ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΙΛΙΟΥ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

355/2018

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΙΛΙΟΥ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Ιλίου Ι.Μ. και από τη γραμματέα Κ.Χ.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Μαρτίου 2018 για να δικάσει την αίτηση: ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: Γ.Λ. του Ν. και της Ε., κατοίκου … Αττικής, οδός …. αρ. .., ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Άννας Κορσάνου.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ / ΑΙΤΗΣΗ – ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ, οι οποίες έχουν καταστεί διάδικοι, μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρα 5 ν. 3869/2010 και 748 παρ. 3 (ΚΠολΔ) και παραστάθηκαν ως εξής: 1) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … αρ. .. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 2) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … αρ. .. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ι.Μ., 3) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … αρ. .. και εκπροσωπείται νόμιμα, υπό την ιδιότητά της ως καθολικής διαδόχου της «….», λόγω συγχωνεύσεως δι’ απορροφήσεως της δεύτερης από την πρώτη, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ι.Μ.

Φέρεται προς συζήτηση δυνάμει της από 8-12-2015 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 984/14-12-2015 κλήσης η από 7-12-2013 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 1337/20-12-2013 αίτηση του άρθρου 4 παρ. 1 Ν. 3869/2010 του αιτούντος, για την οποία ορίστηκε δικάσιμος αρχικά η 19-1-2022 και κατόπιν επίσπευσης της συζήτησης με την ως άνω κλήση αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, η υπόθεση εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά της εγγραφής της σε αυτό και ακολούθησε συζήτηση, όπως σημειώνεται στα πρακτικά στην οποία οι παριστάμενοι διάδικοι, δια των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα διαλαμβάνονται στα πρακτικά συζητήσεως της υποθέσεως και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις υπ’ αριθμ. 6767/23-12-2013 και 9022/16-12-2015 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ν.Σ., τις οποίες νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζει ο αιτών, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα επί της αιτήσεως δικάσιμο καθώς και ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση κλήσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην πρώτη των καθ’ ων, πλην όμως αυτή δεν παραστάθηκε κατά την εκφώνηση της υποθέσεως στη σειρά της από το οικείο πινάκιο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Εφόσον, λοιπόν, η ανωτέρω δεν παραστάθηκε, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, στο ακροατήριο, από τη σειρά του πινακίου, κατά την ανωτέρω δικάσιμο, το Δικαστήριο θα προχωρήσει στην εκδίκαση της υποθέσεως σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρ. 754 ΚΠολΔ, άρθρ. 5 του ν. 3869/2010).

Από το συνδυασμό των άρθρων 216 παρ. 1 ΚΠολΔ και 4 του Ν. 3869/2010, προκύπτει ότι η αίτηση οφειλέτη για υπαγωγή του στις ευεργετικές ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010 για να είναι ορισμένη, πρέπει να γίνεται αναφορά σε αυτήν: 1) της μόνιμης και γενικής (όχι απλής) αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του αιτούντος φυσικού προσώπου, 2) της κατάστασης της περιουσίας του και των εισοδημάτων του ιδίου και της συζύγου του, 3) της κατάστασης των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, 4) σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του και 5) αιτήματος ρύθμισης αυτών με σκοπό την προβλεπόμενη από το νόμο απαλλαγή του (Αθ. Κρητικός έκδοση 2010 ερμ. Ν. 3869/2010 σελ. 64 και Ε. Κιουπτσίδου Αρμ. 64 Ανάτυπο σελ. 1477), παράλληλα δε πρέπει να περιλαμβάνεται σε αυτή αίτημα προς επικύρωση του προτεινόμενου σχεδίου διευθέτησης ώστε να αποκτήσει αυτό ισχύ δικαστικού συμβιβασμού και επικουρικά να ζητεί την ρύθμιση των χρεών από το Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 3869/2010. Δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση των παραπάνω στοιχείων και του αιτήματος της αίτησης, αλλά μπορούν να περιέχονται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεσή τους σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο αυτά να προκύπτουν με σαφήνεια. Λοιπά στοιχεία, όπως ο χρόνος ανάληψης των δανειακών υποχρεώσεων, τα αίτια της πολλαπλής δανειοδότησης (υπερδανεισμού) του οφειλέτη και οι συγκυρίες που τον οδήγησαν στην αδυναμία πληρωμής των χρεών του, καθώς και το ακριβές χρονικό σημείο από το οποίο και εντεύθεν αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις δανειακές του υποχρεώσεις περιερχόμενος σε αδυναμία πληρωμών ή τα εισοδήματά του όταν ανέλαβε τα δάνεια από τους πιστωτές, δεν αποτελούν απαιτούμενα στοιχεία για το ορισμένο της αίτησης κατ’ άρθρ. 4 παρ. 1 Ν. 3869/2010, αλλά ανάγονται στην ουσιαστική βασιμότητά της, αποτελούν αντικείμενο απόδειξης περί της μονιμότητας στην αδυναμία εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων, η οποία συντελέστηκε χωρίς δολιότητα του οφειλέτη και θα εξεταστούν στην οικεία θέση, στο πλαίσιο και του ανακριτικού συστήματος που εφαρμόζεται στην προκειμένη διαδικασία, κατά τις διατάξεις των άρθρων 744, 745 και 751 ΚΠολΔ (ιδ. Βενιέρη – Κατσά «Εφαρμογή του Ν. 3869/2010» σελ. 132, 137, Αθ. Κρητικό, «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», δεύτερη έκδοση, σ. 106 και όλως ενδεικτικά Α.Π. 64/2017 Τ.Ν.Π. Nomos, ΕιρΑλεξ 13/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕιρΒασιλικ 65/2013 ΝΟΜΟΣ ΕιρΛαρ 106/2011, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕιρΠειρ 85/2011, ΕιρΙωαν 2/2011). Εξ άλλου, σύμφωνα με το άρθρο 236 σε συνδυασμό με τα άρθρα 744, 745 και 751 ΚΠολΔ, ο οφειλέτης μπορεί να διορθώσει ή να διευκρινίσει το δικόγραφό του επιτρέποντας την ίαση της ποσοτικής ή ποιοτικής αοριστίας, όχι όμως της νομικής, η οποία συντρέχει όταν ο οφειλέτης δεν αναφέρει στο δικόγραφο όσα στοιχεία επιβάλλει ο νόμος (αρθ. 1 και 4 παρ. 1 ν. 3869/10), κατά τα αμέσως προεκτεθέντα.

Με την κρινομένη αίτησή του, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε και συμπληρώθηκε, με δήλωσή του στο ακροατήριο, διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του και αναφορά στις προτάσεις του κατ’ άρθρο 745 ΚΠολΔ, ο αιτών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τις ανωτέρω
 

πιστώτριές του, ζητεί τη ρύθμιση των χρεών του, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτησή του αναλυτική κατάσταση, ζητεί την επικύρωση του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του, άλλως τη ρύθμιση των χρεών του, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθεί υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση και την αναγνώριση ότι, με την τήρηση από αυτόν της δικαστικής ρυθμίσεως των οφειλών του, θα απαλλαγεί από το υπόλοιπο των χρεών του προς τις πιστώτριές του.

Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό (άρθρο 3 ν. 3869/2010), κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (741 επ. ΚΠολΔ) και τυγχάνει παραδεκτή καθώς: α) αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως επιδόθηκε στις καθ’ ων πιστώτριές του αιτούντος εντός δεκαπέντε ημερών από την κατάθεση των αιτήσεως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 5 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, όπως το εν λόγω άρθρο αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 13 του Ν. 4161/2013 β) δεν επιτεύχθηκε προδικαστικός συμβιβασμός και επικύρωση αυτού, κατά την ορισθείσα από τον Ειρηνοδίκη ημέρα επικύρωσης, ήτοι την 1-7-2014 (ιδ. την από 20-12-2013 πράξη ορισμού συζήτησης σε συνδυασμό με την από 2-7-2014 χορηγηθείσα προσωρινή διαταγή, επί της ανωτέρω αιτήσεως, της Ειρηνοδίκη Ιλίου), γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο, κατ’ άρθρο 13 παρ. 2 Ν. 3869/2010. Επιπλέον, προσκομίζεται η από 2/12/2013 υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος για την ορθότητα και την πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας του και των εισοδημάτων του ιδίου και της συζύγου του, των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους, καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του κατά την τελευταία τριετία, με βεβαίωση γνησίου υπογραφής από το ΚΕΠ Δήμου …. Περαιτέρω, η αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη, αφού περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για τον προσδιορισμό του αντικειμένου της (άρθ. 216 ΚΠολΔ και 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010), απορριπτομένης ως νόμω αβάσιμης της ενστάσεως αοριστίας που προέβαλαν η δεύτερη και η τρίτη των καθ’ ων, αφού στην αίτηση αυτήν περιλαμβάνονται όλα τα κατά Νόμο απαιτούμενα στοιχεία, ενώ δεν απαιτείται να περιέχονται και άλλα στοιχεία, όπως ο χρόνος κατάρτισης των δανειακών συμβάσεων, η κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του αιτούντος κατά τον χρόνο δανεισμού του, η αιτία του δανεισμού αυτού και οι μηνιαίες δόσεις που κατέβαλλε, όπως και το πώς περιήλθε αυτός σε κατάσταση γενικής και μόνιμης αδυναμίας πληρωμών, τα οποία δεν αποτελούν αναγκαίο περιεχόμενο της αίτησης, αλλά ζητήματα κρίσης κατόπιν απόδειξης (βλ. ΑΠ 1131/1987 ΝοΒ Τόμος 36 σελ. 1601-1602, Αιτιολογική Έκθεση Ν. 3994/2011 ο οποίος αντικατέστησε το άρθρ. 236 ΚΠολΔ, ΜΠρΗρακλείου 21/2013 ΕΔΥΠ 1/2014 σελ. 17 επ., ΜΠρΑλεξανδρούπολης 190/2012, ΜΠρΠειρ 141/2014, ΕιρΠειρ 60/2012, ΕιρΑκράτας 7 και 8/2012 αδημ., ΕιρΝικαίας 39/2012 ΝοΒ 2012/1444, ΕιρΚορίνθου 67/2012 Α’ Δημοσίευση NOMOS, Βενιέρης-Κατσάς «Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 Για Τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα», εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2011, σελ. 137 και Εισήγηση Αθ. Κρητικού με τίτλο «Αοριστία της κατ’ άρθρ. 4 παρ. 1 αιτήσεως του οφειλέτη περί υπαγωγής του στις ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010» στο από 28ης-30η/01/2013 Σεμινάριο ΕΣΔΙ με θέμα «Ζητήματα Ερμηνείας και Εφαρμογής των Νόμων α) 3869/2010 και β) 4055/2012
 

αρμοδιότητας Ειρηνοδικείων», σελ. 8-10). Περαιτέρω, η αίτηση τυγχάνει νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, όπως τα άρθρ. 4 και 5 αντικαταστάθηκαν από τα άρθρ. 12 και 13 του Ν. 4161/2013, 6 παρ. 3, 8 όπως το άρθρ. 8 τροποποιήθηκε με τα άρθ. 16 και 17 του Ν. 4161/2013, 9 όπως το άρθρ. 9 αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 17 παρ. 1 Ν. 4161/2013 και 11 του ν. 3869/2010, καθόσον, με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά, πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη του δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μη πληρωμής των οφειλών του, πλην του αιτήματος της απαλλαγής από τα χρέη, το οποίο είναι μη νόμιμο, αφού σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3869/2010 υποβάλλεται στο Δικαστήριο με μεταγενέστερη αίτηση του οφειλέτη και επ’ αυτής το Δικαστήριο εκδίδει απόφαση, με την οποία πιστοποιεί την απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο των οφειλών, εφόσον πληρούνται οι κατά νόμο προϋποθέσεις. Εφόσον, λοιπόν, δεν επιτεύχθη δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ του αιτούντος και των πιστωτριών του, πρέπει η αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3869/2010 ορίζεται ότι “φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής”. Σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη, απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή στο ρυθμιστικό πεδίο εφαρμογής του ν. 3869/2010 είναι ο οφειλέτης να έχει περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Ο ν. 3869/2010 θεωρεί δεδομένη την έννοια του δόλου από τη γενική θεωρία του αστικού δικαίου. Στο πεδίο του τελευταίου ο δόλος, ως μορφή πταίσματος, προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 330 ΑΚ, με την οποία ορίζεται “ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίστηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νόμιμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές”. Η εν λόγω διάταξη θεσπίζει δύο μορφές πταίσματος, το δόλο και την αμέλεια. Ενώ όμως δίνει ορισμό της αμέλειας, τον προσδιορισμό του δόλου αφήνει στην επιστήμη και τη νομολογία. Η έννοια του δόλου, όπως γίνεται δεκτή και στο πεδίο του αστικού δικαίου, συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 27 παρ. 1 ΠΚ, που ορίζει ότι “με δόλο (με πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης επίσης όποιος γνωρίζει ότι με την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται”. Η τελευταία αυτή διάταξη διακρίνει το δόλο σε άμεσο και ενδεχόμενο. Ορίζει δε ότι με άμεσο δόλο πράττει αυτός που “θέλει” την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και εκείνος που δεν επιδιώκει μεν αυτό, προβλέπει όμως ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξης του και, παρά ταύτα, δεν αφίσταται αυτής. Αντίθετα, με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος που προβλέπει το εγκληματικό αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξης του και το “αποδέχεται”. Η διάταξη αυτή ισχύει και για τις ενοχές άλλων κλάδων του ενοχικού δικαίου και έτσι αποκτά γενικότερη σημασία που ξεπερνά το πλαίσιο της ευθύνης από προϋφιστάμενη ενοχή. Περαιτέρω, από τη διατύπωση της παρ. 1 εδάφ. α’ του άρθρου 1 του ν. 3869/2010 προκύπτει ότι το στοιχείο

 

του δόλου αναφέρεται στην “περιέλευση” του οφειλέτη σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμών. Επομένως, το στοιχείο του δόλου δύναται να συντρέχει τόσο κατά το χρόνο ανάληψης της οφειλής όσο και κατά το χρόνο μετά την ανάληψη της τελευταίας. Ο δόλος πρέπει να αντιμετωπίζεται κατά τον ίδιο τρόπο είτε είναι αρχικός είτε είναι μεταγενέστερος. Το κρίσιμο ζήτημα είναι το περιεχόμενο του δόλου και όχι ο χρόνος που αυτός εκδηλώθηκε. Στην περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3869/2010, ο οφειλέτης ενεργεί δολίως όταν με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών του ή προβλέπει ότι οδηγείται σε αδυναμία πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά, αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα, πρόκειται για τον οφειλέτη εκείνον ο οποίος καρπούται οφέλη από την υπερχρέωσή του με την απόκτηση κινητών ή ακινήτων, πλην όμως είτε γνώριζε κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους είτε από δική του υπαιτιότητα βρέθηκε μεταγενέστερα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Συνεπώς, η εξαιτίας του δόλου μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη δεν είναι αναγκαίο να εμφανιστεί μετά την ανάληψη του χρέους αλλά μπορεί να υπάρχει και κατά την ανάληψη αυτού, όταν δηλαδή ο οφειλέτης ήδη από την αρχή, αναλαμβάνοντας το χρέος, γνωρίζει ότι με βάση τα εισοδήματά του και τις εν γένει ανάγκες του δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει. Περίπτωση ενδεχόμενου δόλου συντρέχει και όταν ο οφειλέτης συμφωνεί με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων, προβλέποντας ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός του με βάση τις υφιστάμενες ή ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών του, θα τον οδηγήσει σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και όμως αποδέχεται το αποτέλεσμα αυτό. Αξίωση πρόσθετων στοιχείων για τη συγκρότηση του δόλου στο πρόσωπο του οφειλέτη κατά την ανάληψη του χρέους, όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος ή η παράλειψη του πιστωτικού ιδρύματος να προβεί στις αναγκαίες έρευνες της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νόμου. Ο δόλος του οφειλέτη στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του περιορίζεται στην πρόθεσή του και μόνο, δηλαδή σε ένα υποκειμενικό στοιχείο, χωρίς να είναι ανάγκη προσθήκης και άλλων αντικειμενικών στοιχείων όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος και η παράλειψη, από την πλευρά των τελευταίων, να ενεργήσουν την αναγκαία έρευνα, πριν χορηγήσουν την πίστωση, της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, πράγμα το οποίο, άλλωστε, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νόμου. Τέλος, όπως προκύπτει από την πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου 1 του ν. 3869/2010, σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής, το επιλαμβανόμενο της υπόθεσης δικαστήριο ερευνά την ύπαρξη του δόλου όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά, όπως είναι αυτονόητο και γι’ αυτό παραλείφθηκε στο νόμο, κατά πρόταση πιστωτή (ΑΠ 65/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της δεύτερης και τρίτης των καθ’ ων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους, αρνήθηκαν την αίτηση και προέβαλαν ένσταση αοριστίας της αιτήσεως, η οποία συνιστά άρνηση της αιτήσεως και τυγχάνει απορριπτέα για τους λόγους που προεξετέθησαν και ένσταση δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε κατάσταση γενικής και μόνιμης αδυναμίας πληρωμής, με περιεχόμενο ότι ανέλαβε υποχρεώσεις πάνω από τις οικονομικές του δυνατότητες, ένσταση που προβάλλεται παραδεκτά και ορισμένα και θα εξεταστεί
 

περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Επιπλέον, προέβαλαν ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος του αιτούντος, η οποία πρέπει ομοίως να απορριφθεί, καθώς ο Ν. 3869/2010 αποβλέπει στην δυνατότητα να δοθεί δεύτερη ευκαιρία στο υπερχρεωμένο φυσικό πρόσωπο για επανένταξη στην κοινωνική και οικονομική ζωή με την επανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει (βλ. Αιτιολογική Έκθεση Ν. 3869/2010 και ΕιρΑκράτας 7 και 8/2012 ό.π.). Ως εκ τούτου, η επιδίωξη του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα του Ν. 3869/2010 δεν συνιστά κατάχρηση δικαιώματος, δηλαδή άσκηση με τρόπο αντίθετο στην καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του, αφού ο δανειολήπτης ασκεί νόμιμο δικαίωμά του σε ένα σύγχρονο Κράτος Δικαίου. Σε κάθε περίπτωση οι ισχυρισμοί των καθ’ ων περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος είναι απορριπτέοι, δοθέντος ότι οι ορισμοί του άρθρου 281 ΑΚ δεν ισχύουν επί δικαιωμάτων που ασκούνται κατά εφαρμογή δικονομικών διατάξεων, όπως είναι και το δικαίωμα άσκησης αιτήσεως ή αγωγής ή ενδίκου μέσου (βλ. σχετ. Α.Π. 1006/1999, ΕλλΔνη 40,1718, Α.Π. 392/1997, ΕλλΔνη 38, 1842). Τέλος, η τρίτη των καθ’ ων προέβαλε ένσταση απαραδέκτου της αιτήσεως λόγω έλλειψης μόνιμης αδυναμίας πληρωμής στο πρόσωπο του αιτούντος, η οποία συνιστά στην πραγματικότητα άρνηση της αίτησης λόγω έλλειψης ουσιαστικής προϋπόθεσης και θα εξεταστεί σε κάθε περίπτωση περαιτέρω αυτεπαγγέλτως.

Από την εκτίμηση της ανωμοτί καταθέσεως του αιτούντος, ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος Δικαστηρίου, που εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεώς του και όλων των, μετ’ επικλήσεως, νομίμως προσκομιζομένων από αυτήν εγγράφων (η μνεία κατωτέρω ορισμένων εξ αυτών είναι απλώς ενδεικτική, καθώς κανένα δεν παραλείφθηκε να εκτιμηθεί), από τα διδάγματα κοινής πείρας και λογικής, τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών είναι σήμερα 48 ετών, έγγαμος με την Ε.Τ. και πατέρας δύο ανήλικων τέκνων που απέκτησε στα πλαίσια του γάμου του, ηλικίας σήμερα 7 και 4 ετών (βλ. προσκομιζόμενο από 10-11-2015 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης Δήμου …). Είναι …, έχοντας εργασθεί από το 1992 σε …, ενώ ειδικότερα από το έτος 2007 και μέχρι σήμερα εργάζεται ως ….  (ιδ. από 16-1-2007 προσκομισθείσα σύμβαση εργασίας). Από την εργασία του αυτή αποκερδαίνει κατά μέσο όρο σήμερα το καθαρό ποσό των 1.519,54€ μηνιαίως (ιδ. προσκομισθείσα απόδειξη πληρωμής μηνός Φεβρουάριου 2018 ποσού 1.302,47€ X 14 μήνες = 18.234,58€ / 12 = 1.519,54€). Η σύζυγός του είναι μακροχρόνια άνεργη, εγγεγραμμένη από το έτος 2012 και μέχρι σήμερα στα μητρώα ανεργίας του ΟΑΕΔ (ιδ. προσκομισθείσες από 6-3-2018 και 9-3-2018 βεβαιώσεις ανεργίας). Ο αιτών έχει στην ιδιοκτησία του κατά ψιλή κυριότητα μία οριζόντια ιδιοκτησία ισογείου ορόφου (υπό στοιχεία ΙΣ-1 κατοικία) επιφάνειας 72,70 τμ, που βρίσκεται σε οικοδομή κείμενη στο … Αττικής, στη θέση «….» επί της οδού … αρ. .., αντικειμενικής αξίας, σύμφωνα με την προσκομισθείσα δήλωση ΕΝΦΙΑ 2017 33.077,82€, κατασκευής 1963. Το ως άνω ακίνητο συνιστά την κύρια κατοικία του και περιήλθε στην ιδιοκτησία του δυνάμει του υπ’ αριθμ. 3573/27-12-2005 συμβολαίου γονικής παροχής ψιλής κυριότητος της συμβολαιογράφου …. Πέραν τούτου, ουδέν άλλο έχει στην ιδιοκτησία του.

Απεδείχθη επιπλέον ότι σε χρόνο προγενέστερο του έτους της κατάθεσης της αίτησης ο αιτών είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη,
 

τα οποία, κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης αυτής, εξαιρουμένου του κατωτέρω εμπραγμάτως ασφαλισμένου δανείου, του οποίου ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/2010), ήτοι ο αιτών οφείλει σήμερα: 1) προς την Τράπεζα …. ποσό 2.308,976 δυνάμει της υπ’ αριθμ. 4908450558578011 σύμβασης πιστωτικής κάρτας (ιδ. από 4-11-2013 αναλυτική κατάσταση οφειλών), 2) προς την Τράπεζα …. α) ποσό 82.382,976 δυνάμει της υπ’ αριθμ. 650001046331 σύμβασης στεγαστικού δανείου (ιδ. από 17-11-2015 αναλυτική κατάσταση οφειλών), η οποία εξασφαλίζεται με προσημείωση υποθήκης ποσού 91.304,406 επί της κύριας κατοικίας του αιτούντος (ιδ. προσκομισθέν υπ’ αριθμ. 1563/2013 πιστοποιητικό βαρών Υποθηκοφυλακείου …), β) ποσό 3.111,656 δυνάμει της υπ’ αριθμ. 5458650820659355 σύμβασης πιστωτικής κάρτας (ιδ. από 22-10-2013 αναλυτική κατάσταση οφειλών) και 3) προς την … Τράπεζα, υπό την ιδιότητά της ως καθολικής διαδόχου της …, ποσό 11.673,466 δυνάμει της υπ’ αριθμ. λογαριασμού 36131005928941 πιστωτικής κάρτας (ιδ. από 25-10-2013 αναλυτική κατάσταση οφειλών). Το σύνολο των οφειλών του αιτούντος ανέρχεται στο ποσό των 99.477,056. Όπως προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία (ιδ. ταυτάριθμα πρακτικά συνεδρίασης-ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος) ο αιτών έλαβε το ως άνω στεγαστικό δάνειο, το οποίο συνιστά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των οφειλών του, το 2009 με σκοπό να προβεί σε ανακαίνιση επί της κύριας κατοικίας του, αλλά και προκειμένου να καλύψει το κόστος πέντε προσπαθειών εξωσωματικής γονιμοποίησης για την απόκτηση του πρώτου ως άνω τέκνου τους, λόγο για τον οποίο προέβη σε χρήση και της πιστωτικής του κάρτας από την …..

Με βάση όλα τα ανωτέρω δεδομένα, οι μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης του αιτούντος ανέρχονται, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και σύμφωνα με την έκθεση υπολογισμού των ευλόγων δαπανών της ΕΛΣΤΑΤ την οποία το δικαστήριο δύναται να αξιοποιήσει στο συλλογισμό του ως κατευθυντήρια γραμμή, στο ποσό των 13.476 μηνιαίως. Κατά συνέπεια, ο αιτών με το εισόδημά του δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, δοθέντος ότι οι ενήμερες μηνιαίες δόσεις των επίδικων δανείων του ανέρχονταν συνολικά στο ποσό των 8.006 (ιδ. προσκομισθείσες στα πλαίσια της επικαιροποίησης αναλυτικές καταστάσεις, όπου και αναγράφεται το 10% της ενήμερης δόσης των επίδικων δανείων). Εκ των ανωτέρω στοιχείων προκύπτει, κατά συνέπεια, ότι ο αιτών έχει περιέλθει σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία εξυπηρέτησης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Η κρίση αυτή συνάγεται από την σχέση της ρευστότητας του προς τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του, δηλαδή η σχέση αυτή είναι αρνητική υπό την έννοια ότι, μετά από την αφαίρεση των δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του (κατά τα ανωτέρω οριζόμενα), η υπολειπόμενη ρευστότητα του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών του ή τουλάχιστον σε ουσιώδες μέρος τους (ΜονΠρωτΕδεσσ 20/2013, Κλ. Ρούσσος, Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα), δεν διαφαίνεται δε ότι η σχέση ρευστότητας – οφειλών θα αναστραφεί σύντομα, καθώς, δεν αναμένεται προσεχής ανάκαμψη των οικονομικών του σε βαθμό που να του επιτρέψει να ακολουθήσει το ρυθμό στον οποίο τα χρέη του καθίστανται ληξιπρόθεσμα. Περαιτέρω, ο αιτών προέβη, ως προελέχθη, στη ανάληψη του μεγαλύτερου μέρους των δανειακών οφειλών του το 2009, χρονικό σημείο κατά το οποίο
 

διέθετε μέσο μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα ύψους 3.266,836 (ιδ. προσκομισθέν εκκαθαριστικό σημείωμα οικονομικού έτους 2010, από το οποίο προκύπτει δηλωθέν εισόδημα αιτούντος 30.274,306 – αναλογούντος φόρου 4.288,496 = 25.985,816 και δηλωθέν εισόδημα της συζύγου του ύψους 13.471,866 – αναλογούντος φόρου 255,716 = 13.216,156, ήτοι συνολικό ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα 39.201,966), εισόδημα με το οποίο εδύνατο ασφαλώς να είναι συνεπής στην αποπληρωμή των οφειλών του. Συνεπώς, ο αιτών δεν είχε ούτε ενδεχόμενο δόλο κατά το χρόνο ανάληψης των δανειακών του υποχρεώσεων, η δε σχετικώς υποβληθείσα ένσταση τυγχάνει απορριπτέα στην ουσία της.

Με βάση τα ανωτέρω εκτεθέντα συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του νόμου 3869/2010, ειδικότερα σε αυτή των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 θα πρέπει, δηλαδή, να γίνει συνδυασμός των δύο ρυθμίσεων του νόμου και συγκεκριμένα αυτής του άρθρου 8 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές επί πενταετία και αυτής του άρθρου 9 παρ. 2 για σταδιακές καταβολές προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία του. Έτσι, η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει κατά πρώτο λόγο κατ’ άρθρο 8 παρ. 2 ν. 3869/2010, με τον ορισμό μηνιαίων καταβολών απευθείας στους πιο πάνω πιστωτές του από τα εισοδήματά του επί πενταετία, οι οποίες ορίζονται στο ποσό των 170,00 ευρώ, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες, σύμφωνα με την ανάλυση που προηγήθηκε. Το ποσό αυτό θα καταβάλει συμμέτρως για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών του, δηλαδή θα καταβάλει μηνιαίως: 1) προς την Τράπεζα … ποσό 3,95€ για την υπ’ αριθμ. 4908450558578011 σύμβαση πιστωτικής κάρτας, 2) προς την Τράπεζα … α) ποσό 140,79€ για την υπ’ αριθμ. 650001046331 σύμβαση στεγαστικού δανείου και β) ποσό 5,32€ για την υπ’ αριθμ. 5458650820659355 σύμβαση πιστωτικής κάρτας και 3) προς την … Τράπεζα ποσό 19,95€ για την υπ’ αριθμ. λογαριασμού 36131005928941 πιστωτική κάρτας. Από τις 60 αυτές δόσεις θα πρέπει να αφαιρεθούν ως προς το χρόνο και το ποσό οι 34 μηνιαίες καταβολές στις οποίες προέβη ο αιτών μετά τη χορηγηθείσα από το παρόν Δικαστήριο από 2-7-2014 προσωρινή διαταγή ύψους 150€ έκαστη (ιδ. προσκομιζόμενα αποδεικτικά καταβολής, από τα οποία προκύπτει ότι ο αιτών προέβη σε μηνιαίες καταβολές μετά την ως άνω προσωρινή διαταγή συμμέτρως και προσηκόντως μεταξύ των οφειλών του επί 34 μήνες). Όμως, η διαφορά που προκύπτει από αυτές τις 34 καταβολές με τις καταβολές που ορίζονται με την παρούσα, ήτοι το ποσό των 680 ευρώ (170€ ορισθείσα δόση με την παρούσα – 150 € η δόση με την προσωρινή διαταγή = 20€ X 34 μήνες = 680 ευρώ), θα αποπληρωθεί εντόκως μέσα σε ένα έτος από τη λήξη των καταβολών του άρθρου 8 παράγραφος 2 με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά δυόμισι εκατοστιαίες μονάδες. Συγκεκριμένα ο αιτών θα καταβάλλει προς τους πιστωτές του ποσό 56,66 € μηνιαίως, εντόκως με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά δυόμισι εκατοστιαίες μονάδες για 12 μήνες. Το ποσό αυτό κατανέμεται ως εξής: 1) προς την Τράπεζα … ποσό 1,31€ για την υπ’ αριθμ. 4908450558578011 σύμβαση πιστωτικής κάρτας, 2) προς την Τράπεζα … α) ποσό 46,936 για την υπ’ αριθμ. 650001046331 σύμβαση στεγαστικού δανείου και β) ποσό 1,776 για την υπ’ αριθμ. 5458650820659355 σύμβαση πιστωτικής κάρτας και 3) προς την … Τράπεζα ποσό 6,656 για την υπ’ αριθμ. λογαριασμού 36131005928941 πιστωτική κάρτα.

 

 

Η παραπάνω ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 ν. 3869/2010 θα συνδυαστεί με αυτή του άρθρου 9 παρ. 2 του ίδιου νόμου, εφ’ όσον ο αιτών προέβαλε το αίτημα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση, μετά το οποίο αυτή η εξαίρεση είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο. Έτσι, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του. Η αντικειμενική αξία του ακινήτου αυτού ανέρχεται στο ποσό των 33.077,826 και το 80% αυτής ανέρχεται σε 26.462,25 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει 38 μήνες μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησής του πρέπει να οριστεί σε 20 χρόνια, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των χρεών του αιτούντος, της οικονομικής του δυνατότητας και της ηλικίας του. Οι μηνιαίες καταβολές επί 20 χρόνια θα αρχίσουν μετά τη λήξη της περιόδου χάριτος, η οποία θα ξεκινάει από τον επόμενο μήνα που ακολουθεί από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα διαρκεί 38 μήνες (ώστε να μη συμπέσει η ρύθμιση του άρθρου 9 με αυτή του άρθρου 8 και να επιβαρυνθεί με δύο μηνιαίες δόσεις με κίνδυνο να φανεί ασυνεπής στις υποχρεώσεις του), θα είναι ποσού 110,26 ευρώ το μήνα κατόπιν στρογγυλοποίησης και επί 240 μήνες (20 έτη X 12 μήνες). Η καταβολή αυτών των δόσεων θα γίνει προς την δεύτερης καθ’ ης για την εμπραγμάτως ασφαλισμένη απαίτησή της εκ της προαναφερθείσας σύμβασης στεγαστικού δανείου.

Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή η αίτηση ως βάσιμη στην ουσία της, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης καθ’ ης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι έκρινε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά την αίτηση.

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη του αιτούντος καθορίζοντας μηνιαίες καταβολές ποσού εκατόν εβδομήντα ευρώ (170,00 €), συμμέτρως διανεμόμενου μεταξύ των οφειλών του, κατά τα επιμέρους χρηματικά ποσά, που αναφέρονται στο σκεπτικό της παρούσας, ατόκως για 26 μήνες (60 μήνες συνολικής ρύθμισης – 34 μήνες γενόμενων καταβολών), οι οποίες θα πραγματοποιούνται μέσα στις πέντε (5) πρώτες ημέρες κάθε μήνα. Οι παραπάνω καταβολές θα αρχίσουν τον επόμενο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας. Ορίζει εν συνεχεία των 26 αυτών μηνών, την εξόφληση του ποσού των 680 ευρώ με καταβολές ποσού 56,66 ευρώ μηνιαίως, συμμέτρως διανεμόμενου μεταξύ των οφειλών του, κατά τα επιμέρους χρηματικά ποσά, που αναφέρονται στο σκεπτικό της παρούσας, εντόκως με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά δυόμισι εκατοστιαίες μονάδες, για 12 μήνες. Οι ως άνω καταβολές θα πραγματοποιούνται εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός.

ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση την κύρια κατοικία του αιτούντος, ήτοι την ψιλή κυριότητα μίας οριζόντιας ιδιοκτησίας ισογείου ορόφου (υπό στοιχεία ΙΣ-1 κατοικία) επιφάνειας 72,70 τμ, που βρίσκεται σε οικοδομή κείμενη στο … Αττικής, στη θέση «…» επί
 

της οδού … αρ. .., που περιήλθε στην ιδιοκτησία του δυνάμει του υπ’ αριθμ. 3573/27- 12-2005 συμβολαίου γονικής παροχής ψιλής κυριότητος της συμβολαιογράφου Ε.Α.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της ως άνω κατοικίας του το ποσό των 26.462,25 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Οι μηνιαίες καταβολές θα αρχίσουν μετά τη λήξη της περιόδου χάριτος, η οποία θα ξεκινάει από τον επόμενο μήνα που ακολουθεί από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα διαρκεί 38 μήνες, θα γίνονται εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα και θα είναι ποσού 110,26€ το μήνα κατόπιν στρογγυλοποίησης και επί διακόσιους σαράντα (240) μήνες. Η καταβολή αυτών των δόσεων θα γίνει προς την δεύτερης καθ’ ης για την εμπραγμάτως ασφαλισμένη απαίτησή της εκ της προαναφερθείσας σύμβασης στεγαστικού δανείου.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του στο Ίλιον στις χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων αυτών.

 

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ι.Μ.                                                                          Κ.Χ.

 

 

Scroll to Top