Αριθμός Απόφασης

7054/2018

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

(Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας)

Συγκροτήθηκε νόμιμα από τον Ειρηνοδίκη Αθηνών ……………, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, και τη Γραμματέα ……………. .

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 23.03.2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του αιτούντος: …………………. του………… και της ……, κατοίκου Α…….επί της οδού ………, αρ. …, ο οποίος παρέστη μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Άννας Κορσάνου, που προκατέβαλε τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013.

Της καθ’ ης η αίτηση μετέχουσας στη δίκη πιστώτριας, η οποία κατέστη διάδικος μετά τη νόμιμη κλήτευσή της (άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 748 ΚΠολΔ): Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού         ……. αρ. …. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παρέστη δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου της …………, που προκατέβαλε τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο  61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013.

Ο αιτών ζήτησε να γίνει δεκτή η από 16-05-2013 αίτησή του, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 3.624/23-05-2013, γράφτηκε στο πινάκιο και προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 13-06-2016, οπότε αναβλήθηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Αφού εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς του και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί αυτοί, όσα αναφέρονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 5 της ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Α.4. του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (Φ.Ε.Κ. Α’ 94/14-08-2015) ορίζεται ότι: «Οι διατάξεις του άρθρου 1 της παρούσας ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Α.4. καταλαμβάνουν τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του», δηλαδή μετά από την υπογραφή από τα συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης Χρηματοδοτικής διευκόλυνσης της ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Β’ του άρθρου 3 του Ν. 4336/2015 και σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 11 του Ν. 4346/2015 (Φ.Ε.Κ. Α’ 152/24-11-2015), με τον οποίο επήλθαν τροποποιήσεις διατάξεων του Ν. 3869/2010, ορίστηκαν τα εξής: «Η εφαρμογή του παρόντος άρθρου αρχίζει από 01-01-2016 και δεν καταλαμβάνει εκκρεμείς υποθέσεις, καθώς και αιτήσεις που έχουν κατατεθεί έως και 31-12-2015», ενώ με τις μεταβατικές διατάξεις του Ν. 4161/2013 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 143/14-06-2013), ορίστηκε ότι για τις αιτήσεις που εκκρεμούσαν κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4161/2013, ήτοι για τις αιτήσεις που είχαν κατατεθεί πριν από την πριν από την 14-06-2013, εφαρμόζεται η προδικασία που ίσχυε πριν τη θέση του σε ισχύ (άρθρο 19 παρ. 3 του Ν. 4161/2013) και ότι κατά τα λοιπά εφαρμόζεται ο Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε από τις διατάξεις του Ν. 4161/2013 (άρθρο 24 του Ν. 4161/2013) βλ. και Ιακώβου Ε. Βενιέρη – Θεοδώρου Γ. Κατσά, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 3η έκδοση, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη 2016, σελ. 600, 606 και 628). Σύμφωνα δε με το άρθρο 1 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκείμενη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, ορίστηκε ότι φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή και ότι την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής, ενώ ορίστηκαν και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών. Με το Ν. 3869/2010 παρέχεται η δυνατότητα στο φυσικό πρόσωπο για ρύθμιση των οφειλών του, με σκοπό την απαλλαγή του από αυτές. Η δυνατότητα αυτή βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο κοινωνικό κράτος δικαίου, που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μια χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία άλλωστε και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μια τέτοια απαλλαγή χρεών εξυπηρετεί και ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη, προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα (βλ. την αιτιολογική έκθεση του Ν. 3869/2010). Ο Ν. 3869/2010, εξειδικεύοντας τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, διότι με τις διατάξεις του καθορίζει τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών του οφειλέτη και απαλλαγής του από αυτές, με σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών του, αφού ληφθεί υπόψη η παροχή εκείνη που διαταράχθηκε λόγω διαφόρων απρόβλεπτων περιστατικών, χωρίς να παραβλέπεται η ασφάλεια των συναλλαγών και γενικότερα του δικαίου. Περαιτέρω, βασικότερες αιτίες υπερχρέωσης και αδυναμίας εξυπηρέτησης των οφειλών θεωρούνται η εισοδηματική στενότητα, τα υψηλά επιτόκια ιδίως το χώρο της καταναλωτικής πίστης, οι επιθετικές πρακτικές προώθησης των πιστώσεων, οι ατυχείς προγραμματισμοί, αλλά και τυχόν απρόβλεπτα γεγονότα στη ζωή των δανειοληπτών. Επομένως, ο Ν. 3869/2010 έχει ως σκοπό να διευκολύνει την έστω και μερική εξόφληση των οφειλών, στην οποία δεν θα μπορούσαν να προβούν οι οφειλέτες χωρίς τη ρύθμιση που προβλέπεται από τις διατάξεις του, καθώς και να τους ανακουφίσει κατά το δυνατόν από την πίεση των ατομικών καταδιώξεων. Το ζήτημα δε της ύπαρξης μόνιμης και γενικής αδυναμίας του οφειλέτη πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του αποτελεί αντικείμενο απόδειξης και σχετίζεται με την εν γένει εισοδηματική και περιουσιακή κατάστασή του, καθώς επίσης και με τις δαπάνες που απαιτούνται για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του, το βάρος απόδειξης των οποίων έχει ο οφειλέτης. Ειδικότερα, πρέπει να υπάρχει αδυναμία πληρωμών από τον οφειλέτη, ήτοι κάποιες οφειλές του πρέπει να είναι ληξιπρόθεσμες και να μην δύναται να τις αποπληρώσει, ενώ εάν δεν υπάρχει κάποια ληξιπρόθεσμη απαίτηση, τότε η αίτηση για υπαγωγή του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 ασκείται πρόωρα και απορρίπτεται (βλ. Ιακώβου Ε. Βενιέρη – Θεοδώρου Κατσά, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 3η έκδοση, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη 2016, σελ. 148-151 και Αθανασίου Γ. Κρητικού, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση το Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά τις επελθούσες νομοθετικές μεταβολές, τέταρτη έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 46-48). Επιπροσθέτως, δεν περιλαμβάνεται στις επιδιώξεις του νομοθέτη η απαλλαγή από χρέη ή από υπόλοιπά τους, όταν είναι δυνατή ή σε όποιο βαθμό είναι δυνατή η ικανοποίησή τους βάσει της υπάρχουσας περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να εξυπηρετήσει τις οφειλές του με τα εισοδήματά του, αλλά και με την περιουσία του. Εφόσον συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπαγωγή του οφειλέτη στις διατάξεις του Ν. 3869/2010, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του, για τη μορφή της ρύθμισης που θα διατάξει, όλα τα υποβαλλόμενα ενώπιόν του στοιχεία και βάσει των διατάξεων του Νόμου πρέπει : α) να προβεί στη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, με μηνιαίες καταβολές από τα εισοδήματα του οφειλέτη για χρονικό διάστημα τριών έως πέντε ετών κατά την κρίση του, για ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών του, συμμέτρως διανεμόμενο, ώστε να επέλθει μερική τουλάχιστον εξόφληση των οφειλών του εάν δεν έχει επαρκή περιουσιακά στοιχεία, β) να διατάξει την εκποίηση της τυχόν υφισταμένης ρευστοποιήσιμης περιουσίας του οφειλέτη, η εκποίηση της οποίας κρίνεται απαραίτητη για την ικανοποίηση των πιστωτών του, διορίζοντας εκκαθαριστή (άρθρο 9 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα) και γ) να προβεί στη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, με μηνιαίες καταβολές από τον οφειλέτη, προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση ακίνητο που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του. Οι τρεις προαναφερόμενες ρυθμίσεις δεν αποκλείουν η μία την άλλη και μπορούν να διαταχθούν σωρευτικά (βλ. Ευδοξία Κιουπτσίδου – Στρατουδάκη, Η απόφαση διευθέτησης οφειλών κατά το Νόμο 3869/2010, Αρμενόπουλος 2010.1486). Περαιτέρω, η μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του αιτούντος δεν πρέπει να οφείλεται σε δόλο, η ύπαρξη του οποίου εκτιμάται με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης και με την απόδειξή του βαρύνεται ο πιστωτής (άρθρο 1 παρ. 1 εδ. β’ του Ν. 3869/2010). Μόνο η ανάληψη δανειακών υποχρεώσεων εκ μέρους του οφειλέτη δεν αποτελεί στοιχείο δόλου, αλλά εκτιμάται από τη εν γένει συμπεριφορά του, αφού ληφθεί υπόψη το είδος και το ύψος των οφειλών του, το χρονικό διάστημα εξυπηρέτησής τους και η επαγγελματική, εισοδηματική, περιουσιακή και οικονομική εν γένει κατάστασή του κατά το χρόνο λήψης των δανείων, αλλά και κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης για υπαγωγή του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010. Ο υπερβολικός δανεισμός του οφειλέτη, που οφείλεται σε εσφαλμένο υπολογισμό των οικονομικών δυνατοτήτων του, είναι μια από τις κυριότερες αιτίες της θεσμοθέτησης του Ν. 3869/2010. Άλλωστε, ο δανειολήπτης που αιτείται τη λήψη δανείου δεν έχει τη δυνατότητα να υποχρεώσει τον πιστωτή του να αποδεχθεί την πρότασή του, ενώ τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν τη δυνατότητα να ερευνήσουν τις οικονομικές δυνατότητες του αιτουμένου το δάνειο από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματός του, την περιουσιακή κατάστασή του, τις βεβαιώσεις αποδοχών του ή συντάξεων κ.τ.λ., καθώς επίσης και τις προηγούμενες δανειακές υποχρεώσεις του ή την εν γένει οικονομική συμπεριφορά του (ύπαρξη ακάλυπτων επιταγών, απλήρωτων συναλλαματικών, κατασχέσεων κλπ) μέσω του συστήματος  «Τειρεσίας» (σύστημα οικονομικής συμπεριφοράς και σύστημα συγκέντρωσης κινδύνων). Επιπροσθέτως, με το άρθρο 8 της Κ.Υ.Α. ΖΙ – 699/Φ.Ε.Κ. Β’ 917/2010 περί προσαρμογής της ελληνικής νομοθεσίας προς την οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης θεσπίζεται ρητά η υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή, ήτοι το εκάστοτε πιστωτικό ίδρυμα υποχρεώνεται να ερευνά και να αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα και φερεγγυότητα του καταναλωτή πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης βάσει επαρκών στοιχείων κατά το προσυμβατικό στάδιο και κατόπιν έρευνας στην κατάλληλη βάση δεδομένων, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις για την εποπτεία των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων. Δολιότητα νοείται ιδίως όταν ο δανειολήπτης προκάλεσε την άγνοια της επισφάλειας στους πιστωτές του ή εξαπάτησε τους υπαλλήλους της τράπεζας, προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του, οι οποίες δεν έχουν καταχωρηθεί για οποιονδήποτε λόγο στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των πελατών τους. Περαιτέρω, ο οφειλέτης ενεργεί με δόλο όταν μεταβίβασε κατά την τελευταία τριετία πριν από την υποβολή αίτησης του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 εμπράγματο δικαίωμα επί αξιόλογου ακινήτου του ή άλλου περιουσιακού του στοιχείου, με σκοπό τη βλάβη των πιστωτών του, καθώς επίσης και όταν με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών του ή προβλέπει ότι οδηγείται σε αδυναμία πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό (βλ. Αθανασίου Γ. Κρητικού, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση το Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά τις επελθούσες νομοθετικές μεταβολές, τέταρτη έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 49-54 και Δημητρίου Χ. Μακρή, κατ’ άρθρο ερμηνεία του Ν. 3869/2010, Β’ έκδοση, εκδόσεις Τσίμος 2011, σελ. 37-38 και ενδεικτικά από τη νομολογία βλ. ΑΠ 286/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 153/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 65/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘες 26/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΧαν 8/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΙλ 405/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΑθ 490/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΑθ 274/2012, ΕφΑΔ 2012.1124, ΕιρΑθ 257/2012 ΕΠολΔ 2012.631, ΕιρΠατρ 54/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΘηβ 3/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σύμφωνα δε με το άρθρο 6 παρ. 3 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκείμενη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, ορίστηκαν τα εξής: «Οι απαιτήσεις των πιστωτών που είναι εξασφαλισμένες με ειδικό προνόμιο ή εμπράγματο δικαίωμα συνεχίζουν να εκτοκίζονται μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως με επιτόκιο ενήμερης οφειλής. Οι λοιπές απαιτήσεις παύουν με την κοινοποίηση της αίτησης να παράγουν νόμιμους ή συμβατικούς τόκους. Οι οφειλές αυτές θεωρούνται ληξιπρόθεσμες και υπολογίζονται με την τρέχουσα κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης αξία τους».

Περαιτέρω, από το συνδυασμό των άρθρων 747 παρ. 2, 741, 216 παρ. 1 ΚΠολΔ και του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, προκύπτει ότι για να είναι ορισμένη η αίτηση του οφειλέτη για υπαγωγή του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010, πρέπει να γίνεται αναφορά σε αυτήν: α) της μόνιμης και γενικής αδυναμίας πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών του φυσικού προσώπου που δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, αναφέροντας και το επάγγελμά του, ώστε να αξιολογηθεί εάν έχει την εμπορική ιδιότητα-πτωχευτική ικανότητα, β) της κατάστασης της περιουσίας του οφειλέτη και των εισοδημάτων του ιδίου και του συζύγου του, γ) της κατάστασης των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, δ) του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του που να λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και συσχέτιση τόσο τα συμφέροντα των πιστωτών του, όσο και την περιουσία, τα εισοδήματα και την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη και ε) του αιτήματος υπαγωγής του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 και ρύθμισης των οφειλών του, ενώ για το ορισμένο της ανωτέρω αίτησης δεν απαιτείται κάποιο άλλο στοιχείο (ΜΠρΚορινθ 187/2014, ΜΠρΚοζ 398/2013, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Λαμβάνοντας δε υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκούσιας δικαιοδοσίας, τα δημόσιας εμβέλειας συμφέροντα που εξυπηρετεί, την εφαρμογή του ανακριτικού συστήματος και την ελαστικότητα των κανόνων που τη διακρίνει, τη δυνατότητα μεταβολής του αιτήματος, αλλά και τη συμπλήρωσή του με τις προτάσεις ή και προφορικά ενώπιον του Ειρηνοδικείου (άρθρα 115 παρ. 3, 744, 745, 751 και 759 παρ. 3 ΚΠολΔ), συνάγεται ότι δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση των ανωτέρω στοιχείων και του αιτήματος, αλλά μπορούν να περιέχονται οπουδήποτε στο δικόγραφο, το οποίο θα εκτιμηθεί με ευρύτερη θεώρηση, καθώς επίσης μπορούν να συμπληρωθούν στοιχεία προς αποφυγή της πραγματικής αοριστίας (ΕιρΑλεξανδ 19/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω για την πληρότητα της αίτησης δεν χρειάζεται να αναφέρεται σε αυτή το μηνιαίο κόστος διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, το οποίο θα προκύψει από τις αποδείξεις και θα εκτιμηθεί από το Δικαστήριο με βάση τα προσκομιζόμενα  σχετικά έγγραφα και τα διδάγματα της κοινής πείρας, ενόψει και του γεγονότος ότι ο Ν. 3869/2010 δεν απαιτεί την αναφορά των δαπανών διαβίωσης του οφειλέτη, αλλά την παράθεση των περιουσιακών στοιχείων του και των εισοδημάτων του ιδίου και του συζύγου του. Λοιπά στοιχεία, όπως ο χρόνος ανάληψης των δανειακών υποχρεώσεων από τον οφειλέτη, τα αίτια της πολλαπλής δανειοδότησης/υπερδανεισμού του, οι συγκυρίες που τον οδήγησαν στην αδυναμία πληρωμής των χρεών του, η εισοδηματική κατάστασή του κατά το χρόνο ανάληψης των δανειακών υποχρεώσεών του, καθώς επίσης και το ακριβές χρονικό σημείο από το οποίο αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις δανειακές του υποχρεώσεις, δεν αποτελούν απαιτούμενα στοιχεία για το ορισμένο της αίτησης κατ’ άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, αλλά ανάγονται στην ουσιαστική βασιμότητά της και αποτελούν αντικείμενο απόδειξης (ΕιρΑλεξανδ 13/2014, ΕιρΔυμ 27/2013, ΕιρΚαλύμνου 1/2012, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 2α΄και 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε κατά την κατάθεσή της υπό κρίση αίτησης, δεν προκύπτει ότι απαιτείται για το ορισμένο της αίτησης η αναφορά του χρόνου ανάληψης της υπό ρύθμιση οφειλής, αλλά αρκεί η επίκληση της ανάληψής της σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης, χωρίς να απαιτείται ο προσδιορισμός του χρόνου σύναψης των εν λόγω δανειακών συμβάσεων που μπορεί να προκύψει από τις αποδείξεις (ΜΠρΔράμας 336/2013). Εάν ο πιστωτής μιας τέτοιας οφειλής, ο οποίος γνωρίζει το χρόνο ανάληψης των οφειλών έχοντας την απαιτούμενη προς τούτο υποδομή, επιθυμεί να αποκλείσει την εφαρμογή του Ν. 3869/2010 ως προς αυτήν, θα προβάλλει το σχετικό ισχυρισμό φέροντας και το βάρος απόδειξής του, ενώ επιχείρημα υπέρ της ανωτέρω θέσης αντλείται και εκ του γεγονότος ότι ο νομοθέτης δεν συμπεριέλαβε στην υποχρέωση χορήγησης από τα πιστωτικά ιδρύματα στους δανειολήπτες κατάστασης των οφειλών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και την υποχρέωση αναφοράς του χρόνου κατάρτισης των συμβάσεων ή ανάληψης των σχετικών οφειλών (βλ. ΜΠρΘες 38/2014 ΕλλΔνη 2014.1134, ΕιρΠολυγ 64/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και Αθανασίου Γ. Κρητικού, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση το Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά τις επελθούσες νομοθετικές μεταβολές, τέταρτη έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 180-193).

Με την υπό κρίση αίτηση και κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της, όπως παραδεκτά τροποποιήθηκε-συμπληρώθηκε με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας Δικηγόρου του αιτούντος στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασής του και με τις έγγραφες προτάσεις του και κατ’ εκτίμησή τους, χωρίς να μεταβάλλεται η βάση της (άρθρα 747, 741 και 224 ΚΠολΔ), ο αιτών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς την καθ’ ης πιστώτριά του και αφού ληφθεί υπόψη η επαγγελματική, εισοδηματική, περιουσιακή, οικονομική και οικογενειακή κατάστασή του, αιτείται τη ρύθμιση των οφειλών του και την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με το υποβληθέν σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στην υπό κρίση αίτηση. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 του Ν. 3869/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 739 ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό της τηρήθηκε η προβλεπόμενη προδικασία και προσκομίστηκαν τα έγγραφα, σύμφωνα με τα άρθρα 2, 4, 5 παρ. 1 και 7 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυαν κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω και πριν από την τροποποίησή τους από το Ν. 4161/2013, καθώς με τις μεταβατικές διατάξεις του ορίστηκε ότι για τις αιτήσεις που εκκρεμούσαν κατά την έναρξη ισχύος του, ήτοι για τις αιτήσεις που είχαν κατατεθεί πριν από την 14-06-2013, εφαρμόζεται η προδικασία που ίσχυε πριν τη θέση του σε ισχύ (άρθρο 19 παρ. 3 του Ν. 4161/2013). Ειδικότερα: α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, που προβλεπόταν από την παράγραφο 2  του άρθρου 2 του Ν. 3869/2010 (όπως ίσχυε κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω), με τη διαμεσολάβηση προσώπου από αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το Νόμο (άρθρο 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω), ο οποίος όμως απέτυχε την 25-04-2013, όπως βεβαιώνεται στη με ημερομηνία 25-04-2013 βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, που προσκομίστηκε από τον αιτούντα, β) η αίτηση κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 23-05-2013, ήτοι μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 (όπως ίσχυε κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω) από την ως άνω αναφερόμενη αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, γ) κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα η καθ’ ης πιστώτρια με την επίδοση σε αυτή αντιγράφου της υπό κρίση αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου για τη συζήτησή της, κατ’ άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 (όπως ίσχυε κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω) (βλ. την έκθεση επίδοσης που προσκομίστηκε μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα), δ) κατατέθηκαν εμπροθέσμως στο φάκελο που τηρείται στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου τα έγγραφα του άρθρου 4 παρ. 2 και 4 του Ν. 3869/2010 (όπως ίσχυε κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω), ήτοι η ως άνω αναφερόμενη βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, η υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παρ. 2β’ του Ν. 3869/2010 (όπως ίσχυε κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω) και τα έγγραφα σχετικά με την κατάσταση της περιουσίας του, των εισοδημάτων του, των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους και ε) απέτυχε ο δικαστικός συμβιβασμός των άρθρων 5 παρ. 1 και 7 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 (όπως ίσχυαν κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω), διότι δεν έγινε δεκτό από την καθ’ ης πιστώτρια το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του αιτούντος (βλ. τις κατατεθείσες έγγραφες παρατηρήσεις-προτάσεις της του άρθρου 5 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε κατά την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω). Επιπροσθέτως, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, κατ’ άρθρο 13 του Ν. 3869/2010, διαπιστώθηκε ότι δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των οφειλών του στο παρόν Δικαστήριο ή σε άλλο Ειρηνοδικείο της Χώρας και δεν έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές του. Γίνεται δε μνεία ότι τηρήθηκε η διαδικασία επικαιροποίησης των στοιχείων του αιτούντος σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 της ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Α.4. του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (Φ.Ε.Κ. Α’ 94/14-08-2015), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 9 του Ν. 4346/2015 (Φ.Ε.Κ. Α’ 152/20-11-2015) και τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο παρ. 1 του Ν. 4366/2016 (Φ.Ε.Κ. Α’ 18/15-02-2016) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 55 του Ν. 4366/2016 (Φ.Ε.Κ. Α’ 78/26-04-2016). Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση είναι ορισμένη, απορριπτομένης ως αβάσιμης κατ’ ουσίαν της ένστασης αοριστίας της που υποβλήθηκε από τη μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου της στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασής του και με τις έγγραφες προτάσεις της και κατ’ εκτίμησή τους και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 8 και 9 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυαν στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, εκτός από το αίτημα να αναγνωριστεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης των οφειλών του θα απαλλαγεί ο αιτών από τα χρέη του προς την καθ’ ης πιστώτρια, διότι το αίτημα απαλλαγής του οφειλέτη από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι όλων των πιστωτών αποτελεί αντικείμενο μεταγενέστερης αίτησής του που κοινοποιείται στους πιστωτές, η οποία υποβάλλεται στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση από αυτόν των υποχρεώσεων που του επιβάλλονται με την απόφαση που εκδίδεται σε εφαρμογή των παραγράφων 2, 4 και 5 του άρθρου 8 του Ν. 3869/2010, με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται στο άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 3869/2010. Επομένως, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησής της.

Η μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου της στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασής του και με τις έγγραφες προτάσεις της και κατ’ εκτίμησή τους, αρνήθηκε την υπό κρίση αίτηση και ζήτησε να απορριφθεί ως μη νόμιμη και ουσιαστικά αβάσιμη, επικαλούμενη ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για υπαγωγή του αιτούντος στις διατάξεις του Ν. 3869/2010, καθώς δεν υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές του αιτούντος προς πιστωτές του και υπέβαλε, εκτός από την ένσταση αοριστίας της για την οποία έγινε μνεία ανωτέρω, την ένσταση υπαίτιας-δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, επικαλούμενη ότι ο αιτών ενσυνείδητα προέβη σε ανάληψη αυξημένων δανειακών υποχρεώσεων, χωρίς να έχει την απαιτούμενη οικονομική και εισοδηματική δυνατότητα να ανταποκριθεί στην αποπληρωμή τους, κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στις έγγραφες προτάσεις της. Η ένσταση αυτή είναι ορισμένη (άρθρο 262 παρ. 1 ΚΠολΔ) και νόμιμη, στηριζόμενη στο άρθρο 1 του Ν. 3869/2010 και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

Από την ανώμοτη εξέταση του αιτούντος στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασής του, καθώς επίσης και από τη δέουσα εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που προσκομίστηκαν μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους και από εκείνα που απλώς προσκομίζονται στο Δικαστήριο χωρίς να γίνεται επίκλησή τους (βλ. Βασ. Αντ Βαθρακοκοίλη, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση κατ’ άρθρο, τόμος Δ’, Αθήνα 1996, άρθρο 759 αρ. 5 σελ. 453 και Αρβανιτάκη σε Κεραμέα –Κονδύλη-Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ ΙΙ, εκδόσεις Σάκκουλα 2000, άρθρο 759 αρ. 1 σελ. 1507), σε συνδυασμό και με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων (άρθρα 744 και 759 παρ. 3 ΚΠολΔ), από τα δικαστικά τεκμήρια, από τις ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρα 741, 261, 336 παρ. 4 και 352 ΚΠολΔ), αλλά και από την εν γένει διαδικασία, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα κάτωθι πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών γεννήθηκε το 1963, είναι έγγαμος, με δύο τέκνα, εκ των οποίων το ένα είναι ανήλικο και είναι μακροχρόνια άνεργος, όπως και η σύζυγός του, με το συνολικό ετήσιο οικογενειακο  εισόδημά τους να ανέρχεται κατά τα φορολογικά έτη 2016, 2015, 2014 και κατά τα οικονομικά έτη 2014, 2013, 2012, 2011, 2010, 2009 και 2008 στο ποσό των 0,09 ευρώ, 0,10 ευρώ, 0,00 ευρώ, 0,00 ευρώ, 4.061,18 ευρώ, 9.641,16 ευρώ, 8.286,40 ευρώ, 0,00 ευρώ, 10.689,72 ευρώ και 10.814,00 ευρώ, αντίστοιχα, με τις εκάστοτε φορολογικές υποχρεώσεις, στις δε δαπάνες του αιτούντος περιλαμβάνονται τα έξοδα του κόστους διαβίωσης του ιδίου και της οικογένειάς του [βλ. την ανώμοτη εξέταση του αιτούντος στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασής του και τα προσκομισθέντα μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα σχετικά έγγραφα, το Δελτίο Τύπου της ΕΛ.ΣΤΑΤ. της 11-10-2017, δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών (Ε.Ο.Π.) έτους 2016, το ενημερωτικό σημείωμα για τον προσδιορισμό των εύλογων δαπανών διαβίωσης της 10-04-2014 και της ενημερωτικής εισήγησης για τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους δυνάμει του Ν. 4224/2013, δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, καθώς επίσης και την υπ’ αρ. 54/15-12-2015 πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος (Φ.Ε.Κ. Β’ 2.740/16-12-2015)]. Σύμφωνα δε με τα προσκομισθέντα μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα έγγραφα, αλλά και όσα αναφέρονται στην υπό κρίση αίτηση, που δεν αμφισβητήθηκαν από την καθ’ ης πιστώτρια, αποδεικνύεται ότι ο αιτών έχει τα κάτωθι περιουσιακά στοιχεία: Α) Την πλήρη κυριότητα και κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου επί του με στοιχεία Γ-3 διαμερίσματος (οριζόντιας ιδιοκτησίας) του τρίτου ορόφου, επιφανείας 77,10 τ.μ., μίας οικοδομής κειμένης επί ενός οικοπέδου, που βρίσκεται στον Ά……… Α……… και επί της οδού ………….. αρ. … με ΚΑΕΚ ………, κατά τα αναφερόμενα στο υπ’ αρ. ……. συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………, που αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος, αντικειμενικής αξίας 25.188,57 ευρώ, σύμφωνα με τη δήλωση ενιαίου φόρου ιδικτησιας ακινητων ΕΝΦΙΑ  Ν. 4223/2013 έτους 2017, που προσκομίστηκε μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα. Β) Την πλήρη κυριότητα επί του με αριθμό κυκλοφορίας ……. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, μάρκας OPEL τύπου VECTRA, κυλινδρισμού 1598 κ.ε. και με έτος πρώτης άδειας κυκλοφορίας το 2002. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης, που δεν αμφισβητήθηκε από την καθ’ ης πιστώτρια, ο αιτών είχε αναλάβει έναντι της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», κατ’ άρθρο 6 παρ. 3 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, τις κάτωθι οφειλές : α) οφειλή εκ της με αριθμό ………… σύμβασης στεγαστικής πίστης, που εμφάνιζε υπόλοιπο την 24-05-2013 το συνολικό ποσό των 38.361,05 ευρώ και β) οφειλή εκ της με αριθμό …….. σύμβασης στεγαστικής πίστης, που εμφάνιζε υπόλοιπο την 24-05-2013 το συνολικό ποσό των 41.906,38 ευρώ, οι οποίες είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένες με προσημείωση υποθήκης επί της ως άνω αναφερόμενης κύριας κατοικίας του αιτούντος, ήτοι η συνολική οφειλή του αιτούντος προς την ως άνω αναφερόμενη πιστώτριά του ανέρχεται στο ποσό των 80.267,43 ευρώ (βλ. την προσκομισθείσα μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα αναλυτική κατάσταση/βεβαίωση οφειλών του προς την μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια, με ημερομηνία έκδοσης την 15-01-2016, την ανώμοτη εξέταση του αιτούντος στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασής του, τα προσκομισθέντα μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους σχετικά έγγραφα, αλλά και όσα αναφέρονται στην υπό κρίση αίτηση και στις έγγραφες προτάσεις των διαδίκων).

Με βάση τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά και όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 και ρύθμισης των οφειλών του, επειδή πρόκειται για φυσικό πρόσωπο που δεν έχει πτωχευτική ικανότητα και έχει περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, απορριπτομένων ως αβασίμων κατ’ ουσίαν των σχετικών ισχυρισμών και ενστάσεων της μετέχουσας στη δίκη πιστώτριας. Σύμφωνα δε με το άρθρο 8 παρ. 5 του Ν. 3869/2010 ορίζεται ότι σε περιπτώσεις που εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη ή άλλων λόγων ίδιας τουλάχιστον βαρύτητας, προσδιορίζονται με την απόφαση μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές, το Δικαστήριο μπορεί με την ίδια απόφαση να ορίσει, όχι νωρίτερα από πέντε μήνες, νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών, ενώ ο Δικαστής κατά το ανακριτικό σύστημα που εφαρμόζεται στην εκούσια δικαιοδοσία δεν περιορίζεται από το αίτημα περί δικαστικής ρύθμισης και το σχέδιο αποπληρωμής που προτείνει ο οφειλέτης, αλλά έχει τη δυνατότητα να καθορίσει αυτεπαγγέλτως μικρές ή μηδενικές καταβολές (ΕιρΝικ 39/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το Δικαστήριο προβαίνοντας σε εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης ορίζει με την ίδια απόφαση νέα δικάσιμο που απέχει από την προηγούμενη όχι λιγότερο από (5) μήνες για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών στην οποία είτε επαναλαμβάνει την προηγούμενη απόφασή του, είτε προσδιορίζει καταβολές μεγαλύτερου ή μικρότερου ποσού, ενώ για τη νέα δικάσιμο οι διάδικοι (οφειλέτης – πιστωτές) ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια (ΕιρΚορ 307/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπροσθέτως, με τον καθορισμό από το Δικαστήριο μηνιαίων καταβολών μικρού ύψους ή μηδενικών, δεν εκκαθαρίζεται οριστικά το θέμα της ρύθμισης των χρεών του οφειλέτη, αλλά αναμένεται η παρέλευση του ταχθέντος από το Δικαστήριο χρονικού διαστήματος, προκειμένου να ελεγχθεί η τυχόν μεταβολή της επαγγελματικής, εισοδηματικής, περιουσιακής και οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη και να επαναπροσδιοριστούν οι μηνιαίες καταβολές του προς τους πιστωτές του. Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι οι συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 και συγκεκριμένα στη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 5 του Ν. 3869/2010, με τον ορισμό μηδενικών μηνιαίων καταβολών προς την καθ’ ης πιστώτριά του, διότι λαμβανομένης υπόψη της επαγγελματικής, οικογενειακής, εισοδηματικής, περιουσιακής και οικονομικής κατάστασής του, ο αιτών αδυνατεί να καλύψει τις στοιχειώδεις μηνιαίες βιοτικές ανάγκες του. Κατ’ εφαρμογή δε του άρθρου 8 παρ. 5 του Ν. 3869/2010 και επειδή δεν είναι εφικτό να διαγνωστεί με την παρούσα εάν κατά το χρονικό διάστημα των επόμενων μηνών και μέχρι τη συμπλήρωση της τετραετίας που ορίζει το άρθρο 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, θα βελτιωθεί η επαγγελματική, εισοδηματική, περιουσιακή και οικονομική κατάσταση του αιτούντος και αφού ληφθεί υπόψη η ηλικία του, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι δεν πρέπει να εκκαθαρίσει οριστικά τη ρύθμιση των οφειλών του αιτούντος, αλλά για το λόγο αυτό να ορίσει νέα δικάσιμο την 18η Μαρτίου 2020 ημέρα Τετάρτη και ώρα 09:00 π.μ. στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, για την οποία οι διάδικοι θα ενημερωθούν με δική τους επιμέλεια, προκειμένου να ελεγχθεί η τυχόν μεταβολή της επαγγελματικής, εισοδηματικής, περιουσιακής και οικονομικής κατάστασης του αιτούντος και να επαναπροσδιοριστούν οι μηνιαίες καταβολές του προς την καθ’ ης πιστώτριά του, για το υπολειπόμενο τότε χρονικό διάστημα της τετραετούς ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, που αρχίζει από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης. Σύμφωνα δε με το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 3869/2010, ο αιτών οφείλει να εργάζεται κατά τη διάρκεια της περιόδου ρύθμισης σε κατάλληλη εργασία ή αν δεν εργάζεται να καταβάλλει εύλογη προσπάθεια για την εξεύρεση ανάλογης εργασίας, η οποία τεκμαίρεται εφόσον έχει εγγραφεί στο Μητρώο Ανέργων του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού ή έχει κάρτα ανεργίας και δεν έχει αποκρούσει αδικαιολόγητα πρόταση από τον Οργανισμό για ανάληψη εργασίας, καθώς επίσης οφείλει να γνωστοποιεί μέσα σε ένα μήνα στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου κάθε μεταβολή κατοικίας ή εργασίας, αλλαγή εργοδότη και κάθε αξιόλογη βελτίωση των εισοδημάτων του ή των περιουσιακών του στοιχείων, ώστε να ενημερώνεται ο φάκελος που τηρείται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010.

Περαιτέρω, για την ικανοποίηση του υπολοίπου των οφειλών του αιτούντος, η ανωτέρω ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, καθώς δεν προβλέπεται να επέλθει από αυτή πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων της καθ’ ης πιστώτριάς του και προβάλλεται σχετικό αίτημα από τον αιτούντα για εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας του, ήτοι της πλήρους κυριότητας του αιτούντος και κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου επί του με στοιχεία Γ-3 διαμερίσματος (οριζόντιας ιδιοκτησίας) του τρίτου ορόφου, επιφανείας 77,10 τ.μ., μίας οικοδομής κειμένης επί ενός οικοπέδου, που βρίσκεται στον ……………. Και επί της οδού ……. Αρ….., με Κ.Α.Ε.Κ. ………. Στην προκειμένη περίπτωση, επειδή ορίστηκε νέα δικάσιμος η 18η Μαρτίου 2020 ημέρα Τετάρτη και ώρα 9 : 00 π.μ. στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, προκειμένου να ελεγχθεί η τυχόν μεταβολή της επαγγελματικής, εισοδηματικής, περιουσιακής και οικονομικής κατάστασης του αιτούντος και να επαναπροσδιοριστούν οι μηνιαίες καταβολές του προς την καθ’ ης πιστώτριά του, δεν είναι εφικτό να προσδιοριστεί από το παρόν Δικαστήριο το υπόλοιπο των οφειλών του μετά το τέλος της τετραετούς ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, που αρχίζει από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης. Επομένως, το Δικαστήριο επιφυλάσσεται να καθορίσει το ύψος και το χρόνο των καταβολών του αιτούντος για την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας του, κατ’ άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, στη δικάσιμο της 18ης Μαρτίου 2020, παρέχοντας μέχρι την επανασυζήτηση της υπό κρίση αίτησης κατά την ανωτέρω δικάσιμο περίοδο χάριτος στον αιτούντα.

Επιπροσθέτως, κατά την κρίση του Δικαστηρίου πρέπει να εξαιρεθεί από την εκποίηση του άρθρου 9 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά ατ ως άνω αναφερόμενα και η πλήρης κυριότητα του αιτούντος επί του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου που αναφέρθηκε ανωτέρω, διότι με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών του, των σημερινών συνθηκών της αγοράς αυτοκινήτων και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ), η προσφορά του προς εκποίηση δεν κρίνεται απαραίτητη για την ικανοποίηση της καθ’ ης πιστώτριας, καθώς δεν θα προκαλέσει ιδιαίτερο αγοραστικό ενδιαφέρον και δεν πρόκειται να αποφέρει σημαντικό τίμημα για την ικανοποίηση των απαιτήσεών της.

Κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να γίνει δεκτή και ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της και να ρυθμιστούν οι οφειλές του αιτούντος, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας, η δε απαλλαγή του αιτούντος από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής του έναντι της καθ’ ης πιστώτριάς του, θα πιστοποιηθεί με μεταγενέστερη αίτησή του που κοινοποιείται στην πιστώτριά του και η οποία θα υποβληθεί στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση από τον αιτούντα των υποχρεώσεων που του επιβάλλονται με την απόφαση αυτή, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, ενώ δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκους.

Απορρίπτει ότι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται κατά τα λοιπά την αίτηση.

Ρυθμίζει τις οφειλές του αιτούντος προς την καθ’ ης πιστώτριά του με τον ορισμό μηδενικών μηνιαίων καταβολών και ορίζει νέα δικάσιμο την 18η Μαρτίου 2020 ημέρα Τετάρτη και ώρα 9:00 π.μ. στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, για την οποία οι διάδικοι θα ενημερωθούν με δική τους επιμέλεια, προκειμένου να ελεγχθεί η τυχόν μεταβολή της επαγγελματικής, εισοδηματικής, περιουσιακής και οικονομικής κατάστασης του αιτούντος και να επαναπροσδιοριστούν οι μηνιαίες καταβολές του προς την καθ’ ης πιστώτριά του, για το υπολειπόμενο τότε χρονικό διάστημα της τετραετούς ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση κατά τα ως άνω αναφερόμενα, που αρχίζει από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης.

Εξαιρεί από την εκποίηση την κύρια κατοικία του αιτούντος, ήτοι την πλήρη κυριότητα του αιτούντος και κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου επί του με στοιχεία Γ-3 διαμερίσματος (οριζόντιας ιδιοκτησίας) του τρίτου ορόφου, επιφανείας 77,10 τ.μ., μίας οικοδομής κειμένης επί ενός οικοπέδου, που βρίσκεται στον ……… και επί της οδού ……. Αρ…, με Κ.Α.Ε.Κ. ……….. .

Επιφυλάσσεται το Δικαστήριο να καθορίσει το ύψος και το χρόνο των καταβολών του αιτούντος για την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας του, κατ’ άρθρο 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, στη δικάσιμο της 18ης Μαρτίου 2020, παρέχοντας μέχρι την επανασυζήτηση της υπό κρίση αίτησης κατά την ανωτέρω δικάσιμο περίοδο χάριτος στον αιτούντα.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα την 05η Οκτωβρίου 2018, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, με απόντες τους διαδίκους.

 

 

Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Scroll to Top