Με την απόφαση αυτή, σε υπόθεση που χειρίστηκε επιτυχώς το γραφείο μας, το Ειρηνοδικείο προχώρησε σε σημαντικότατη διαγραφή χρέους, ύψους 31.342,68 ευρώ για 34χρονο δανειολήπτη με πρώην εμπορική ιδιότητα.
Ειδικότερα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρόκειται για ημερομίσθιο εργάτη με μηνιαίες αποδοχές που ανέρχονται στα 845 ευρώ και συνολικό ποσό οφειλής 104.499,24 ευρώ. Η σύζυγος αυτού είναι άνεργη, ενώ έχουν αποκτήσει δύο ανήλικα τέκνα. Ο αιτών σε προγενέστερο χρόνο είχε προβεί σε σύσταση ομόρρυθμης εταιρείας με σκοπό την εκμετάλλευση περιπτέρου. Το κρίσιμο στην απόφαση αυτή είναι ότι η αίτηση του δανειολήπτη έγινε δεκτή παρά το γεγονός πως αυτός στο παρελθόν είχε την εμπορική ιδιότητα, αφού όπως έγινε δεκτό και από το δικαστήριο, όταν έπαυσε την λειτουργία της επιχείρησης του δεν υπήρχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές, καθώς δεν είχε προβεί ακόμα σε στάση πληρωμών. Ο αιτών, ακόμη και μετά την διακοπή των εργασιών της επιχείρησης του εξακολουθούσε να καταβάλει ποσά στην καθ’ ης πιστώτρια. Με την απόφαση αυτή λοιπόν, με την οποία συν τοις άλλοις κρίθηκε πως ο δανειολήπτης δεν περιήλθε δολίως σε αδυναμία πληρωμών, ορίστηκε να καταβάλει το ποσό των 145 ευρώ ως μηνιαία δόση για πέντε έτη. Εν συνεχεία, θα καταβάλει το ποσό των 268,57 ευρώ ως μηνιαία δόση για 20 χρόνια για τη διάσωση της κύριας οικίας του, η οποία και εξαιρείται από την εκποίηση για την ικανοποίηση της πιστώτριας. Είναι ζωτικής σημασίας να αναφερθεί πως μολονότι η προσωρινή διαταγή είχε απορριφθεί, εντούτοις η οριστική απόφαση κάνει δεκτή την εν λόγω αίτηση.
Η απόφαση αυτή του Ειρηνοδικείου Κρωπίας συνιστά μία σημαντικότατη απόφαση η οποία πραγματεύεται με συγκρότηση κρίσιμα νομικά ζητήματα που άπτονται της εμπορικής ιδιότητας και της δόλιας περιέλευσης σε αδυναμία πληρωμών.
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΡΩΠΙΑΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
Αριθμός 685 / 2014
Το ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΡΩΠΙΑΣ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη……….. …………… με τη σύμπραξη της Γραμματέως …… ….. .
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 12 Μαρτίου 2014 για να δικάσει την υπόθεση :
Του αιτούντος …… …. του ……… και της ……, κατοίκου Κορωπίου, οδός ………… …., ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου του, Άννας Κορσάνου (υπ’ αριθμ. …………γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΑ).
Της μετέχουσας στη δίκη πιστώτριας, η οποία κατέστη διάδικος μετά τη νόμιμη κλήτευσή της (αριθμ. 5 Ν.3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ) και παραστάθηκε ως εξής :
Η εταιρία με την επωνυμία «…… ……. …. …… .. …» που εδρεύει στη (…. ……. …) και εκπροσωπείται νόμιμα, καθολική διάδοχος της «…… ……. ……. …….. …….»,
Της κυρίως παρεμβαίνουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……. …….. ….», ως ειδικής διαδόχου, της εταιρίας με την επωνυμία «…… ……. …. …… .. …» και της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……. …… ……. ……. …….» που εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού …….. αρ. . και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της, ……. ……….. …. (υπ’ αριθμ. …….γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΑ).
Ο αιτών με την με αριθμό κατάθεσης …….. αίτησή του, που κατέθεσε νόμιμα στο Δικαστήριο τούτο, ζήτησε τα όσα αναφέρονται σ’ αυτή. Για την αίτηση αυτή, με την από 21-3-2013 πράξη της Ειρηνοδίκη Υπηρεσίας για το Ειρηνοδικείο Κρωπίας, ορίστηκε ημέρα συζήτησης η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο κατά τη σειρά της εγγραφής της σε αυτό και παραστάθηκαν οι διάδικοι, όπως πιο πάνω αναφέρθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη με αριθμό …………… έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……… .. ……………, την οποία προσκομίζει ο αιτών, προκύπτει ότι αντίγραφο της αντίστοιχης αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την παρούσα δικάσιμο, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην περιλαμβανόμενη στην υποβληθείσα από αυτόν κατάσταση, πιστώτρια, «…… ……. …. …… .. …» (122 παρ. 1, 123, 124, 126 παρ. 1, 127 παρ. 1). Η τελευταία, όμως, δεν εμφανίστηκε στην παρούσα δικάσιμο, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου και συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως, σαν να ήταν παρόντες όλοι ο διάδικοι (271 παρ. 1 και 2, 741, 754 παρ. 2 ΚΠολΔ). Η ανωτέρω αναφερόμενη πιστώτρια τράπεζα, προς την οποία η κρινόμενη αίτηση κοινοποιήθηκε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 5 του ν. 3869/2010, καθίσταται υποκείμενο της παρούσης δίκης, κατ΄ άρθρο 748 παρ. 2 ΚΠολΔ, ανεξαρτήτως της συμμετοχής της σ’ αυτήν, κέκτηται δε τα υπό του νόμου οριζόμενα δικαιώματα, ενώ υπόκειται στις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις ( Π. Αρβανιτάκη Η εκούσια δικαιοδοσία ως διαδικαστικό πλαίσιο του Ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων).
Από τις διατάξεις του 225 §1 και 2 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι παρέχεται η δυνατότητα στους διαδίκους και μετά την εκκρεμοδικία να μεταβιβάσουν το επίδικο πράγμα ή δικαίωμα, υπό τους όρους και προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου. Η μεταβίβαση όμως του επίδικου πράγματος ή δικαιώματος, που έγινε μετά την επέλευση της εκκρεμοδικίας, δεν επιφέρει μεταβολή στην έννομη σχέση της δίκης, διότι αυτή δεν αποβαίνει αναγκαίο παρακολούθημα της ουσιαστικής έννομης σχέσης, αλλά η δίκη συνεχίζεται μεταξύ των διαδίκων, εωσότου νομίμως περατωθεί. Μέχρι τότε, μόνος νομιμοποιούμενος να διεξαγάγει τη δίκη είναι ο διάδικος που μεταβίβασε μετά την επέλευση της εκκρεμοδικίας το επίδικο πράγμα ή δικαίωμα (ΑΠ 1591/2003 ), ή σε περίπτωση θανάτου αυτού, ο νομιμοποιούμενος, σύμφωνα με το άρθρο 290 του ΚΠολ, να συνεχίσει στο όνομα του τη δίκη, κληρονόμος αυτού (ΑΠ 644/2000, ΑΠ 103/1997, ΑΠ πλειοψ. 372/1989). Ο ειδικός διάδοχος του δεν αποκτά αυτοδικαίως την ιδιότητα του διαδίκου και δεν εισέρχεται στη θέση του δικαιοπαρόχου του, διαδίκου, ούτε μετά τον θάνατο του τελευταίου, αλλά έχει δικαίωμα, έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, ν’ ασκήσει παρέμβαση, ακόμη και για πρώτη φορά ενώπιον του Αρείου Πάγου (ΟλΑΠ1/1996). Εξάλλου η δικαστική ρύθμιση των οφειλών, που ανοίγει με την αίτηση του άρθρ. 4 § 1 ν. 3869/2010, αποτελεί μη γνήσια υπόθεση της εκούσιας δικαιοδοσίας, δηλαδή γνήσια ιδιωτικού δικαίου διαφορά, που για λόγους σκοπιμότητας έχει υπαχθεί στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Σ’ αυτές, το αντικείμενο της δίκης ταυτίζεται προς το αντίστοιχο αντικείμενο της δικής της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας και ιδίως με το αντικείμενο της διαπλαστικής αγωγής (Π. Αρβανιτάκη : «Η εκούσια διαδικασία ως διαδικαστικό πλαίσιο του Ν. 3869/2010, σε σεμινάριο επιμορφώσεως Ειρηνοδικών στην Εθνική Σχολή δικαστικών Λειτουργών). Συνεπώς και στις διαφορές του ν. 3869/2010, εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 225 ΚΠολΔ, που, όπως προαναφέρθηκε, ορίζει ότι η διάθεση του περιουσιακού δικαιώματος, στο οποίο αφορά το αιτούμενο ρυθμιστικό μέτρο εκούσιας δικαιοδοσίας, είναι έγκυρη, και η σχετική διαδικασία συνεχίσει την πορεία της ακώλυτα, ο δε ειδικός διάδοχος του αρχικά νομιμοποιούμενου έχει δικαίωμα, έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, ν’ ασκήσει παρέμβαση. Η παρέμβαση αυτή παραδεκτά ασκείται προφορικά, δεδομένου ότι στις υποθέσεις του είδους αυτού δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 752 παρ. 1 του ΚΠολΔ, που απαιτεί η κύρια παρέμβαση ν’ ασκείται με ιδιαίτερο δικόγραφο και στο Ειρηνοδικείο, αλλά η διάταξη του άρθρου 54 παρ. 1 εδ. β του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007), που επιτρέπει την προφορική άσκηση των παρεμβάσεων στην πτωχευτική διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο του ν. 3869/2010 και αφού ο ειδικός αυτός νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, δεδομένου ότι περιπτώσεις που ρυθμίζουν οι δύο αυτοί νόμοι παρουσιάζουν αναλογίες (Π. Αρβανιτάκη Η Εκούσια Δικαιοδοσία ως διαδικαστικό πλαίσιο του Ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων).
Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, εμφανίστηκε η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «……. …….. ….», ως ειδική διάδοχος των περιουσιακών στοιχείων της Εταιρίας με την επωνυμία «…… ……. …… .. …», τα οποία έχουν μεταβιβασθεί προς την ανωτέρω τράπεζα, μετά τη γένεση της εκκρεμοδικίας της υπό κρίση αιτήσεως, ήτοι μετά την 21-03-2013, συγκεκριμένα δε εν προκειμένω ως ειδική διάδοχος : α) της απαίτηση της «…… ……. …. .. …» που απορρέει από την με αριθμό ………… σύμβαση χορήγησης δανείου, καθώς και των παρεπομένων αυτών ενοχικών και εμπραγμάτων εξασφαλίσεων, οι οποίες μεταβιβάσθηκαν στην ………….. (στις οποίες υποκαθίσταται πλήρως) ως στοιχεία του ενεργητικού και μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία. Η δήλωση αυτή της ως άνω εμφανισθείσας, εκτιμάται, κατά τα αναφερόμενα στην μείζονα σκέψη, ως κύρια παρέμβαση στην παρούσα εκκρεμή δίκη, εφόσον η ανωτέρω παρεμβαίνουσα έχει έννομο συμφέρον ως ειδική διάδοχος της καθ’ ης Εταιρίας με την επωνυμία «…… ……. …. …… .. …», για την προαναφερθείσα απαίτηση, ζητά δε να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση, να ρευστοποιηθεί η περιουσία του αιτούντος, και να ικανοποιηθεί για το σύνολο των απαιτήσεών της και να καταδικασθεί ο αιτών στη δικαστική της δαπάνη (βλ. 1/2012 Ειρ. Καλύμνου, 89/2013 Ειρ. Κορίνθου, 39/2012 Ειρ. Νίκαιας, 29/2012 Ειρ. Χαλανδρίου, Γ. Ευστρατιάδης: «Ν.3869/2010 Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις», σελ.7, σε σεμινάριο επιμορφώσεως Ειρηνοδικών στην Εθνική Σχολή δικαστικών Λειτουργών). Κατόπιν τούτου, η ένδικη κύρια παρέμβαση, ως νομίμως ασκηθείσα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, συνεκδικαζόμενη με την ένδικη αίτηση.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, «φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή». Η προϋπόθεση της έλλειψης πτωχευτικής ικανότητας διατυπώνεται από τον νομοθέτη αρνητικά. Το σχετικό αρνητικό γεγονός δεν είναι κατ’ αρχήν απαραίτητο να διαλαμβάνεται στην αίτηση ως στοιχείο ενεργητικής νομιμοποίησης. Σύμφωνα με τον σκοπό του νόμου, στη ρύθμιση του νόμου υπάγονται μόνο φυσικά πρόσωπα, και μάλιστα πρόσωπα που δεν ασκούν αυτοτελή οικονομική δραστηριότητα, που να τους προσδίδει την ιδιότητα του εμπόρου. Προσθέτως, υπάγονται και όσοι ήταν έμποροι, έπαψαν όμως την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα, χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους (2 παρ. 3 ΠτΚ) (εντάσσονται στο Ν. 3869/2010, αν έπαυσαν να έχουν εμπορική ιδιότητα, συνέχισαν τις πληρωμές και έπειτα περιήλθαν σε αδυναμία πληρωμών βλ. ΕιρΑθ 142/2011, ΕιρΑθ 127/2011, ΕιρΘεσ 6759/2011). Υπάγονται και οι «μικροέμποροι», για τους οποίους το κέρδος από την άσκηση εμπορικών πράξεων αποτελεί αμοιβή του σωματικού τους μόχθου και κόπου και όχι κερδοσκοπικής δραστηριότητας (ΑΠ 945/1995 ΕΕμπΔ 1996.62) όπως είναι π.χ. η μοδίστρα, ο υπαίθριος μικροπωλητής σε πάγκους, αγορές και πανηγύρια, ο γυρολόγους, ο πλανόδιος λαχειοπώλης κ.λπ., καθώς αυτοί είναι βιοπαλαιστές έτοιμοι να τραπούν εις άλλα βιοποριστικά επαγγέλματα από εποχής εις εποχήν και επομένως δεν έχουν κατά τα ισχύοντα στον ΠτΚ πτωχευτική ικανότητα (ΑΠ 947/1995 ΕΕμπΔ 1996.62, ΑΠ 463/1991 ΕλλΔνη 1991.1216, ΕφΑθ 11433/1995 ΔΕΕ 1996.490, ΕφΑθ 11982/1989, ΑρχΝ 1991.341, ΕιρΑΘ 5074/2011 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΓνωμΟλΝΣΚ 90/2008, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Παναγιώτης Κατσιρούμπας Πρόεδρος Εφετών, Εισήγηση στην Εθνική σχολή Δικαστών – Πρόγραμμα επιμόρφωσης Ειρηνοδικών, Θεσσαλονίκη 8 και 9-12-2010, σελ. 3, Αθανάσιος Κρητικός ο.π., σελ. 47, Βενιέρης -Κατσάς Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, σελ. 39 και 54, Λιβαδά Χρ Νεότερες αντιλήψεις για την εμπορική ιδιότητα στο παράδειγμα του Ν. 3869/2010, ΧρηΔ 2011.204, Περάκης, Γενικό μέρος του εμπορικού δικαίου, 1999, σελ. 253. Αντιθέτως, δεν υπάγονται στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 οι οφειλέτες που κατά τον χρόνο της παύσεως των πληρωμών είχαν την εμπορική ιδιότητα (αν έπαυσαν τις πληρωμές, όταν ήταν ακόμα έμποροι τότε απορρίπτεται η αίτηση βλ. ΕιρΑθ 43/2011, ΕιρΑΘ 55/2011, ΕιρΘεσ 6372/2011, ΕιρΧαν 333/2011, ΕιρΘες 5106/2011, αδημ. Αθανάσιος Κρητικός ο.π., σελ. 47). Πρέπει, περαιτέρω να τονιστεί ότι στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 δεν υπάγονται ούτε τα ιδιωτικά χρέη του εμπόρου (ΕιρΑθ 165/2011 αδημ.,Αθανάσιος Κρητικός , ο.π., σελ. 49, Βενιέρης-Κατσάς ό.π., σελ. 36). Η εμπορική ιδιότητα, είτε υφιστάμενη, είτε αναγόμενη στο παρελθόν κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του νόμου (ΕιρΑθ 43/2011, ΕιρΑθ 55/2011, ΕιρΘεσ 6372/2011, αδημ., απορρίπτονται σε αυτές τις περιπτώσεις οι αιτήσεις υπαγωγής στο Ν. 3869/2010). Κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠτΚ (Ν. 3588/2007) πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ και τη διδασκαλία του εμπορικού δικαίου, έμπορος είναι ο κατά σύνηθες επάγγελμα ασκών εμπορικές πράξεις (βλ. ΓνωμΝΣΚ 200/2010, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, που παραπέμπει σε βιβλιογραφία για την ορθή επισήμανση ότι σημασία έχει το σύνηθες και όχι το κύριο επάγγελμα). Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη στην νομολογία και την επιστήμη οι ομόρρυθμοι εταίροι, ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, είναι έμποροι. Οι εταίροι αποκτούν την εμπορική ιδιότητα εξαιτίας της συμμετοχής τους στην εταιρεία (με παράγωγο τρόπο), χωρίς να απαιτείται να διενεργούν οι ίδιοι εμπορικές πράξεις ή να έχουν χαρακτηριστεί από το νόμο ως έμποροι (βλ. Περάκη ό. σελ. 244-245, . Λ Γεωργακόπουλο Εγχειρίδιο εμπορικού δικαίου – τόμος 1 οι έμποροι – τεύχος 1 γενικό μέρος, 1995, σελ. 74). Οι έμποροι επομένως, για τους οποίους μάλιστα βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του Διατάγματος περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας, σύμφωνα με το όποιο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται ότι γίνεται χάριν της εμπορίας του, αποκλείονται από την εφαρμογή του νόμου (Ολ.ΑΠ 488/1968 ΝοΒ 16.1159, ΑΠ 1261/1979 ΕΕμπΔ ΛΑ.580, Βενιέρης Κατσάς ο.π., σελ. 41). Γι’ αυτούς, σε περίπτωση αδυναμίας εκπληρώσεως των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών τους κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών), ισχύουν οι ρυθμίσεις του Ν. 3588/2007 (ΠτΚ) και όχι αυτές του Ν. 3869/2010. Επομένως, κρίσιμο διάστημα για την εφαρμογή ή μη του νόμου, αποτελεί η ιδιότητα του αιτούντος οφειλέτη ως εμπόρου ή μη, βασικά, κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως (Αθ. Κρητικός , ο.π., σ. 39, Βενιέρης – Κατσάς, ο.π. σελ. 57). Συνεπώς, καθίσταται σαφές, ότι ένας οφειλέτης που είχε την εμπορική ιδιότητα για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά δεν την έχει κατά την κατάθεση της αίτησης στο Ειρηνοδικείο, δεν κωλύεται να ακολουθήσει τη διαδικασία του Ν. 3869/2010 αν έπαυσε τις πληρωμές μετά την παύση της εμπορικής δραστηριότητας καθώς δεν έχει πλέον πτωχευτική ικανότητα (ΕιρΧαν 333/2011, αδημ.).
Αντιθέτως, έχει υποχρέωση να ακολουθήσει τη διαδικασία του Ν. 3869/2010, σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμών αν λάβει αυτή χώρα μετά την απώλεια της εμπορικής ιδιότητας, καθώς για αυτόν αποκλείεται η διαδικασία του ΠτΚ. Έτσι παρέχεται ασφάλεια δικαίου αλλά και προστασία πάντοτε τόσο στον οφειλέτη όσο και στους πιστωτές του. Σε κάθε περίπτωση πρέπει αυτό το πρόσωπο να έχει απολέσει την εμπορική του ιδιότητα, και όχι απλώς να έχει περιορίσει την εμπορική του δραστηριότητα καθώς σε μία τέτοια περίπτωση διατηρεί την πτωχευτική του ικανότητα και υπάγεται στον ΠτΚ (Βενιέρης – Κατσάς, ο.π., σελ. 57). Συχνά η πτωχευτική ικανότητα, υπό τη θετική της εκδοχή, προβάλλεται από τους παρισταμένους πιστωτές του αιτούντος κατ’ ένσταση, πλην όμως μπορεί να ληφθεί υπ’ όψιν και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Η απόδειξη των σχετικών ισχυρισμών τους θα έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αίτησης, όχι πλέον λόγω ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, αλλά κατ’ ουσία λόγω μη συνδρομής ουσιαστικής προϋποθέσεως (ΕιρΑθ 17/2011, ΕιρΑθ 43/2011, ΕιρΑθ 55/2011, αδημ., Αθ. Κρητικός, ο.π., σ. 50, Ε. Κιουπτσίδου, Αρμενόπουλος, τόμος 64, Ανάτυπο, σ. 1475 και 1476).
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν 3869/2010, για να δικαιούται ο οφειλέτης να υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου για τη ρύθμιση των οφειλών του και απαλλαγή από το υπόλοιπο αυτών πρέπει να βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών, την οποία πρέπει να περιγράψει στην αίτησή του και ακολούθως να αποδείξει. Αδυναμία πληρωμών σημαίνει ανικανότητα του οφειλέτη να εξοφλήσει τους πιστωτές του, λόγω ελλείψεως ρευστότητας, δηλαδή ελλείψεως όσων χρημάτων απαιτούνται για να μπορεί ο οφειλέτης να ανταποκρίνεται στα ληξιπρόθεσμα χρέη του. Ειδικότερα, η αδυναμία του οφειλέτη να ανταπεξέλθει στις οφειλές του κρίνεται συνολικά με βάση τη σχέση ρευστότητάς του προς τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του και αφού ληφθούν υπόψη εφόσον το ορίζει ο νόμος, οι απαιτούμενες δαπάνες για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειά του. Αν η σχέση αυτή είναι αρνητική με την έννοια ότι η ρευστότητά του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών του και στην κάλυψη των βιοτικών αναγκών του, υπάρχει μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Για την αξιολόγηση της σχέσεως ρευστότητας, ληξιπροθέσμων οφειλών και βιοτικών αναγκών λαμβάνεται υπόψη τόσο η παρούσα κατάσταση ρευστότητας του οφειλέτη όσο και αυτή που διαμορφώνεται σε βαθμό πιθανολογούμενης βεβαιότητας. [Ειρ. Αθηνών 425/2012, Ειρ. Νίκαιας 6/2011].
Περαιτέρω, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, για να υπαχθεί στο ρυθμιστικό πεδίο εφαρμογής του νόμου ο οφειλέτης, πρέπει χωρίς δόλο να έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών του. Στην έννοια του δόλου εμπίπτει τόσο ο άμεσος δόλος όσο και ο ενδεχόμενος. Σύμφωνα με τη νομολογία, με άμεσο δόλο ενεργεί εκείνος που θέλει και επιδιώκει την παραγωγή ενός αποτελέσματος, καθώς και αυτός που δεν επιδιώκει, αλλά προβλέπει ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεώς του και δεν αφίσταται αυτής, ενώ με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος, ο οποίος προβλέπει ως δυνατό το συγκεκριμένο αποτέλεσμα και το αποδέχεται, χωρίς να πράττει κάτι για να το αποφύγει. Σύμφωνα με τους ορισμούς αυτούς, ο οφειλέτης, ο οποίος με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία πληρωμών του ή προβλέπει ότι οδηγείται σε αδυναμία πληρωμών και δεν αλλάζει την συμπεριφορά, αποδεχόμενος το αποτέλεσμα, δε δικαιούται να υπαχθεί στη διαδικασία του Ν. 3869/2010 και να ρυθμίσει τις οφειλές του ή να απαλλαγεί από αυτές. Ο οφειλέτης όμως, που με αμέλεια, ακόμη και βαρειά ή συνειδητή, προκάλεσε ή δεν απέτρεψε την αδυναμία του προς πληρωμή, δικαιούται να υπαχθεί στη διαδικασία του παραπάνω νόμου, ιδίως δε ο οφειλέτης δεν είναι δόλιος, αν προβλέπει μεν ότι μπορεί να οδηγηθεί σε υπερχρέωση και αδυναμία πληρωμών, αλλά ελπίζει ή πιστεύει ότι κάποια ευνοϊκή ρύθμιση με τις τράπεζες, τα εισοδήματά του ή τα εισοδήματα και η συνδρομή άλλων μελών της οικογένειάς του θα αποτρέψουν μία τέτοια κατάσταση. Εξάλλου, κατά την εξέταση της υπαιτιότητας του οφειλέτη, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και καταστάσεις εκτός της σφαίρας επιρροής του οφειλέτη που μπορεί να συνέτειναν στη δημιουργία κατάστασης αδυναμίας πληρωμών (βλ. Ι. Βενιέρη – Θ.Κατσά, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 2013, σελ. 95).
Με την υπό κρίση αίτησή του, όπως αυτή παραδεκτώς συμπληρώθηκε-διορθώθηκε με δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου που καταχωρήθηκε στα πρακτικά συζητήσεως της παρούσας, αλλά και με τις προτάσεις του (άρθρα 224, 236, 238, 256 σε συνδυασμό με τα άρθρα 744, 745, 751 ΚΠολΔ), ο αιτών, επικαλούμενος ότι είναι φυσικό πρόσωπο, το οποίο δεν έχει εμπορική ιδιότητα και πτωχευτική ικανότητα, και έχει περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη κατάσταση αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς την πιστώτριά του, οφειλή, την οποία αναγράφει αναλυτικά κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, ζητά – κατ’ ορθότερη εκτίμηση του αιτήματός του – τη διευθέτησή τους από το Δικαστήριο κατά το προτεινόμενο από αυτόν σχέδιο, αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή του κατάσταση, που εκθέτει αναλυτικά, ώστε να επέλθει η μερική απαλλαγή του από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών του που περιλαμβάνονται στην υποβληθείσα από αυτόν κατάσταση, να εξαιρεθεί από τη ρευστοποίηση η κύρια κατοικία του, που περιγράφεται λεπτομερώς στην υπό κρίση αίτηση, καθώς και να εξαιρεθεί από την εκποίηση το αυτοκίνητό του, επειδή του είναι απαραίτητο για τις μετακινήσεις του, ενώ δεν θα προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον.
Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμόδια και παραδεκτά φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 Ν. 3869/2010, εφόσον για το παραδεκτό της : α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. άρθρο 2 Ν. 3869/2010), ο οποίος (συμβιβασμός) απέτυχε την 13-3-2013, όπως προκύπτει από την με ίδια ημερομηνία βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού του αιτούντος που έχει συνταχθεί από τη δικηγόρο, Άννα Κορσάνου, β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθρ. 2 παρ. 1 Ν. 3869/2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, όπως προκύπτει από την ημερομηνία αποτυχίας που αναγράφετε στην ανωτέρω βεβαίωση (13-3-2013), σε συνδυασμό με την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ρύθμισης (21-3-2013), και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του σε άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ άρθρ. 13 παρ. 2 ιδίου ως άνω νόμου (βλ. το υπ’ αριθμ. 527γ/2014 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Αθηνών σε απάντηση στο υπ’ αριθμ. 851/12-3-2014 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Κρωπίας). Επιπλέον, η παρούσα αίτηση παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά : α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση της μετέχουσας πιστώτριας και επίδοση σ’ αυτή των εγγράφων του άρθρ. 5 παρ. 1 Ν. 3869/2010 με πρόσκληση να υποβάλλει τις παρατηρήσεις της, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από την κατάθεση της αίτησης, β) την κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του άρθρ. 4 παρ. 2 και 4 Ν. 3869/2010, ήτοι της ως άνω από 13-3-2013 βεβαίωσης αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού και της από 21-3-2013 υπεύθυνης δήλωσης του αιτούντος για την ορθότητα και την πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων αυτού και της συζύγου του, των πιστωτών και των απαιτήσεών τους, καθώς και για τις μεταβιβάσεις των εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία, γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τη μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια (βλ. τις έγγραφες παρατηρήσεις της καθ’ ης πιστώτριας).
Περαιτέρω, η υπό κρίση αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη απορριπτομένης της αντίστοιχης ένστασης της κυρίως παρεμβαίνουσας, αφού ο αιτών αναφέρει : 1) μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, ως φυσικού προσώπου που δεν έχει την πτωχευτική ιδιότητα, 2) κατάσταση της περιουσίας του και των εισοδημάτων αυτού και της συζύγου του, 3) κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, 4) σχέδιο διευθέτησης οφειλών και κανένα άλλο στοιχείο δεν απαιτείται για την πληρότητα του ορισμένου της εν λόγω αίτησης. Εξάλλου, τα ελλείποντα στοιχεία που επικαλείται η κυρίως παρεμβαίνουσα είναι αντικείμενα αποδείξεως και ανταποδείξεως κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας και ειδικότερα των όρων της υπαγωγής του αιτούντος στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010, καθόσον, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθ. 744, 745, 751 ΚπολΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργή συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε Ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (άρθρ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ. 2 ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑθ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, υπ’ αρθ. 747, αριθ. 7). Περαιτέρω, η αίτηση είναι νόμιμη, αφού στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9, και 11 του Ν. 3869/2010, όπως αυτά τροποποιήθηκαν και ισχύουν με τις διατάξεις του Ν. 4161/2013. Εφόσον, λοιπόν, δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και των ανωτέρω πιστωτριών, πρέπει να ερευνηθεί και κατά την ουσιαστική της βασιμότητα.
Η κυρίως παρεμβαίνουσα πιστώτρια που παραστάθηκε κατά τη συζήτηση, αρνήθηκε την υπό κρίση αίτηση ως αβάσιμη, προς απόκρουσή της δε πρότεινε παραδεκτά με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της και καταχώρισή της στα πρακτικά συζητήσεως της παρούσας, καθώς και ανάπτυξή της στις έγγραφες προτάσεις της : 1) Την ένσταση ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης του αιτούντος, λόγω της εμπορικής του ιδιότητας, η οποία συνιστά άρνηση διαδικαστικής προϋπόθεσης της αίτησης. 2) Την ένσταση της δόλιας περιέλευσης αυτού σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, ισχυριζόμενη, εν συντομία, ότι ο αιτών προέβη σε αλόγιστο και υπέρμετρο δανεισμό, παρ’ ότι γνώριζε την αδυναμία του να εξοφλήσει τα δάνεια που ανέλαβε, με βάση την οικονομική του δυνατότητα και έτσι περιέφερε τον εαυτό του σε κατάσταση υπερχρέωσης. Η ένσταση αυτή είναι νόμιμη στηριζόμενη στο άρθρο 1 του Ν. 3869/10 και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. 3) Την ένσταση καταχρηστικής άσκησης της ένδικης αίτησης, με τον ισχυρισμό ότι το ποσοστό του χρέους από το οποίο ζητά να απαλλαγεί ο αιτών με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του είναι υπερβολικό. Η ανωτέρω ένσταση πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, καθώς το εφικτό ή μη της εφαρμογής του σχεδίου αποπληρωμής που προτείνει ο εκάστοτε οφειλέτης, κρίνεται και γίνεται δεκτό ή όχι από τους πιστωτές αρχικά, και από το Δικαστήριο μετά και πάντως, δεν καθιστά καταχρηστική την προσφυγή στο νόμο, δεδομένου ότι σε περίπτωση μη κανονικής εξυπηρέτησης, ο οφειλέτης υφίσταται τις συνέπειες του νόμου. Εξάλλου, ο Ν. 3869/2010 παρέχει στον αιτούντα το δικαίωμα να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του και εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου και ρυθμισθούν οι οφειλές του, φυσική συνέπεια θα είναι η απώλεια εισοδημάτων των μετεχουσών πιστωτριών, αποτέλεσμα που αποτελεί δικαιοπολιτική επιλογή του νομοθέτη. Η επιλογή του αιτούντος να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του νόμου, συνιστά νόμιμο δικαίωμά του και από μόνη αυτή την επιλογή δεν θεμελιώνεται καταχρηστικότητα.
Από την ανωμοτί εξέταση του αιτούντος, …… ….. του ………, στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδρίασης και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα και τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, ουδενός των οποίων παραλείφθηκε η συνεκτίμηση, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Ο αιτών, ηλικίας 36 ετών σήμερα, είναι παντρεμένος με την …….. ……….. από το έτος 2012, με την οποία έχει αποκτήσει δύο ανήλικα τέκνα, ηλικίας 3,5 ετών και 7 μηνών σήμερα. Διαμένει με την οικογένειά του σε μονοκατοικία κείμενη στο Κορωπί Αττικής, επί της οδού …….. αρ. .., επιφανείας 145 τμ, η οποία ανήκει στην πλήρη κυριότητά του. Ο αιτών εργάζεται σήμερα ως ημερομίσθιος εργάτης με πλήρες ωράριο και ημερομίσθιο 28,80 ευρώ στην εταιρεία «……… …………. ..». Ο μέσος όρος δε των μηνιαίων αποδοχών του ανέρχεται περίπου στο ποσό των 845 ευρώ (βλ. τις προσκομιζόμενες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας μηνών Ιουνίου 2012, Οκτωβρίου 2012, Ιανουαρίου 2013, Φεβρουαρίου 2013, και Ιανουαρίου 2014). Σε προγενέστερο χρόνο, την 8-11-2006 ο αιτών σύστησε μαζί με τον ……… ………….. την ομόρρυθμη εταιρεία «……… ………..-….. ……. ….», με σκοπό την εκμετάλλευση περιπτέρου και λοιπόν συναφών αντικειμένου καταστημάτων, την οποία έλυσαν την 21-9-2011, ενώ προέβη σε διακοπή της ως άνω δραστηριότητάς του την 27-9-2011 (βλ. την από 8-11-2006 σύσταση ομορρύθμου εταιρείας, το από 21-9-2011 Διαλυτικό της ως άνω Ο.Ε. και την από 4-10-2011 Βεβαίωση Διακοπής Εργασιών Μη Φυσικού Προσώπου της Δ.Ο.Υ. Παλλήνης). Ωστόσο, ακόμη και μετά την διακοπή των εργασιών της ως άνω επιχείρησης, ο αιτών εξακολουθούσε να καταβάλει, με δυσκολία βέβαια, ποσά στην καθ’ ης πιστώτρια (βλ. την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον αιτούντα από 28-9-2011 απόδειξη κατάθεσης μετρητών στην καθ’ ης πιστώτρια). Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι ο αιτών δεν είχε περιέλθει σε κατάσταση παύσης πληρωμών, η οποία μάλιστα πρέπει να είναι γενική και μόνιμη, προτού απωλέσει την εμπορική του ιδιότητα, ώστε νομιμοποιείται, σύμφωνα με τα αναπτυχθέντα στη μείζονα σκέψη ανωτέρω, να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010. Άλλωστε, η κυρίως παρεμβαίνουσα ουδέν προσεκόμισε προκειμένου να αντιλέξει στα ανωτέρω, απορριπτομένης τοιουτοτρόπως της ενστάσεως αυτής περί εμπορικότητας του αιτούντος. Περαιτέρω, η σύζυγος του αιτούντος είναι άνεργη από την 11-5-2012 μέχρι σήμερα. Το ετήσιο εισόδημα του αιτούντος σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά ανερχόταν κατά το οικονομικό έτος 2007 στο ποσό των 864,45 ευρώ, το οικονομικό έτος 2008 στο ποσό των 8.487,72 ευρώ, το οικονομικό έτος 2009 στο ποσό των 9.166,29 ευρώ, το οικονομικό έτος 2010 στο ποσό των 8.249,18 ευρώ, το οικονομικό έτος 2011 στο ποσό των 14.700,00 ευρώ, το οικονομικό έτος 2012 στο ποσό των 638,29 ευρώ και το οικονομικό έτος 2013 στο ποσό των 6.994,43 ευρώ. Πράγματι όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, τα ετήσια εισοδήματα του αιτούντος ήταν πάντοτε χαμηλά, πλην όμως το γεγονός αυτό από μόνο του δεν μπορεί στην προκειμένη περίπτωση να θεωρηθεί πως συνιστά δόλια περιέλευση του αιτούντος σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμών. Ειδικότερα, κρίνεται ότι κατά το έτος 2006 (6-9-2006), κατά το οποίο ο αιτών με τον μετέπειτα συνεταίρο του, ……… ………….., σύνηψαν ως συμπιστούχοι την με αριθμό …………. Σύμβαση Δανείου με την καθ’ ης πιστώτρια (τότε ….. ……. (…..) ….) δυνάμει της οποίας έλαβαν ποσό 85.000 ευρώ, προκειμένου να προχωρήσουν στην επιχειρηματική κίνηση της εκμετάλλευσης περιπτέρου, ο αιτών ενήργησε πιστεύοντας εκείνη τη χρονική στιγμή ότι η κίνησή τους αυτή θα ήταν κερδοφόρα.
Λαμβάνοντας δε ιδιαίτερα υπόψη ότι κατά το έτος εκείνο (2006) τίποτε δεν προμήνυε την τροπή που θα έπαιρναν μετέπειτα τα οικονομικά δεδομένα στη χώρα μας, δεν μπορεί να αποδοθεί σε δόλο, ούτε καν σε ενδεχόμενο, η περιέλευση αυτού σήμερα σε αδυναμία πληρωμής, καθόσον στον αιτούντα επικρατούσε κατά τη στιγμή της λήψης του δανείου η πίστη πως τα πράγματα θα έβαιναν καλώς (βλ. την ανωμοτί εξέταση αυτού που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης). Συνεπώς, τυγχάνει απορριπτέα η ένσταση της κυρίως παρεμβαίνουσας περί υπαίτιας περιέλευσης του αιτούντος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, με το περιεχόμενο που αναπτύχθηκε αυτή ανωτέρω.
Ο αιτών, στο ανωτέρω χρονικό διάστημα, που είναι προγενέστερο του τελευταίου έτους πριν την υποβολή της ένδικης αίτησης είχε αναλάβει τα παρακάτω αναφερόμενα χρέη, τα οποία σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 3 του ν. 3869/2010 συνεχίζουν να εκτοκίζονται μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως με επιτόκιο ενήμερης οφειλής. Ειδικότερα, πιστώτριά του είναι η κυρίως παρεμβαίνουσα «……. …….. ….», ως ειδική διάδοχος των περιουσιακών στοιχείων της Εταιρίας με την επωνυμία «…… ……. …. …… .. …», τα οποία έχουν μεταβιβασθεί προς την ανωτέρω τράπεζα, μετά τη γένεση της εκκρεμοδικίας της υπό κρίση αιτήσεως, ήτοι μετά την 21-3-2013, για απαίτηση ύψους, την 10-3-2014, 104.499,24 ευρώ, που απορρέει από τη με αριθμό …………. σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, την οποία είχε συνάψει ο αιτών με την αρχική δικαιοπάροχο «….. ……. (…..)», ενώ έπαψαν σύμφωνα με την από 10-3-2014 βεβαίωση της κυρίως παρεμβαίνουσας να υπολογίζονται επί της οφειλής του αιτούντος από την ως άνω αιτία τόκοι υπερημερίας από την27-3-2013, ημερομηνία κοινοποίησης της υπό κρίση αίτησης στην τελευταία. Η ως άνω απαίτηση είναι εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης Α΄ τάξης ποσού 110.500 ευρώ από την 27-9-2006 επί της υπό ανέγερση (τότε) διώροφης κατοικίας, τύπου μεζονέτας, με ισόγειο πάρκινγκ και πυλωτή και βρίσκεται στο …… ……. επί των οδών ……. και …… (Ο.Τ. 325) και περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. …….. συμβόλαιο της συμ/φου Κορωπίου ….. συ. …. ………… .
Η μη αναμενόμενη από τον αιτούντα ζημιογόνος επιχειρηματική του δραστηριότητα, η μετέπειτα ανεργία αυτού, η δημιουργία τετραμελούς πλέον οικογένειας, η ανεργία της συζύγου του, εν όψει μάλιστα και της ραγδαίας αύξησης των επιβαλλομένων φορολογικών υποχρεώσεων, των υψηλών επιτοκίων του τραπεζικού δανεισμού και των δυσμενών όρων αναχρηματοδότησης, είχαν ως αποτέλεσμα να περιέλθει ο αιτών χωρίς δόλο σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές του, όπως προκύπτει δε από τα ανωτέρω στερείται εμπορικής ιδιότητος και πτωχευτικής ικανότητας. Επιπλέον, γίνεται δεκτό ότι η οικονομική του κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί περαιτέρω, λαμβανομένης υπόψη της εν γένει δυσμενούς δημοσιονομικής κατάστασης του κράτους, λόγω της οποίας δεν αναμένεται αύξηση, αλλά περαιτέρω μείωση μισθών και συντάξεων. Με βάση τα ανωτέρω οικονομικά δεδομένα, κρίνεται από το Δικαστήριο ότι το ποσό που είναι αναγκαίο να δαπανάται μηνιαίως για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του αιτούντος και της οικογενείας του, ανέρχεται στο ποσό των 700 €, στο οποίο ο αιτών συνεισφέρει ανάλογα με τις δυνάμεις τους (ΑΚ 1389).
Ο αιτών, έχει στην πλήρη κυριότητά του σε ποσοστό 100% εξ αδιαιρέτου ένα οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο κείμενο εντός του Ο.Τ. 325 του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως Κορωπίου, επί της οδού ……………, εκτάσεως 145 τμ., όπως αυτό περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. ……………. Συμβόλαιο Πώλησης Ακινήτου της συμβολαιογράφου Κρωπίας ….. συζύγου …. ……….. το γένος ……. ….., μετά της κείμενης εντός αυτού μονοκατοικίας, επιφανείας 145τμ., κατασκευής 2002, την οποία ανήγειρε δυνάμει της υπ’ αριθμ. ………. Άδειας Οικοδομής της Πολεοδομίας Μαρκοπούλου, με αντικειμενική αξία 80.570,70 ευρώ (βλ. το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο υπ’ αριθμ. ……. Συμβόλαιο Πώλησης Ακινήτου της συμβολαιογράφου Κρωπίας ….. συζύγου …. ……….. το γένος ……. ….., την υπ’ αριθμ. ………. Άδεια Οικοδομής Πολεοδομίας Μαρκοπούλου, τα προσκομιζόμενα Ε9 της 1/1/2011, εκκαθαριστικό σημείωμα ΕΤΑΚ έτους 2009 και ΦΑΠ έτους 2013). Το ακίνητο αυτό αποτελεί την κύρια κατοικία αυτού και της οικογενείας του. Περαιτέρω, υπάρχουν σε αυτό τα κάτωθι βάρη : 1) προσημείωση υποθήκης από 27-9-2006 υπέρ …… ……. (…..) …. για ποσό 110.500 ευρώ, και 2) προσημείωση υποθήκης από 26-3-2012 υπέρ «…… ……. …. …… .. …» για ποσό 125.000 ευρώ, στον τόμο 306 φύλλο 35035 σελ. 197 (βλ. το από 17-1-2013 πιστοποιητικό της Υποθηκοφύλακα Κρωπίας). Επιπλέον, ο αιτών έχει στην κυριότητά του ένα αυτοκίνητο, SKODA OCTAVIA, 2000 cc, έτους κυκλοφορίας 2007, εκτιμώμενης αξίας 5.000 ευρώ, για το οποίο έχει καταθέσει τις πινακίδες στην Δ.Ο.Υ. Κορωπίου από την 15-12-2011, και το οποίο πρέπει να εξαιρεθεί της εκποιήσεως, καθόσον η προσφορά του προς εκποίηση, κατά τις παρούσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, κρίνεται ότι δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα, για την ικανοποίηση των πιστωτών της αιτούσας, μετά την αφαίρεση και των εξόδων της σχετικής διαδικασίας. Η κυρίως παρεμβαίνουσα δεν αρνήθηκε την ως άνω περιουσιακή του κατάσταση. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, τα περιουσιακά στοιχεία του αιτούντος (πλην της κύριας κατοικίας αυτού) δεν είναι επαρκή για την ικανοποίηση της εν λόγω πιστώτριας τράπεζας. Συνεπώς, η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στην πιο πάνω πιστώτριά του, ο χρόνος των οποίων κρίνεται ότι πρέπει να οριστεί σε πέντε χρόνια (αρθ. 8 παρ. 2, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το αρθ. 16 παρ. 2 ν. 4161/13), που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης (αρθ. 8 παρ. 2 ν. 3869/10). Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, με βάση τα ανωτέρω οικονομικά δεδομένα του αιτούντος και την οικογενειακή της κατάσταση, κρίνεται από το Δικαστήριο ότι το προς διάθεση στην πιστώτριά του ποσό που πρέπει να οριστεί σε 145 ευρώ το μήνα. Εξάλλου, το σχέδιο διευθέτησης που προτείνει ο αιτών δεν αποτελεί αίτημα, ώστε κατ’ αρθ. 106 του ΚΠολ Δ να δεσμεύει το Δικαστήριο, αφού εν προκειμένω το αίτημα συνίσταται στην κατά την κρίση του Δικαστηρίου ρύθμιση των οφειλών του (εκάστοτε) αιτούντος (άρθ. 1 παρ. 1, άρθ. 4 παρ. 1 και άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010), το οποίο τελεί υπό την αίρεση της αποτυχίας του δικαστικού συμβιβασμού και της μη υποκαταστάσεως της έλλειψης συγκατάθεσης πιστωτών, οπότε πληρωθέντων των αιρέσεων το Δικαστήριο υποχρεούται να εκδώσει ανάλογη απόφαση.
Ειδικότερα, ο αιτών θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλει στην ανωτέρω πιστώτριά του 145 ευρώ μηνιαίως επί 60 δόσεις (5 έτη Χ 12 μήνες) για το ανωτέρω δάνειο, δηλαδή το σύνολο των επί πενταετία καταβολών του θα ανέλθει σε 8.700 ευρώ επί συνολικής οφειλής, 104.499, 24€, δηλ. απομένει υπόλοιπο 95.799,24€. Επιπλέον, ο αιτών προβάλλει σχετικό αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της ανωτέρω κύριας και μοναδικής κατοικίας του, η οποία δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένο κατά 50% και συνεπώς αυτή πρέπει να εξαιρεθεί από την εκποίηση (άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010). Έτσι η παραπάνω ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από την διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010, εφόσον με τις καταβολές επί πενταετία της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων της πιστώτριας του αιτούντος. Παραπέρα και στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθ. 9 παρ. 2 ν.3869/10, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του αιτούντος, το ποσό των οποίων, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθ. 17 παρ. 1 ν. 4161/13, ανέρχεται « … σε συνολικό ποσό που μπορεί να ανέρχεται μέχρι και το ογδόντα τις εκατό της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου της κύριας κατοικίας». Ειδικότερα, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του αιτούντος, συνολικού ποσού ίσου με το 80% της αντικειμενικής της αξίας, δηλαδή ίσου με το ποσό των 64.456,56 ευρώ (80.570,70€ Χ 80%), στο οποίο ποσό εξαντλείται η υποχρέωσή του. Όσον αφορά το χρόνο αποπληρωμής του ποσού αυτού, θα πρέπει να οριστεί σε 20 χρόνια, λαμβανομένων υπόψη του ύψους του χρέους που πρέπει να πληρώσει για τη διάσωση της κατοικίας του, της οικονομικής του δυνατότητας και της οικογενειακής του κατάστασης. Έτσι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης ανέρχεται σε 268,57 ευρώ, δηλαδή 64.456,56 ευρώ: 240 (20 χρόνια Χ 12). Παράλληλα, θα πρέπει να του χορηγηθεί περίοδος χάριτος πέντε χρόνων, ώστε να μη συμπέσει η τελευταία αυτή ρύθμιση με την πιο πάνω των καταβολών επί 5 έτη, και να επιβαρυνθεί με δύο μηνιαίες δόσεις με κίνδυνο να φανεί ασυνεπής στις υποχρεώσεις του. Η καταβολή λοιπόν, των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας του αιτούντος θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του 1ου μήνα, πέντε χρόνια μετά την κοινοποίηση προς αυτόν της παρούσας απόφασης, θα έχει διάρκεια 20 χρόνων (240 δόσεις) και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζα.
Σύμφωνα με όλα αυτά, η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να ρυθμισθούν οι οφειλές του αιτούντος κατά το διατακτικό. Η απαλλαγή του από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο χρεών του έναντι της δανείστριας τράπεζας, που περιλαμβάνεται στην εμπεριεχόμενη στην αίτησή του κατάσταση, θα επέλθει κατά νόμο (άρθρο 11 παρ. 1 Ν. 3869/2010), μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων που του επιβάλλονται με την απόφαση αυτή. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της καθ’ ης – πιστώτριας και κατ΄ αντιμωλία της κυρίως παρεμβαίνουσας και του αιτούντος.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ τις επί μία πενταετία μηνιαίες καταβολές του αιτούντες προς την πιστώτριά του στο συνολικό ποσό των εκατόν σαράντα πέντε [145] ευρώ. Το ποσό αυτό θα ξεκινήσει να καταβάλλεται την 1η ημέρα του πρώτου μήνα, μετά την κοινοποίηση προς αυτόν από την πιστώτρια της παρούσας απόφασης.
ΕΞΑΙΡΕΙ την εκποίηση της κύριας κατοικίας του αιτούντος, ήτοι το δικαίωμα πλήρους κυριότητας που έχει κατά ποσοστό 100%, επί ενός οικοπέδου άρτιου και οικοδομήσιμου κείμενου εντός του Ο.Τ. 325 του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως Κορωπίου, επί της οδού ……., εκτάσεως 145 τμ., όπως αυτό περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. ………… Συμβόλαιο Πώλησης Ακινήτου της συμβολαιογράφου Κρωπίας …. συζύγου …. ……….. το γένος ……. ….., μετά της κείμενης εντός αυτού μονοκατοικίας, επιφάνειας 145 τμ.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλλει για τη διάσωση της ανωτέρω κατοικίας του, στην πιστώτριά του το ποσό των 64.456,56 ευρώ, η αποπληρωμή του οποίου θα γίνει σε 20 χρόνια, με 240 ισόποσες μηνιαίες καταβολές των 268,57 ευρώ. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του 1ου μήνα, πέντε χρόνια μετά την κοινοποίηση στον αιτούντα από την πιστώτριά του της παρούσας απόφασης, και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεως Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στο Κορωπί στις 31-7-2014.
Ο ΕΙΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ