Η παρακάτω απόφαση αποτελεί θετική έκβαση και διευθέτηση δανείων άνεργης δανειολήπτριας και μητέρας δύο ανήλικων παιδιών με προστασία της κύριας οικίας της και ρευστοποίηση ενός επιπλέον ακινήτου της.
Η συγκεκριμένη υπόθεση ήταν αποτέλεσμα εξαιρετικά δύσκολης διαδικασίας καθώς στην ακροαματική διαδικασία στο δικαστήριο Θηβών που φυσικά εμφαίνεται και στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της δίκης ο δικηγόρος της μίας των Τραπεζών ανέπτυξε μια αήθη συμπεριφορά απέναντι στον πατέρα της δανειολήπτριας που ήταν και μάρτυρας στην υπόθεση, αλλά και στην δικηγόρο Άννα Κορσάνου. Με συνεχείς επιθετικές ερωτήσεις , με δημιουργία τεχνητής έντασης στο δικαστήριο που αναγκάστηκε εξ αιτίας του αποτελέσματος της συμπεριφοράς του να διακόψει τη διαδικασία που διήρκησε άνω της μίας ώρας , με παρέλκυση της διαδικασίας με υποβολή άσχετων ερωτήσεων προκειμένου να εξουθενώσει ψυχολογικά το μάρτυ της αιτούσας ουσιαστικά έδειξε το χειρότερο πρόσωπο που θα μπορούσε να δείξει και ως εκπρόσωπος μάλιστα Τράπεζας. Πραγματικά έφτασε στο σημείο ο δικηγόρος αυτός σχεδόν να ορύεται ενώπιον του μάρτυρα της δανειολήπτριας να του υποβάλλει άσχετες ερωτήσεις για να τον “κουράσει” και να κάνει λάθη και ουσιαστικά να βγάζει κακία και σε ανθρώπινο επίπεδο.
Τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι αναξιοπρεπείς , ανάρμοστες και δεν τιμούν τον οποιοδήποτε δικηγόρο.
Το αποτέλεσμα όμως μετράει ! Και το αποτέλεσμα είναι μία θετική απόφαση για την άτυχη δανειολήπτρια
Αριθμός Απόφασης
94/2017
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΗΒΩΝ
(Εκούσια Δικαιοδοσία)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δόκιμη Ειρηνοδίκη Ε….. Π………. την οποία όρισε η Πρόεδρος Πρωτοδικών Θηβών και από τη Γραμματέα Ε…….. Τ………
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Μαρτίου 2017 για να δικάσει την αίτηση με αντικείμενο την υπαγωγή στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010.
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ Μ….. Κ….. του Ι….., κατοίκου Τ……. Α……, Νομού Β……. με ΑΦΜ ………., που παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιου δικηγόρου της Άννας Κορσάνου που κατέθεσε προτάσεις.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ πιστωτριών οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρα 5 παρ. 1 Ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ) :
- Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τ……. Π……. Α.Ε» που εδρεύει στην Αθήνα οδός Α…….. αρ. . και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γ……. Μ……., που κατέθεσε προτάσεις.
- Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Α…. Τ…… Α……. Ε…….», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σ…… αριθμ. .., και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Λ…… Π……. που κατέθεσε προτάσεις. Η ΑΙΤΟΥΣΑ ΖΗΤΑ να γίνει δεκτή για όσους λόγους επικαλείται σε αυτή, η από 25-11-2015 αίτησή της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης 219/8-12-2015, για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, λαμβάνοντας αρ. πιν. 17.
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ μετά την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση αίτηση, η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών προς τις καθών η αίτηση πιστώτριες που αναφέρονται στην περιεχόμενη σ’ αυτήν αναλυτική κατάσταση, ζητά κατά τις διατάξεις του Ν. 3869/2010, λαμβάνοντας υπόψη της οικογενειακής και περιουσιακής της κατάστασης, όπως αυτή εκτίθεται και ειδικότερα i) να γίνει δεκτό και να επικυρωθεί το περιλαμβανόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης οφειλών, όπως προτείνεται, ii) επικουρικά σε περίπτωση μη επίτευξης δικαστικού συμβιβασμού να ρυθμιστεί η οφειλή της με τον ορισμό μηνιαίων καταβολών iii) να εξαιρεθεί της εκποιήσεως το αναλυτικά περιγραφόμενο ακίνητο που αποτελεί την κύρια κατοικία της καθώς και iv) τα ακίνητα που αναφέρει σ’ αυτήν με σκοπό να απαλλαγεί από τα χρέη της.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα, η αίτηση αρμόδια καθ’ ύλη και κατά τόπο φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, όπου έχει την κατοικία της η αιτούσα, κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (αρθρ.1περ..β΄ του ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρο 3 εδ.β΄του Ν. 3869/2010 και άρθρα 739 επ. ΚΠολΔ). Για το παραδεκτό της, τηρήθηκαν όσα προβλέπονται στο άρθρο 4 παρ.2 Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από την παρ. 4 του άρθρου 1 της υποπαρ. Α4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015) και καταλαμβάνει σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της υποπαρ. Α4 του άρθρου 2 του Ν.4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά τις 19/8/2015, αφού προσκομίσθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως τα αναφερόμενα στην ανωτέρω διάταξη έγγραφα α) η υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας της και των εισοδημάτων της και αντίγραφο ποινικού μητρώου, β) των πιστωτριών της και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα καθώς και της μη υπάρξεως μεταβιβάσεων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία. Μετά δε την παραλαβή και πρωτοκόλληση της αίτησης από τη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου και αφού διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν τυπικές ελλείψεις, ανοίχτηκε φάκελος για την τήρηση των εγγράφων και ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας καθώς και δικάσιμος για τη συζήτηση της επικύρωσης του προδικαστικού συμβιβασμού ή συζήτησης προσωρινής διαταγής, που δεν πραγματοποιήθηκε (εκδόθηκε δε η από 31-10-2016 προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδίκη Θ….). Περαιτέρω, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση των αιτούντων, ούτε έχει εκδοθεί προγενεστέρως απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών της με απαλλαγή της από υπόλοιπα χρεών στο παρόν Δικαστήριο ή σε άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας.
Πρέπει επομένως η κρινόμενη αίτηση, που είναι νόμιμη στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 1,4,8,9,11 του Ν. 3869/2010, όπως ισχύουν μετά την τροποποίηση τους με τους Ν. 4161/2013 και 4336/2015, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, μετά και την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των καθών αρνήθηκαν αιτιολογημένα την ένδικη αίτηση και προέβαλαν: 1) τον ισχυρισμό περί απαραδέκτου της αίτησης λόγω αοριστίας της καθώς η αιτούσα δεν παρέχει ειδικότερες και σαφείς πληροφορίες για την ακίνητη περιουσία του συζύγου της, δεν προσκομίζει τίτλους αυτής, ούτε παραθέτει αναλυτικές πληροφορίες αναφορικά με την εργασία της, εκτός από το ότι είναι ιδιοκτήτρια φορτηγού αυτοκινήτου καθώς και για τα τρέχοντα εισοδήματα της και της οικογένειάς της και πότε έλαβε καταναλωτικό δάνειο.
Ο ισχυρισμός αυτός είναι μη νόμιμος και πρέπει να απορριφθεί διότι η κρινόμενη αίτηση περιέχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ και από την διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 Ν.3869/2010 για τη θεμελίωση του ασκούμενου δικαιώματος, ήτοι περιέχει α) κατάσταση της περιουσίας των οφειλετών και των κάθε φύσης εισοδημάτων τους, β) κατάσταση των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Άλλα στοιχεία, όπως τα εισοδήματα των οφειλετών κατά το χρόνο που προέβησαν σε τραπεζικό δανεισμό, δεν απαιτούνται ευθέως από το νόμο ως στοιχείο του ορισμένου της αίτησης, ενώ καταρχήν δεν υπάρχει υποχρέωση των οφειλετών να αναφέρουν πώς περιήλθαν σε οικονομική αδυναμία (ΕιρΛαρ 106/2011, ΕιρΘεσ 6546/2011, ΕιρΑλμωπ 60/2012, Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Τυχόν δε έλλειψη όλων των παραπάνω στοιχείων μπορεί να συμπληρωθεί με τις προτάσεις κατά τη διάταξη του άρθρου 236 ΚΠολΔ., αναλογικά εφαρμοζόμενης, αλλά και να προκύψει από τις αποδείξεις ή από αυτεπάγγελτο έλεγχο στα πλαίσια του ανακριτικού συστήματος κατ’ άρθρα 744, 745 και 759 ΚΠολΔ.). Εξάλλου η παράλειψη αναφοράς στην αίτηση του οφειλέτη αξιόλογων περιουσιακών στοιχείων και δη εισοδημάτων, αποτελεί θέμα που αφορά όχι την κατά νόμο πληρότητα της αιτήσεως αλλά και την ειλικρίνειά του περιεχομένου της, η οποία προβλέπεται και ρυθμίζεται από το άρθρο 10 του Ν. 3869/2010. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη η παράβαση του οφειλέτη είναι νομικά αξιόλογη εφόσον στηρίζεται σε δόλο ή βαριά αμέλεια του οφειλέτη και προβάλλεται με αίτηση οποιουδήποτε πιστωτή, η οποία πρέπει να υποβληθεί μέσα σε ορισμένη προθεσμία. Επομένως απαιτείται η προβολή -της αιτήσεως -πιστωτή να διατυπώνεται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο δηλαδή να αναφέρεται ποια συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία παρέλειψε ο αιτών οφειλέτης να αναφέρει στην αίτησή του (βλ. Α. Κρητικού, Ρύθμιση των Οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, κατ’ άρθρο ερμηνεία, εκδ. 2014, άρθρο 4, περιθ. αριθμ. 74, σ. 125).
Επιπροσθέτως η πρώτη των ως άνω πιστωτριών προβάλει : 1) Τον ισχυρισμό ότι η αιτούσα δεν νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση της ένδικης αγωγής καθόσον δεν είναι φυσικό πρόσωπο, ούτε μικρέμπορος, αλλά έμπορος που πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. 2) Ότι η αιτούσα δόλια περιήλθε σε αδυναμία πληρωμής και ότι ο δόλος της συνίσταται στο ότι γνώριζε ότι η αδυναμία των χρεών για τα οποία ανέλαβε υποχρεώσεις αποτελούσε ένα ενδεχόμενο και παρά τούτα δεν απέστη από την συμπεριφορά της, αλλά προέβη αλόγιστα στη σύναψη δανείων αψηφώντας τις συνέπειες από το ενδεχόμενο μη εξυπηρέτησης των χρεών προς τις τράπεζες προκειμένου να εξασφαλίσει για την ίδια ένα βιοτικό επίπεδο ανώτερο από αυτό που της επέτρεπε το μηνιαία εισόδημά της, γνωρίζοντας ότι σύντομα θα περιερχόταν σε αδυναμία πληρωμής των οικονομικών της υποχρεώσεων. Η ένσταση αυτή πρέπει ν’ απορριφθεί ως νομικά αβάσιμη για τους εξής λόγους : Η καθιερωμένη από τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής και την επαναφορά της ισορροπίας των παροχών, που διαταράχθηκε από διάφορα περιστατικά, προβλεπτά ή απρόβλεπτα, με κριτήρια αντικειμενικά για την ασφάλεια των συναλλαγών και γενικότερα του δικαίου (βλ. Βαθρακοκοίλης ερμηνεία άρθρου 288 ΑΚ σελ. 423). Με το Ν. 3869/2010 παρέχεται η δυνατότητα της ρύθμισης για το φυσικό πρόσωπο, των χρεών του με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μια χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία άλλωστε και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και ευρύτερη το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα (βλ. αιτιολογική έκθεση Ν. 3869/2010). Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Ν. 3869/2010 εξειδικεύοντας τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, με τις διατάξεις του, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθότι με το καθιερούμενο πλαίσιο των διατάξεων αυτού, καθορίζει τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών απαλλαγής απ’ αυτά του οφειλέτη-φυσικού προσώπου, με σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών, που κατά κύριο λόγο είναι οι τράπεζες (Ειρ.Θεσ. 5105/2011, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ) γι’ αυτό και η αλόγιστη περιέλευση του οφειλέτη σε υπερχρέωση δυσανάλογη με την επάρκεια των εισοδημάτων του για την αποπληρωμή των αναληφθέντων χρεών δεν συνιστά λόγω μη νομιμότητας του αιτήματος του να υπαχθεί στη ρύθμιση του νόμου. Ενώ σύμφωνα και με τα κρατούντα στις συναλλαγές και ειδικότερα τη δυνατότητα των τραπεζών να ερευνήσουν τα οικονομικά στοιχεία και την πιστοληπτική ικανότητα του αιτούντος το δάνειο στην κατάλληλη βάση δεδομένων, δολιότητα νοείται μόνο όταν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους της τράπεζας προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του που για οποιοδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των υποψηφίων πελατών τους (Δ. Μακρή Ερμηνεία Ν. 3869/2010 παρ. 17, σελ. 37) και τέτοιου είδους εξαπάτηση δεν επικαλείται η ενιστάμενη.
- Την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του κρινόμενου δικαιώματος της αιτούσας αφού με μια απλή επίκληση αδυναμίας εξόφλησης, καίτοι έχει εισοδήματα και είναι κυρία ακίνητης περιουσίας, κατέθεσε την υπό κρίση αίτηση προκειμένου να υπαχθούν οι δανειακές της υποχρεώσεις στις ευνοϊκές διατάξεις του Ν. 3869/2010 με κύριο απώτερο σκοπό τη διαγραφή του συνόλου σχεδόν του χρέους τους προς αυτήν και δη ενός δανείου ύψους 230.367,87 ευρώ σύμφωνα με την από 20/2/2017 βεβαίωση αυτής και να διασώσει ένα διαμέρισμα που απέκτησε με το δάνειο αυτό καθώς και όλα τα ακίνητά της, χωρίς να αναφέρει κάποιο ιδιαίτερο και αναπάντεχο γεγονός το οποίο να την περιάγει σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμής και κατά τούτο η απαίτηση της να διαγραφεί σημαντικό μέρος των οφειλών της καταδεικνύει την αντίθεση της συμπεριφοράς της στις διατάξεις του άρθρου 281 ΑΚ. Η εν λόγω ένσταση είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι τα παραπάνω επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν μπορούν να υπαχθούν στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Α…. Τ…… Α.Ε.» πρόβαλε επί πλέον : 1) Την ένσταση ανειλικρινούς δηλώσεις της αιτούσας με την οποία της καταλογίζει απόκρυψη των στοιχείων σχετικά με την εισοδηματική και περιουσιακή της κατάσταση, η οποία πρέπει να απορριφθεί ως αόριστη καθώς δεν διατυπώνεται από την ενιστάμενη κατά τρόπο σαφή και ορισμένο ποια συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία παρέλειψε η αιτούσα οφειλέτης να αναφέρει στην αίτησή της και δη από δόλο ή βαρεία αμέλεια κατά τα προαναφερθέντα στην νομική σκέψη. 2) Την ένσταση περί απαράδεκτου της κρινόμενης αίτησης λόγω της εμπορικής ιδιότητας της αιτούσας, καθόσον, ήταν ιδιοκτήτρια φορτηγού δημοσίας χρήσεως και εκτελούσε οδικές μεταφορές εμπορευμάτων επικαλούμενη περαιτέρω ότι αποκλείεται από τη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 καθόσον υπάγονται σ’ αυτόν όσοι ήταν έμποροι έπαψαν όμως την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους που δεν συμβαίνει εν προκειμένω. Η ένσταση αυτή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, καθώς σύμφωνα με τη διάταξη αυτή η έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας του οφειλέτη αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση υπαγωγής του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010, αφού δι’ αυτής ορίζεται ότι στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 υπάγονται φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα που έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, και άρα φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν εμπορική ιδιότητα, καθόσον σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 2 και του άρθρου 3 του Πτωχευτικού Νόμου πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, οι οποίοι αδυνατούν να εκπληρώσουν τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές τους υποχρεώσεις κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών) και πρέπει να ερευνηθεί στην ουσία της.
Ένσταση δόλια περιέλευσης της αιτούσας σε αδυναμία πληρωμής και ότι ο δόλος συνίσταται στην από μέρους της ανάληψη της ευθύνης για αποπληρωμή χρέους τόσο μεγάλου ποσού χωρίς να έχει τη σχετική οικονομική δυνατότητα ήδη από το χρόνο κατάρτισης των ως άνω συμβάσεων. Επιπλέον η υπαιτιότητα της αιτούσας είχε τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου καθόσον προέβλεψε το αποτέλεσμα της αδυναμίας πληρωμής ως πιθανό και το αποδέχθηκε. Η ένσταση αυτή πρέπει ν’ απορριφθεί ως νομικά αβάσιμη για τους εξής λόγους. Η καθιερούμενη από τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενόχων στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής και την επαναφορά της ισορροπίας των παροχών, που διαταράχθηκε από διάφορα περιστατικά, προβλεπτά ή απρόβλεπτα, με κριτήρια αντικειμενικά για την ασφάλεια των συναλλαγών και γενικότερα του δικαίου (βλ. Βαθρακοκοίλης ερμηνεία άρθρου 288 ΑΚ σελ. 423). Με το Ν. 3869/2010 παρέχεται η δυνατότητα της ρύθμισης για το φυσικό πρόσωπο, των χρεών του με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μια χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μια τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα βλ. αιτιολογική έκθεση Ν. 3869/210). Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Ν. 3869/2010 εξειδικεύοντας τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, με τις διατάξεις του, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθότι με το καθιερούμενο πλαίσιο των διατάξεων αυτού, καθορίζει τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών απαλλαγής απ’ αυτά του οφειλέτη-φυσικού προσώπου, με σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών, που κατά κύριο λόγο είναι οι τράπεζες (Ειρ.Θεσ. 5105/2011, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ) γι’ αυτό και η αλόγιστη περιέλευση του οφειλέτη σε υπερχρέωση δυσανάλογη με την επάρκεια των εισοδημάτων του για την αποπληρωμή των αναληφθέντων χρεών δεν συνιστά λόγω μη νομιμότητας του αιτήματος του να υπαχθεί στη ρύθμιση του νόμου. Ενώ σύμφωνα και με τα κρατούντα στις συναλλαγές και ειδικότερα τη δυνατότητα των τραπεζών να ερευνήσουν τα οικονομικά στοιχεία και την πιστοληπτική ικανότητα του αιτούντος το δάνειο στην κατάλληλη βάση δεδομένων, δολιότητα νοείται μόνο όταν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους της τράπεζας προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του που για οποιοδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των υποψηφίων πελατών τους (Δ. Μακρή Ερμηνεία Ν. 3869/2010 παρ. 17, σελ. 37) και τέτοιου είδους εξαπάτηση δεν επικαλείται η ενιστάμενη.
Τέλος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 Ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας», πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό. Η παύση της εμπορίας ή της οικονομικής δραστηριότητας ή ο θάνατος δεν κωλύουν την πτώχευση, εφόσον επήλθαν σε χρόνο κατά τον οποίο οφειλέτης είχε παύσει τις πληρωμές του. Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι προϋπόθεση για την πτώχευση εμπόρου που έπαυσε την εμπορία του είναι η παύση της εμπορίας να έγινε μέσα στο χρόνο της παύσεως των πληρωμών του και ο τελευταίος να ανάγεται στο χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε την εμπορική ιδιότητα. Η μη πληρωμή χρεών που ήταν προγενέστερα της παύσης της εμπορίας δεν αρκεί για να κηρυχθεί σε πτώχευση, εάν δεν υπάρχει και παύση των πληρωμών κατά το χρόνο παύσης της εμπορίας (ΜπρΑΘ 834/2010 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, δεν εξαιρείται της διαδικασίας του Ν. 3869/2010 ο οφειλέτης αν έχασε την εμπορική ιδιότητα και μετά περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών. Σ’ αυτή την περίπτωση υπάρχει μεταγενέστερη αδυναμία πληρωμών, δηλαδή έχει απολεσθεί η εμπορική ιδιότητα και η αδυναμία πληρωμών επέρχεται εκτός του ρυθμιστικού πλαισίου του ΠτΚ και συνεπώς εντός του Ν. 3869/2010. Χωρίς πλέον να έχει πλέον την εμπορική ιδιότητα, ο οφειλέτης υποπίπτει σε αδυναμία πληρωμών και μπορεί να υπαχθεί στο Ν. 3869/2010 (Ι. Βενιέρης – Θ. Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, σελ. 73). Περαιτέρω, ερευνητέα είναι αντιμετώπιση της αντίστροφης της παραπάνω περίπτωσης. Δηλαδή, της περίπτωσης εκείνης, κατά την οποία ο οφειλέτης δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, καταθέτει την αίτηση και σε κάποιο χρονικό σημείο της διαδικασίας αποκτά την εμπορική ιδιότητα. Αυτό μπορεί να συμβεί είτε μεταξύ της κατάθεσης της αίτησης και της συζήτησης της αίτησης ή της έκδοσης απόφασης, είτε μεταξύ της εκδοθείσας απόφασης ρύθμισης των χρεών του μέχρι την τελική καταβολή των μηνιαίων δόσεων του άρθρου 8 παρ. 2. Η πτωχευτική ικανότητα και η μη εμπορική ιδιότητα αξιολογούνται με κρίσιμο χρονικό σημείο την χρονική στιγμή της κατάθεσης της αίτησης. Συνεπώς, η επιγενόμενη εμπορική ιδιότητα δεν προκαλεί αυτή καθ’ αυτή την απόρριψη της αίτησης, καθώς η μη εμπορική ιδιότητα κατά την κατάθεση της αίτησης ως προϋπόθεση πληρούται, απλά τα χρέη που αναλαμβάνει μετά την κατάθεση της αίτησης, εκ της (επιγενόμενης) εμπορικής του δραστηριότητας, δεν μπορούν να υπαχθούν στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 (Ι. Βενιέρης – Θ. Κατσάς, ο.π., σελ. 77 -78).
Από την ένορκη στο ακροατήριο κατάθεση του μάρτυρα της αιτούσας που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης (άρθρο 256 παρ. 3 ΚΠολΔ), καθώς και απ’ όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, τα οποία λαμβάνονται υπόψη για συναγωγή αποδείξεων και δικαστικών τεκμηρίων, από τα οποία κανένα δεν παραλείπεται για την ουσιαστική διάγνωση της υπό κρίση υπόθεσης και τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η αιτούσα ετών 34 είχε τελέσει νόμιμα πολιτικό γάμο στις ././2009 με τον Ζ…. Χ…… από τον οποίο απέκτησε δύο ανήλικα τέκνα τον Ν……. και την Μ……. ηλικίας 8 και 7 ετών αντίστοιχα. Κατόπιν υποβολής της από ./../2015 αιτήσεώς των περί εκδόσεως συναινετικού διαζυγίου στο Μονομελές Πρωτοδικείο Π….., εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. …./2016 απόφασή του, μη καταστάσα εισέτι αμετάκλητη, με την οποία απαγγέλθηκε η λύση του γάμου τους και επικυρώθηκε η από .././2016 έγγραφη συμφωνία τους περί ρύθμισης της επιμέλειας και διατροφής των τέκνων τους. Η αιτούσα είναι άνεργη από ../../2016 (βλ. την υπ’ αρ. πρωτ ../…./…………/.-.-2017 βεβαίωση του ΟΑΕΔ και το υπ’ αριθμ. ../…./………… δελτίο ανεργίας). Από το έτος 2004 που η μητέρα της αιτούσας Κ…… Π……., της μεταβίβασε το υπ’ αριθμ. κυκλ. …-…. φορτηγό δημοσίας χρήσεως, δραστηριοποιούνταν στη μεταφορά εμπορευμάτων έναντι κομίστρου με μεγάλα κέρδη, που πραγματοποιούνταν με οδηγό, ενόψει του ότι η ίδια δεν είχε επαγγελματική άδεια οδήγησης φορτηγού αυτοκινήτου και συνεπώς ήταν έμπορος (βλ. σχ. Ι. Βενιέρη Θ. Κατσά Υπερχεωμένα Φυσικά Πρόσωπα 3η έκδοση σελ. 109 παρ. 212). Την ως άνω επιχειρηματική της δραστηριότητα διέκοψε στις .././2014 (βλ. την από .././2014 βεβαίωση διακοπής εργασιών φυσικού προσώπου επιτηδευματία της ΔΟΥ Ν……), αφού είχε μεταβιβάσει το ως άνω φορτηγό στον Κ…….. Μ…… στις .././2014 (βλ. σχ. Δήλωση καταβολής φόρου προς τη ΔΥΟ Κ…….. και επικύρωση συμφωνίας μεταβίβασης με αριθμ. βιβλιαρίου …..). Η οικονομική της κατάσταση όπως προκύπτει από τα κατωτέρω εκκαθαριστικά σημειώματα της Ε΄ ΔΟΥ Π….. ήταν η εξής : Το οικονομικό έτος 2008 τα ακαθάριστα έσοδα της ανέρχονταν σε 70.440,80 ευρώ, το οικονομικό έτος 2010 τα ακαθάριστα έσοδα ανέρχονταν σε 55.770,02 ευρώ, ενώ του πρώην συζύγου της σε 23.377,72 ευρώ, το οικονομικό έτος 2011 τα έσοδα της ανήλθαν σε 29.133,87 ευρώ ενώ του πρώην συζύγου της σε 17.195,28 ευρώ, το οικονομικό έτος 2012 τα εισοδήματά της ανήλθαν στα 27.361,48 ευρώ και του πρώην συζύγου της στο ποσό των 7.773,51 ευρώ, το οικονομικό έτος 2013 τα εισοδήματά της ανήλθαν στο ποσό των 4.181,44 ευρώ και του πρώην συζύγου της ήταν μηδενικά, το οικονομικό έτος 2014 τα εισοδήματά της ανήλθαν στο ποσό των 19.438,89 ευρώ, το φορολογικό έτος 2014 (οικονομικό έτος 2015) τα εισοδήματά της ήταν μηδενικά. Περαιτέρω όμως δεν αποδείχθηκε ότι η αιτούσα είχε παύσει τις πληρωμές της πριν τον ως άνω χρόνο παύσης της εμπορίας της (ΜπρΑΘ 834/2010 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, δεν εξαιρείται της διαδικασίας του Ν. 3869/2010 καθόσον η εν λόγω οφειλέτης έχασε την εμπορικής της ιδιότητα και μετά περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών. Σ’ αυτή την περίπτωση υπάρχει μεταγενέστερη αδυναμία πληρωμών, δηλαδή έχει απωλεσθεί η εμπορική ιδιότητα και η αδυναμία πληρωμών επέρχεται εκτός του ρυθμιστικού πλαισίου του ΠτΚ και συνεπώς εντός του Ν. 3869/2010. Ως εκ τούτου η αιτούσα χωρίς πλέον να έχει την εμπορική ιδιότητα υποπίπτει σε αδυναμία πληρωμών και μπορεί να υπαχθεί στο Ν. 3869/2010 και οι περί αντιθέτου ισχυρισμοί των καθών πρέπει ν’ απορριφθούν ως ουσία αβάσιμοι.
Στα περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας περιλαμβάνονται κατά πλήρη κυριότητα α) Μια οικία μετά του οικοπέδου επιφανείας 1.269,25 τ.μ., το οποίο βρίσκεται στο νομό Β……., στο Δήμο Τ…… στο δημοτικό διαμέρισμα Τ……. – Α…… επιφάνειας 91,87 τ.μ. έτους κατασκευής 1936 αντικειμενικής αξίας 51.743,85 ευρώ (βλ. σχ. Δήλωση ΕΝΦΙΑ 2016), που αποτελεί την κύρια κατοικία της βλ. σχ. την υπ’ αριθμ. πρωτ. 3643 από 13/3/2017 βεβαίωση της Αντιδημάρχου Τ……. Μ….. Ν…-Κ……, η οποία βεβαιώνει ότι η αιτούσα είναι μόνιμη κάτοικος στην Τοπική Κοινότητα Α…… του Δήμου Τ……. Ν. Β…….).
β) Ένα διαμέρισμα του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου ευρισκόμενο στο Νομό Α……, στο Δήμο Κ……… επί της οδού Λ…. Κ……… αρ. . συνολικής επιφάνειας 83,70 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 60.264 ευρώ (βλ. σχ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 20166).
γ) Επί της ίδιας ως άνω πολυκατοικίας στο Δήμο Κ……… επί της οδού Κ……… αρ. . μια θέση στάθμευσης με στοιχεία Ρ1 επιφάνειας 15,50 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 3.766,50 ευρώ και μια αποθήκη με αριθμό 1 του υπογείου 7,70 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 935,55 ευρώ (βλ. σχ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2016) τα οποία υπό στοιχεία β και γ ακίνητα απέκτησε δυνάμει του υπ’ αριθμ. 7195/../../…. συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Κ……… Κ……… Σ……
δ) Επίσης έχει κατά συγκυριότητα σε ποσοστό 33,3% ένα αγροτεμάχιο ευρισκόμενο στο Νομό Α…… στο Δήμο Α………. Θέση Ν……. του ομώνυμου Δήμου τέως Δήμου Φ…., συνολικής επιφάνειας 1.500 τ.μ., το οποίο απέκτησε δυνάμει του υπ’ αριθμ. ……/7-10-2004 συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Ν…… Δ…….. Κ….. Β……. που έχει μεταγραφεί νόμιμα.
Εξάλλου σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης έχουν χορηγηθεί στην αιτούσα : 1) το έτος 2005 ένα στεγαστικό δάνειο από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α……. Τ…… Τ.. Ε…… Α.Ε.», της οποίας ειδική διάδοχος των επί μέρους εννόμων σχέσεων τυγχάνει η πρώτη των καθών τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τ…… Π…… Α.Ε.», εμπραγμάτως εξασφαλισμένο υπέρ της καθής, με συνολικό υπόλοιπο την 20/2/2017 ύψους 230.367,87 ευρώ (βλ. την από 20/2/2017 βεβαίωση οφειλών της πρώτης καθής). Ενόψει του ότι η απαίτηση αυτή είναι εξασφαλισμένη με υποθήκη επί του ως ακινήτου της αιτούσας ευρισκομένου στον Κ……. (οδός Λ…. Κ…….. ..) μέχρι του ποσού των 262.500 ευρώ (βλ. σχ. το από 16/4/2015 πιστοποιητικό κτηματολογικών εγγραφών του κτηματολογικού γραφείου Ν……), ο εκτοκισμός του συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης οριστικής απόφασης (άρθρο 6 παρ. 3 Ν 3869/2010). 2) Δάνεια καταναλωτικά από την δεύτερη των καθών ύψους 15.022,40 ευρώ και 39,81 ευρώ αντίστοιχα, που υπολογίζονται κατά το χρόνο επίδοσης της κρινόμενης αίτησης.
Με βάση τα ανωτέρω και ενόψει του γεγονότος ότι η αιτούσα βαρύνεται σήμερα με δαπάνες διαβίωσης πέρα από τις δικές της και των δύο ανήλικων τέκνων της, του ότι είναι μακροχρόνια άνεργη από τον Μάρτιο του έτους 2015 και το ποσό που είναι απαραίτητο για τη διαβίωση τους ανέρχεται κατά την κρίση του δικαστηρίου σε 450 ευρώ, όπως προέκυψε από τη διαδικασία και απαιτείται κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας που στηρίχθηκε στα στοιχεία Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) που διενεργείται κάθε χρόνο από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία για την εξυπηρέτηση ενός ενήλικα κατά τις σημερινές οικονομικές συνθήκες σε περίπτωση οικονομικής κρίσης με δύο ανήλικα τέκνα (Ι. Βενιέρης Θ. Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 έκδοση 3η σελ. 814-815). Για τον υπολογισμό του ανωτέρω ποσού των 450 ευρώ συνεκτιμάται ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι οφειλέτες οι οποίοι ζητούν να υπαχθούν στις ευεργετικές ρυθμίσεις του νόμου, πρέπει από την πλευρά τους να μειώσουν στο ελάχιστο τις δαπάνες τους μόνο στις απολύτως απαραίτητες και αναγκαίες για το προβλεπόμενο από το νόμο χρονικό διάστημα της ρύθμισης. Τα παραπάνω δε ενισχύονται από όσα κατέθεσε ο μάρτυρας απόδειξης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, ο οποίος ανέφερε πως οι βασικές βιοτικές ανάγκες της αιτούσας ανέρχονται στο ως άνω ποσόν, βεβαίωσε δε κατηγορηματικά ότι η θυγατέρα του μέχρι την παύση των εργασιών της πλήρωνε κανονικά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της προς τις καθώς πιστώτριές της και ότι τα εισοδήματά της κατά το χρόνο λήψης του στεγαστικού δανείου, που διέθεσε για την απόκτηση του ακινήτου στον Κ…….., υπερέβαιναν τα 50.000 με 55.000 ευρώ, μειώνονταν δε με την πάροδο του χρόνου έως ότου έγιναν μηδενικά.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι υπό τις προαναφερόμενες πραγματικές και οικονομικές καταστάσεις η αιτούσα βρίσκεται σε μόνιμη και διαρκή πραγματική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της προς τις μετέχουσες πιστώτριες και επομένως συντρέχουν στο πρόσωπό της οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 και ειδικότερα τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 8 παρ. 5, 9 παρ. 1 και 2. Θα πρέπει, δηλαδή, θα γίνει συνδυασμός των τριών ρυθμίσεων του νόμου και συγκεκριμένα αυτής του άρθρου 9 παρ. 1 για εκποίηση της ρευστοποιήσιμης περιουσίας, του άρθρου 8 παρ. 5 για μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους και αυτής του άρθρου 9 παρ. 2 για σταδιακές καταβολές, όπως συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του Ν. 4336/2015, προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία της αιτούσας. Οι καταβολές εκ των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 προβλέπεται ότι δεν αρκούν να οδηγήσουν σε υπερκάλυψη και εξόφληση των χρεών και για το λόγο αυτό, θα υποχρεωθεί σε ρευστοποίηση της κυριότητας, των ακινήτων που προαναφέρονται και δεν αποτελούν πρώτη κατοικία της αιτούσας.
Από τα παραπάνω περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας, το προαναφερθέν αγροτεμάχιο συγκυριότητας της σε ποσοστό 33,3%, που βρίσκεται στο Νομό Αττικής στο Δήμο Α………., Θέση Ν……. του ομώνυμου Δήμου τέως Δήμου Φ…., συνολικής επιφάνειας 1.500 τ.μ., δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτριών μετά την αφαίρεση και των εξόδων της σχετικής διαδικασία (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κ.λ.π.), καθώς λόγω του εμβαδού του, της θέσης που βρίσκεται και του ποσοστού που ανήκει στην αιτούσα εκτιμάται ότι έχει μικρή εμπορική αξία και γι’ αυτό δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ’ άρθρο 9 παρ.1 Ν. 3869/2010 εκποίησή του. Το προαναφερθέν όμως διαμέρισμα του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου που βρίσκεται στο Νομό Α……, στο Δήμο Κ……… επί της οδού Λ…. Κ……… αρ. 5 συνολικής επιφάνειας 83,70 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 60.264 ευρώ, μετά της επί της ίδιας πολυκατοικίας θέσης στάθμευσης με στοιχεία Ρ1 επιφάνειας 15,50 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 3.766,50 ευρώ και μια αποθήκη με αριθμό 1 του υπογείου 7,70 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 935,55 ευρώ, κρίνεται ότι μπορεί να προκαλέσουν αγοραστικό ενδιαφέρον και να αποφέρουν αξιόλογο τίμημα που να ικανοποιούν μέρος των απαιτήσεων της πρώτης πιστώτριας, γι’ αυτό πρέπει να διαταχθεί η κατ’ άρθρο 9 παρ. 1 Ν. 3869/2010 εκποίησή του. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, – κατ’ αναλογική εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 63 ΠτΚ, η οποία εφαρμόζεται κατά τη διάταξη του άρθρου 15 του Ν. 3869/2010 – από τον κατάλογο των δικηγόρων του Δ.Σ. Θ…. την Χ….. Κ…… Δικηγόρο Θ…., οδός Ε……… .. τηλ. ….. ….. κινητό………. ο οποίος αφού ειδοποιηθεί από Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με σχετική σημείωση στο αλφαβητικό ευρετήριο του άρθρου 13 του Ν. 3869/2010, θα προβεί στην ελεύθερη εκποίηση των ανωτέρω ακινήτων κατά τον πλέον πρόσφορο τρόπο, όπως π.χ. αγγελία στο διαδίκτυο, προσφορές στις πιστώτριες ή σε κάθε περίπτωση οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο κρίνει κατά την κρίση του ο εκκαθαριστής με ελάχιστο τίμημα την αντικειμενική αξία εκάστου ακινήτου και συνολικά το ποσό των 64.966,05 ευρώ και για τα τρία ως άνω ακίνητα, διαμέρισμα – αποθήκη -χώρος στάθμευσης, το οποίο είτε θα καταβληθεί εφάπαξ με την υπογραφή του μεταβιβαστικού συμβολαίου, είτε τούτο θα αποτελέσει προϊόν δανείου από πιστωτικό ίδρυμα με διασφαλισμένους όρους, είτε τέλος με την πίστωση του τιμήματος υπό τον όρο της διαλυτικής αίρεσης μεταβίβασης της κυριότητας μέχρι την εξόφληση αυτού (τιμήματος). Το ανωτέρω δε έργο περί εκποίησης θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε 15 μήνες από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης. Η εκποίηση δε με πλειστηριασμό ενώπιον συμβολαιογράφου δεν κρίνεται ότι πρέπει να ακολουθηθεί διότι θα επιβαρύνει με επιπλέον έξοδα τη διαδικασία και τον οφειλέτη, πράγμα το οποίο δεν συνάδει με το πνεύμα του νόμου. Επίσης ο εν λόγω εκκαθαριστής κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 9 του Πτωχ. Κώδικα πρέπει να επιμεληθεί την εγγραφή της παραπάνω απόφασης στο Κτηματολογικό Γραφείο Ν……. Στη συνέχεια και αναλογική εφαρμογή των αναφερομένων παρακάτω διατάξεων του Πτωχ. Κώδικα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 15 του Ν. 3869/2010 και σε περίπτωση ανεύρεσης αγοραστή, ο οποίος θα προσφέρει το παραπάνω τίμημα και θα δύναται να τηρήσει τους προαναφερόμενους όρους ως προς την καταβολή του θα καταρτίσει το σχετικό συμβόλαιο μεταβίβασης. Στη συνέχεια, αφού επιδώσει στο Δημόσιο είκοσι (20) ημέρες τουλάχιστον πριν την κατάρτιση του παρακάτω αναφερόμενου πίνακα διανομής και προβεί στη δημοσίευση στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες επίσης από την εκποίηση των εν λόγω ακινήτων και αφ’ ετέρου ότι μετά την παρέλευση των παραπάνω προθεσμιών, θα προβεί στην κατάρτιση του πίνακα διανομής (άρθρο 161 Πτωχ. Κώδικα), ο οποίος θα τοιχοκολληθεί στο παρόν Ειρηνοδικείο και ότι εντός δέκα πέντε (15) ημερών από την εν λόγω τοιχοκόλληση θα έχουν δικαίωμα να υποβάλλουν ανακοπή κατ’ αυτού τόσο οι μετέχουσες στη ρύθμιση πιστώτριες όσο και οι εξαιρούμενοι αυτής αναφερόμενοι πιστωτές στην παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010, καθότι το Δικαστήριο κρίνει ότι οι εν λόγω πιστωτές (του άρθρου 1 παρ. 2) πρέπει να ικανοποιηθούν από τα τίμημα της εν λόγω εκποίησης, αφού ο νομοθέτης εξαίρεσε αυτούς της ρύθμισης του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010 προς όφελος τους, το οποίο όφελος πραγματώνεται με την εν λόγω συμπεριέλευση στο πίνακα διανομής. Στη συνέχεια θα προβεί στην κατάρτιση του πίνακα διανομής σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 154, 155 επ. του Πτωχ. Κώδικα σε συνδυασμό με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 και μετά την παρέλευση της προθεσμίας των δέκα πέντε (15) ημερών από τη τοιχοκόλληση στο Ειρηνοδικείο του πίνακα διανομής θα προβεί στη διανομή του ποσού της εκποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1006 και 1007 ΚΠολΔ, εφόσον όμως δεν ασκηθούν ανακοπές. Προκειμένου δε να αντιμετωπισθούν τα πρώτα έξοδα της εκποίησης κρίνεται απαραίτητο από το Δικαστήριο, κατά αναλογική εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 (του άρθρου 5 του Πτωχευτικού Κώδικα, η οποία προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 15 του Ν. 3869/2010, να υποχρεωθεί η αιτούσα εντός μηνός από τη δημοσίευση της παρούσας να καταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το ποσό των 300 Ευρώ και να προσκομίσει στη συνέχεια στη γραμματεία του Δικαστηρίου το σχετικό γραμμάτιο, το οποίο θα παραλάβει ο εκκαθαριστής μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του. Το ποσό αυτό μετά το επιτυχές πέρας της εκποίησης της κυριότητας των άνω ακινήτων θα αφαιρεθεί από το επιτευχθέν τίμημα και θα αποδοθεί στους πιστωτές, μαζί με τον σχετικό πίνακα εξόδων που θα υποβάλλει ο εκκαθαριστής.
Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 8 Ν. 3869/2010, δεν αποκλείεται η εμφάνιση στην πράξη ακραίων ή εξαιρετικών περιπτώσεων οφειλετών, οι οποίοι έχουν πραγματική αδυναμία καταβολών και ελάχιστου ακόμη ποσού. Τούτο ενδεικτικά μπορεί να συμβεί σε περίπτωση χρόνιας χωρίς υπαιτιότητας του οφειλέτη ανεργίας, σοβαρών προβλημάτων υγείας ή άλλου μέλους της οικογένειας του, ανεπαρκούς εισοδήματος για την κάλυψη βιοτικών στοιχειωδών αναγκών ή άλλων λόγων ισοδύναμης βαρύτητας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν τηρείται ο κανόνας που επιβάλλεται με την παρ. 2 αλλά επιτρέπεται στο δικαστήριο να καθορίζει μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές ακόμη καταβολές κατά τη διατύπωση του νόμου (άρθρ. 8 παρ. 5), εφόσον διατυπώνεται σχετικό αίτημα από τον οφειλέτη. Το Δικαστήριο προβαίνοντας σε εφαρμογή της παραπάνω διάταξης, ορίζει με την ίδια απόφαση νέα δικάσιμο που απέχει από την προηγούμενη όχι λιγότερο από πέντε (5) μήνες για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Στη νέα αυτή δικάσιμο είτε επαναλαμβάνει την προηγούμενη απόφασή του είτε προσδιορίζει εκ νέου καταβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω, αν συντρέχει περίπτωση. Για τη νέα δικάσιμο οι διάδικοι (οφειλέτες-πιστωτές) ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια (βλ. Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, σελ. 138 – 139).
Η παρούσα δυσμενής οικονομική κατάσταση της αιτούσας, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πτώση των κερδών από την λειτουργία της επιχείρησής της, λόγω της γενικότερης πτώσης στον κλάδο των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών και στην γενικότερη δυσμενή οικονομική συγκυρία της χώρας που την οδήγησαν σε παύση της επιχειρηματικής της αυτής δραστηριότητας. Ωστόσο, η παρούσα δυσμενής οικονομική κατάσταση της αιτούσας κρίνεται προσωρινή, δεδομένου του νεαρού της ηλικίας της, της συνδρομής των γονέων της στη φροντίδα των ανηλίκων τέκνων της, η οποία της παρέχει τη δυνατότητα να εργασθεί και ενδέχεται στο μέλλον να βρει μία πιο επικερδή εργασία, πράγμα το οποίο θα βελτιώσει την οικονομική της κατάσταση, καθότι δεν αποδείχτηκε ότι λόγω κάποιου προβλήματος αδυνατεί. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, δεν μπορεί να εκτιμηθεί για πόσο χρονικό διάστημα η αιτούσα θα παραμείνει στην ίδια οικονομική κατάσταση. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο στα πλαίσια της κατά τα άνω κατ’ άρθρο 8 παρ. 5 δυνατότητάς του, θα πρέπει να ορίσει μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους και συγχρόνως να ορίσει νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών γενομένου δεκτού και του σχετικού αιτήματος της πρώτης των καθών, στο συνήθη τόπο και χρόνο συνεδρίασης του Δικαστηρίου, θεωρώντας ότι, εντός του χρονικού διαστήματος μέχρι τη νέα δικάσιμο, θα βελτιωθεί σημαντικά η οικονομική της κατάσταση. Έως τότε, η ρύθμιση των χρεών της αιτούσας θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές επί τρία χρόνια, που θα αρχίζουν την 1η ημέρα κάθε μήνα από την κοινοποίηση σ’ αυτήν της απόφασης (άρθρ. 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του το με το Ν. 4336/2015) και μέχρι τον δικαστικό επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, ενόψει του ότι ο πρώην σύζυγος της αιτούσας καταβάλει μηνιαίως διατροφή για τα ανήλικα τέκνα τους ύψους 200 ευρώ και της παρέχουν οικονομική βοήθεια οι γονείς της, διασφαλίζοντάς της ένα στοιχειώδες βιοτικό οικογενειακό επίπεδο, το ποσόν της μηνιαίας δόσης πρέπει να οριστεί σε 50 ευρώ συμμέτρως καταβαλλόμενο προς τις καθώς πιστώτριες (βλ. και κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης). Στην από 31/10/2016 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδίκη Θ…. περιελήφθη διάταξη με την οποία υποχρεώθηκε η αιτούσα σε προσωρινές καταβολές συμμέτρως προς τις καθών πιστώτριες ποσού 40 ευρώ μηνιαίως αρχής γενομένης από 1/11/2016 μέχρι τη συζήτηση της υπό κρίση αίτησης (10/3/2017) που έχουν ήδη καταβληθεί. Όπως, άλλωστε ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρ. 8 του Ν. 3869/2010, σε κάθε περίπτωση ο οφειλέτης οφείλει να εργάζεται κατά την διάρκεια της περιόδου ρύθμισης, ή αν δεν εργάζεται να καταβάλλει εύλογη προσπάθεια για την εξεύρεση ανάλογης εργασίας.
Ακολούθως, η ρύθμιση αυτή θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010 ρύθμιση, εφόσον με την εκποίηση της περιουσίας αλλά και με τις ανωτέρω καταβολές δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των καθών πιστωτριών της αιτούσας και προβάλλεται σχετικό αίτημα από αυτήν, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο η εξαίρεση της κατοικίας της από την εκποίηση (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 215), οπότε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, θα εξαιρεθεί της εκποίησης το ως άνω ακίνητο της αιτούσας που αποτελεί την κύρια κατοικία της. Ωστόσο, λόγω του τυχόν επαναπροσδιορισμού των δόσεων επί 3 έτη κατά τη νέα ορισθείσα δικάσιμο, δεν είναι πρέπον, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, να προσδιορισθεί με την παρούσα, απόφαση η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας της αιτούσας. Είναι ορθότερο αυτή να γίνει με βάση το χρόνο της δικασίμου που θα επαναπροσδιοριστούν οι δόσεις, αφού τότε γίνεται και ο προσδιορισμός των δόσεων και ενδέχεται να υπάρχει απόκλιση μεταξύ των δύο χρονικών σημείων, ήτοι του χρόνου της εκδόσεως της παρούσας απόφασης και του χρόνου επαναπροσδιορισμού των δόσεων (βλ. παρατηρήσεις Κρητικού επί της ΕιρΑΘ 576/Φ1124/2012 σε ΕφΑΔ 2013, σελ. 270). Πλέον τούτου, το Δικαστήριο κατ’ επέκταση δεν δύναται εν προκειμένω να προσδιοριστεί επακριβώς το συνολικό ποσό, του υπολοίπου των οφειλών της αιτούσας μετά και την εκποίηση των περιουσιακών του στοιχείων και ως εκ τούτου να ορισθεί το ποσό των μηνιαίων καταβολών της ίδιας στις καθ’ ων πιστώτριες για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της. Συνεπώς, όσον αφορά τις προϋποθέσεις (ύψος δόσεων, χρόνο κλπ.) της εξαίρεσης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της αιτούσας, αυτές, θα οριστούν πιθανώς κατά την παραπάνω δικάσιμο που θα ορισθεί προκειμένου να ελεγχθεί η τυχόν μεταβολή της περιουσιακής κατάστασης της αιτούσας και των εισοδημάτων της και να επαναπροσδιοριστούν ενδεχομένως οι μηνιαίες καταβολές επί 3ετία, οπότε ενδεχομένως, θα γίνει η συνολική ρύθμιση, παρέχοντας από τώρα περίοδο χάριτος μέχρι την ημερομηνία επαναπροσδιορισμού και για τυχόν επιμήκυνση αυτής (της περιόδου χάριτος), ενδεχομένως ν’ αποφανθεί το Δικαστήριο κατά την παραπάνω δικάσιμο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να ρυθμιστούν οι οφειλές της αιτούσας, να εκποιηθεί η ρευστοποιήσιμη περιουσία της γενομένου δεκτού και του σχετικού αιτήματος της πρώτης των καθ’ ων, εξαιρούμενης της εκποίησης της κύριας κατοικίας της, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο δικαστικό. Πλην όμως, επειδή ορίστηκαν μικρού ύψους μηνιαίες καταβολές, πρέπει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 5 Ν. 3869/2010 από το Δικαστήριο τούτο να ορισθεί νέα δικάσιμος για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών της αιτούσας, θεωρώντας ότι μέσα στο παραπάνω χρονικό διάστημα και μέχρι τη νέα δικάσιμο, που θα ορισθεί, είναι δυνατό να έχει βελτιωθεί σημαντικά η οικονομική κατάσταση, ώστε να εξετασθεί το ενδεχόμενο εξυπηρέτησης μεγαλύτερου μέρους του χρέους της. Η απαλλαγή της αιτούσας από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι της καθ’ ης πιστώτριας θα επέλθει σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 11 παρ. 1 Ν. 3869/2010) Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία, των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ότι κρίθηκε απορριπτέα.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εκποίηση με ελεύθερη εκποίηση και με τον πλέον πρόσφορο τρόπο, με το τίμημα και τους όρους που αναφέρονται της κυριότητας των ακινήτων της αιτούσας που αναφέρονται διεξοδικά επίσης στο σκεπτικό της παρούσας ήτοι : α) ενός διαμερίσματος, του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου που βρίσκεται στο Νομό Α……, στο Δήμο Κ……… επί της οδού Λ…. Κ……… αρ. . συνολικής επιφάνειας 83,70 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 60.264 ευρώ, μετά της επί της ίδιας πολυκατοικίας θέσης στάθμευσης με στοιχεία Ρ1 επιφάνειας 15,50 τμ αντικειμενικής αξίας 3.766,50 ευρώ και αποθήκης με αριθμό 1 του υπογείου 7,70 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 935,55 ευρώ και συνολικής αξίας 64.966,05 ευρώ που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας.
ΟΡΙΖΕΙ εκκαθαριστή τη Χ……. Κ…… δικηγόρο Θ…., οδός Ε……… .., τηλ. ….. ….. κινητό ………. που θα ενημερωθεί τηλεφωνικά για την ανάληψη των καθηκόντων της από τη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με σχετική σημείωση στο αλφαβητικό αρχείο που τηρείται στο παρόν Ειρηνοδικείο, τα δε καθήκοντα της, πέραν των οριζόμενων στη παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, καθορίζονται στο ιστορικό της παρούσας.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα να καταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το ποσό των τριακοσίων 300 ευρώ και το σχετικό γραμμάτιο να το καταθέσει στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσης με μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους προς τις καθ’ ων πιστώτριες, ποσού πενήντα ευρώ (50 €), οι οποίες θα καταβάλλονται συμμέτρως, που θα αρχίζουν την 1η ημέρα κάθε μήνα από την κοινοποίηση σ’ αυτήν της απόφασης και μέχρι το δικαστικό επαναπροσδιορισμό των δόσεων.
ΟΡΙΖΕΙ νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών της αιτούσας τη .././2018 , κατά το χρόνο και τόπο που συνεδριάζει το Δικαστήριο αυτό.
ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσας, ήτοι 1) Μια οικία μετά του οικοπέδου επιφανείας 1.269,25 τ.μ., το οποίο βρίσκεται στο νομό Β…….., στο Δήμο Τ……. στο δημοτικό διαμέρισμα Τ……. – Α…… επιφάνειας 91,87 τ.μ. έτους κατασκευής 1936 αντικειμενικής αξίας 51.743,85 ευρώ (βλ. σχ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2016), που αποτελεί την κύρια κατοικία της. Και 2) το ποσοστό συγκυριότητας 33,3% της αιτούσας σ’ ένα αγροτεμάχιο ευρισκόμενο στο Νομό Α…… στο Δήμο Α………. Θέση Ν……. του ομώνυμου Δήμου τέως Δήμου Φ…., συνολικής επιφάνειας 1.500 τ.μ., το οποίο απέκτησε δυνάμει του υπ’ αριθμ. 19.690/7-10-2004 συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Ν…… Δ…….. Κ….. Β……. που έχει μεταγραφεί νόμιμα.
ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στη Θ… στις ..-6-2017 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ε….. Π……….. Ε…….. Τ………