Στην συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για συνταξιούχο αστυνομικό με καθαρές μηνιαίες αποδοχές που ανέρχονται στο ποσό των 1.257.00 ευρώ. Η σύζυγος αυτού είναι άνεργη, εγγεγραμμένη στο Μητρώο Ανέργων του ΟΑΕΔ με μηδενικό εισόδημα. Διαθέτουν κύρια οικία και ειδικότερα μονοκατοικία που ανήκει κατά πλήρη κυριότητα και σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου στον καθένα. Το συνολικό ποσό οφειλής του αιτούντος προς τις καθ’ ων πιστώτριες του φτάνει τα 169.304,38 ευρώ εκ των οποίων 137.745,28 ευρώ είναι τα κοινά χρέη. Το σημαντικό στην εν λόγω απόφαση είναι πως ο Ειρηνοδίκης προέβη σε συνεκδίκαση μολονότι δεν είχε κατατεθεί κοινή αίτηση.
Συν τοις άλλοις, με την απόφαση αυτή κρίθηκε πως οι αιτούντες δεν περιήλθαν δολίως σε αδυναμία πληρωμής. Ειδικότερα έγινε δεκτό πως ” Ο δανειολήπτης που αιτείται τη λήψη δανείου, δεν έχει την ευχέρεια να υποχρεώσει τον πιστωτή να αποδεχτεί την πρόταση του. ………. Δολιότητα θα μπορούσε να υπάρξει μόνο εάν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους της τράπεζας προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις που για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες………..” Ορίστηκε λοιπόν να καταβάλλει ο αιτών το ποσό των 250 ευρώ επί μία πενταετία ενώ η άνεργη σύζυγος απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής μηνιαίων δόσεων επί πέντε έτη. Εν συνεχεία οι αιτούντες θα καταβάλλουν το ποσό των 216,30 ευρώ επί τριάντα έτη για τη διάσωση της κύριας οικίας τους.
Αριθμός 195 / 2014
Το ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΜΦΙΣΣΑΣ
Αποτελούμενο από τον Ειρηνοδίκη …………………….………….., που ορίσθηκε με την 13/2014 πράξη του Προέδρου Πρωτοδικών Άμφισσας και τη Γραμματέα ………………………….., συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Φεβρουαρίου για να εκδικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: …………………………. του …………………., κάτοικου …………………………………………………. , ο οποίος εμφανίστηκε τε την πληρεξούσια δικηγόρο του Άννα Κορσάνου (Δ.Σ. Αθηνών), που κατέθεσε το 22620176/2014 γραμμάτιο προκαταβολής του Δ.Σ. Αθηνών.
ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΚΑΤΕΣΤΗΣΑΝ ΔΙΑΔΙΚΟ ΜΕΤΑ ΤΗ ΝΟΜΙΜΗ ΚΛΗΤΕΥΣΗ ΤΟΥΣ: 1) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……………..…………………… , ………………………………………………………» στη θέση της οποίας υπεισήλθε και συνεχίζει τη δίκη η, λόγω συγχωνεύσεως με απορρόφηση, καθολική διάδοχός της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………………………………. ……………………………………» που εδρεύει στην Αθήνα, …….. …….., και εκπροσωπείται νόμιμα, η όποια εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της ………….. …………………….. (Δ.Σ. …………….), που κατέθεσε το 53180/2013 γραμμάτιο προκαταβολή του Δ.Σ. Άμφισσας, 2) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……………….………………………..……… Α.Β.», που εδρεύει στην Αθήνα, …………. .., και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της ……………. ……………… (Δ.Σ. ………………), που κατέθεσε το 53157/2012 γραμμάτιο προκαταβολής του Δ.Σ. Άμφισσας), που κατέθεσε το 53157/2014 γραμμάτιο προκαταβολής του Δ.Σ. Άμφισσας, 3) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………………………….. ……………………. …….», που εδρεύει στο Λονδίνο Ηνωμένου Βασιλείου και είναι νόμιμα εγκαταστημένη στην Ελλάδα (Αθήνα, ……….. …. ), και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε με κάποιον άλλο νόμιμο τρόπο και 4) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία « …………………. ……………………. ………..», που εδρεύει στην Παιανία Αττικής, …………………………., ….. ….. ….., και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε, από την πληρεξούσια δικηγόρο της ………………. …………… (Δ.Σ. ……………), που κατέθεσε το 53156/2014 γραμμάτιο προκαταβολής του Δ.Σ. ………….. .
Ο αιτών ζήτησε να γίνει δεκτή η από 05.04.2013 αίτησή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό 93/17.04.2013 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της Απόφασης.
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: …………….. ……………… … …………..…………….., κατοίκου ……….. ………………. ……………. ………………………… η οποία εμφανίστηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο της …………….. ……………………….. (Δ.Σ. ……….), που κατέθεσε το 22620175/2014 γραμμάτιο προκαταβολής του Δ.Σ. Αθηνών.
ΤΗΣ ΜΕΤΕΧΟΥΣΑΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΡΙΑΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΕΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΝΟΜΙΜΗ ΚΛΗΤΕΥΣΗ ΤΗΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………………… …………………. ……………………………………………………….. Α.Ε.» στη θέση της οποίας υπεισήλθε και συνεχίζει τη δίκη η, λόγω συγχωνεύσεως με απορρόφηση, καθολική διάδοχός της ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία « ………. …. ………. ……… Α.Ε.», στη θέση της οποίας υπεισήλθε και συνεχίζει τη δίκη η, λόγω συγχωνεύσεως με απορρόφησης, καθολική διάδοχός της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…. … ….» που εδρεύει στην Αθήνα, …… ……, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της ……….-…………. ……. (Δ.Σ. Άμφισσας) που κατέθεσε το 53220/214 γραμμάτιο προκαταβολής του Δ.Σ. Άμφισσας.
Η αιτούσα ζήτησε να γίνει η από 05.04.2013 αίτησή της, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό 94/17.04.2013 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.
Κατά τη συζήτηση των παραπάνω υποθέσεων, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
Ακολούθησε συζήτηση όπως αναφέρεται στα πρακτικά.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Οι από 05.04.2013 και με αριθμό καταθέσεως 93/2013 και 94/2013 αντίστοιχα αιτήσεις ρύθμισης οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, που έχουν υποβάλει οι αιτούντες, σύζυγοι μεταξύ τους, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και υπάγονται στην ίδια διαδικασία, πρέπει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, να συνεκδικαστούν, προς διευκόλυνση και επιτάχυνση διεξαγωγής της δίκης αλλά και μείωση των εξόδων (άρθρο 246 σε συνδυασμό με άρθρο 741 του ΚΠολΔ).
2. Από την 6.074/30.04.2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………… ……………………., που προσκομίζει και επικαλείται ο αιτών, προκύπτει ότι αντίγραφο της πρώτης κρινόμενης αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, καθώς και πρόσκληση να υποβάλλει εγγράφως τις παρατηρήσεις της εντός δύο μηνών από την κατάθεση της αίτησης και να δηλώσει αν συμφωνεί με το παρατεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών και μνεία των συνεπειών παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτή, κατ’ άρθρο 5 ν. 3869/2010 (όπως ίσχυε κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης), επιδόθηκε εμπρόθεσμα και νομότυπα στην τρίτη των καθ’ ων ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “………………… …………………………….….. ……». Η εν λόγω, όμως, καθ’ ης τραπεζική εταιρεία δεν παραστάθηκε κατά την παραπάνω δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της και το πινάκιο και συνεπώς θα δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, όμως, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρούσα (άρθρο 754 παρ. 2ΚΠολΔ).
3. Με την πρώτη υπό κρίση αίτηση (αρ. κατ. 93/2013) ο αιτών, επικαλούμενος έλλειψε πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητεί τη ρύθμιση των χρεών του, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, σκοπό την απαλλαγή του απ’ αυτά.
Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση, η οποία είναι πλήρως ορισμένη, δεδομένου ότι, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τις καθ΄ ων πιστώτριες, περιέχει τα απαιτούμενα από τις διατάξεις των άρθρων 1, 4 παρ 1 του ν. 2869 / 2010, 216 παρ. 1 και 747 παρ. 2 του ΚΠολΔ για το ορισμένο της στοιχεία, αρμόδια και παραδεκτά φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό (Ειρηνοδικείο της κατοικίας του αιτούντος), κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν 3869 /2010), εφόσον για το παραδεκτό της: α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν τη σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. άρθρο 2 ν. 3869 / 2010, όπως ίσχυε κατά το χρόνο άσκηση της αίτησης), ο οποίος απέτυχε όπως βεβαιώνεται από τη διαμεσολαβήτρια δικηγόρο Αθηνών Άννα Κορσάνου (βλ. την από 0 5.04.2013 βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού του εν λόγω δικηγόρου), β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 2 παρ. ν. 3869 / 2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ άρθρο 13 παρ. 2 του ν. 3869 / 2010. Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετεχόντων πιστωτών, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού των εγγράφων το άρθρου 4 παρ. 2 ν 3869 / 2010 (βεβαίωσης αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωση για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας του οφειλέτη, των εισοδημάτων αυτού και της συζύγου του, των οφειλών του, καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων κατά την τελευταία τριετία και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τις πρώτη, δεύτερη και τέταρτη από τις πιο πάνω μετέχουσες πιστώτριές του (βλ. τις έγγραφες παρατηρήσεις τους) και η Τρίτη καθ’ ης πιστώτρια, της οποίας η απαίτηση δεν υπερβαίνει το ήμισυ του συνόλου των κατά του αιτούντος απαιτήσεων και δεν είναι εξασφαλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια, δεν κατέθεσε παρατηρήσεις επί του σχεδίου. Η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του ν. 3869 / 2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σε αυτήν περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτούντος στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη του δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του. Επομένως, πρέπει να εξετασθεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Η μετέχουσα στη δίκη δεύτερη των καθ’ ων – πιστωτριών ισχυρίζεται ότι ο αιτών δεν επέδωσε σε αυτήν κατάσταση της περιουσίας του και σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του και ότι ένεκα τούτου η αίτηση είναι απαράδεκτη. Ο ισχυρισμός αυτός είναι νομικά αβάσιμος, καθόσον το άρθρο 5 ν. 3869 /2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 85 παρ. 3 του ν. 3996 / 2011 και ίσχυε κατά το χρόνο άσκησης και συζήτησης της αίτησης, επιβάλλει μόνο την επίδοση αντιγράφου της αίτησης με ορισμό δικασίμου για την συζήτησή της, στην οποία (αίτηση) περιέχεται η κατάσταση των πιστωτών και το σχέδιο διευθέτησης (ΕΙρΛΑΡ. 78/2013, ΕιρΒέροοιας 164/2012, ΕιρΠατρών 9/2012, ΕιρΠαμίσου 1/2012 ΕιρΗρακλείου 590 / 2011, όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε, δε περίπτωση ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι βάσιμος, αφού τα στοιχεία αυτά εμπεριέχονται στην ένδικη αίτηση που έχει επιδοθεί σε αυτήν και πληρούται, έτσι, ο σκοπός του νόμου για τη γνώση των πιστωτών αναφορικά με την περιουσία του οφειλέτη και το σχέδιο ρύθμισης /διευθέτησης (ΕιρΕλευσίνας 2/2011 ό.π., ΕιρΠατρών 4/2011 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Ο ισχυρισμός της πρώτης και της τέταρτης των άνω πιστωτριών ότι ο αιτών ενήργησε καταχρηστικά καταθέτοντας την ένδικη αίτηση του με απώτερο σκοπό τη διαγραφή του συνόλου σχεδόν του χρέους του έναντι όλων των πιστωτών του, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, διότι, κατ’ άρθρο 4 παρ. 1 ν. 3869 / 2010, ο αιτών, ζητώντας τη ρύθμιση των οφειλών του, έχει δικαίωμα να προτείνει σχέδιο διευθέτησης και το Δικαστήριο, αν δεν επέλθει συμβιβασμός κατ’ άρθρο 7 του ίδιου νόμου, προβαίνει σε ρύθμιση αυτών, κατ’ άρθρο 8 του ίδιου νόμου, δηλαδή αφού λάβει υπόψη τα πάσης φύσεως εισοδήματά του, ιδίως εκείνα από την προσωπική του εργασία, τη δυνατότητα συνεισφοράς του / της συζύγου και σταθμίζοντας αυτά με τις βιοτικές ανάγκες του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειά τους (βλ. και τις ΕιρΑΘ 161 / 2013 και ΕιρΘεσσαλ 1931 / 2011 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο ισχυρισμός, τέλος, των ίδιων πιστωτριών ότι ο αιτών δεν έχει περιέλθει, για τους αναφερόμενους λόγους, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των οφειλών του και αληθής υποτιθέμενος δεν καθιστά την άσκηση του ένδικου δικαιώματός του καταχρηστική, όπως η άνω πιστώτριά του ισχυρίζεται, αλλά αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση της αίτησης (βλ. ΕιρΘεσσαλ 1913 / 2012, ό.π.).
4. Με την δεύτερη υπό κρίση αίτηση (αρ. κατ. 94 / 2013) η αιτούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς τους πιστωτές που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητεί τη ρύθμιση των χρεών της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, με σκοπό την απαλλαγή της απ’ αυτά.
Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση, η οποία είναι πλήρως ορισμένη, δεδομένου ότι, παρά τα αντιθέτων υποστηριζόμενα από την καθ’ ης πιστώτρια, περιέχει τα απαιτούμενα από τις διατάξεις των άρθρων 1, 4 παρ. 1 του ν. 3869 / 2010, 216 παρ. 1 και 747 παρ. 2 του ΚΠολΔ για το ορισμένο της στοιχεία, αρμόδια και παραδεκτά φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν. 3869 / 2010), εφόσον για το παραδεκτό της: α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν τη σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. άρθρο 2 ν 3869 / 2010 όπως ίσχυε κατά το χρόνο άσκησης της αίτησης), ο οποίος απέτυχε όπως βεβαιώνεται από τη διαμεσολαβήτρια δικηγόρο Αθηνών Άννα Κορσάνου (βλ. την από 05.04.2014 βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού της εν λόγω δικηγόρου), β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 2 παρ. 1 ν. 3869 / 2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή της για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ άρθρο 13 παρ. 2 του ν. 3869 / 2010. Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση της μοναδικής πιστώτριας της αιτούσας, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στην Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του άρθρου 4 παρ. 2 ν. 3869 / 2010 (βεβαίωσης αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας της οφειλέτριας, των εισοδημάτων αυτή και του συζύγου της, των οφειλών της, καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων κατά την τελευταία τριετία και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τη μετέχουσα πιστώτριά της (βλ. τις έγγραφες παρατηρήσεις της). Η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9, και 11 του ν. 3869/ 2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σε αυτήν περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και όχι ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Η μετέχουσα στη δίκη καθ’ ης – πιστώτρια της αιτούσας ισχυρίζεται ότι αυτή ενήργησε καταχρηστικά καταθέτοντας την ένδικη αίτησή της με απώτερο σκοπό τη διαγραφή του συνόλου σχεδόν του χρέους της έναντι όλων των πιστωτών της. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, διότι, κατ’ άρθρο 4 παρ. 1 ν. 3869 / 2010, η αιτούσα, ζητώντας τη ρύθμιση των οφειλών της, έχει δικαίωμα να προτείνει σχέδιο διευθέτησης και το Δικαστήριο, αν δεν επέλθει συμβιβασμός κατ’ άρθρο 7 του ίδιου νόμου προβαίνει σε ρύθμιση αυτών, κατ’ άρθρο 8 του ίδιου νόμου, δηλαδή αφού λάβει υπόψη τα πάσης φύσεως εισοδήματά της, ιδίως εκείνα από την προσωπική της εργασία, εισοδήματά της, ιδίως εκείνα από την προσωπική της εργασία, τη δυνατότητα συνεισφοράς του συζύγου και σταθμίζοντας αυτά για τις βιοτικές ανάγκες της ίδιας και των προστατευόμενων μελών της οικογένειά της (βλ. και της ΕιρΑθ 161 /20013 και ΕιρΘεσσαλ 1913 /2012 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο ισχυρισμός τέλος, της ίδιας πιστώτριας ότι η αιτούσα δεν έχει περιέλθει, για τους αναφερόμενους στις προτάσεις της, λόγους σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των οφειλών του και αληθής υποτιθέμενος δεν καθιστά την άσκηση του ένδικου δικαιώματός της καταχρηστική, όπως η άνω πιστώτριά της ισχυρίζεται, αλλά αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση της αίτησης (βλ. Ειρ. Θεσσαλ 1913/2012 ό.π.).
5. Από τα όσα κατέθεσε η αιτούσα, όταν κλήθηκε από το Δικαστήριο για παροχή διασαφήσεων, από τα έγγραφα που προσκομίσθηκαν και από όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχθηκαν τα παρακάτω, ουσιώδη για την έκβαση της δίκης, πραγματικά περιστατικά : Ο αιτών, που γεννήθηκε στις 27.08.1959 (55 ετών) και η αιτούσα, που γεννήθηκε στις 21.11.1964 (50 ετών), είναι σύζυγοι. Από το γάμο τους αυτό έχουν αποκτήσει μία (01) ενήλικη σήμερα θυγατέρα (28 ετών), η οποία είναι παντρεμένη και έχει δύο (02) ανήλικα τέκνα, ηλικίας έξι (06) και δύο (02) ετών αντίστοιχα. Ο αιτών είναι από το 2007 συνταξιούχος του Ελληνικού Δημοσίου, συνταξιούχος αστυνομικός ειδικότερα. Οι, προερχόμενες από την κύρια και τις επικουρικές συντάξεις του, καθαρές μηνιαίες αποδοχές του είναι 1.257,00 ευρώ περίπου, ποσό στο οποίο συνυπολογίζεται και το παρακρατούμενο από την κύρια σύνταξή του ποσό των 232,20 € μηνιαίως από την πρώτη μετέχουσα για εξυπηρέτηση δανείου του, χωρίς να προκύψει από τις αποδείξεις ποιου δανείου συγκεκριμένα. Οι αποδοχές του αυτές είναι μειωμένες σε σχέση με εκείνες παλαιότερων ετών, κατά τα οποία ανέρχεται ετησίων σε 19.834,15 ευρώ για το 2011, 21.412,28 ευρώ για το 2010, 23.849,51 ευρώ για το 2009, όπως προκύπτει και από τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων των οικονομικών ετών 2012, 2011 και 2010 αντίστοιχα. Η αιτούσα της δεύτερης από τις συνεκδικαζόμενες αιτήσεις, σύζυγος του πρώτου αιτούντος, εργαζόταν παλαιότερα ως ιδιωτικός υπάλληλος και από τις 30.06.2010, όταν και απολύθηκε από την εταιρεία στην οποία εργαζόταν, είναι άνεργη, εγγεγραμμένη στο Μητρώο Ανέργων του ΟΑΕΔ από τις 12.07.2010. Από τον Αύγουστο του 2010 μέχρι και τον Ιανουάριο του 2011 εισέπραττε 454,25 ευρώ μηνιαίως ως επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ. Έκτοτε ουδέν επίδομα εισπράττει και ουδέν εισόδημα έχει, καθώς η αναφερόμενη στα παραπάνω εκκαθαριστικά σημειώματα «ΔΙΑΦ. ΑΝΤΙΚΕΙΜ. ΓΕΩΡΓ. ΕΠΙΧ.» κυμαινόμενου ύψους 395,75 –ν425,28 ευρώ), αποτελεί λογιστικό τεκμαρτό υπολογισμό και δεν λαμβάνεται υπόψη, καθώς το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα πάσης φύσεως καθαρά εισοδήματα του αιτούντος ιδίως, εκείνα από την προσωπική του εργασία, τη δυνατότητα συνεισφοράς του συζύγου, που αποδεικνύονται αναμφισβήτητα και όχι αυτά που τεκμαίρονται κατόπιν υποθετικών λογιστικών υπολογισμών (βλ. και ΜΠρΕδ 20/2013, ΕιρΠατρ 18/2012 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Οι αιτούντες κατοικούν στην ……………….. …………… ………………….., σε ιδιόκτητη οικία, για την οποία γίνεται λόγος παρακάτω. Στην οικία τους αυτή φιλοξενούν, από τον Ιούνιο του 2012, την προαναφερόμενη θυγατέρα τους για την οικογένειά της και συμβάλλουν οικονομικά στην αντιμετώπιση των οικογενειακών της αναγκών. Τόσο η θυγατέρα τους ………….. …………………., όσο και ο σύζυγός της …………………….. ….………….. είναι άνεργοι, εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Ανέργων του ΟΑΕΔ από τις 17.05.2012 και τις 08.06.2012 αντίστοιχα, σύμφωνα με όσα αναφέρονται τις 1012132012907379 και 1012132012909008 ταυτότητες του ΟΑΕΔ αντίστοιχα. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση των ένδικων αιτήσεων οι αιτούντες είχαν αναλάβει τα παρακάτω αναφερόμενα χρέη, τα οποία τόσο αυτά προς τους ανέγγυους όσο και αυτά προς τους ενέγγυους πιστωτές θεωρούνται, κατά πλάσμα του νόμου, με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 99), με εξαίρεση τα παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένα δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλή μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασης (άρθρο 6 παρ. 3 ν. 3869/2010). 1) Από την «………………………… ……………………. ……. ………………. ……», στη θέση της οποίας έχει πλέον υπεισέλθει η πρώτη μετέχουσα « ……………….. ……………. ………………. …………… ……» τους έχει χορηγηθεί: α) Με την 1140-585-0 και με αριθμό χορηγητικού λογαριασμού 1140-43-30985-72 σύμβαση, στην οποία έχουν συμβληθεί ως συνοφειλέτες, στεγαστικό δάνειο, με διάρκεια τριάντα (30) έτη και υπόλοιπο οφειλής, κατά το χρόνο χορήγησης της αναλυτικής κατάστασης οφειλών (08.11.2012), 116.700,57 ευρώ. Η απαίτηση αυτή είναι εξασφαλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια και πιο συγκεκριμένα με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί ακινήτου συνιδιοκτησίας των αιτούντων, το οποίο βρίσκεται στην ………….. ……………… ………………. και για το οποίο γίνεται λόγος παρακάτω (η καθ’ ης δεν προσκομίζει στοιχεία υπολογισμού του ύψους της οφειλής των αιτούντων κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης, μέχρι τον οποίο συνεχίζει αιτούντων κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης, μέχρι τον οποίο συνεχίζει να εκτοπίζεται η εν λόγω απαίτησή της). β) Με την 6053-873-0 και με αριθμό χορηγητικού λογαριασμού 6054-42-744-19 σύμβαση, στην οποία ο αιτών έχει συμβληθεί ως οφειλέτης και η αιτούσα σύζυγός τους ως εγγυητής, δάνειο, χωρίς εμπράγματη ασφάλεια και με υπόλοιπο οφειλής, κατά το χρόνο χορήγησης της αναλυτικής κατάστασης οφειλών (01.11.2012), 21.044,71 ευρώ (η καθ’ ης δεν προσκομίζει στοιχεία υπολογισμού του ύψους της οφειλής των αιτούντων κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, μέχρι τον οποίο συνεχίζει να εκτοπίζεται η εν λόγω απαίτησή της). Το σύνολο της οφειλής των αιτούντων προς την πιστώτριά τους αυτή ανέρχεται σε (116.700,57 + 21.044,71= 137.745,28) ευρώ. 2) Από την «…………………. …………………. …………… …………… …………..» έχει χορηγηθεί στον αιτούντα α) με την 4227217296 και με αριθμό λογαριασμού 0000004227217296 σύμβαση, στην οποία έχει συμβληθεί ως οφειλέτης, καταναλωτικό δάνειο χωρίς εμπράγματη ασφάλεια, με, μη αμφισβητούμενο από τον αιτούντα, υπόλοιπο οφειλής κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης 21.808,62 ευρώ και β) με την με αριθμό λογαριασμού 0000018387803150 σύμβαση, στην οποία έχει συμβληθεί ως οφειλέτης, καταναλωτικό δάνειο χωρίς εμπράγματη ασφάλεια, με, μη κοινοποίησης της αίτησης 3.641,90 ευρώ. Το σύνολο της οφειλής του αιτούντος προς την πιστώτριά του αυτή ανέρχεται σε (21.808,62 + 3.641,90 = 25.450,52) 25.450,52 ευρώ. 3) Από την …………………….. ……………………. …….» έχει χορηγηθεί στον αιτούντα, με την με αριθμό λογαριασμού 4557160100808618 σύμβαση, στην οποία έχει συμβληθεί ως οφειλέτης, πιστωτική κάρτα χωρίς εμπράγματη ασφάλεια, με υπόλοιπο οφειλή κατά το χρόνο χορήγηση της αναλυτικής κατάστασης οφειλών (01.11.2012) 3.262,17 ευρώ (η καθ’ ης δεν προσκομίζει στοιχεί υπολογισμού του ύψους της οφειλής των αιτούντων κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, μέχρι τον οποίο συνεχίζει να εκτοπίζεται η εν λόγω απαίτησή της). 4) Από την « …………………… …………………. …….…» έχει χορηγηθεί στον αιτούντα, με την με αριθμό λογαριασμού 4232940105660004 σύμβαση, στην οποία έχει συμβληθεί ως οφειλέτης, πιστωτική κάρτα χωρίς εμπράγματη ασφάλεια, με υπόλοιπο οφειλής κατά το χρόνο χορήγησης της αναλυτικής κατάστασης οφειλών (01.11.2012) 2.845,41 ευρώ (η καθ’ ης δεν προσκομίζει στοιχεία υπολογισμού του ύψους της οφειλής των αιτούντων κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, μέχρι τον οποίο συνεχίζει να εκτοπίζεται η εν λόγω απαίτησή της). Το συνολικό ποσό οφειλής του αιτούντος προς τις καθ’ ων πιστώτριές του είναι (137.745,28 + 25.450,52 + 3.263,17 + 2.845,41 = 169.304,38) εκατόν εξήντα εννιά χιλιάδες τριακόσια τέσσερα ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτά (169.304,38 € εκ των οποίων 137.745,28 ευρώ είναι τα κοινά χρέη των αιτούντων προς την πρώτη μετέχουσα, για τα οποία ευθύνονται εις ολόκληρον. Όπως προαναφέρθηκε, άλλη πλην της σύνταξης του αιτούντος, πηγή πραγματικού εισοδήματος δεν διαθέτει ο αιτών ούτε η αιτούσα σύζυγός του. Το γεωργικό εισόδημα της αιτούσας που περιέχεται στις φορολογικές τους δηλώσεις, ως γεωργικό εισόδημα με βάση το αντικειμενικό σύστημα, είναι τεκμαρτό και δεν μπορεί, όπως προαναφέρθηκε, να υπολογιστεί ως πραγματικό εισόδημά της. Λόγω της έλλειψης άλλων εισοδημάτων οι αιτούντες δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτηση του συνόλου των χρεών τους από τις παραπάνω δανειακές συμβάσεις, τις οποίες εξυπηρετούσαν κανονικά παλαιότερα και για την εξυπηρέτηση των οποίων απαιτούνται κανονικά παλαιότερα και για την εξυπηρέτηση των οποίων απαιτούνται χίλια διακόσια (1.200,00) περίπου ευρώ μηνιαίως. Η αρνητική αυτή σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών τους κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο δεν αναμένεται να βελτιωθεί, καθόσον, λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, αναμένεται η μείωση μάλλον παρά η αύξηση των συντάξιμων αποδοχών του αιτούντων και δεν αναμένεται η εξεύρεση εργασίας από την αιτούσα. Συντρέχει, συνεπώς, στην περίπτωση των αιτούντων μόνιμη και διαρκής αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους προς τις μετέχουσες πιστώτριες, η οποία δεν οφείλεται σε δόλο τους, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται μία (01) από αυτές. Ο ισχυρισμός της εν λόγω καθ’ ης, σύμφωνα με τον οποίο οι αιτούντες (η αιτούσα πιο συγκεκριμένα) περιήλθε δολίως σε αδυναμία πληρωμής, επωμιζόμενοι δανειακές υποχρεώσεις δυσανάλογες των οικονομικών τους δυνατοτήτων, είναι απορριπτέος. Ειδικότερα πρέπει να λεχθεί ότι: Ο δανειολήπτης που αιτείται τη λήψη δανείου, δεν έχει την ευχέρεια να υποχρεώσει τον πιστωτή να αποδεχθεί την πρότασή του. Ιδιαίτερα οι τράπεζες έχουν την δυνατότητα εκτός από την έρευνα των οικονομικών δυνατοτήτων του αιτούμενου δανείου (μέσω βεβαίωσης αποδοχών), να διαπιστώσουν και λοιπές δανειακές υποχρεώσεις του σε άλλες τράπεζες ή την εν γένει οικονομική του συμπεριφορά μέσω του διατραπεζικού συστήματος Τειρεσίας. Δολιότητα θα μπορούσε να υπάρξει μόνο εάν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους της τράπεζας προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις που για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες, για την οικονομική συμπεριφορά των υποψηφίων πελατών τους και στην υπό κρίση περίπτωση οι καθ’ ων δεν ισχυρίζονται, ούτε αποδεικνύουν κάτι τέτοιο. Επιπροσθέτως, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, ο δανειολήπτης δεν έχει εξουσία διαμορφώσεως ή τροποποιήσεως όρων των δανειακών συμβάσεων που συνάπτονται με τις τράπεζες. Δηλαδή πρόκειται περί συμβάσεων προσχωρήσεως προς εκτέλεση των οποίων αυτές, αφού εκτιμούσαν ορισμένες παραμέτρους στο πρόσωπο του δανειολήπτη κα βαθμολογούσαν την πιστοληπτική του ικανότητα, χορηγούσαν το τραπεζικό προϊόν. Εν τούτοις, με επίκληση της ίδιας συμβάσεως, οι τράπεζες μεταστρέφουν την άποψή τους και προβάλλουν, αβάσιμα όμως, δολιότητα του δανειολήπτη (βλ. και τις ΜΠρΕδεσσας 20/2013, ΕιρΑχαρνών 12/2013, ΕιρΛαρ 78/2013, ΕιρΚουφαλίων 1/2012, Ειρ. Νέας Ιωνίας 4/2001, όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τα περιουσιακά στοιχεία των αιτούντων είναι τα εξής: α) Μία (01) μονοόροφη μονοκατοικία, εμβαδού 133,00 τετρ. Μέτρων, η οποία είναι κτισμένη, από το 2005, σε ακίνητο (οικόπεδο) εμβαδού 948,00 τετρ. μέτρων, που βρίσκεται στη θέση «………» ή «……….» της …………… ……. ……. (…… ………………….. ………………… …………….. ……………… ……………. …………………………. ………. …… …..) Η μονοκατοικία αυτή ανήκει κατά πλήρη κυριότητα και σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου στον καθένα στους αιτούντες και αποτελεί την κύρια κατοικία τους, στην οποία φιλοξενούν, όπως αναφέρονται παραπάνω, την οικογένεια της κόρης τους. Η συνολική αντικειμενική αξία της είναι, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο Ε.Τ.ΑΚ., 97.334,40 ευρώ (48.667,20 € για το μερίδιο καθενός από τους αιτούντες, προσαυξημένο κατά 50% όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή της κύριας κατοικίας τους από την εκποίηση. Επί του ακινήτου αυτού της κύρια κατοικίας των αιτούντων έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης ποσού 156.000,00 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων υπέρ της «………………………………… ………………… …………. ……………. …………» προς εξασφάλιση της πιο πάνω υπό στοιχείο 1 α΄ ένδικης απαίτησης, της προερχόμενης από την 1140-585-0 δανειστική σύμβαση στεγαστικού δανείου, στην οποία έχει ήδη υπεισέλθει, ως καθολική διάδοχος της αρχικής πιστώτριας, η πρώτη μετέχουσα «…………….. …. ……………….. …………………………. ……». 2) Ένα αυτοκίνητο, της πλήρους κυριότητας του αιτούντος, εργοστασίου κατασκευής ΤΟΥΟΤΑ, τύπου CELLICA, με κυκλοφορίας το 1993 και αριθμό κυκλοφορίας ……. ………, το οποίο έχει τεθεί σε ακινησία από τις 28.12.2012 και του οποίου η εμπορική αξία εκτιμάται σε 1.000,00 ευρώ. 3) Μία (01) δίκυκλη μοτοσυκλέτα, HONDA CBR 125R 125 c.c. έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2005 και αριθμό κυκλοφοράς … …., της πλήρους κυριότητας του αιτούντος, της οποίας η εμπορική αξία εκτιμάται σε 1.000,00 ευρώ. 4) Ένα (01) μικρό, μηχανοκίνητο, αλιευτικό, ερασιτεχνικό σκάφος, το οποίο ανήκει στην πλήρη κυριότητα του αιτούντος, Πρόκειται για το με αρθμό εγγραφής ……………………. ………………… ..…… μικρό σκάφος, το οποίο κατασκευάστηκε το έτος 2003, έχει μήκος 5,00 μέτρα, πλάτος 2,30, έχει μήκος 5,00 μέτρα, πλάτος 2,30 μέτρα και ύψος 0,80 μ., βρίσκεται σε ακινησία από τις 25.5.2012 και η εμπορική του αξία εκτιμάται σε 1.500,00 ευρώ. Ενόψει της εμπορικής τους αξίας, του τύπου και της παλαιότητας του, τα πιο πάνω οχήματα και σκάφος του αιτούντος δεν κρίνονται προς εκποίηση, γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσουν αγοραστικό ενδιαφέρον και να αποφέρουν κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτριών του αιτούντος, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ.), γι’ αυτό και κρίνεται ότι δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ’ άρθρο 9 παρ. 1 ω. 3869 /2010 εκποίησή τους. 5) Έξι (06) αγροτεμάχια ελαιοκτήματα τα οποία βρίσκονται στις θέσεις «………», «……….», « ……», «………», «……….», και « ……», της κτηματικής περιφέρειας ………. του ……………. ……………….., έχουν εμβαδόν 3.870,00, 985,57, 1547,65, 965,92, 1.200 και 2.000,00 τετρ. Μέτρα αντίστοιχα και ανήκουν στην κυριότητα της αιτούσας κατά ποσοστό 100%, εκτός από το πέμπτο από αυτά, που της ανήκει σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου. Τα ακίνητα αυτά δεν αποφέρουν κάποιο άξιο λόγου εισόδημα στην αιτούσα. (βλ. ενδεικτικά τα εκκαθαριστικά συμειώματα των φορολογικών δηλώσεων των αιτούντων των οικονομικών ετών 2012 και 2011, στα οποία αναφέρεται ως ετήσιο γεωργικό εισόδημά της με βάση το αντικειμενικό σύστημα το συνολικό ποσό των 395,75 € και 416,60 € αντίστοιχα). Λόγω του είδους τους, της θέσεώς τους (ημιορεινά), της έκτασης τους, της με απόδοσης εισοδήματος και του γεγονότος ότι στη σύγχρονη εποχή είναι σαφώς περιορισμένο το αγοραστικό ενδιαφέρον για ακίνητα, κρίνεται ότι τα παραπάνω αγροτεμάχια δεν πρόκειται να προκαλέσουν αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε να αποφέρουν κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών των αιτούντων, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ), γι’ αυτό και δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ’ αρθ. 9 παρ. 1 ν. 3869/2010 εκποίησή τους, ενόψει και του ότι η διαταγή ρευστοποίησης περιουσίας του οφειλέτη πρέπει να επιχειρείται κατά τρόπο λελογισμένο (βλ. και …… ….. ………, σημείωση κάτω από την Ειρ. 297/φ2300/2012 στην ΕλλΔνη 54(2013).236). Με βάση τα παραπάνω συντρέχουν στα πρόσωπα των αιτούντων οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και ειδικότερα σε αυτή των άρθρων 8 § 2 και 9 § 2. Θα πρέπει, δηλαδή, να γίνει συνδυασμός των δύο αυτών ρυθμίσεων του νόμου και συγκεκριμένα αυτής του άρθρου 8 § 2 για μηνιαίες καταβολές για χρονικό διάστημα τριών (03) έως πέντε (5) ετών και αυτής του άρθρου 9 §2 για σταδιακές καταβολές προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία τους. Η ρύθμιση των χρεών του αιτούντος θα γίνει, αρχικά και σύμφωνα με τα οριζόντια στην § 2 του άρθρου 8 του ν. 3869 / 2010, με τον ορισμό μηνιαίων καταβολών απευθείας στους παραπάνω πιστωτές του από τα εισοδήματά του για πέντε (05) έτη. Όπως προαναφέρθηκε, μοναδικό εισόδημα του αιτούντος αποτελεί η σύνταξή του, που ανέρχεται σε 1.257,00 € μηνιαίως και, ενόψει της δυσμενούς συγκυρίας και της εξαιτίας της απειλούμενης μείωσής της, δεν αναμένεται να αυξηθεί. Αφού ληφθούν υπόψη όλα τα παραπάνω στοιχεία, καθώς και αδυναμία χρηματικής συνεισφοράς της άνεργης συζύγου του στην αντιμετώπιση των οικογενειακών δαπανών τους και σταθμιστούν οι βιοτικές ανάγκες του ίδιου και της οικογένειάς του, καθώς και το ότι ο οφειλέτης, ο οποίος ζητεί υπαγωγή στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου 3869 / 2010 πρέπει από την πλευρά του να μειώνει στο ελάχιστο τις δαπάνες του και να τις περιορίζει μόνο στις απολύτων απαραίτητες, πρέπει, ενόψει της συνεχούς αύξησης του κόστους διαβίωσης και της απειλούμενης περαιτέρω μείωσης των συντάξεων, να καθοριστεί η κάθε μηνιαία καταβολή του αιτούντος στο, ευρισκόμενο μέσα στις οικονομικές δυνατότητές του, ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ. Ειδικότερα ο αιτών, με βάση αυτή τη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 του ν. 3869 / 2010, θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει: 1) Στην πρώτη των καθ’ ων – πρώτη πιστώτρια «… …. ….. …», της οποία οι απαιτήσεις ανέρχονται σε ποσοστό 81,36, επί του συνόλου των κατά του αιτούντος απαιτήσεων, θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει μηνιαίως για χρονικό διάστημα πέντε (05) ετών το ποσό των (250,00 χ 81,36%=203,40) 203,40 ευρώ. 2) Στην δεύτερη των καθ΄ ων – δεύτερη πιστώτρια «….. …. ….», της οποίας οι απαιτήσεις σε ποσοστό 15,03% επί του συνόλου των κατά του αιτούντος απαιτήσεων, ο αιτών θα καταβάλλει μηνιαίως για χρονικό διάστημα πέντε (05) ετών (250,00 x 15,03% = 37,57 ευρώ. 3) Στην Τρίτη των καθ’ ων – Τρίτη πιστώτρια «…. …. …» της οποίας η απαίτηση ανέρχεται σε ποσοστό 1,93% επί του συνόλου των κατά του αιτούντος απαιτήσεων, θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει μηνιαίως για χρονικό διάστημα πέντε (05) ετών το ποσό των (25,00 χ 1,93% = 4,83 ευρώ. 4) Στην τέταρτη των καθ΄ ων – τέταρτη πιστώτρια «……… …. …….», της οποίας η απαίτηση ανέρχεται σε ποσοστό 1,68% επί του συνόλου των κατά του αιτούντος απαιτήσεων, θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει μηνιαίως για χρονικό διάστημα πέντε (05) ετών το ποσό των 250,00 x 1,68 =4,20) 4,20 ευρώ. Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της πενταετίας κάθε πιστώτριας Τράπεζας θα έχει λάβει τα εξής ποσά: α) Η «……. .. . ….. .. ..» (203,40 x 60μ = 12.204,00) 12.204,00 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης (137.745,28 – 12.204,00 = 125.541,28) 125.541,28 ευρώ. Για τις απαιτήσεις της εν λόγω πιστώτριας Τράπεζας πρέπει να σημειωθούν τα εξής: 1) Για την υπό στοιχείο 1α΄ απαίτησή της, η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 84,72% του συνόλου των απαιτήσεών της κατά του αιτούντος, θα έχει λάβει μηνιαίως (203,40 x 84,72% = 172,32) 172,32 ευρώ και συνολικά 12.204,00 x 84,72% = 10.339,23) 10.339,23 €, με υπόλοιπο (116.700,57 – 10.339,23 = 106.361,34) 106.361,34 € και 2) για την από στοιχείο 1β΄ απαίτησή της, η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 15,28% του συνόλου των απαιτήσεων της κατά του αιτούντος, θα έχει λάβει μηνιαίως (203,40 x 15,28% = 31,08) 31,08 ευρώ και συνολικά (12.204,00 x 15,28% = 1.864,77) 1.864,77 €, με υπόλοιπο (21.044,71 – 1.864,77 = 19.179,94 €. Β) Η «…. … .. … …» (37,57 x 60μ. = 2.254,20) 2.254,20 € με υπόλοιπο απαίτησης (25.450,52 – 2.254,20 = 23.196,32) 23.196,32€. Για τις απαιτήσεις της εν λόγω πιστώτριας Τράπεζας πρέπει να σημειωθούν τα εξής: 1) Για την υπό στοιχείο 2α΄ απαίτησή της, η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 85,69% του συνόλου των απαιτήσεών της κατά του αιτούντος, θα έχει λάβει μηνιαίως (37,57 X 85,69% = 32,19 ευρώ και συνολικά (2.254,20 Χ 85,69% = 1.931,62 €, με υπόλοιπο 21.808,62 – 1.931,62 = 19.877,00 € και 2) για την υπό στοιχείο 2β’ απαίτησή της η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 14,31% του συνόλου των απαιτήσεών της κατά του αιτούντος, θα έχει λάβει μηνιαίως (37,57 Χ 14,31% = 5,38) 5,38 ευρώ και συνολικά (2.254,20 Χ 14,31% = 322,58) 322,58 €, με υπόλοιπο (3.641,90 – 322,58 = 3.319,32) 3.319,32 €. γ) Η «… ….. …» (4,83 Χ 60μ = 289,80) 289,80 €, με υπόλοιπο απαίτησης (3.263,17 – 289,80 = 2.973,37) 2.973,37 € δ) Η «…. …. …..»(4,20 Χ 60μ. =252,00) 252,00) 252,00 €, με υπόλοιπο απαίτησης (2.845,41 – 252,00 = 252,00) 252,00 €, με υπόλοιπο απαίτησης (2.845,41 – 252,00 = 2.593,41) 2.593,41 €. Οι πιστωτές, συνεπώς, του αιτούντος, μετά τη συμπλήρωση της πενταετίας, θα έχουν λάβει συνολικά (12.204,00 + 2.254,20 +289,80 = 252,00 = 15.000,00) δεκαπέντε χιλιάδες (15.000,00) ευρώ και θα απομένει, ως σύνολο των απαιτήσεών τους, το ποσό των (169,304,38 – 15.000,00 = 154.304,380) εκατόν πενήντα τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων τεσσάρων ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτών (154.304,38 €), μεγαλύτερο δηλαδή από τη συνολική αντικειμενική αξία της οικογενειακής τους στέγης / κύριας κατοικίας τους και πιο συγκεκριμένα μεγαλύτερο από το 80% = 77.867,52) 77.867,52 ευρώ. Σύμφωνα, όμως με όσα έγιναν δεκτά παραπάνω συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας εξαιρετικές περιπτώσεις κι συγκεκριμένα χρόνια ανεργία και ανυπαρξία εισοδήματος για την κάλυψη των βασικών βιοτικών αναγκών της. Επειδή, η δυσμενής οικονομική κατάσταση της αιτούσας προφανών θα έχει μόνιμο χαρακτήρα και λαμβανομένων υπόψη των εξαιρετικών περιστάσεων που υπάρχουν στην κρινόμενη υπόθεση, της δυσκολίας ανεύρεσης εργασίας από αυτήν, λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης της χώρας, και της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3869/2010, στο Δικαστήριο θα πρέπει να ορίσει απευθείας μηνιαίες μηδενικές καταβολές προς την καθ’ ης πιστώτριά της Τράπεζας. Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε ορισμό νέας δικασίμου για τον επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών της αιτούσας, διότι, με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα, κρίνει ότι δεν πρόκειται να βελτιωθεί το εισόδημά της. Σε κάθε περίπτωση η πιστώτρια ή η αιτούσα δύναται να ζητήσουν την τροποποίηση της παρούσας αποφάσεως, εφ’ όσον τούτο δικαιολογείται από μεταγενέστερα γεγονότα ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων της τελευταίας (ΕιρΚορίνθου 233/2013, ΕιρΒάμου 4/2013 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΘεσσαλ. 1752/2012 ΕλλΔνη 53.863 με παρατηρήσεις Αθανάσιου Κρητικού, ο οποίος διατυπώνει την άποψη, με την οποία συντάσσεται το παρόν Δικαστήριο, ότι σε περίπτωση μηδενικών καταβολών λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, για τις οποίες δεν αναμένεται βελτίωση, οι από την αρχή οριζόμενες μηδενικές καταβολές θα έχουν ως διάρκεια την ανώτερη προβλεπόμενη στο νόμο, δηλ. πέντε (05) έτη στην προκείμενη περίπτωση, Ι. Βενιέρης σε Ιάκωβος Βενιέρης και Θεόδωρος Κατσάς / Εφαρμογή του Ν. 3869/ 2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 2η έκδοση, 2013, σελ. 396). Η αιτούσα, κατά το χρονικό αυτό διάστημα των μηδενικών καταβολών προς την καθ’ ης πιστώτρια της, θα πρέπει να καταβάλλει εύλογη προσπάθεια για την εξεύρεση ανάλογης εργασίας (προσπάθεια που τεκμαίρεται, αφού έχει εγγραφεί στο Μητρώο Ανέργων του ΟΑΕΔ και δεν αποδείχθηκε ότι έχει αποκρούσει πρόταση για ανάληψη εργασίας) ή την εξασφάλιση με άλλο τρόπο (π.χ. γονικές παροχές, δωρεέ, κ.λπ.) πόρων για την εξυπηρέτηση των χρεών τους προς την καθ’ ης. Ως προς το θέμα αυτό του καθορισμού μηδενικών καταβολών, παρότι η αιτούσα προτείνει στο σχέδιο διευθέτησης την καταβολή 100,00 ευρώ μηνιαίως στην πιστώτριά της, τα οποία, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του δικογράφου της αίτησή της, θα προέρχονταν από την οικονομική συνεισφορά / από το εισόδημα του συζύγου της, πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από το περιλαμβανόμενο στην υπό κρίση αίτηση σχέδιο διευθέτησης των οφειλών των αιτούντων, το οποίο δεν αποτελεί αίτημα, ώστε κατ΄ άρθρο 106 του ΚΠολΔ να δεσμεύει το Δικαστήριο, αφού εν προκειμένω το αίτημα συνίσταται στην κατά την κρίση του Δικαστηρίου ρύθμιση των οφειλών των αιτούντων (άρθρα 1 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 8 παρ. 2 του ν. 3869 /2010). Από το γενικότερο πνεύμα των διατάξεων του νόμου 3869 / 2010, τον εξόχως κοινωνικό σκοπό που εξυπηρετεί η θέσπισή του και τις ειδικότερες διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1, 5 εδ. β, 7 παρ. 1, 8, όπως ίσχυαν κατά το χρόνο υποβολής και συζήτηση της αίτησης, σύμφωνα με τις οποίες ο οφειλέτης προτείνει σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, οι πιστωτές μπορούν επ’ αυτού να προτείνουν τροποποιήσεις, που αφού τις λάβει υπόψη του ο οφειλέτης μπορεί να επιφέρει μεταβολές στο αρχικό δικό του σχέδιο και ο ειρηνοδίκης αναλαμβάνει να διαμορφώσει τον τρόπο που θα γίνονται οι καταβολές, που μπορεί να είναι και μηδενικές, προκύπτει ότι ο ειρηνοδίκης δεν δεσμεύεται από τις προτάσεις των διαδίκων και αφού το αρχικό σχέδιο διευθέτησης του οφειλέτη μπορεί μέχρι τη δική του επέμβαση να έχει τροποποιηθεί, δικαιούται να ορίσει καταβολές κατώτερες των προτάσεων του οφειλέτη, ακόμη και στην περίπτωση που αυτός έχει προτείνει εναλλακτικό σχέδιο για την πιθανότητα αποτυχίας του δικαστικού συμβιβασμού. Αυτό, θα καθίσταται ιδιαιτέρως απαραίτητο όταν μεταξύ της κατάθεσης της αίτησης και της συζήτησης στο ακροατήριο, έχουν μεταξύ της κατάθεσης της αίτησης και της συζήτησης στο ακροατήριο, έχουν μεταβληθεί οι συνθήκες της αίτησης και της συζήτησης στο ακροατήριο, έχουν μεταβληθεί οι συνθήκες προς το χειρότερο για τον οφειλέτη, όπως όταν μειώνονται οι αποδοχές του, καθίσταται άνεργος και γενικά όταν τα διαθέσιμα για τους πιστωτές περιουσιακά του στοιχεία μειώνονται (βλ. και τις ενδεικτικές περιπτώσεις στην παράγραφο 5 του άρθρου 8 του Νόμου. Επισημαίνεται ότι ο δικαστής κατά το ανακριτικό σύστημα δεν περιορίζεται από το αίτημα περί δικαστικής ρύθμισης και το σχέδιο αποπληρωμής που προτείνει ο οφειλέτης. Συνεπώς, αν αξιολογήσει την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη ως τέτοια που επιβάλλει μικρές ή μηδενικές καταβολές, τότε θα το αποφασίσει ακόμα και αυτεπαγγέλτως, χωρίς την ανάγκη σχετικού αιτήματος του οφειλέτη (βλ. ΕιρΑλεξ 13/2014, ΕιρΚαβαλ 161/2012, ΕιρΝικαιας 39/2012, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ι. Βενιέρης σε Ι. Βενιέρη – Θ. Κατσά, ό.π., σελ. 179 και 395). Η παραπάνω ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 του νόμου 3869/2010 θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 ρύθμιση, εφόσον με τις καταβολές επί πενταετία δεν επέρχεται εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτριών των αιτούντων. Το προβαλλόμενο αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας των αιτούντων είναι υποχρεωτικό για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις σελ 148, αριθ. 16 και Ι. Βενιέρη – Θ. Κατσά, ό.π., σελ. 458-459). Έτσι θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους, για την οποία θα πρέπει να καταβάλουν το 80% της αντικειμενικής αξίας της, δηλαδή το ποσό των 97.334,40 Χ 80% = 77.867,52) εβδομήντα επτά χιλιάδες οκτακοσίων εξήντα επτά ευρώ και πενήντα δύο λεπτών (77.867,52 €). Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότητης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει (05) έτη μετά από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, καθότι κρίνεται ότι πρέπει να παρασχεθεί στους αιτούντες οφειλέτες περίοδος χάριτος. Ο χρόνος εξόφλησής του πρέπει να ορισθεί σε τριάντα (30) έτη (360 μήνες), λαμβανομένων υπόψη του αιτήματος των αιτούντων, της ηλικίας τους της διάρκειας των ένδικων δανείων, της τωρινής οικονομικής κατάστασής τους και της μη προοπτικής βελτίωσης της. Το ποσό που θα καταβάλλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, κάθε μήνα (η μηνιαία δόση) οι αιτούντες, στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής του άρθρου 9 § 2 του ν. 3869 / 2010, θα ανέρχεται σε 77.867,52 € : 360 μ. = 216,30 €) διακόσια δεκαέξι ευρώ και τριάντα λεπτά (216,30 €). Με τις καταβολές αυτές θα ικανοποιηθεί προνομιακά και κατά ένα μέρος της η απαίτηση της πρώτης καθ’ ης, η προερχόμενη από την ένδικη δανειακή σύμβαση στεγαστικού δανείου, για την εξασφάλιση της οποία έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης επί του ακινήτου της κύριας κατοικίας των αιτούντων και το υπόλοιπο της οποία, μετά τις από τον αιτούντα καταβολής της πενταετίας, ανέρχεται σε 106.361,34 ευρώ ποσό μεγαλύτερο από το 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας των αιτούντων. Ως προς το υπόλοιπο της απαίτησης αυτή και τις υπόλοιπες απαιτήσεις των πιστωτριών των αιτούντων, κατά το μέρος που δεν καλύφθηκαν από τις καταβολές της πενταετίας και μετά την εξάντληση του ποσού των 77.867,52 ευρώ του 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας τους, δεν μπορούν να ικανοποιηθούν και, με την τήρησης και αυτή της ρύθμισης, απαλλάσσονται οι αιτούντες.
Κατά συνέπεια, θα πρέπει να γίνει δεκτή εκάστη των αιτήσεων και ως βάσιμη στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη των αιτούντων, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας τους, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010. Παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται, καθόσον η παρούσα απόφαση υπόκειται μόνο σε έφεση και αναίρεση (άρθρο 14 ν. 3869/2010).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει τις με αριθμό καταθέσεως 93/2013 και 94/2013 αιτήσεις.
Δικάζει ερήμην της καθ’ ης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..……. ……………..….. ……..» και κατ΄ αντιμωλίαν των υπόλοιπων διαδίκων.
Δέχεται αμφότερες τις αιτήσεις.
Καθορίζει τις μηνιαίες επί μία πενταετία καταβολές του αιτούντος …………….. ………………. … ……. προς τις πιστώτριές του σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ συνολικά, τα οποία θα διανέμονται μεταξύ των πιστωτριών ως εξής: 1) Για τις απαιτήσεις της «……………….. … ……………. ………..……….…… Α.Ε.» ο αιτών θα καταβάλλει σε αυτήν το ποσό των διακοσίων τριών ευρώ και σαράντα λεπτών (203,40 €) μηνιαίως για μια πενταετία (172,32 € για την1α΄ απαίτησή της και 31,08 € για την 1β΄ απαίτησή της) και συνολικά, για τη ρύθμιση αυτή, δώδεκα χιλιάδες διακόσια τέσσερα (12.204,00) ευρώ. 2) Για τις απαιτήσεις της «……………………… ………………………. ………… ……………» ο αιτών θα καταβάλλει σε αυτή το ποσό των τριάντα επτά ευρώ και πενήντα επτά λεπτών (37,57 €) μηνιαίως και για μια πενταετία (32,19 € για τη 2α΄ απαίτησή της και 5,38 € για τη 2β’ απαίτησή της) και συνολικά, για τη ρύθμιση αυτή, δύο χιλιάδες διακόσια πενήντα τέσσερα ευρώ και είκοσι λεπτά (2.254,20 €). 3) Για την απαίτηση της « …………………………… ………….……………. ………» ο αιτών θα καταβάλλει σε αυτήν το ποσό των τεσσάρων ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (4,83 €) μηνιαίως για μια πενταετία και συνολικά, για τη ρύθμιση αυτή, διακόσια ογδόντα εννέα ευρώ και ογδόντα λεπτά (289,80 €). 4) Για την απαίτηση της «………………… ……………………….. …………..» ο αιτών θα καταβάλει σε αυτήν το ποσό των τεσσάρων ευρώ και είκοσι λεπτών (4,2 €) μηνιαίως για μια πενταετία κα συνολικά, για τη ρύθμιση αυτή, διακόσια πενήντα δύο (252,00) ευρώ. Οι ως άνω δόσεις θα καταβάλλονται μέσα το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα.
Ρυθμίζει τα χρέη της αιτούσας………………… ……….. … …………………… με τον ορισμό μηδενικών καταβολών προς την πιστώτριά της για μια πενταετία.
Εξαιρεί την εκποίηση της κύριας κατοικίας των αιτούντων και πιο συγκεκριμένα μία (01) μονοόροφη μονοκατοικία, εμβαδού 133,00 τετρ. μέτρων, η οποία είναι κτισμένη, από το 2005, σε ακίνητο (οικόπεδο) εμβαδού 948,00 τετρ. Μέτρων, που βρίσκεται στη θέση «…………..» ή «………….» της ……… ………. …………… (Τοπική Κοινότητα …… …… …………. …… …….. του Δήμου …………… ….. ….. …………..) ανήκει στη συγκυριότητα των αιτούντων και σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου στον καθένα από αυτούς και σε αυτή κατοικούν οι αιτούντες.
Επιβάλλει στους αιτούντες την υποχρέωση να καταβάλλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, για τη διάσωση της αμέσως παραπάνω κύριας κατοικίας τους, στην καθ΄ ης πιστώτριά τους «…………………….. …….. ………… …………………» το ποσό των διακοσίων δεκαέξι ευρώ και τριάντα λεπτών (216,30 €) ευρώ μηνιαίως και επί τριάντα (30) έτη (360 μήνες). Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει το πρώτο πενθήμερο του πρώτου μήνα, πέντε (05) χρόνια μετά τη δημοσίευση των παρούσας απόφασης, δηλαδή μέσα στο πρώτο πενθήμερο του Οκτωβρίου του 2019, και θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της ……………………. ……. …………………. αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς των Πράξεως Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 05 Σεπτεμβρίου 2014, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Ο Ειρηνοδίκης, Η Γραμματέας,