεζικής  εταιρίας με την επωνυμία «Τ…… Π……. Α.Ε.»,  που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Α……., αριθ. .)  και  εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Γ….. Τ…… Α.Ε.»  η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Ε…….. Κ……… και   2) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τ…… Ε……. Ε……. Α…… Ε…….» και τον διακριτικό  τίτλο «Ε……. Ε……. Α.Ε.»,   που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Ό….., αριθ. .)  και  εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η αιτούσα με την από 06/05/2015 και με αριθμό κατάθεσης …/2015 αίτηση της διαδικασίας Εκούσιας Δικαιοδοσίας (Ν. 3869/2010) που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε αρχικά η 18/03/2019  και με την από 14/12/2015 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/2015 κλήση επαναπροσδιορίστηκε  για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή   της παρούσας  ζητά να γίνουν  δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτή.

Το δικαστήριο μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά εγγραφής της σ’ αυτό.

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Οι ανωτέρω αναφερόμενοι πιστωτές προς τους οποίους η κρινόμενη αίτηση κοινοποιήθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του Ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ, καθίστανται διάδικοι, ανεξαρτήτως της συμμετοχής τους σ’ αυτήν, κέκτηνται  δε τα υπό του νόμου οριζόμενα δικαιώματα, ενώ υπόκεινται στις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις (Π. Αρβανιτάκης, Η Εκούσια Δικαιοδοσία ως διαδικαστικό πλαίσιο του 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων).  Όπως  προκύπτει από την με αριθμ. …./16-12-2015 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ν……. Σ……….., που προσκομίζει και επικαλείται  η αιτούσα, αντίγραφο της κλήσης, δυνάμει της οποίας προσδιόρισε εκ νέου την από 06/05/2015 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/2015 αίτησή της, στην οποία εμπεριέχεται πρόσκληση, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην περιλαμβανόμενη στην υποβληθείσα από αυτήν κατάσταση πιστώτρια της Τράπεζας με την επωνυμία «Ε…….. Ε……. Α.Ε.» για την δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Επομένως, εφόσον αυτή δεν  εμφανίσθηκε κατά  την παραπάνω δικάσιμο, όταν  η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο,  πρέπει να δικασθεί ερήμην, πλην όμως η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρ. 754 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010 που αφορά «Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις» ορίζει ότι :  1. Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και απαλλαγή.  Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής.   2. Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών που :  α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη διαδικασίας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου και  β) που προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης.  Απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου μπορεί να γίνει μόνο μια φορά.  Από το συνδυασμό των άρθρων 216 παρ. 1 ΚΠολΔ και 4 του Ν. 3869/2010, προκύπτει ότι η αίτηση οφειλέτη για υπαγωγή του στις ευεργετικές ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010 για να είναι ορισμένη, πρέπει να γίνεται αναφορά σε αυτήν :  1)  της μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του αιτούντος φυσικού προσώπου, 2) της κατάστασης της περιουσίας του, 3) της κατάστασης των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα,  4) σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του και 5) αιτήματος ρύθμισης αυτών με σκοπό την προβλεπόμενη από το νόμο απαλλαγή του (Αθ. Κρητικός έκδοση 2010 ερμ. Ν. 3869/2010 σελ. 64 και Ε. Κιουπτσίδου Αρμ. 64 Ανάτυπο σελ. 1477), παράλληλα δε πρέπει να περιλαμβάνει σε αυτή αίτημα προς επικύρωση του προτεινόμενου σχεδίου διευθέτησης ώστε να αποκτήσει αυτό ισχύ δικαστικού συμβιβασμού και επικουρικά να ζητεί την ρύθμιση των χρεών από το Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 3869/2010.  Λοιπά στοιχεία,  όπως ο χρόνο ανάληψης των δανειακών υποχρεώσεων, τα αίτια της πολλαπλής δανειοδότησης (υπερδανεισμού) του αιτούντα και της συγκυρίες που τον οδήγησαν στην αδυναμία πληρωμής των χρεών του καθώς και το ακριβές χρονικό σημείο από το οποίο και εντεύθεν αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις δανειακές του υποχρεώσεις, δεν αποτελούν απαιτούμενα στοιχεία για το ορισμένο της αιτήσεις κατ’ άρθρο 4 παρ. 1 Ν. 3869/2010, αλλά ανάγονται στην ουσιαστική βασιμότητά της, αποτελούν αντικείμενο απόδειξης και θα εξεταστούν περαιτέρω.

Επιπλέον ο Ν. 3869/2010 έχει ως σκοπό να διευκολύνει την έστω και μερική εξόφληση των χρεών, στην οποία δεν θα μπορούσαν να προβούν οι οφειλέτες χωρίς τη ρύθμιση, όπως και να τους ανακουφίσει κατά το δυνατόν από τη διαρκή πίεση των ατομικών καταδιώξεων. Δεν περιλαμβάνεται όμως στις επιδιώξεις του νομοθέτη η απαλλαγή από χρέη ή από υπόλοιπα τους, όταν είναι δυνατή ή σε όποιο βαθμό είναι δυνατή η ικανοποίησή τους βάσει της υπάρχουσας περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη. Αυτός είναι σε κάθε περίπτωση υποχρεωμένος να εξυπηρετήσει τις οφειλές του και με τα εισοδήματα από την εργασία του, αλλά και με την περιουσία του. Το δικαστήριο δε, εάν συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την παραδοχή της αίτησης, λαμβάνει υπόψη του, για τη μορφή της ρύθμισης που θα διατάξει, όλα τα υποβαλλόμενα ενώπιον του στοιχεία και πρέπει βάσει των διατάξεων του νόμου: α) να προβεί σε ρύθμιση μηνιαίων καταβολών από τα εισοδήματα του οφειλέτη για χρονικό διάστημα από τρία έως πέντε έτη, ώστε να επέλθει από αυτή την πηγή, μερική τουλάχιστον, εξόφληση των χρεών του, αν αυτός δεν έχει επαρκή περιουσιακά στοιχεία, β) να διατάξει την εκποίηση της τυχόν υφιστάμενης ρευστοποιήσιμης περιουσίας του οφειλέτη διορίζοντας και εκκαθαριστή και τέλος γ) να προβεί σε περαιτέρω ρύθμιση σταδιακών καταβολών του οφειλέτη προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση ακίνητο που χρησιμεύει ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία του. Οι τρεις προαναφερόμενες ρυθμίσεις δεν αποκλείουν η μία την άλλη και συχνά θα πρέπει να διαταχθούν σωρευτικά (Ε. Κιουπτσίδου Αρμεν./64-Ανάτυπο σελ. Ι486). Επομένως, οι επιμέρους δυνατότητες ρυθμίσεων που προσδιορίζονται από το νόμο και ο τρόπος με τον οποίο θα τα καθορίσει το Δικαστήριο, συμπλέκονται μεταξύ τους.

Στην προκειμένη περίπτωση, η αιτούσα με την κρινόμενη αίτηση, ισχυρίζεται ότι είναι φυσικό πρόσωπο, χωρίς εμπορική ιδιότητα και ως εκ τούτου στερείται πτωχευτικής ικανότητας, επικαλείται δε ότι έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών της προς τις πιστώτριες της, που ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 89.842,00 ευρώ, με μηνιαίες δόσεις, όπως αυτές καθορίζονται από τις σχετικές δανειακές συμβάσεις.  Ζητάει λοιπόν τη διευθέτησή τους από το Δικαστήριο κατά το προτεινόμενο από αυτήν σχέδιο, με σκοπό την απαλλαγή της απ’ αυτές, ζητά δε την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της και των λοιπών περιουσιακών της στοιχείων, ενώ στην αίτησή της αυτή περιλαμβάνει :  α) κατάσταση της περιουσίας και των πάσης φύσεως εισοδημάτων της, β) κατάσταση των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, με σκοπό την απαλλαγή της απ’ αυτά. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της μετέχουσας πιστώτριας, με δήλωσή του στο ακροατήριο, προέβαλε την ένσταση της αοριστίας και της καταχρηστικής άσκησης της αίτησης, όπως αυτές λεπτομερώς αναλύονται στις νόμιμα κατατεθειμένες προτάσεις του.  Η ένσταση αυτή, που αφορά στο ασκούμενο διά της αιτήσεως δικαίωμα της αιτούσας, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, διότι ακόμη και αληθή υποτιθέμενα τα πραγματικά περιστατικά, δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος κατά το άρθρο 281 ΑΚ, αφού η άσκηση της αίτησης είναι απολύτως σύμφωνη με το γράμμα και το πνεύμα του Ν. 3869/2010, ο οποίος παρέχει τη δυνατότητα της ρύθμισης για το φυσικό πρόσωπο των χρεών του με απαλλαγή από αυτά, με παράλληλη ανάληψη υποχρεώσεων έναντι του πιστωτή, η ρύθμιση δε αυτή βρίσκει νομιμοποίηση ευθέως ίδιο κράτος δικαίου, που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος.  Εξάλλου το ύψος των βιοτικών αναγκών και το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της αιτούσας, συνιστά πρόταση προς την πιστώτρια και δεν δεσμεύει το Δικαστήριο, που θα εκτιμήσει ελεύθερα την πρόταση αυτή με βάση τα σχετικά στοιχεία και τα διδάγματα της κοινής πείρας για τις συνθήκες και τις ανάγκες διαβίωσης της αιτούσας.

Η αίτηση με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο εισάγεται να δικασθεί από το Δικαστήριο τούτο, (περίοδος 1η, άρθ. 3 Ν του 3869/2010), κατά την εκουσία δικαιοδοσία (άρθ. 1 περ. β του ΚΠολΔ σε συνδ. με περίοδο 2η, άρθ. 3 του Ν. 3869/2010 και άρθρο 739 επ. ΚΠολΔ).  Περαιτέρω, η αίτηση είναι ορισμένη περιέχουσα όλα τα κατά νόμω απαιτούμενα στοιχεία, απορριπτομένης της σχετικής ενστάσεως αοριστίας από την πρώτη των καθ’ ων ενώ σαφώς περιλαμβάνει και σχέδιο ρύθμισης των οφειλών, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του δικογράφου της αίτησης, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1 επ. του Ν. 3869/2010, πλην του αιτήματος :  α) να επικυρωθεί ή τροποποιηθεί το σχέδιο διευθέτησης κατ’ άρθ. 7 του Ν. 3869/2010 το οποίο είναι μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του σχεδίου διευθέτησης ή η επικύρωση του τροποποιημένου από τους διαδίκους, κατ’ άρθ. 7 του Ν. 3869/2010,  σχεδίου, δεν αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως του άρθ. 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας των διαδίκων, στην περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλει αντιρρήσεις για το αρχικό ή το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, οπότε ο Ειρηνοδίκης αφού διαπιστώσει την κατά τα άνω επίτευξη συμβιβασμού, με απόφαση του επικυρώνει το σχέδιο ή το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο από την επικύρωση του αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού.  Το Δικαστήριο, στο δικονομικό στάδιο από την κατάθεση της αιτήσεως στην Γραμματεία του Δικαστηρίου μέχρι την συζήτηση δεν έχει την εξουσία να υποχρεώσει σε συμβιβασμό τους διαδίκους ή τους πιστωτές και συνεπώς το εν λόγω αίτημα δεν έχει νόμιμη βάση (Ειρ. Κορίνθου 89/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ),  β) να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης του Δικαστηρίου θα απαλλαχθεί από τα χρέη της, το οποίο είναι απαράδεκτο, αφού η αιτούμενη αναγνώριση δεν αποτελεί υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας κατ’ άρθρο 739 του ΚΠολΔ ώστε να κριθεί κατά την εφαρμοζόμενη εν προκειμένω διαδικασία.  Πάντως το αίτημα να απαλλαχθεί ο υπερχρεωμένος οφειλέτης (και όχι η αιτουμένη αναγνώριση) από κάθε υπόλοιπο οφειλής κατ’ άρθ. 11 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 συνιστά αίτημα και περιεχόμενο μεταγενέστερης αιτήσεως που υποβάλλει στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων που του επιβάλλονται με την απόφαση που εκδίδεται επί της αιτήσεως του άρθ. 4 παρ. 1 του αυτού νόμου, ως τούτο ρητά αναφέρεται στην παρ. 3 του άρθ. 11 του Ν. 3869/2010 σύμφωνα με το οποίο  «Το δικαστήριο με αίτηση του οφειλέτη που κοινοποιείται στους πιστωτές πιστοποιεί την απαλλαγή του από το υπόλοιπο των οφειλών». Περαιτέρω προσκομίσθηκε η από 06/06/2015 υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας για την ορθότητα και πληρότητα της κατάστασης της περιουσίας και των κάθε φύσης εισοδημάτων αυτού και της κατάστασης των πιστωτών της κατά κεφάλαιο και τόκους και τη μη ύπαρξη μεταβιβάσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων κατά την τελευταία τριετία, μη απαιτούμενης πλέον, μετά την τροποποίηση του άρθρου 2 του Ν. 3869/2010 από την παρ. 2 του άρθρου 11 του Ν. 4161/2013, της προσφυγής του οφειλέτη σε εξωδικαστικό συμβιβασμό, προκειμένου να εκκινήσει τη διαδικασία της δικαστικής διευθετήσεως της αφερεγγυότητας της.  Περαιτέρω η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4 του Ν. 3869/2010 (όπως το άρθρο 4 τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Ν. 4161/2013), άρθρο 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 (όπως η παρ. 2 αντικ. από άρθρο 16 παρ. 2 του Ν. 4161/2013), καθώς και άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 και θα πρέπει να ερευνηθεί κατ’ ουσία μετά την καταβολή των νομίμων τελών συζητήσεως, εφόσον δεν επιτεύχθηκε προδικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και των καθ’ ων πιστωτριών τραπεζών (άρθρο 12 του Ν. 4161/2013), καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σε αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της.  Ακολούθως, μετά από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου, υπ’ άρθρ. 13 παρ. 2 του ίδιου Νόμου, στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας και δεν έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές της.  Επομένως πρέπει κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης.

Από την εκτίμηση της ανωμοτί κατάθεση της αιτούσας, που εξετάστηκε στο ακροατήριο  του Δικαστηρίου και της οποίας η κατάθεση εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συζήτησης δίκης, τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται η αιτούσα και η καθ’ ης Τράπεζα και, παρά την ενδεχόμενη μνημόνευση ορισμένων μόνον εξ αυτών κατωτέρω συνεκτιμώνται στο σύνολο τους χωρίς να παραλειφθεί κανένα, καθώς και από εκείνα που απλώς προσκομίζονται στο δικαστήριο, χωρίς να γίνεται επίκληση τους – παραδεκτά, όπως προκύπτει από τα άρθρα 744 και 759 παράγραφος 3 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. Βαθρακοκοίλης, ό.π., άρθρο 759 αριθμ. 5, Α.Π. 174/1987, ΕλλΔνη 29,129) από τις ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων (άρθρο 261, 352 ΚΠολΔ) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων, (άρθρο 744 ΚΠολΔ), και την στο ακροατήριο προφορική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά : η αιτούσα είναι 49 ετών, διαζευγμένη, μητέρα ενός ενήλικου τέκνου, ηλικίας σήμερα 25 ετών.  Υπηρετεί στον Ελληνικό Στρατό και ειδικότερα από το έτος 2014 εργάζεται ως Υπολοχαγός στο Στρατοδικείο Αθηνών, ενώ κατά τα έτη 2007 – 2014 υπηρετούσε στην Σπάρτη, όπου διέμενε με την οικογένειά της.  Οι αποδοχές της ανέρχονται στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων ογδόντα ενός ευρώ κα πενήντα εννέα λεπτών (1.481,59 €).  Οι ανάγκες διαβίωσης της αιτούσας, καθότι δεν υφίστανται πλέον προστατευόμενα τέκνα, ανέρχονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου με βάση τις συνθήκες ζωής της και την ηλικία της, στο ποσό των 1.000,00 ευρώ.  Με το καθορισμό του ως άνω ποσού δεν θίγεται το ελάχιστο όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης της αιτούσας, ούτε επέρχεται εξαθλίωση του οφειλέτη αυτού, ο οποίος, αιτούμενος την υπαγωγή τους στις ευεργετικές διατάξεις του Ν. 3869/2010, πρέπει να μειώσει τις δαπάνες του στις απολύτως απαραίτητες για την ικανοποίηση των βασικών αναγκών του. (βλ. ΜΠρΛαμ 65/2016, ΕιρΧαν 259/2011, όπως εκτίθεται σε Α. Γαλανοπούλου-Μητροπούλου, Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά, Νομική αντιμετώπιση, σελ. 145 επ).  Ο σύζυγός της Α…….. Χ……., ο οποίος σήμερα έχει αποβιώσει, μετά το διαζύγιο τους δεν συνεισέφερε οικονομικά στον οικογενειακό προϋπολογισμό της οικογένειας δεδομένου ότι η θυγατέρα τους ήταν ήδη ενήλικη καίτοι  ο ίδιος ήταν, ομοίως στρατιωτικός και ελάμβανε ικανοποιητικές αποδοχές, οι οποίες ανέρχονταν στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500,00 €). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στην αιτούσα ανήκει κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου :  α) ένα διαμέρισμα, ευρισκόμενο στη Σ….. του Νομού Λ……., επί της οδού Λ……., αριθ. ., επιφανείας 130,09 τ.μ., η δε αντικειμενική αξία του (κατά το ποσοστό του 50%) ανέρχεται στο ποσό των 52.763,34 ευρώ (βλ. φύλλα υπολογισμού), το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικίας της,  β) μια αποθήκη, ευρισκόμενη στην ίδια ως άνω πολυκατοικία στη Σ….. Λ……., επιφανείας 15,80 τ.μ., η δε αντικειμενική αξία του ως άνω εμπράγματου δικαιώματός της, ανέρχεται στο ποσό των 815,88 ευρώ (βλ. φύλλα υπολογισμού) και γ) μία θέση στάθμευσης, ευρισκόμενη στην ίδια ως άνω πολυκατοικία στη Σ….. Λ……., επιφανείας 24,44τ.μ., η δε αντικειμενική αξία του ως άνω εμπράγματου δικαιώματός της, ανέρχεται στο ποσό των 2.524,41 ευρώ (βλ. φύλλα υπολογισμού). Το ως άνω ακίνητο, μετά της αποθήκης και της θέσης στάθμευσης περιήλθε στην αιτούσα δυνάμει του υπ’ αριθμόν …../14-01-2003 συμβολαίου αγοραπωλησίας οριζοντίων ιδιοκτησιών της Συμ/φου Σ…… Γ……. Δ………., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σ…….  Η αντικειμενική αξία του εν λόγω ακινήτου δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για την περίπτωση της αιτούσας, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεση του από την εκποίηση, καθώς αυτή ανέρχεται στο ποσό των 52.763,34 ευρώ (βλ. φύλλα υπολογισμού).  Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης είχε αναλάβει από τις καθ’ ων πιστώτριες τα παρακάτω χρέη, τα οποία τόσο τα ανέγγυα όσο και τα ενέγγυα κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (βλ. Κρητικός «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 99), με εξαίρεση τα εμπραγμάτως ασφαλισμένα δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης  της απόφασης (άρθρο 6 παρ. 3 Ν. 3869/2010) και συγκεκριμένα της είχε χορηγηθεί :  1) από την πρώτη των καθ’ ων :  α) με την υπ’ αριθμόν  …………….. σύμβαση, στεγαστικό δάνειο, που σήμερα ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 83.992,16 ευρώ (κεφάλαιο 72.755,17€ + τόκοι 10.558,53€) και β) με την υπ’ αριθμόν  ……………. σύμβαση, δάνειο, που σήμερα ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 348,48€ (κεφάλαιο 345,21€ + τόκοι 3,27€)  και 2) από την δεύτερη των καθ’ ων με την υπ’ αριθμόν …….. σύμβαση, καταναλωτικό δάνειο, που σήμερα ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 5.501,36 ευρώ (κεφάλαιο 5.491,29€ + τόκοι 10,07€).  Συνολικά, δηλαδή, οι οφειλές της ανέρχονται στο ποσό των 89.842,00 ευρώ.  Σημειώνεται ότι στο στεγαστικό δάνειο, έχει συμβληθεί ως εγγυήτρια και είναι εξασφαλισμένο με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης Α΄ σειράς, επί της ανωτέρω περιγραφόμενης κύριας κατοικίας της αιτούσας, της αποθήκης και της θέσης στάθμευσης και των οποίων αιτείται την εξαίρεση από την ρευστοποίηση.  Εξαιτίας του γεγονότος  ότι η αιτούσα από το 2014 υπηρετεί στο Στρατοδικείο Αθηνών διαμένει στην Αθήνα και φιλοξενείται στην οικία της μητέρας της στο Χ……. Α…… και επί της οδού Γ……, αριθ. … Η σύνταξη, που λαμβάνει η μητέρα της δεν είναι δυνατόν να συνυπολογιστεί για τον καθορισμό του ύψους των καταβολών καθόσον η αιτούσα λόγω της φύσεως του επαγγέλματός της (στρατιωτικός) έχει μεταθέσεις και ω ς εκ τούτου δεν είναι μόνιμη η εγκατάστασή της στην Αθήνα.  Υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι η αιτούσα, που δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, έχει περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών της και δεν δύναται να ανταπεξέλθει στο σύνολο των δανειακών της υποχρεώσεων.  Το προταθέν σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της, δεν έγινε δεκτό από τους πιστωτές της και συνεπώς πληρούνται οι προϋποθέσεις για την κατ’ άρθρ. 8 επ. του Ν. 3869/2010 ρύθμιση των οφειλών της από το Δικαστήριο, μη υπαρχουσών αμφισβητουμένων απαιτήσεων και συντρέχουν στο πρόσωπό της οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010, απορριπτόμενων των λοιπών ισχυρισμών των πιστωτριών.  Τα προπεριγραφόμενα περιουσιακά στοιχεία, πλην του πρώτου το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία της αιτούσας και του οποίου ζήτησε την εξαίρεση από την εκποίηση, κατά τα λοιπά, λαμβανομένων υπόψη των εξόδων για την εκποίησή τους (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κ.λ.π), αλλά και της εκτιμώμενης μικρής εμπορικής αξίας τους δεν κρίνονται πρόσφορα προς εκποίηση.  Εν συνεχεία το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το εισόδημα της αιτούσας, τη δυνατότητα καταβολής ορισμένου ποσού, ως τούτο προκύπτει από την πρόταση δικαστικού και εξωδικαστικού συμβιβασμού και σταθμίζοντας τις βιοτικές της ανάγκες, θα την υποχρεώσει να καταβάλλει μηνιαίως και για χρονικό διάστημα πέντε ετών ορισμένο ποσό.  Ειδικότερα, η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει με 60 ισόποσες μηνιαίες καταβολές, δηλαδή επί πενταετία, που θα γίνονται με σύμμετρη καταβολή απευθείας στις πιστώτριες τράπεζες και θα αρχίσουν τον επόμενο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας, ήτοι την 1η Οκτωβρίου 2017, θα είναι, δε, καταβλητέες εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός.  Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το κατά μήνα προς διάθεση ποσό ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων ογδόντα ενός (481,00€) ευρώ, το οποίο κρίνεται από το Δικαστήριο εύλογο και ότι βρίσκεται εντός των οικονομικών δυνατοτήτων της αιτούσας.  Έτσι σύμφωνα με την αρχή της σύμμετρης ικανοποίησης πρέπει να καταβάλει :  1)  στην 1η πιστώτρια ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τ…… Π……. Α.Ε.»  για την υπό στοιχεία (1) απαίτηση το ποσό των 449,68 ευρώ (83.992,16€ Χ 481,00€ / 89.842,00€) και για την υπό στοιχεία (2) απαίτηση το ποσό των 1,86 ευρώ 348,48€ Χ 481,00€ / 89.842,00€)  και συνολικά το ποσό των 451,54 ευρώ  και 2)  στη 2η πιστώτρια με την επωνυμία «Τ….. Ε……. Ε….. Α.Ε.» το ποσό των 29,45 ευρώ (5.501,36€ Χ 481,00€ / 89.842,00€). Υπενθυμίζεται δε, ότι εφόσον βελτιωθούν τα εισοδήματα της αιτούσας, μπορεί να αναπροσαρμοστούν οι μηνιαίες δόσεις με μεταρρύθμιση της απόφασης κατ’ άρθ. 8 παρ. 4 Ν. 3869/2010, καθώς οι οφειλέτες κατ’ άρθρ. 10 παρ. 1 εδφ. α΄ του ιδίου ως άνω νόμου έχουν υποχρέωση υποβολής ειλικρινούς δηλώσεως κατά το χρονικό διάστημα ρύθμισης των οφειλών.  Στην από 16/12/2015 προσωρινή διαταγή του Δικαστηρίου τούτου περιελήφθη διάταξη με την οποία, υποχρεώθηκε η αιτούσα σε προσωρινές καταβολές κατά το άρθρο 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010 προς τις μετέχουσες πιστώτριες ποσού 250,00 ευρώ μηνιαίως, συμμέτρως διανεμόμενου. Όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα από την αιτούσα γραμμάτια είσπραξης των καθ’ ων, σε συμμόρφωση στην προσωρινή αυτή διαταγή κατέβαλε μηνιαίως το ως άνω ποσό συμμέτρως διανεμόμενο, από τον Ιανουάριο 2016 μέχρι και τον Οκτώβριο 2016, ήτοι για χρονικό διάστημα δέκα (10) μηνών.  Οι προσωρινές αυτές μηνιαίες καταβολές, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 2 και 9 παρ. 4 Ν. 3869/2010, πρέπει να συνυπολογιστούν σ’ αυτές της πιο πάνω οριστικής ρύθμισης.  Έτσι μετά το συνυπολογισμό του καταβληθέντος ποσού των 2.340,00 ευρώ προς την πρώτη των καθ’ ων και του ποσού των 160,00 ευρώ προς την δεύτερη των καθ’ ων, ο χρόνος και το ποσό της οριστικής ρύθμισης περιορίζεται :  α) για την πρώτη των καθ’ ων σε πενήντα πέντε μήνες (55) μήνες εκ των οποίων στους πενήντα τέσσερις (54) θα καταβάλλεται το ποσό των 481,00 ευρώ και στον πεντηκοστό πέμπτο θα καταβληθεί το ποσό των 369,24 ευρώ και β) για τη δεύτερη των καθ’ ων σε πενήντα πέντε (55) μήνες, κατά τους οποίου θα καταβάλλεται το ποσό των 29,45 ευρώ.  Περαιτέρω η παραπάνω ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, εφόσον με τις καταβολές επί πενταετίας της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτών και έχει υποβληθεί αίτημα εξαίρεσης από την αιτούσα της κατοικίας που περιγράφεται ως άνω, ήτοι ενός διαμερίσματος, ευρισκομένου στη Σ….. του Νομού Λ……., επί της οδού Λ……., αριθ. ., επιφανείας 130,09 τ.μ.,  και η οποία χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της, μετά το οποίο (αίτημα) η εξαίρεση είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, έκδ. 2012, σελ. 215, αριθ. 21). Η αντικειμενική αξία του εν λόγω ακινήτου δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για την περίπτωση της αιτούσας, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεση του από την εκποίηση, καθώς αυτή ανέρχεται στο ποσό των  52.763,34 ευρώ. Επομένως, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση αυτής, για την οποία η αιτούσα θα πρέπει να καταβάλει το 80% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, ήτοι ποσό 42.210,67 ευρώ.  Το Δικαστήριο, για τη διάσωση του ως  άνω ακινήτου, ορίζει μηνιαίες καταβολές επί 15 έτη, ήτοι 180 μήνες, που θα αρχίσουν την 1η ημέρα του 1ου μήνα μετά την πάροδο των καταβολών της πενταετίας, και συγκεκριμένα, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, μετά την πάροδο του χρονικού διαστήματος των πενήντα πέντε (55) μηνών, που υπολείπεται για συμπλήρωση αυτής καθώς το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να χορηγεί στην αιτούσα περίοδος χάριτος για το ως άνω χρονικό διάστημα, ώστε να μη συμπέσει η τελευταία αυτή ρύθμιση με την πιο πάνω ρύθμιση του αρθ. 8 παρ. 2, θα είναι καταβλητέες, δε, εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός. Η καταβολή των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας της αιτούσας θα γίνει εντόκως κατά το άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.  Έκαστη μηνιαία καταβολή θα ανέρχεται στο ποσό των 234,50 ευρώ και η αιτούσα θα πρέπει να το καταβάλλει προνομιακά αρχικά για τις εμπραγμάτως εξασφαλισμένες απαιτήσεις κατά σειρά προτεραιότητας και σε περίπτωση εξόφλησης αυτών συμμέτρως προς τις λοιπές ανέγγυες.  Πλην, όμως, εξαιτίας του γεγονότος ότι με τις ως άνω καταβολές δεν θα εξοφληθεί ολοσχερώς η εμπραγμάτως εξασφαλισμένη απαίτηση δεν είναι δυνατόν να υπάρξει περαιτέρω καταβολή για τις ανέγγυες απαιτήσεις.  Κατ’  ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.  Η απαλλαγή της αιτούσας  από υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι των πιστωτριών θα επέλθει σύμφωνα με τον νόμο (άρθρο 11 παρ. 1 Ν. 3869/2010).  Εφόσον δεν προβλέπεται δυνατότητα άσκηση ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής (άρθρο 14 Ν. 3869/2010) δεν ορίζεται σχετικό παράβολο. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθ. 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

         ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της δεύτερης των καθ’ ων και  αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

         ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ότι έκρινε απορριπτέο.

         ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση         .

          ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσας με μηνιαίες καταβολές  προς τις πιστώτριες επί πενήντα πέντε (55) μήνες, οι οποίες θα γίνονται απευθείας στις πιστώτριες και θα αρχίσουν, την 1η Οκτωβρίου 2017, θα είναι, δε, καταβλητέες εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός, ως εξής: η αιτούσα θα διαθέτει κατά μήνα το ποσό των 481,00 ευρώ και σύμφωνα με την αρχή της σύμμετρης ικανοποίησης πρέπει να καταβάλει :  1)  στην πρώτη πιστώτρια ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία  «Τ…… Π……. Α.Ε.»  και για τις δύο απαιτήσεις το ποσό των 481,00 ευρώ τους (54) μήνες και το ποσό των 369,24 ευρώ τον πεντηκοστό πέμπτο μήνα και  2) στη δεύτερη πιστώτρια με την επωνυμία «Τ…… Ε…….. Ε…….Α.Ε.» το ποσό των 29,45 ευρώ για όλους του μήνες.

                   ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση την κύρια κατοικία της αιτούσας, ήτοι ένα διαμέρισμα, ευρισκόμενο στη Σ….. του Νομού Λ……., επί της οδού Λ……., αριθ. ., επιφανείας 130,09 τ.μ.

ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίησης : α)  μία αποθήκη, ευρισκόμενη στην ίδια ως άνω πολυκατοικία στη Σ…..  Λ……., επιφανείας 15,80 τ.μ., και β) μια θέση στάθμευσης, ευρισκομένη στην ίδια ως άνω πολυκατοικία στη Σ….. Λ……., επιφανείας 24,44 τ.μ.

         ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα να καταβάλει, για τη διάσωση της ως άνω κατοικίας της, μηνιαίες καταβολές επί 180 μήνες, ποσού έκαστης 234,50 ευρώ, οι οποίες θα αρχίσουν την 1η ημέρα του 1ου μήνα μετά την παρέλευση των πενήντα πέντε (55) μηνών – υπολοίπου χρονικού διαστήματος των καταβολών της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2, και θα είναι καταβλητέες εντός πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός και σύμφωνα με την αρχή της προνομιακής ικανοποίησης των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων απαιτήσεων στην πρώτη των καθ’ ων, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με  κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής,  σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

                   Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο Χαλάνδρι, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, και με την παρουσία του Γραμματέα της έδρας, στις 6/9/2016.

 

          Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ               

 

            Ε…. Κ…….                                     Φ… Λ……          

Scroll to Top