Καλύτερα δεν υπάρχει. ΟΛΙΚΗ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ. ΤΙ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΚΑΜΙΑ ΦΟΡΑ Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΚΙ ΕΤΣΙ. Δεν το πίστευε ο δανειολήπτης καθώς τα δανεια του ήταν αρκετές χιλιάδες ευρώ και διεγραφησαν όλα
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
Αριθμός 2585/2019
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τον Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών, Ειρηνοδίκη Δημήτριο Παπαναγιώτου, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Αναστασία Καΐτσα.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 1δη Μαρτίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση:
Αιτών: … του … και της …, κάτοικος … Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίου του δικηγόρου Άννας Κορσάνου.
Καθ’ ων η αίτηση: 1) Ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 2) Ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…» και τον δ.τ. «…» κατόπιν τροποποίησης της επωνυμίας της από «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου …. 3) Ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…» και τον δ.τ. «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου της δικηγόρου …
Ο αιτών με την από 07-10-2013 (αρ. καταθ. 6640/08-10-2013) αίτηση, που ενεγράφη στο πινάκιο, ζητεί να γίνει δεκτή, για όσους λόγους αναφέρονται σ’ αυτή, της οποίας ορίστηκε δικάσιμος αυτή που αναφέρεται στην αρχή.
Ακολούθησε η συζήτηση όπως σημειώνεται στα πρακτικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από την 6521/10-10-2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Νικόλαος Σπηλιώπουλου, ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για τη δικάσιμό που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας ημερομηνία, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην πρώτη των καθ’ ων η αίτηση. Η τελευταία, όμως δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση τής υπόθεσης, από τη σειρά του πινακίου, στο ακροατήριο, και θα δικαστεί ερήμην, ωσάν να ήσαν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 754 ΚΠολΔ) και δεδομένου ότι η αναγραφή της αναβληθείσας υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (άρθρο 226 αρ. 4 εδ. δ’ ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με το άρθρο 8 § 5 Ν. 3869/2010 το δικαστήριο μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως αυτές που αναφέρονται στην οικεία διάταξη, να ορίσει πολύ μικρού ύψους καταβολές ή ακόμη και μηδενικές, ορίζοντας ταυτόχρονα νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Η δικαστική αυτή απόφασή στο μέτρο που ορίζει μηνιαίες καταβολές, ακόμη και αν αυτές είναι μηδενικές, είναι οριστική, ενώ, κατ’ άλλη άποψη, είναι εν μέρει οριστική και εν μέρει μη οριστική, ήτοι είναι μη οριστική για το ύψος των καταβολών του άρθρου 8 § 2 για το διάστημα μετά την νέα δικάσιμο, για επανακαθορισμό των δόσεων έως την συμπλήρωση της τετραετίας, καθώς και για το ύψος των καταβολών του άρθρου 9 § 2 για την διάσωση κύριας κατοικίας – εάν υφίσταται θέμα διάσωσης – ενώ για όλα τα άλλα θέματα είναι οριστική (βλ. Αθ. Κρητικό, Ρύθμιση των Οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, 2014, σελ. 306).
Με την κρινόμενη αίτηση ο αιτών επικαλείται έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητεί τη ρύθμιση των χρεών, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή κατάσταση, όπως αυτή εκτίθεται, με σκοπό την απαλλαγή από αυτά.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, κατά τη διαδικασία της εκούσιας διαδικασίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ, άρθρο 3 Ν. 3869/2010, εφόσον για το παραδεκτό της τηρήθηκε η κατά το Νόμο (Ν. 3869/2010) προδικασία και από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στο τηρούμενο αρχείο του (άρθρο 13 παρ. 2 του Ν. 3869/2010), προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος ούτε έχει εκδοθεί άλλη απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή οφειλών. Είναι δε νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1 ,4, 5, 6 παρ. 3, 8, 9 και 11 Ν. 3869/2010 και πρέπει, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Οι καθ’ ων αρνούνται την ένδικη αίτηση, ζητούν την απόρριψή της και προβάλλουν ενστάσεις, όπως καταχωρίστηκαν στα πρακτικά και με τις έγγραφες προτάσεις, οι οποίες πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω ως προς την βασιμότητα τους.
Από την ανωμοτί εξέταση του αιτούντος στο ακροατήριο, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης, από τα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι, μετ’ επικλήσεώς, την εν γένει διαδικασία, καθώς και από τα διδάγματα κοινής πείρας και λογικής, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν αυτεπαγγέλτως, προέκυψαν τα ακόλουθα: Ο αιτών, ηλικίας 65 ετών, διαζευγμένος, κατοικεί στην … Αττικής. Είναι συνταξιούχος, με μηνιαίο εισόδημα 1.111,14 ευρώ, που αποτελεί και το μοναδικό του εισόδημα. Η ακίνητη περιουσία του αποτελείται από την πλήρη κυριότητα, σε ποσοστό 258 χιλιοστών εξ αδιαιρέτου, ενός οικοπέδου στον … Αττικής, επιφάνειας 163,20 τ.μ., που αντιστοιχούν στο δικαίωμα ανέγερσης του δευτέρου πάνω από το ισόγειο ορόφου. Η αντικειμενική αξία του ανέρχεται στο ποσό των 9.507,11 ευρώ, ποσοστό συνιδιοκτησίας 25,80% (βάσει ΕΝΦΙΑ 2017). Ο αιτών δεν διαθέτει καμία άλλη κινητή ή ακίνητη περιουσία ούτε και άλλα εισοδήματα πλην των αναφερομένων, η οικονομική του δε κατάσταση είναι μόνιμη και οφείλεται στη δυσχερή οικονομική κατάσταση της χώρας την τρέχουσα περίοδο, η κατάσταση δε αυτή δεν αναμένεται να βελτιωθεί στο εγγύς μέλλον. Οι δαπάνες του αιτούντος περιορίζονται σ’ αυτές που απαιτούνται για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών, οι οποίες κατά την κρίση του Δικαστηρίου ανέρχονται τουλάχιστον στο ποσό των 1.150,00 ευρώ περίπου για την κάλυψη των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης του (διατροφή, ένδυση, υπόδηση, λειτουργικά έξοδα κατοικίας μετακίνηση, είδη οικιακής κατανάλωσης και ατομικής φροντίδας λογαριασμοί, υπολογιζόμενοι μαζί με τους φόρους ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη κλπ.), λαμβανομένου υπόψη ότι καταβάλλει μηνιαίως, για ενοίκιο κατοικίας, ποσό 350,00 ευρώ.
Ειδικότερα, ο αιτών, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης είχε αναλάβει τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αίτηση – ως αναπόσπαστο μέρος αυτής – χρέη, το ύψος των οποίων δεν αμφισβητείται από τους καθ’ ων η αίτηση, τα οποία θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά τον χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, όπως σαφώς ορίζεται στο άρθρο 6 § 3 Ν. 3869/2010, πλην εκείνων που είναι εξασφαλισμένα με ειδικό προνόμιο ή εμπράγματο δικαίωμα, τα οποία συνεχίζουν, να εκτοκίζονται μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως με επιτόκιο ενήμερης οφειλής.
Ο αιτών, λόγω του χαμηλού μηνιαίου εισοδήματος κατά τον χρόνο άσκησης της υπό κρίση αίτησης που κατέστη ακόμη χαμηλότερο σε χρόνο μεταγενέστερο τής άσκησης αυτής, αδυνατεί να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές. Η αρνητική σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών, κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο δεν αναμένεται να βελτιωθεί τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον, λόγω της οικονομικής κρίσης της χώρας, καθώς και της συνεχώς αυξανόμενης επιβάρυνσης με τόκους υπερημερίας, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταπεξέλθει στην πληρωμή των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών, ενώ κατά το χρόνο ανάληψης των χρηματικών οφειλών, ο αιτών βάσιμα ήλπιζε και προσδοκούσε ότι θα μπορούσε, να αποπληρώσει τα χρέη, αφού τότε το εισόδημα ήταν τέτοιο, που επέτρεπε, να διαχειριστεί τις χρηματικές υποχρεώσεις χωρίς να δύναται, ο αιτών, να προβλέψει το γεγονός τής οικονομικής κρίσης που επακολούθησε, γεγονός που εν τέλει ήταν καθοριστικό και κρίσιμο στην μόνιμη αδυναμία αποπληρωμής των χρεών του αιτούντος. Έτσι, στην προκειμένη περίπτωση, συντρέχει μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του αιτούντος προς τους καθ’ ων η αίτηση, στην οποία περιήλθε χωρίς δική του υπαιτιότητα, απορριπτομένων των περί αντιθέτου σχετικών ισχυρισμών και εντάσεων των καθ’ ών η αίτηση ως αβασίμων, καθώς το εισόδημα του αιτούντος έχει υποστεί σημαντική μείωση κατά τα τελευταία χρόνια. Επομένως, συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτούντος στο ρυθμιστικό πεδίο του Ν. 3869/2010, εφόσον, πλέον, το μηνιαίο εισόδημα είναι σημαντικά μειωμένο για την κάλυψη των αναγκών διαβίωσης του αιτούντος.
Στην προκειμένη περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω, και κυρίως τα τωρινά εισοδήματα του αιτούντος και σταθμίζοντάς τα με τις βιοτικές του ανάγκες, κρίνεται ότι στα πλαίσια της δυνατότητας τού άρθρου 8 παρ. 5 Ν. 3869/2010, πρέπει να οριστούν μηδενικές καταβολές, χωρίς να ορίζεται νέα δικάσιμος για επαναπροσδιορισμό μηνιαίων καταβολών, εφόσον, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η οικονομική του δυνατότητα δεν πρόκειται να βελτιωθεί στον χρόνο που απομένει μέχρι τη συμπλήρωση της πενταετίας (5), που ήταν και το ανώτερο χρονικό σημείο της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 5 Ν. 3869/2010 κατά τον χρόνο κατάθεσης της ένδικης αίτησης.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει, να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, απορριπτομένων των σχετικών ισχυρισμών και εντάσεων των καθ’ ων η αίτηση ως αβασίμων, και να ρυθμιστούν οι οφειλές του αιτούντος κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Η απαλλαγή του αιτούντος από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής, που περιλαμβάνεται στην εμπεριεχόμενη στην αίτηση κατάσταση, θα επέλθει κατά τον Νόμο (άρθρο 11 § 1 Ν.
3869/2010), μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων, που επιβάλλονται με την απόφαση αυτή. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 § 6 Ν. 3869/2010, ενώ, τέλος, εφόσον δεν προβλέπεται δυνατότητα άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής (άρθρο 14 του ιδίου Νόμου), δεν ορίζεται και σχετικό παράβολο.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης των καθ’ ων η αίτηση και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη του αιτούντος και καθορίζει μηδενικές καταβολές από τον αιτούντα για το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων, στην Αθήνα, την 02α Μαΐου 2019.