Νομολογία 205/2014

Αριθμός Απόφασης 205/2014
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας)

Αποτελούμενο από την Ειρηνοδίκη Ι. Κ. και από τη Γραμματέα Ο. Φ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 28 Ιανουαρίου 2014 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Σ. Κ. του Α., κατοίκου Πειραιά, που παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας της δικηγόρου Άννας Κορσάνου.

Των μετεχόντων στη δίκη πιστωτών, οι οποίοι κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους [άρθρα 5 ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ] και παρίστανται ως εξής:
1. Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «……………………… …………….» που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Ε. Τ.
2. Η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………………………… …………………» που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία δεν παραστάθηκε.
3. Η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……………………….. ……………………» που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενη, ως καθολική διάδοχος της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………………………………………………………», η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Γ. Κ.
4. Η ανώνυμη εταιρεία παροχής πιστώσεων με την επωνυμία «………………… ………………………….» θυγατρική του ………………………………, που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Μ. Χ.
Η αιτούσα με την από 12-1-2012 αίτησή της, εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού με αριθμό κατάθεσης 255/2012 ζήτησε όσα αναφέρονται σ’ αυτή.
Για τη συζήτηση της υπόθεσης ορίστηκε δικάσιμος αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την υπ’ αριθ. 9827/12.3.2012 έκθεση επίδοσης της Δικ. Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πειραιά Α.Α., προκύπτει ότι η δεύτερη των καθών κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, πλην όμως δεν παραστάθηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στο ακροατήριο από τη σειρά του πινακίου. Η υπόθεση ωστόσο θα συζητηθεί σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 754 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά, όπως σαφώς συνάγεται από το όλο περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση των χρεών της. με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει, αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά και με σκοπό την απαλλαγή της απ’ αυτά. Οι πιστώτριες ισχυρίζονται ότι η ένδικη αίτηση είναι αόριστη, διότι δεν αναφέρονται με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία προκύπτει η μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρεών της αιτούσας, καθώς και το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της. Επίσης, οι πιστώτριες ισχυρίζονται ότι η ένδικη αίτηση είναι απορριπτέα διότι δεν προκύπτει μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της αιτούσας. Ο ισχυρισμός αυτός των πιστωτριών κρίνεται απορριπτέος διότι για την αδυναμία πληρωμών αρκεί η αντιπαράθεση των εισοδημάτων του οφειλέτη με τις μηνιαίες δαπάνες για την κάλυψη των βιοτικών του αναγκών. Η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και η διατήρηση ενός στοιχειώδους επιπέδου αντιμετώπισης των οφειλετών επιβάλλουν να χαρακτηρισθεί ως αδυναμία πληρωμών η περίπτωση του οφειλέτη που ακόμη και αν δύναται να ικανοποιήσει το σύνολο των οφειλών του αν διαθέσει το σύνολο των εισοδημάτων του, αλλά χωρίς όμως να εξασφαλίζει στοιχειώδες επίπεδο διαβίωσης για τον ίδιο και την οικογένεια του. Περαιτέρω, η ένσταση που υπέβαλαν οι πιστώτριες για δόλια περιέλευση της αιτούσας σε αδυναμία πληρωμής πρέπει να απορριφθεί διότι δεν νοείται δολιότητα του οφειλέτη μόνο βάσει του γεγονότος ότι προέβη σε ανάληψη υποχρεώσεων, των οποίων η εξυπηρέτηση είναι επισφαλής, αλλά απαιτείται και η από τον δανειολήπτη πρόκληση άγνοιας στους πιστωτές του, δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να εξακριβώσουν την οικονομική συμπεριφορά και τις λοιπές δανειακές υποχρεώσεις των υποψηφίων πελατών τους. Για τη θεμελίωση άλλωστε της σχετικής ένστασης περιέλευσης στην κατάσταση αυτή με δόλο επιβάλλεται στον πιστωτή να αναφέρει συγκεκριμένες ενέργειες του οφειλέτη με στόχο την απόκρυψη της πραγματικής οικονομικής κατάστασης και των υποχρεώσεών του και στόχο τη συνέχιση ανάληψης υποχρεώσεων εκ μέρους του. Επίσης πρέπει να απορριφθεί η ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που υπέβαλαν οι πιστωτές διότι από τα έγγραφα που προσκόμισε η αιτούσα αποδεικνύεται η μεταβολή της οικονομικής της κατάστασης και η πραγματική αδυναμία της να αποπληρώσει τις οφειλές της και σε καμία περίπτωση δεν προέκυψε σκοπός της αιτούσας να υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 προκειμένου να αποφύγει την εκπλήρωση συμβατικών της υποχρεώσεων. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρο 3 του Ν. 3869/2010) στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία της η άνω οφειλέτρια και σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδ. με το άρθρο 3 του Ν. 3869/2010. Για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκε το στάδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού που προβλεπόταν από την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010 που εξακολουθεί να ισχύει όμως για τις εκκρεμούσες αιτήσεις (αρθρ. 19 παρ. 3 Ν. 4161/2013) αφού προσκομίζονται: α) βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού (βλ. την από 11-1-2012 βεβαίωση της δικηγόρου κ. Άννας Κορσάνου) και β) η υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων της, των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία. Επίσης, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές της (άρθρο 13 παρ. 2 Ν. 3869/2010). Περαιτέρω, η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8, 9 και 11 του ν. 3869/2010, καθ’ όσον με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της, επομένως πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης.
Από την χωρίς όρκο κατάθεση της αιτούσας που περιέχεται στα πρακτικά της δίκης, καθώς και τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι αποδείχθηκαν κατά την κρίση του δικαστηρίου τα ακόλουθα: Η αιτούσα γεννήθηκε το έτος 1957 είναι διαζευγμένη και έχει μία ενήλικη κόρη. Είναι συνταξιούχος από τον Ιούνιο του έτους 2012 με μηνιαία σύνταξη 813 ευρώ. Η αιτούσα έχει περιέλθει από τον Ιούλιο του έτους 2011 σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές της, καθώς η συρρίκνωση των εισοδημάτων της λόγω της ανεργίας που είχε περιέλθει σε συνδυασμό με την αύξηση της φορολόγησης των φυσικών προσώπων, την οδήγησαν σε εσφαλμένες εκτιμήσεις ως προς τις δυνατότητες αποπληρωμής των δανειακών της υποχρεώσεων, που ανέρχονται στο ποσό των 81.354,05 ευρώ, η δε αδυναμία της αυτή δεν οφείλεται σε δόλο αλλά στις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες (δεν αποδείχθηκε δόλια περιέλευση). Έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία καθ’· όσον δεν πιθανολογήθηκε από κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι στο εγγύς μέλλον θα αποκατασταθεί η ρευστότητα της αιτούσας σε σχέση με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της, κρινομένης της οικονομικής κατάστασης της αιτούσας από το χρόνο υποβολής της αίτησης της μέχρι τη συζήτηση της. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη τα οποία κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 98 επ.), εξαιρουμένων δε των κατωτέρω εμπραγμάτως ασφαλισμένων δανείων, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/2010). Ειδικότερα 1) Από την «…………………………………………» της έχει χορηγηθεί: α) μια πιστωτική κάρτα δυνάμει του υπ’ αριθμ. ………………………… λογαριασμού το ύψος της οποίας την 12-6-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών) ανερχόταν στο ποσό των 3.247,15 ευρώ, β) μια πιστωτική κάρτα (ενέχεται ως εγγυήτρια), δυνάμει του υπ’ αριθμ. ………………………….. λογαριασμού το ύψος της οποίας την 30-6-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών), ανερχόταν στο ποσό των 3.000 ευρώ και γ) μια πιστωτική κάρτα (ενέχεται ως εγγυήτρια), δυνάμει του υπ’ αριθμ. 190/517279-98 λογαριασμού το ύψος της οποίας την 30-6-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών), ανερχόταν στο ποσό των 3.000 ευρώ. ήτοι 9.247,15 ευρώ, 2) Από την «………………….. ……………………………………» της έχει χορηγηθεί: α) μία πιστωτική κάρτα δυνάμει της υπ’ αριθμ. 4940410687036000 συμβάσεως το ύψος της οποίας την 27-6-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών) ανερχόταν στο ποσό των 2.992,06 ευρώ και β) μία πιστωτική κάρτα δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……………………………….. συμβάσεως το ύψος της οποίας την 27-6-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών) ανερχόταν στο ποσό των 2.941,60 ευρώ, ήτοι 5.933,66 ευρώ, 3) Από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………………………………………….», στη θέση της οποίας υπεισήλθε η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……………………………….. …………………………….», ως καθολική διάδοχος της έχει χορηγηθεί: α) ένα στεγαστικό δάνειο δυνάμει της υπ’ αριθμ. ………………………….. σύμβασης το ύψος του οποίου την 4-7-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών) ανερχόταν στο ποσό των 48.943,71 ευρώ και β) ένα στεγαστικό δάνειο δυνάμει της υπ’ αριθμ. …………………………… σύμβασης το ύψος του οποίου την 4-7-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών) ανερχόταν στο ποσό των 12.858,29 ευρώ, ήτοι 61.802 ευρώ και 4) Από την «…………………………. ………………..» της έχει χορηγηθεί μία πιστωτική κάρτα δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……………………………… σύμβασης το ύψος της οποίας την 4-7-2011 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών) ανερχόταν στο ποσό των 4.371,24 ευρώ.
Οι απαιτήσεις της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………… …………………………………», στη θέση της οποίας υπεισήλθε η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «………………………………………….», ως καθολική διάδοχος αυτής, είναι εξοπλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία της αιτούσας (βλ. τις ΑΠ 31/09 και ΕφΘεσ 4/2010 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ’ άρθρο 1007 παρ. 1).
Μοναδικά αξιόλογα περιουσιακά της στοιχεία που μπορούν να εκποιηθούν και να αποφέρουν κάποιο αξιόλογο τίμημα αποτελούν: Α) Πλήρης κυριότητα σε ποσοστό 100% στο Δ-1 διαμέρισμα του τετάρτου ορόφου, που βρίσκεται στον ……………….., ………………………………, επιφανείας 84 τ.μ. Η κατοικία αυτή αποτελεί την μοναδική κύρια κατοικία της αιτούσας, η αξία της οποίας δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολόγητου ποσού πρώτης κατοικίας, προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεση από την εκποίηση. Η αντικειμενική αξία του άνω ακινήτου, του οποίου ζητείται η εξαίρεση από τη ρευστοποίηση, ανέρχεται στο ποσό των 171.864 ευρώ (βλ. ΕΤΑΚ 2009). Β) Ψιλή κυριότητα στο Δ-3 διαμέρισμα του τετάρτου ορόφου, που βρίσκεται στον Πειραιά, ……………….………………………….., επιφανείας 28 τ.μ. Η αντικειμενική αξία αυτού ανέρχεται στο ποσό των 20.790 ευρώ (βλ. ΕΤΑΚ 2009). Το ακίνητο αυτό ενόψει του δικαιώματος της αιτούσας κατά ψιλή κυριότητα δεν θεωρείται ως περιουσιακό στοιχείο άξιο λόγου για την εξασφάλιση των πιστωτών γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, αλλά ούτε και να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών του αιτούντος, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης, γι’ αυτό κρίνεται ότι δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ’ αρθ. 9 παρ. 1 ν. 3869/2010 εκποίηση του και για το λόγο επίσης ότι το 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας της υπερκαλύπτει το συνολικό ποσό των απαιτήσεων των πιστωτών. Επίσης η αιτούσα είναι κυρία κι ενός ΙΧΕ αυτ/του μάρκας NISSAN ALMERA μοντέλο 1997 του οποίου η εμπορική αξία εκτιμάται κατά την κρίση του δικαστηρίου σε 1.500 ευρώ. Ενόψει της παλαιότητας του και της χρησιμότητας του για τις μεταφορικές ανάγκες της αιτούσας, δεν κρίνεται πρόσφορο προς εκποίηση, γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσει κανένα αγοραστικό ενδιαφέρον, αλλά ούτε να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ.), δεν πρέπει να διαταχθεί η εκποίηση του.
Με βάση τα προλεχθέντα, συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας, οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010. Έτσι, η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στους πιο πάνω πιστωτές από τα εισοδήματα της επί πενταετία, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτούς της απόφασης. Όσον αφορά το προς διάθεση στους πιστωτές της ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών της αναγκών, ανέρχεται σε 100€ το μήνα (η ίδια με το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της προσφέρεται στην καταβολή μηνιαίως του ως άνω ποσού, βλ. κατάθεσή της), ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές της δυνατότητες. Το συνολικό ποσό των οφειλών της προς τους πιστωτές ανέρχεται σε 81.354,05 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε: α) ποσό 9.247,15€ συνολικά προς την «……………………………………………», β) ποσό 5.933,66€ προς την «……………………………………………………». γ) ποσό 48.851,52€ συνολικά προς τη «……………………………………………» και δ) ποσό 4.371,24€ προς την «……………………………………………….» στις οποίες αναλογεί από το ποσό των εκατό ευρώ, στην πρώτη αυτό των 11,37 ευρώ (100 : 81.354,05 Χ 9.247,15). στη δεύτερη αυτό των 7,29 ευρώ (100 : 81.354,05 Χ 5.933,66), στην τρίτη αυτό των 75,97 ευρώ (100 : 81.354,05 Χ 61.802) και στην τέταρτη αυτό των 5,37 ευρώ (100 : 81.354.05 Χ 4.371,24). Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της πενταετίας κάθε πιστωτής θα έχει λάβει τα εξής ποσά: α) Η «…………………………………….» ποσό 682,20 ευρώ με υπόλοιπο απαίτησης 8.564,95 ευρώ (9.247,15 – 682.20), β) Η «…………………………………………..» ποσό 437,40 ευρώ με υπόλοιπο απαίτησης 5.496,26 ευρώ (5.933,66-437,40), γ) Η «……………………………. ……………………………………….» ποσό 4.558,20 ευρώ με υπόλοιπο απαίτησης 57.243,80 ευρώ (61.802 – 4.558,20) και δ) Η «……………………… …………………………………….» ποσό 322,20 ευρώ με υπόλοιπο απαίτησης 4.049,04 ευρώ (4.371,24 – 322,20).
Η παραπάνω ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του αρθρ. 9 § 2 ν. 3869/10, εφόσον με τις καταβολές επί 5ετία δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτών της αιτούσας και προβάλλεται αίτημα εξαίρεσης της κατοικίας της από την εκποίηση, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 148, αριθ. 16). Έτσι, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, για την οποία θα πρέπει να καταβάλει το 80% της αντικειμενικής αξίας της (ευρώ) όχι όμως στο σύνολο της καθώς το ποσό αυτό (80% X 171.864 = 137.491,20) υπερβαίνει το σύνολο της οφειλής της αιτούσας αλλά μέχρι το ποσό της εναπομείνουσας οφειλής της αιτούσας προς τους πιστωτές της μετά τις καταβολές επί 5ετία, δηλαδή το ποσό των 75.354,05 ευρώ (81.354,05 – 6.000). Η αποπληρωμή του ποσού αυτού, θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει πέντε (5) χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε 20 χρόνια, λαμβανομένων υπόψη του συνόλου των χρεών της αιτούσας, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της. Η μηνιαία, επομένως, δόση που θα καταβάλλει η αιτούσα προς τους πιστωτές σ’ αυτό το στάδιο της ρύθμισης, θα ανέρχεται στο ποσό των 313,97€ (75.038,83€ : 239 μήνες), για τις δόσεις από 1η μέχρι τη 239η και ποσό 315,22€ για τη 240η δόση, ήτοι σύνολο 75.354,05 ευρώ. Από τις καταβολές αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας θα ικανοποιηθούν προνομιακά οι απαιτήσεις της πιστώτριας «…………………………………………………………..», στη θέση της οποίας υπεισήλθε η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «………….……… …………………………………………………», καθώς είναι εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια (προσημειώσεις υποθήκης) και εν συνεχεία οι απαιτήσεις των υπολοίπων πιστωτών. Όπως προαναφέρθηκε, το υπόλοιπο των απαιτήσεων της «…………………………………………….» μετά τις καταβολές επί 5ετία ανέρχεται σε 57.243,80 ευρώ και θα ικανοποιηθεί στο σύνολό του και στη συνέχεια το υπόλοιπο των απαιτήσεων των υπολοίπων πιστωτών. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού, θα πραγματοποιηθεί, σύμφωνα με το νόμο, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει πέντε (5) χρόνια μετά τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, επειδή κρίνεται ότι πρέπει να παρασχεθεί στην αιτούσα η ως άνω περίοδος χάριτος, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε 20 χρόνια (240 μηνιαίες δόσεις), λαμβανομένης υπόψη, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της.
Η μηνιαία, επομένως, δόση που θα κατά βάλλει η αιτούσα αρχικώς προς την «………………………………….» και μετέπειτα προς τις άλλες πιστώτριες σ’ αυτό το στάδιο της ρύθμισης, θα ανέρχεται στο ποσό των 313,97 ευρώ (75.038,83€ : 239 μήνες) και ποσό 315,22 ευρώ για τη 240η δόση. Ειδικότερα τους πρώτους 182 μήνες θα καταβάλλει στην «………………………………….» το ποσό των 313,97 ευρώ και τον 183° μήνα το ποσό των 101,26 ευρώ, ήτοι συνολικά 57.243,80 ευρώ, εν συνεχεία προς τους υπόλοιπους πιστωτές, ήτοι «……………………………………….», «…………………………………….» και «……………………………………………..», τον 183° μήνα θα καταβάλλει συμμέτρως το υπολειπόμενο ποσό των 212,71 ευρώ και τους μήνες (184ος -239ος) θα καταβάλλει συμμέτρους το ποσό των 313,97 ευρώ, ενώ τον 240° μήνα επίσης θα καταβάλλει συμμέτρως το ποσό των 315,22 ευρώ.
Οι απαιτήσεις αυτές, μετά το πέρας της προηγούμενης ρύθμισης, δηλαδή μετά τις καταβολές επί πενταετία, θα έχει διαμορφωθεί, όπως προαναφέρθηκε, στο ποσό των 75.354,05€. Η ικανοποίηση των πιστωτών ………….. Τ αυτών θα γίνει μέχρι το ποσό των 75.354,05€, το οποίο είναι μικρότερο του 80% της αντικειμενικής αξίας επί του ακινήτου της. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη της αιτούσας, με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της δεύτερης των καθών και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ τις επί πενταετία μηνιαίες καταβολές της αιτούσας οι οποίες θα αρχίσουν την πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα μετά τη κοινοποίηση προς αυτούς της απόφασης επί μια πενταετία, στο συνολικό ποσό των 100 ευρώ το οποίο θα κατανέμεται συμμετρικά μεταξύ τους ως εξής: α) στην «…………… …………………………» ποσό 11,37 ευρώ, β) στην «…………………………» ποσό 7,29 ευρώ, γ) στην «…………………………………………..» ποσό 75,97 ευρώ και δ) στην «……………………………………….» ποσό 5,37 ευρώ.
ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσας, ήτοι, το Δ-1 διαμέρισμα του τετάρτου ορόφου, που βρίσκεται στον Πειραιά, …………….. ………………………….., επιφανείας 84 τ.μ., πλήρους κυριότητας της αιτούσας σε ποσοστό 100%.
ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ το καταβλητέο από την αιτούσα προς τους πιστωτές ποσό για τη διάσωση της κατοικίας της σε εβδομήντα πέντε χιλιάδες τριακόσια πενήντα τέσσερα ευρώ και πέντε λεπτά (75.354,05) ευρώ, που θα καταβληθεί σε 239 ισόποσες μηνιαίες δόσεις ποσού τριακοσίων δέκα τριών ευρώ και ενενήντα επτά λεπτών (313,97) η κάθε μία και η τελευταία δόση, ήτοι η 240η ποσού τριακοσίων δέκα πέντε ευρώ και είκοσι δύο λεπτών (315,22). Ειδικότερα τους πρώτους 182 μήνες η αιτούσα θα καταβάλλει στην «……………………………» το ποσό των 313,97 ευρώ και τον 183° μήνα το ποσό των 101.26 ευρώ, ήτοι συνολικά 57.243,80 ευρώ, εν συνεχεία προς τους υπόλοιπους πιστωτές, ήτοι «……………………………………», «……………………………………….» και «……………………………………………», τον 183° μήνα θα καταβάλλει συμμέτρους το υπολειπόμενο ποσό των 212,71 ευρώ και τους μήνες (184ος – 239ος) θα καταβάλλει συμμέτρως το ποσό των 313,97 ευρώ, ενώ τον 240° μήνα επίσης θα καταβάλλει συμμέτρως το ποσό των 315,22 ευρώ.
Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα πέντε (5) χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 7 Μαΐου 2014 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κύλιση στην κορυφή