ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ
ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ν. 3869/2010
Αριθμός Απόφασης: 114/2018
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ NAYΠΑΚΤΟΥ
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ: ………….
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: ………….
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 12-6-2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1. ……….. του ….. και της ……, κατοίκου ……….., ΑΦΜ ……… ΔΟΥ …….. και 2. ……… του …. και της ….., κατοίκου ομοίως, ΑΦΜ ……./ΔΥΟ ….., οι οποίοι παραστάθηκαν μετά της πληρεξουσίας τους δικηγόρου, του Δ.Σ. Αθηνών, Άννας Κορσάνου.
ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ: 1) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………………………» που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …. και εκπροσωπείται νόμιμα η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου …………….. (ΔΣ Μεσολογγίου), 2) της Ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………………………» που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …. και εκπροσωπείται νόμιμα η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του ΔΣ Μεσολογγίου …………….. και 3) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………………………» που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …. και εκπροσωπείται νόμιμα η οποία δεν παραστάθηκε.
Οι αιτούντες με την από 27-1-2017 αίτησή τους (αριθμ. καταθ. …./…. και πινακίου …./….), ζητούν τα αναφερόμενα σ’ αυτή, για τους λόγους που επικαλούνται.
Δικάσιμος της αίτησης ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, όπου κατά τη συζήτησή της, έλαβαν χώρα τα αναφερόμενα στα πρακτικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. 9832/20-02-2017 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητού της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …………., που προσκομίζουν και επικαλούνται οι αιτούντες, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα ήτοι εντός 15 ημερών από την κατάθεση αυτής και στην τρίτη των καθ’ ων με την επωνυμία «……………………..», κατά την οποία, όμως, η ανωτέρω δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε στο δικαστήριο, όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά του οικείου πινακίου. Εν τούτοις η διαδικασία πρέπει να προχωρήσει σαν να ήταν και αυτή παρούσα (άρ. 754 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αίτηση (αρ. εκθ. καταθ. 12/07-02-2017) οι αιτούντες, επικαλούμενοι έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους προς τις καθ’ ων – πιστώτριες Ανώνυμες Τραπεζικές Εταιρίες νομίμως εκπροσωπούμενες, ζητούν να ρυθμισθούν τα χρέη τους, με εξαίρεση από την εκποίηση του ακινήτου που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία τους, της οποίας είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος ως και των λοιπών αναφερόμενων περιουσιακών τους στοιχείων, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλουν, αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή κατάσταση, κατά τα εκτιθέμενα σ’ αυτή. Τέλος ζητούν να απαλλαγούν πλήρως από τα υπόλοιπα των χρεών τους με την τήρηση των όρων της ρύθμισης.
Με το ανωτέρω περιεχόμενο, η ένδικη αίτηση, η οποία κατατέθηκε μετά την ισχύ των ν. 4336/2015 και 4346/2015, αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση στο παρόν Δικαστήριο και κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρ. 3 ν. 3869/2010), εφόσον τηρήθηκε η διαδικασία του προδικαστικού συμβιβασμού (άρ. 4 παρ. 5 και 5 παρ. 1 ν. 3869/2010), ο οποίος όμως απέτυχε (βλ. τα υπ’ αριθ. 17/07-03-2017 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και την ταυτάριθμη προσωρινή διαταγή της Δικαστού του Δικαστηρίου τούτου). Περαιτέρω, δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή τους για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο, κατ’ άρ. 13 παρ. 2 του ίδιου νόμου (βλ. βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου τούτου και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Επίσης προσκομίζονται από τους αιτούντες και τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 έγγραφα, καθώς και οι σχετικές εκθέσεις επιδόσεως, από τις οποίες προκύπτει η εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετεχουσών πιστωτριών. Περαιτέρω η αίτηση περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία ο ως άνω νόμος (άρ. 4 παρ. 1 ν. 3869/2010) απαιτεί για την πληρότητα του δικογράφου της ήτοι α) κατάσταση της περιουσίας και των πάσης φύσεως εισοδημάτων των αιτούντων, β) κατάσταση των πιστωτριών και των απαιτήσεών τους, κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τους. Σημειωτέον ότι, με το εν λόγω δικόγραφο οι αιτούντες – σύζυγοι επιτρεπτώς ασκούν κοινή αίτηση, λόγω της ανάγκης να ρυθμιστεί ενιαίως η ένδικη διαφορά, δεδομένου ότι υπάρχει και εν μέρει ταυτότητα των οφειλών τους προς τη δεύτερη των καθ’ ων με την επωνυμία «……..», αφού είναι συνοφειλέτες σε στεγαστικό δάνειο (βλ. και Ι. Βενιέρη – Θ. Κατσά «Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα», 3η έκδ., αριθ. 449). Τέλος, η αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς των πιστωτριών, που κρίνονται απορριπτέοι (για το ορισμένο της αίτησης, βλ. Ι.Βενιέρη – Θ. Κατσά, 2η έκδ., σελ. 184 επ. και Αθ. Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις», έκδ. 2016, σελ. 115 επ.). Είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8 παρ. 2 εδ. α, 9 παρ. 2 ν. 3869/2010, όπως αντικ. από το άρ. 14 ν. 4346/2015 και 10 παρ. 1 ν. 3869, πλην: α) του παρεπόμενου αιτήματος, για την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση των αναφερόμενων σ’ αυτή περιουσιακών στοιχείων, διότι, σύμφωνα με το άρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010, όπως ισχύει, η θεσπιζόμενη με τη διάταξη αυτή ρύθμιση, αφορά την εξαίρεση από την εκποίηση μόνο της κύριας κατοικίας και όχι άλλων ακινήτων των οφειλετών (Αθ. Κρητικού «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», έκδ. β’, 2012, υπ’ άρθρ. 9 αριθ. 15, ΕιρΠατρ 89/2012) και β)του αιτήματος, για την απαλλαγή τους πλήρως από κάθε υπόλοιπο χρέους με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, διότι σύμφωνα με το άρ. 11 παρ. 1 ν. 3869/2010, το αίτημα αυτό υποβάλλεται στο Δικαστήριο με μεταγενέστερη αίτηση των οφειλετών και επ’ αυτής το Δικαστήριο εκδίδει απόφαση, με την οποία πιστοποιεί την απαλλαγή τους από το υπόλοιπο των οφειλών, εφόσον πληρούνται οι κατά νόμο προϋποθέσεις. Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω η αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της, έχουν προσκομισθεί και τα γραμμάτια προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής εκ μέρους των παρασταθέντων πληρεξουσίων δικηγόρων των διαδίκων (άρ. 61 παρ. 4 ν. 4194/2013, όπως αντικ. με το άρθρο 7 παρ. 8γ ν. 4205/2013).
Από την πλευρά τους οι καθ΄ ων, αρνούνται την αίτηση και προβάλλουν τους ισχυρισμούς: α) περί δόλιας περιελεύσεως των αιτούντων σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (άρ. 1 ν. 3869/10), β) περί μη μόνιμης αδυναμίας αυτών για την πληρωμή τους και γ) περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματός τους (άρ. 281 ΑΚ). Οι ισχυρισμοί αυτοί θα εξετασθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από την ανωμοτί κατάθεση του πρώτου των αιτούντων στο ακροατήριο του δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα πρακτικά συνεδριάσεως δεόντως εκτιμώμενη και όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα οι διάδικοι, τα οποία χρησιμεύουν και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρ. 336 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ) και τις ομολογίες που συνάγονται από το σύνολο των ισχυρισμών των μερών (άρ. 261, 352 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο πρώτος των αιτούντων έχει γεννηθεί το έτος 1963 ήτοι διανύει το 55ο έτος της ηλικίας του, η δε δεύτερη αυτών, το έτος 1966 ήτοι διανύει το 52ο έτος της ηλικίας της, έχουν δε αποκτήσει δύο -2- τέκνα (άρρεν και θήλυ), ηλικίας σήμερα 21 και 16 ετών αντίστοιχα, από τον τελεσθέντα το έτος 1991 γάμο τους (βλ. και το υπ’ αρ. πρωτ. …….. πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Δήμου Ναυπακτίας). Εξ αυτών ο γιός τους φοιτά στο Πανεπιστήμιο Πατρών – Τμήμα Βιολογίας με το έτος πρώτης εγγραφής το 2015-2016 (βλ. σχετ. και το υπ’ αριθ. πρωτ. ….. πιστοποιητικό), η δε θυγατέρα τους είναι μαθήτρια Λυκείου. Ο ανωτέρω τυγχάνει συνταξιούχος της Πολεμικής Αεροπορίας από 30-10-2008 με το βαθμό του επισμηναγού, με ημερομηνία κατάταξης στις 24-10-1983 και αναγραφόμενη αιτία εξόδου «ανικανότητα μη οφειλόμενη στην Υπηρεσία», σύμφωνα δε με την υπ’ αρ. 3633/21-05-2008 γνωμάτευση αυτής, ο ανωτέρω πάσχει από αγχώδη νευρωτική διαταραχή με αγχώδες υπόστρωμα προσωπικότητας και ποσοστό ανικανότητας 20%. Εξάλλου οι συντάξιμες αποδοχές του ανέρχονταν, κατά το χρόνο εκείνο, στο ποσό των 1.413,24 ευρώ, με ημερομηνία ενάρξεως πληρωμής της συντάξεως στις 11-03-2009 (σχετ. και το από 7-10-2009 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους – Γενική Διεύθυνση Μισθών και Συντάξεων). Οι αποδοχές του μειώθηκαν ,μετά το έτος 2010, εξαιτίας των μέτρων που επιβλήθηκαν από την Κυβέρνηση σε όλους τους μισθωτούς και συνταξιούχους προς αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που έπληξε με ιδιαίτερη οξύτητα τη Χώρα, ανερχόμενες το μήνα Ιούνιο 2018 σε 1.174,63 ευρώ – η κύρια σύνταξη σε 1.067,72 ευρώ και το μέρισμα του Μετοχικού Ταμείου Αεροπορίας σε 106,91 ευρώ, ενώ το έτος 2010, τούτο ανέρχονταν σε 265,42 ευρώ μηνιαίως (βλ. αναλυτικό σημείωμα αποδοχών).
Η δεύτερη των αιτούντων είναι εκπαιδευτικός, υπηρετούσα ως ……. στο ………… με αποδοχές το μήνα Μάιο 2018 ποσού 1.260,55 ευρώ, ενώ κατά το διάστημα από 26-06-2015 έως 31-07-2017 κατείχε τη θέση της Υποδιευθύντριας στο Σχολείο, λαμβάνοντας επιπλέον το επίδομα θέσης ποσού 150 ευρώ με μηνιαίες αποδοχές τότε ποσού 1.356,01 ευρώ. (βλ. βεβαιώσεις αποδοχών μηνών Σεπτεμβρίου 2016 και Μαΐου 2018 ως και το ……. έγγραφο του διορισμού της διεύθυνσης Π.Ε. Αιτωλ/νίας). Εξάλλου, η ανωτέρω πάσχει από το «Σύνδρομο ινομυαλγίας», πάθηση που χαρακτηρίζεται από άτυπα μυοσκελετικά ενοχλήματα, εύκολη κόπωση και στοιχεία κατάθλιψης, έχει δε ανάγκη συνεχούς χρόνιας θεραπείας με φάρμακα (προσκ. Και η σχετ. από 29-09-2016 ιατρική γνωμάτευση του ρευματολόγου ιατρού ……… και η από 03-03-2017 βεβαίωση της Νοσηλευτικής Μονάδας Μεσολογγίου – Ψυχιατρικό Τμήμα).
Επίσης παρακολουθείται τακτικά λόγω μικροαποτιτανώσεων και στους δύο μαστούς, υποβληθείσα μάλιστα και σε βιοψία στις 07-09-2016 στο Αντικαρκινικό Ογκολογικό Νοσοκομείο Αθηνών «Ο Άγιος Σάββας» (βλ. το σχετ. εξιτήριο και την από 30-09-2016 ιατρική βεβαίωση του γενικού χειρουργού ……….). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος και τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος (έντυπο Ε1), ο αιτών δήλωσε εισόδημα τα οικονομικά έτη 2008, 2009, 2010 και 2011 ποσού 23.000 ευρώ για κάθε έτος κατά μέσο όρο, τα οικονομικά έτη 2012 και 2013 ποσού 20.000 ευρώ για κάθε έτος, το οικονομικό και φορολογικό έτος 2014 16.000 ευρώ για κάθε έτος και τα φορολογικά έτη 2015,2016 και 2017 ποσού 15.500 ευρώ για κάθε έτος. Η αιτούσα δήλωσε εισόδημα τα οικονομικά έτη 2008, 2009, 2010 και 2011 ποσού 21.000 ευρώ για κάθε έτος κατά μέσο όρο, τα οικονομικά έτη 2012, 2013 και 2014 ποσού 18.000 ευρώ για κάθε έτος κατά μέσο όρο και ομοίως τα φορολογικά έτη 2014, 2015, 2016 και 2017 ποσού 18.000 ευρώ για κάθε έτος κατά μέσο όρο.
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση των ένδικων αιτήσεων, οι αιτούντες είχαν λάβει από τις καθ’ ων τα παρακάτω χρέη (στεγαστικό δάνειο από κοινού, ο δε αιτών και πιστωτικές κάρτες), τα οποία κατά πλάσμα του νόμου θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο αυτόν (Αθ. Κρητικός, εκδ. 2014 σελ. 224 επ.) με εξαίρεση το εμπραγμάτως ασφαλισμένο δάνειο, του οποίου ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής, μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας αποφασης (άρ. 6 παρ. 3 Ν. 3869/2010). Ειδικότερα ο αιτών έλαβε: Α) Από την πρώτη των καθ’ ων με την επωνυμία «………..», μια πιστωτική κάρτα, της οποίας το οφειλόμενο ποσό ανερχόταν στις 10-11-2016 με τους τόκους και τα έξοδα σε 3.799,48 ευρώ. Β) Από τη δεύτερη καθ’ ων με την επωνυμία «…………» ως καθολικής διαδόχου της πρώην Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας «………..». α) στεγαστικό δάνειο στις 27-11-2008, ύψους 175.000,00 ευρώ, καταβλητέο σε 240 μηνιαίες δόσεις για ανέγερση Β’ κατοικίας, στο οποίο συμβλήθηκε και η αιτούσα – σύζυγός του ως συνοφειλέτρια, του οποίου το οφειλόμενο ποσό ανέρχονταν στις 07-11-2016 με τους τόκους και τα έξοδα σε 124.322,73 ευρώ (βλ. προσκ. σύμβαση) και β) υπόλοιπο οφειλής από τόκους πιστωτικής κάρτας ποσού 0,41 ευρώ. Συνολικά λοιπόν οι απαιτήσεις της ανωτέρω πιστώτριας ανέρχονταν κατά το χρόνο εκείνο στο ποσό των 124.556,29 ευρώ. Προς εξασφάλιση των απαιτήσεών της, η ανωτέρω πιστώτρια ενέγραψε προσημείωση υποθήκης επί του ακινήτου της κύριας κατοικίας τους, όπως θα λεχθεί παρακάτω. Και Γ) Από την Τρίτη των καθ’ ων με την επωνυμία «……………..», μια πιστωτική κάρτα, της οποίας το οφειλόμενο ποσό ανέρχονταν στις 15-11-2016 με τους τόκους και τα έξοδα σε 2.972,27 ευρώ. (βλ. βεβαιώσεις οφειλών των εν λόγω τραπεζικών εταιριών). Με βάση τα προεκτεθέντα το συνολικό ύψος των οφειλών του αιτούντος, ανέρχεται στο ποσό των 131.328,04 ευρώ. Η αιτούσα συμβλήθηκε ως συνοφειλέτρια, όπως προλέχθηκε στο στεγαστικό δάνειο, του οποίου το οφειλόμενο ποσό ανέρχονταν στις 21-12-2016 με τους τόκους και τα έξοδα σε 124.764,55 ευρώ (βλ. βεβαίωση οφειλών).
Από όσα εκτέθηκαν, αναμφισβήτητα προκύπτει ότι τα εισοδήματα των αιτούντων από τη μισθωτή εργασία τους, συγκρινόμενα με τις υποχρεώσεις τους από τις παραπάνω δανειακές συμβάσεις δεν τους επιτρέπουν να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτηση των χρεών τους. Η αδυναμία τους αυτή οφείλεται αφενός στο ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των δανείων τους και αφετέρου στη μείωση των αποδοχών τους, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα σε συνδυασμό με τις αναγκαίες δαπάνες διαβίωσης αυτών και των τέκνων τους, οι οποίες λόγω της ηλικίας τους είναι αυξημένες (έξοδα διατροφής, ένδυσης, εκπαίδευσης κ.λπ.). Η αρνητική αυτή σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών τους κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο δεν αναμένεται να βελτιωθεί τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον λόγω της αρνητικής οικονομικής συγκυρίας. Συνεπώς συντρέχει στην περίπτωση των αιτούντων μόνιμη και διαρκής αδυναμία πληρωμής των οφειλών τους προς τις μετέχουσες πιστώτριες. Ο ισχυρισμός των καθ’ ων ότι οι αιτούντες περιήλθαν σε αδυναμία πληρωμής με δόλο, διότι προκάλεσαν υπερχρέωσή της, που λόγω της ελλείψεως εισοδημάτων, θα είχε ως αποτέλεσμα τη μη αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους, δεν αποδείχθηκε, ενώ εξάλλου, δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη με μόνη την ανάληψη της δανειακής υποχρεώσεως, της οποίας η εξυπηρέτηση είναι επισφαλής, αλλά απαιτείται και η από τον δανειολήπτη πρόκληση άγνοιας της επισφάλειας στον πιστωτή με πραγματικά περιστατικά, τα οποία θα πρέπει να επικαλούνται και αποδεικνύουν οι ανωτέρω, πράγμα που εν προκειμένω δεν έγινε. Επομένως, η ένσταση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη στην ουσία της. Έτι περαιτέρω η προσπάθειά τους να ρυθμίσουν τα χρέη τους, καταθέτοντας την ένδικη αίτηση δεν περιέχει στοιχείο καταχρηστικής συμπεριφοράς, παρά τα όσα αντιθέτως υποστηρίζουν οι καθ’ ων και ως εκ τούτου η περί καταχρηστικότητας της αίτησης ένσταση αυτών, η οποία επιχειρείται να στηριχθεί στη διάταξη του άρθρου
281 ΑΚ, τυγχάνει απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι αιτούντες είναι συγκύριοι, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος μίας ανώγειας οικίας, εμβαδού 119,00 τ.μ., με υπόγειο (ημιτελές κατά δήλωσή τους), εμβαδού 90,00 τ.μ., ανεγερθείσας το έτος 2008 επί οικοπέδου της συγκυριότητάς τους, επιφάνειας 1.184,51 τ.μ., ευρισκομένου στην Τ.Κ. ……… του Δήμου ……….., περιελθόντος σ’ αυτούς εξ αγοράς με το ……….. συμβόλαιο του συμβ/φου Ναυπάκτου ……… νομίμως μεταγραφέντος (βλ. και βεβαίωση περιουσιακής κατάστασης έτους 2018 – έντυπο Ε9). Τούτο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία των αιτούντων και προβάλλεται αίτημα εξαίρεσης από τη ρευστοποίηση, έχει δε αντικειμενική αξία 63.804,41 ευρώ (το κτίσμα 59.898,05 ευρώ και το υπόγειο 3.906,36 ευρώ, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο φύλλο υπολογισμού αξίας αυτού- έντυπο Κ2- του προαναφερθέντος συμβ/φου Ναυπάκτου, η δε αξία του οικοπέδου ανέρχεται σε 21.321,00 ευρώ, σύμφωνα με την αναγραφόμενη αξία στο παραπάνω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, εφόσον δεν προσκομίζεται νεώτερη εκτίμηση γι’ αυτό), ήτοι συνολική αντικειμενική αξία 85.125,41 ευρώ. Η αξία αυτή δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολόγητου ποσού απόκτησης πρώτης κατοικίας για έγγαμο φορολογούμενο με 2 τέκνα, όπως οι αιτούντες, κατ’ επιταγή του νόμου, για την εξαίρεση της από την εκποίηση. Σημειωτέον ότι οι αιτούντες, έχουν εισόδημα που δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης (άρ. 5 παρ. 3 ν. 3869/2010, όπως ισχύει). Προσαυξημένες κατά 70%, ενώ οι πιστώτριες στα πλαίσια του άρθρου 338 ΚΠολΔ, δεν επικαλέσθηκαν ούτε απέδειξαν, ως όφειλαν, ότι οι ανωτέρω, δεν ήταν συνεργάσιμοι δανειολήπτες, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών. Επιπλέον η αιτούσα είναι κυρία κατά ποσοστό 25% ενός αγροτεμαχίου , επιφανείας 8.307,50 τ.μ., ευρισκόμενου στη θέση «………..» εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός του οικισμού της Τ.Κ. ……….. του Δήμου …….. . Επίσης οι ανωτέρω είναι συγκύριοι, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος ενός Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου με αρ. κυκλ. …….., μάρκας PEUGEOT, κυλινδρισμού 1796 cc, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2005 και ενός I.X.E. αυτοκινήτου με αρ. κυκλ. ……, μάρκας PEUGEUT, κυλινδρισμού 1124 cc, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2000. Τέλος, ο ανωτέρω αιτών είναι κύριος, ενός Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου με αρ. κυκλοφορίας 1976 (βλ. προσκομιζόμενες άδειες). Ως προς το παραπάνω ακίνητο περιουσιακό στοιχείο, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πρέπει να διαταχθεί η εκποίησή του, κατ’ άρθρ. 9 παρ. 1 ν. 3869/2010, διότι, δε θα προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, ενόψει και του μικρού ποσοστού συγκυριότητας της αιτούσας, ούτε θα επιτευχθεί κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση της καθ’ ης πιστώτριάς της, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κ.λπ). Προσέτι, δεν πρέπει, να διαταχθεί η εκποίηση και των οχημάτων, τα οποία θεωρούνται απαραίτητα για τις μετακινήσεις τους από και προς τον τόπο της διαμονής τους, εξάλλου, δεν θα επιτευχθεί κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση της καθ’ ων.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, συντρέχουν στο πρόσωπο των αιτούντων οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και ειδικότερα αυτή του άρθου 8 παρ 2 εδ α και 9 παρ 2 νομου 3869/2010. Έτσι η ρύθμιση των χρεών τους, θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις παραπάνω πιστώτριές τους από τα εν γένει εισοδήματά τους, για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών (36 μηνών), από το οποίο θα αφαιρεθεί (κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρ. 5 παρ. 3 εδ. β ν. 3869/2010, που προστ. με την παρ. 11 του άρθρου 1 της Υ-ΠΟΠΑΡ. Α.4 ΤΟΥ ν. 4336/2015), ο χρόνος των δεκαπέντε (15) μηνών, ποσού 120,00 ευρώ, στις οποίες δηλαδή προέβησαν από κοινού οι ανωτέρω, δυνάμει της υπ’ αρ. 17/2017 προσωρινής διαταγής. Ήτοι οι αιτούντες σε συμμόρφωση αυτής, κατέβαλαν στις καθ’ ων επί χρονικό διάστημα 15 μηνών δηλαδή από 01-04-2017 μέχρι και τη συζήτηση της παρούσας στις 12-06-2018, το ποσό των 1.800 ευρώ (120 ευρώ Χ 15 μην., βλ. ενδεικτικά και προσκομιζόμενα γραμμάτια είσπραξης των καθ’ ων ). Και τούτο διότι σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη, τα ποσά που ο οφειλέτης διατάχθηκε να καταβάλει μηνιαίως σε εκτέλεση της εκδοθείσας κατά το στάδιο της προδικασίας προσωρινής διαταγής από την κατάθεση της ένδικης αίτησης μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως, συνυπολογίζονται όχι απλώς ως κεφάλαιο στην αποπληρωμή των χρεών του, αλλά και ως διανυθέν χρονικό διάστημα στη διάρκεια καταβολών του άρ. 8 παρ. 2 ή του άρ. 9 παρ. 2 αντίστοιχα (βλ. Ι. Βενιέρη – Θ Κατσά ό.π.π. σελ. 378). Έτσι μετά το συνυπολογισμό του χρόνου των 15 μηνών των προσωρινών καταβολών, ο χρόνος της οριστικής ρύθμισης περιορίζεται σε 21 μήνες (36-15), που θα αρχίζει αμέσως με την κοινοποίηση προς αυτούς από οποιαδήποτε πιστώτρια της παρούσας απόφασης, από τις οποίες θα ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις αυτών συμμέτρως. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, η κάθε μηνιαία καταβολή, πρέπει να ορισθεί στο ποσό των 300,00 ευρώ για έκαστο αυτών, αφού λήφθηκε υπόψη το κόστος διαβίωσης των ιδίων και των μελών της οικογένειάς τους. Επιπλέον να ληφθεί υπόψη ότι οι αιτούντες δεν καταβάλλουν μίσθωμα, καθώς και ότι ο οφειλέτης, ο οποίος ζητεί να υπαχθεί στις ευεργετικές γι’ αυτόν διατάξεις του νόμου, πρέπει από την πλευρά του να μειώσει στο ελάχιστο τις δαπάνες του μόνο στις απολύτως απαραίτητες για το προβλεπόμενο από το νόμο χρονικό διάστημα της ρύθμισης. Περαιτέρω, επειδή το ποσό αυτό των προσωρινών καταβολών στις πιστώτριες υπολείπεται αυτού της οριστικής ρύθμισης, οι αιτούντες υποχρεούνται, να εξοφλήσουν το ποσό της διαφοράς εντόκως μέσα σε ένα έτος από τη λήξη των καταβολών της ρύθμισης του άρ. 8 παρ. 2. Ωστόσο, το ποσό της διαφοράς, κρίνεται ότι δεν πρέπει να καταβληθεί από τους ανωτέρω, διότι η προαναφερόμενη διάταξη είναι προβληματική στο βαθμό, που οδηγεί σε ένα είδος έντοκης κύρωσης του οφειλέτη, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος συμμορφώθηκε καταβάλλοντας ό,τι του επέβαλε ο δικαστής εκ του άρ. 5 παρ. 2 (βλ. Βενιέρη – Θ. Κατσά ό.π.π. σελ. 383).
Με βάση τα προεκτεθέντα, το συνολικό ύψος των οφειλών, όσον αφορά τον αιτούντα ανέρχεται στο ποσό των 131.328,04 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε 3.799,48 ευρώ προς την πρώτη των καθ’ ων «………..», σε 124.556,29 ευρώ προς τη δεύτερη «………..» και σε 2.972,27 ευρώ προς την τρίτη των καθ’ ων με την επωνυμία «……….». Σε κάθε μια από τις παραπάνω, αναλογεί από το ποσό των 300,00 ευρώ, στη μεν πρώτη «………» 8,68 ευρώ (300,00 ευρώ : 131.328,04 Χ 3.799,48), στη δεύτερη των καθ’ ων «…………» 284,52 ευρώ (300,00 : 131.328,04 Χ 124.556,29) και στην τρίτη των καθ’ ων με την επωνυμία «………..» 6,79 ευρώ (300,00 ευρώ : 131.328,04 ευρώ Χ 2.972,27). Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών, στο τέλος των 21 μηνών, η πρώτη των καθ’ ων «………», θα έχει λάβει το ποσό των 182,28 ευρώ (8,68 Χ 21 μήνες.), η δεύτερη αυτών «……..» 5.974,92 ευρώ (284,52 ευρώ Χ 21 μήνες.) και η τρίτη των καθ’ ων με την επωνυμία «……….» 142,59 ευρώ (6,79 Χ 21 μήνες.) πλέον αυτού, που καταβλήθηκε δυνάμει της προσωρινής διαταγής.
Όπως προεκτέθηκε, το ύψος των οφειλών της αιτούσας προς την πιστώτριά της «………..», ανέρχεται στο ποσό των 124.764,55 ευρώ, η κάθε μηνιαία καταβολή ορίσθηκε στο ποσό των 300,00 ευρώ, ενώ και η ανωτέρω, δεν θα υποχρεωθεί να καταβάλει το ποσό της διαφοράς μεταξύ της οριστικής και προσωρινής ρύθμισης. Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών στο τέλος των 21 μηνών, η πιστώτρια θα έχει λάβει το ποσό των 6.300,00 ευρώ (300 ευρώ Χ 21 μην.) πλέον αυτού, που καταβλήθηκε δυνάμει της προσωρινής διαταγής.
Η ως άνω πρώτη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 ν. 3869/2010, θα συνδυασθεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του ίδιου νόμου ρύθμιση, εφόσον με τις παραπάνω εκ μέρους των αιτούντων καταβολές επί τριετία της πρώτης ρύθμισης, δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτριών τους και προβάλλεται σχετικό αίτημα απ’ αυτούς, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική από το Δικαστήριο η εξαίρεση της κατοικίας τους από την εκποίηση. Κατά το άρθρο 9 του ν. 3869/2010, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τους νόμους 4336/2015 και 4346/2015, το ποσό που υποχρεούται να καταβάλει ο οφειλέτης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, προσδιορίζεται εκ του ποσού που θα ελάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης και δημοσίου πλειοδοτικού πλειστηριασμού της κατοικίας. Η Τράπεζα της Ελλάδος εξέδωσε την υπ’ αριθ. 54/2015 Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπή, αλλά δεν έχει εισέτι δημιουργηθεί βάση δεδομένων που προβλέπεται στο κεφάλαιο Β άρθρο 6 της ανωτέρω Πράξης και το δικαστήριο με βάση τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα και την επιτρεπτή αυτεπάγγελτη έρευνα της πραγματικής εμπορικής αξίας ισαξίων ακινήτων στην ίδια περιοχή, λαμβάνοντας υπόψη τη θέση και την παλαιότητα του παραπάνω ακινήτου, που αποτελεί την κύρια κατοικία των αιτούντων, προσδιορίζει την εμπορική αξία αυτού στο προαναφερθέν ποσό, αφού δεν προσκομίστηκε και άλλη σχετική εκτίμηση από τους αιτούντες ή τη δεύτερη των καθ’ ων, η απαίτηση της οποίας είναι εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια. Επιπλέον, κατ’ άρθρο 954 παρ. 2 εδ. γ’ ΚΠολΔ σε περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασμού η τιμή πρώτης προσφοράς ορίζεται σε ποσό τουλάχιστον ίσο με τα 2/3 της εμπορικής αξίας του ακινήτου, που εν προκειμένω ισούται με 56.750,27 ευρώ (85.125,41 ευρώ Χ 2/3), μετά δε από αφαίρεση των εξόδων της αναγκαστικής εκτέλεσης (αμοιβές δικαστικών επιμελητών, συμβ/φου, κόστος δημοσίευσης, αποζημιώσεις Υποθ/κειου), που υπολογίζονται σε 2.500 ευρώ, το ελάχιστο ποσό που θα ελάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης και πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας, ανέρχεται σε 54.250,27 ευρώ (56.750,27 – 2.500). Η περίοδος της τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, θα πρέπει να ορισθεί σε 15 έτη (180 μήνες), λαμβανομένων υπόψη του ύψους του χρέους των αιτούντων, της διάρκειας της σύμβασης με τη δεύτερη των καθ’ ων, της οικονομικής τους δυνατότητας και της ηλικίας τους. Συνακόλουθα, το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης για έκαστο των αιτούντων, ανέρχεται σε [(54.250,27 ευρώ Χ 50%=) 27.125,14 : 180 μ. =] 150,70 ευρώ. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι στη νέα διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 μετά το ν. 4336/2015 (αλλά και το ν. 4346/2015) έχει παραλειφθεί η πρόβλεψη της δυνατότητας για χορήγηση περιόδου χάριτος. Αυτό, προφανώς, οφείλεται σε παραδρομή, αφού έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το όλο πνεύμα και το σκοπό των ρυθμίσεων του νόμου και ειδικά αυτής της διάταξης του άρθρου 8 παρ. 2, που προβλέπει τον ορισμό μηνιαίων καταβολών με βάση τα εισοδήματα και τις ανάγκες του οφειλέτη. Γι’ αυτό, η παράλειψη θα πρέπει να καλυφθεί ερμηνευτικά με βάση το πνεύμα των ρυθμίσεων του νόμου για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου μέσω αυτών πιο πάνω σκοπού του. Επειδή δηλαδή η εκπλήρωση της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 εξαρτάται κατά το νόμο από τα εισοδηματικά κριτήρια που θεσπίζει η διάταξη αυτή, η δε πραγμάτωσή της είναι αδύνατη εάν λειτουργήσει παράλληλα με τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2, καθώς ανατρέπεται πλήρως η βάση της για τον ορισμό των δόσεων, δηλαδή η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, όπως αυτή κρίθηκε με βάση τα εισοδηματικά κριτήρια της διάταξης, θα πρέπει κατά λογική ακολουθία η δεύτερη ρύθμιση να έπεται της πρώτης, πράγμα που μπορεί να συμβεί με τη χορήγηση ισόχρονης της πρώτης ρύθμισης περιόδου χάριτος, ώστε να μην συμπέσουν οι δύο ρυθμίσεις και επιβαρυνθεί ο οφειλέτης με δύο μηνιαίες δόσεις με κίνδυνο να φανεί ασυνεπής στις υποχρεώσεις του, όπως δηλαδή ρητά προβλέπονταν από το προγενέστερο δίκαιο (ΕιρΠατρ 392/2016 ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, θα πρέπει να χορηγηθεί και στους δύο αιτούντες περίοδος χάριτος είκοσι ενός (21) μηνών, δηλαδή όσος και ο χρόνος διάρκειας της πρώτης ρύθμισης, του άρθρου 8 παρ. 2. Εν κατακλείδι, η καταβολή των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας των αιτούντων θα αρχίσει τον επόμενο μήνα μετά τη λήξη της ως άνω περιόδου των -21- μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνεται εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μήνα, θα έχει διάρκεια δεκαπέντε 15 έτη (180 δόσεις) και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Από τις καταβολές αυτές θα ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των πιστωτριών των αιτούντων, κατ’ αναλογική εφαρμογή των άρθρων 974 επ. ΚΠολΔ. Το υπόλοιπο των χρεών των αιτούντων, που δεν καλύφθηκε με τις καταβολές του άρθρου 8 παρ. 2 και μετά την εξάντληση του άνω ποσού της εμπορικής αξίας του ακινήτου που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία τους, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί και οι ανωτέρω απαλλάσσονται. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η ένδικη αίτηση ως εν μέρει βάσιμη και από ουσιαστική άποψη, να ρυθμιστούν τα χρέη των αιτούντων, σύμφωνα με το διατακτικό με σκοπό την εν μέρει απαλλαγή τους με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας τους, καθώς και με την επιφύλαξη της τυχόν τροποποίησης της παρούσας ρύθμισης. Παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται για την απολιπόμενη διάδικο, διότι η απόφαση αυτή δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας (άρ. 14 ν. 3869/2010). Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται (άρ. 8 παρ. 6 ν. 3869/2010).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της τρίτης των καθ’ ων με την επωνυμία «………….» και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Δέχεται κατά ένα μέρος την αίτηση.
Ρυθμίζει τα χρέη του αιτούντος με μηνιαίες επί χρονικό διάστημα είκοσι ενός (21) μηνών καταβολές προς τις καθ’ ων – πιστώτριές του στο ποσό των 300,00 ευρώ, οι οποίες θα καταβάλλονται μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε ημερολογιακού μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτόν από οποιαδήποτε πιστώτρια της παρούσας απόφασης, διανεμόμενο μεταξύ τους ως εξής: Στην πρώτη των καθ’ ων με την επωνυμία «………..» ποσό 8,68 ευρώ το μήνα, στη δεύτερη αυτών «………» ποσό 284,52 ευρώ το μήνα και στην Τρίτη αυτών «…….» ποσό 6,79 ευρώ το μήνα.
Ρυθμίζει τα χρέη της αιτούσας με μηνιαίες επί χρονικό διάστημα είκοσι ενός (21) μηνών καταβολές προς την καθ’ ης – πιστώτρια με την επωνυμία «…….» στο ποσό των 300,00 ευρώ, οι οποίες θα καταβάλλονται μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε ημερολογιακού μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτή της παρούσας απόφασης.
Εξαιρεί της εκποίησης την κύρια κατοικία των αιτούντων, η οποία τους ανήκει κατά πλήρη κυριότητα και σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου σε έκαστο, ήτοι μια ανώγεια οικία , εμβαδού 119,00 τ.μ., με υπόγειο εμβαδού 90,00 τ.μ., ανεγερθείσα επί οικοπέδου, επιφανείας 1.184,51 τ.μ., ευρισκομένου στην Τ.Κ. ……… του Δήμου………
Επιβάλλει σε έκαστο των αιτούντων την υποχρέωση να καταβάλλει, για την αμέσως παραπάνω αιτία, στις καθ’ ων πιστώτριές του το ποσό των 150,70 ευρώ το μήνα για διάστημα (15) ετών ήτοι 180 μηνών. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων, από τις οποίες θα ικανοποιηθούν συμμέτρως οι πιστώτριες εκάστου των αιτούντων, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας (αναλογική εφαρμογή των άρθρων 974 επ. ΚΠολΔ), θα αρχίσει τον επόμενο μήνα μετά τη λήξη της περιόδου χάριτος των -21- μηνών από τη δημοσίευση τςη παρούσας απόφασης και θα γίνεται εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μήνα. Οι οφειλές που θα εξοφληθούν με αυτόν τον τρόπο λογίζονται τοκοφόρες με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και χωρίς ανατοκισμό.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Ναύπακτο στις 17 Σεπτεμβρίου 2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων αυτών δικηγόρων.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ