ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ 191/2020

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΛΗΣΗΣ 143/2019

ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΑΚΕΛΟΥ 42/2015

Αριθμός Απόφασης: 191/2020

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ

 

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Λαυρίου Ελένη Ιωάννου και τη Γραμματέα Μαρία Τατάκη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18 Οκτωβρίου 2019, για να δικάσει επί της από 04-02-2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 42/11-02-2015 αίτησης ρύθμισης οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων κατά τις διατάξεις του Νόμου 3869/2010, η οποία επαναφέρεται για συζήτηση, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ, 339/2018 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου.

Των καλούντων – αιτούντων: 1) Δ.Λ. του Ν., κατοίκου … Αττικής, οδός .., με Α.Φ.Μ. .. της Δ.Ο.Υ. …, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Άννας Κορσάνου και 2) Ι.Λ. του Κ.., κατοίκου ομοίως, ο οποίος δεν παραστάθηκε στο δικαστήριο.

Των καθ’ ων η κλήση – αίτηση μετεχουσών στη δίκη πιστωτριών: 1) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «..», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός .. αρ… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Αντωνίου Παναγούλη, 2) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … αρ… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο δικαστήριο, 3) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός .. αρ… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Γεωργίου Κωστόπουλου – Μήτα και 4)Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού … αρ… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε.

Οι καλούντες με την από 13/03/2019 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 143/15-03-2019 κλήση τους, ζήτησαν τον προσδιορισμό δικασίμου για την επανάληψη της συζήτησης της από 4/02/2015 και με αριθμό κατάθεσης 42/11-02-2015 αίτησης τους που απευθύνεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, μετά την έκδοση της με αριθμό 339/2018 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία αίτηση, ζητούσαν να γίνει αυτή δεκτή για όσους λόγους αναφέρονται σ’ αυτήν. Για τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής ορίστηκε η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά την συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

Ακολούθησε η συζήτηση όπως αναφέρεται στα πρακτικά και το Δικαστήριο

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα και παραδεκτά φέρεται για περαιτέρω συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης η από 4/02/2015 και με αριθμό κατάθεσης 42/11-02-2015 αίτηση, μόνο ως προς την πρώτη αιτούσα – καλούσα, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 339/2018 μη οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, δυνάμει της οποίας καταργήθηκε η δική ως προς τον δεύτερο των αιτούντων Ι.Λ., λόγω θανάτου, και συνεπώς κατά το δεύτερο των αιτούντων – καλούντων η ανωτέρω κλήση είναι άκυρη και θα πρέπει αυτή (κλήση) να απορριφθεί ως απαράδεκτη ως προς αυτόν αφού ασκήθηκε από ανύπαρκτο πρόσωπο («από τη διάταξη του άρθρου 62, Κ.Πολ.Δ. συνάγεται, ότι ικανός να είναι διάδικος είναι αυτός που μπορεί να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων»). Περαιτέρω, με την ανωτέρω απόφαση, που εκδόθηκε μεταξύ της αιτούσας και των ως άνω αναφερόμενων πιστωτριών της, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, διατάχθηκε επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομισθούν από την αιτούσα φύλλα υπολογισμού από συμβολαιογράφο της αντικειμενικής αξίας των αναφερόμενων στην αίτηση τριών αγροτεμαχίων που βρίσκονται στο δημοτικό διαμέρισμα … του Δήμου .. του Νομού Κυκλάδων, και συγκεκριμένα: α) αγροτεμάχιο, έκτασης 9.820 τ.μ. που βρίσκεται στη θέση «…», β) αγροτεμάχιο έκτασης 3.710 τ.μ. που βρίσκεται στη θέση «…», και γ) αγροτεμάχιο έκτασης 2.247 τ.μ. που βρίσκεται στη θέση «…», τα οποία ανήκουν στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%, με σκοπό εν συνεχεία να καταστεί δυνατή η ουσιαστική διερεύνηση της κρινόμενης αίτησης.

Το ορισμένο, παραδεκτό και νόμιμο της υπό κρίση αίτησης έχει ήδη κριθεί με την ανωτέρω απόφαση, ωστόσο πλέον τυγχάνουν εφαρμογής και οι διατάξεις του ν. 4549/2018 (ΦΕΚ Α’ 105/14.6.2018), ο οποίος εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του αιτήσεις (σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του), ενώ η ανωτέρω κλήση επιδόθηκε νόμιμα και παραδεκτά στις ανωτέρω πιστώτριες, εκ των οποίων δεν παραστάθηκαν οι 2η και 4η των καθ’ ων (βλ. τις με αριθμούς 4552Γ΄/20-03-2019, 4554Γ΄/20-03-2019 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς Όλγας Μώτου – Αμαριάνου). Εξάλλου, όπως συνάγεται από το άρθρο 254 ΚΠολΔ, οποιοσδήποτε διάδικος ερημοδικήσει κατά το πρώτο ή το δεύτερο στάδιο αλλά παραστάθηκε νομίμως είτε κατά την αρχική είτε κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, θεωρείται παρών και δικάζεται κατ’ αντιμωλίαν (Β. Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική και Νομολογιακή Ανάλυση, έκδ. 1994, άρθρο 254, σελ. 165).

Οι παρασταθείσες καθ’ ων – πιστώτριες των αιτούντων επανέφεραν εκ νέου τους ίδιους ισχυρισμούς που είχαν προτείνει κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης και οι οποίοι έχουν ήδη κριθεί με την ως άνω εν μέρει μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, πλην αυτών των οποίων εκκρεμεί ο έλεγχος της ουσιαστικής τους βασιμότητας, οι οποίοι θα εξεταστούν περαιτέρω.

Από την εκτίμηση της ανωμοτί εξέτασης της αιτούσας που περιλαμβάνεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου κατά την πρώτη συζήτηση και από τα έγγραφα που νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίστηκαν κατά την πρώτη και την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, από τα οποία έγγραφα άλλα λαμβάνονται υπ’ όψιν ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρ. 336 παρ.3 και 339 σε συνδυασμό με 395 Κ.Πολ.Δ.), ενώ σε κάποια από αυτά γίνεται ειδική αναφορά, χωρίς ωστόσο να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της υπόθεσης, επίσης από τις ομολογίες οι

 

οποίες συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων (αρ. 261 Κ.Πολ.Δ.), από τα πασίγνωστα πραγματικά γεγονότα και τα διδάγματα της κοινής πείρας τα οποία αυτεπαγγέλτως λαμβάνονται υπόψιν από το Δικαστήριο (αρ. 336 παρ. 1, 4 Κ.Πολ.Δ.), τέλος, δε, από την αυτεπάγγελτη εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων κατ’ άρθρον 744 Κ.Πολ.Δ. και από όλη την επ’ ακροατηρίω συζήτηση, αποδείχθηκαν τα εξής: Η αιτούσα είναι … ετών, χήρα από το έτος 2016, καθώς στις 27/03/2016 απεβίωσε ο σύζυγός της Ι.Λ. (βλ. την με αριθμό πρωτ. 938/28-03-2016 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξιαρχείου Καλλιθέας), με τον οποίον είχαν ασκήσει αρχικά από κοινού την κρινόμενη αίτηση και ως προς τον οποίον καταργήθηκε η παρούσα δίκη κατά τα ως άνω αναφερόμενα. Έκτοτε η αιτούσα, λαμβάνει σύνταξη χηρείας ύφους 1.015,86 ευρώ (αντίγραφο βιβλιαρίου καταθέσεων του με αριθμό λογαριασμού 6016010162527 της αιτούσας), ενώ επιπλέον λαμβάνει και το ποσό των 300,00 ευρώ μηνιαίως από εκμίσθωση ακινήτου ιδιοκτησίας της (βλ. δήλωση Ε2 φορ. έτους 2016 και εκκαθαριστικό σημείωμα φορ. έτους 2016) και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημά της ανέρχεται στο ποσό των 1.315,86 ευρώ. Επίσης, η αιτούσα, δυνάμει της από 13/11/2014 ιδιόγραφης διαθήκης του θανόντος συζύγου της, κατέστη μοναδική κληρονόμος αυτού (βλ. αντίγραφο των με αριθμό 134/2016 πρακτικών του Ειρηνοδικείου Λαυρίου), την κληρονομιά του οποίου αποδέχτηκε (βλ. την με αριθμό 8331/2-06-2017 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Λαυρίου Νίκης Σωτηροπούλου, νομίμως μεταγεγραμμένης). Η αιτούσα ήδη από το χρόνο άσκησης της υπό κρίση αίτησης, είχε υποστεί σημαντική μείωση των οικογενειακών της εισοδημάτων. Ενδεικτικά τα οικογενειακά εισοδήματα της αιτούσας κατά τα οικονομικά έτη 2007, 2008, 2010, 2011, 2012, 2013, 2014 και φορολογικό έτος 2014 ανήλθαν στο ποσό των 20.328,77 ευρώ, 24.312,10 ευρώ, 28.444,36 ευρώ, 28.488,01 ευρώ, 25.686,42 ευρώ, 26.012,58 ευρώ, 20.750,25 ευρώ, 16.546,57 και 19.939,81 ευρώ, ενώ κατά τα φορολογικά έτη 2015 και 2016 τα ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν στο ποσό των 3.705,73 ευρώ και 13.935,92 ευρώ αντίστοιχα (βλ. εκκαθαριστικά σημειώματα των ανωτέρω ετών). Πλέον η αιτούσα, ενόψει και του θανάτου του συζύγου της, αδυνατεί πλήρως να καλύψει από τα ως άνω εισοδήματα της, όσο τις οικογενειακές της δαπάνες όσο και τις δόσεις των δανείων που έχει λάβει αλλά και όσων υποχρεούται να καταβάλει υπό την ιδιότητά της ως κληρονόμου του θανόντος συζύγου της.

Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης η αιτούσα έχει δημιουργήσει τις κάτωθι οφειλές προς τις καθ’ ων πιστώτριές της, συμπεριλαμβανομένων πλέον και των οφειλών του θανόντος συζύγου της, για τις οποίες ευθύνεται η ίδια ενόψει του ότι αποτελεί τη μοναδική, κατά τα ως άνω αναφερόμενα, κληρονόμο του: Α) Προς την ..: 1) επιχειρηματικό δάνειο με την υπ’ αριθμ. 32049857 σύμβαση, από την οποία η οφειλή της την 3/02/2016 ανερχόταν στο ποσό των 45.817,39 ευρώ, 2) επιχειρηματικό δάνειο με την υπ’ αριθμ. 3200000078736 σύμβαση, από την οποία η οφειλή της την 3/02/2016 ανερχόταν στο ποσό των 6.810,67 ευρώ και 3) επιχειρηματικό δάνειο με την υπ’ αριθμ. 320000084439 σύμβαση, από την οποία η οφειλή της την 16/10/2019 ανερχόταν στο ποσό των 165.933,30 ευρώ, για την εξασφάλιση της οποίας έχει εγγράφει προσημείωση υποθήκης επί ακινήτου στη θέση «…» στην …. Το σύνολο των οφειλών της

 

αιτούσας εκ των ανωτέρω συμβάσεων, στις οποίες ευθύνεται ως εγγυήτρια, ανέρχεται στο ποσό των 218.561,36 ευρώ, ενώ ως μοναδική κληρονόμος του συζύγου της οφείλει επιπλέον εκ υπ’ αριθμ. 4792730296567809 σύμβασης πιστωτικής κάρτας, το ποσό των 4.733,44 ευρώ. Συνεπώς, το σύνολο των οφειλών της αιτούσας προς την … ανέρχεται στο ποσό των 223.294,80 ευρώ. Β) Προς την …: στεγαστικό δάνειο με την υπ’ αριθμόν 0010203700002215614 σύμβαση, από την οποία η οφειλή της την 5/02/2016 ανερχόταν στο ποσό των 80.210,01 ευρώ. Επίσης ως μοναδική κληρονόμος του συζύγου της οφείλει επιπλέον εκ της με αριθμό 4908460426911005 συμβάσεως καταναλωτικού δανείου, το ποσό των 3.795,67 ευρώ. Συνεπώς το σύνολο της οφειλών της προς την … ανέρχεται στο ποσό των 84.005,68 ευρώ. Επιπλέον, η αιτούσα ευθύνεται ως κληρονόμος του συζύγου της και για την αποπληρωμή των κάτωθι οφειλών: Α) Προς την ..: 1) επιχειρηματικό δάνειο με την υπ’ αριθμόν 2142 σύμβαση, από την οποία η οφειλή στις 27/02/2015 ανερχόταν στο ποσό των 220.725,74 ευρώ και 2) επιχειρηματικό δάνειο με την υπ’ αριθμόν 18518364 σύμβαση, από την οποία η οφειλή στις 27/02/2015 ανερχόταν στο ποσό των 16,608,55 ευρώ. Το σύνολο των οφειλών της αιτούσας προς την … ανέρχεται στο ποσό των 237.334,29 ευρώ. Β) Προς την …: καταναλωτικό δάνειο με την υπ’ αριθμόν 4226610440 σύμβαση, από την οποία η οφειλή, την 23/10/2014 ανερχόταν στο ποσό των 4.070,22 ευρώ. Συνεπώς, το σύνολο των οφειλών της αιτούσας, τόσο εκ των συμβάσεων που η ίδια είχε συμβληθεί όσο και εξ αυτών που είχε συμβληθεί ο θανών σύζυγός της, του οποίου αποδέχτηκε την κληρονομιά, ανέρχεται στο ποσό των 548.704,99 ευρώ.

Σημειώνεται ότι, τα ανωτέρω επιχειρηματικά δάνεια, για τα οποία η αιτούσα παρείχε την προσωπική της εγγύηση, ελήφθησαν για τη χρηματοδότηση της επιχείρησης που διατηρούσε μέχρι το έτος 2007 ο σύζυγός της. Ωστόσο η αιτούσα, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, δεν έχει πτωχευτική ικανότητα ως μετερχόμενη αντικειμενικά εμπορικές πράξεις και δη της παροχής εγγύησης εκ κερδοσκοπίας, όπως αβάσιμα ισχυρίστηκαν οι καθ’ ων η αίτηση και υπέβαλαν τον σχετικό ισχυρισμό τους στο παρόν Δικαστήριο. Τούτο διότι η παροχή εγγυήσεων από την αιτούσα στις παραπάνω συμβάσεις επιχειρηματικών δανείων δεν γινόταν κατά σύνηθες επάγγελμα με σκοπό βιοπορισμού, αλλά χαριστικά από λόγους οικογενειακής αλληλεγγύης και ηθικού καθήκοντος προς τον σύζυγό της και τα τέκνα της, χωρίς να αποσκοπεί σε οικονομικά ανταλλάγματα. Άλλωστε δεν προσδοκούσε από την επαγγελματική δραστηριότητα του συζύγου της την απόλαυση κάποιου, άμεσου οικονομικού οφέλους, καθώς δεν αποδείχθηκε η ενασχόλησή της με την επιχείρηση αυτής, ως συνεταίρος, η δε προσδοκία της για την απόλαυση μεγαλύτερης οικονομικής, συνεισφοράς του συζύγου της στις οικογενειακές δαπάνες διαβίωσης, ως έμμεσο προσδοκώμενο οικονομικό όφελος, χωρίς αυτά να είναι βέβαιο και από πριν καθορισμένο ποσοτικά για την ίδια προσωπικά, δεν επαρκεί για να προσδώσει στην πράξη της εμπορικότητα. Περαιτέρω η αιτούσα δεν εγγυήθηκε κατά σύνηθες επάγγελμα, αφού οι ανωτέρω εγγυήσεις της δεν στοιχειοθετούν την έννοια ούτε φέρουν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της οργανωμένης επιχείρησης, καθώς η ίδια δεν υπέγραφε ως εγγυήτρια υπέρ και άλλων προσώπων, πλην του συζύγου της, ούτε οι πιστώσεις παρέχονταν στον σύζυγο της κατά εκμετάλλευση της

 

πίστης που παρείχε το όνομα της και η οικονομική της επιφάνεια στις συναλλαγές (βλ. ΕφΑθ 4147/2011 ΔΕΕ 2012. 114, ΕφΘεσ 1903/2003 Αρμ 2005. 1056. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, εν προκειμένω, λαμβανομένης υπόψη και της ενδεδειγμένης συσταλτικής ερμηνείας της διάταξης του άρθρου 1 ΕμπΝ (βλ. σχετ. Ψυχομάνη Σ., ΠτωχΔ, 2012, σ. 35, πλαγιαρ. 96), δεν θεμελιώνεται η διαμεσολάβηση της αιτούσας στην παροχή πίστης με την ανάληψη του κίνδυνου προς το σκοπό απόλαυσης ίδιου οικονομικού οφέλους (κέρδους) (βλ. ΑΠ 48/1996 ΕλλΔνη 1996.1332). Ως εκ τούτου, εφόσον η αιτούσα με την παροχή εγγύησης σε επιχειρηματικά δάνεια του συζύγου της δεν απέκτησε την εμπορική ιδιότητα, απορριπτέος τυγχάνει ο σχετικός περί του αντιθέτου ισχυρισμός που υπέβαλαν οι καθ’ ων πιστώτριες ως ουσιαστικά αβάσιμος. Τέλος, σχετικά με την ένσταση της πρώτης των καθ’ ων ότι η αιτούσα περιήλθε δόλια σε αδυναμία πληρωμής των οφειλών του αποβιώσαντος συζύγου της, αφού αποδέχθηκε την κληρονομιά του, αποδεχόμενη ταυτόχρονα και τα χρέη αυτού, με σκοπό να αυξήσει το ενεργητικό της περιουσίας της, τυγχάνει απορριπτέα ως αβάσιμη, καθώς η αιτούσα όπως αποδείχτηκε και όπως δήλωσε και η ίδια κατά την εξέτασή της, αποδέχτηκε την κληρονομιά του αποβιώσαντος συζύγου της, με σκοπό να διασώσει την κύρια κατοικία της, που της ανήκε κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, ενώ το υπόλοιπο 50% ανήκε στον θανόντα σύζυγό της. Άλλωστε, η αιτούσα, όπως διαφαίνεται από την υπό κρίση αίτηση αλλά και από την κατάθεσή της, προτείνει την εκποίηση όλης της λοιπής ακίνητης περιουσίας που της ανήκει πλέον μετά από και από την αποδοχή κληρονομιάς του θανόντος συζύγου της, η οποία σε κάθε περίπτωση θα λάμβανε χώρα από το Δικαστήριο, γεγονός που ήταν σχεδόν βέβαιο ότι γνώριζε η αιτούσα, η οποία άλλωστε περιουσία, είναι ήδη επιβαρυμένη με προσημειώσεις υποθήκης από τις καθ’ ων. Σε κάθε περίπτωση, πλέον σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1, παρ. 1, εδ. γ’ του ν. 3869/2010, όπως προστέθηκε με τη διάταξη του άρθρου 56 του ν. 4549/2018 «Η αποδοχή υπερχρεωμένης κληρονομιάς από τους νόμιμους μεριδούχους του αρχικού οφειλέτη, ακόμα κι αν γίνεται εν γνώσει της υπερχρέωσης, δεν συνιστά από μόνη της και χωρίς τη συνδρομή άλλων περιστάσεων δόλια περιέλευση σε αδυναμία πληρωμής χρηματικών οφειλών», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 68 του ν. 4549/2018 «Το άρθρο 56 εφαρμόζεται και όταν η αποδοχή κληρονομιάς έλαβε χώρα πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου». Συνεπώς, η εν λόγω ένσταση της καθ’ ης θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.

Συνεπώς, από την παράθεση των ως άνω δεδομένων, προκύπτει ότι το εισόδημα της αιτούσας δεν της επιτρέπει να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις προς τις καθ’ ων πιστώτριες, με αποτέλεσμα να περιέλθει χωρίς υπαιτιότητα της σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, καθώς αδυναμία πληρωμών σημαίνει ανικανότητα του οφειλέτη να εξοφλήσει τους πιστωτές του λόγω έλλειψης ρευστότητας, δηλαδή έλλειψης όσων χρημάτων απαιτούνται για να μπορεί ο οφειλέτης να ανταποκρίνεται στα ληξιπρόθεσμα χρέη του, η δε αδυναμία της αυτή δεν οφείλεται σε δόλο, εφόσον κάτι τέτοιο δεν αποδείχτηκε. Ειδικότερα, τα έσοδα της αιτούσας, στην προκειμένη περίπτωση, συγκρινόμενα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της από τις παραπάνω δανειακές συμβάσεις δεν της επιτρέπουν να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση

 

αυτών, δεδομένου ότι το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης συνολικά για όλα τα ανωτέρω πιστωτικά προϊόντα ανέρχεται σε τουλάχιστον 4.000,00 ευρώ (βλ. τις προσκομιζόμενες από τις μετέχουσες τράπεζες βεβαιώσεις οφειλών). Η αδυναμία της δε αυτή οφείλεται, εν προκειμένω, τόσο στην μείωση των οικογενειακών εισοδημάτων της, ήδη προ του θανάτου του συζύγου της, δοθέντος ότι είχαν καταθέσει κοινή αίτηση, ευρισκόμενοι ήδη σε αδυναμία πληρωμής, στην κατ’ επανάληψη μείωση των συντάξεων από το 2010 και μέχρι το 2016 λόγω της οικονομικής κρίσης που αυτή δεν μπορούσε να προβλέψει και να αποτρέψει, στην εξαιτίας της οικονομικής κρίσης αφερεγγυότητα του Πιστούχου συζύγου της για την εξυπηρέτηση των δανειακών του υποχρεώσεων, των οποίων αυτή εγγυήθηκε πιστεύοντας βάσιμα κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης εγγύησης ότι ο πρωτοφειλέτης θα εξυπηρετήσει τις οφειλές που ανέλαβε και ότι δε θα βρισκόταν στη δυσχερή θέση της ενεργοποίησης της εγγυητικής της ευθύνης, αλλά και στην ασθένεια του ιδίου (λέμφωμα) η οποία και προκάλεσε εντέλει το θάνατό του, καθώς και στην οικογενειακή της κατάσταση όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά τον θάνατο του συζύγου της όσο και στην αύξηση του κόστους ζωής και στην υπερφορολόγηση. Η αδυναμία της δε είναι γενική, καθώς με το μηνιαίο οικογενειακό εισόδημά της η αιτούσα αδυνατεί να καλύψει το σύνολο των δανειακών της υποχρεώσεων και των λοιπών δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών της, οι οποίες κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, ανέρχονται στο ποσό των 800,00 ευρώ. Περαιτέρω, η αδυναμία της είναι και μόνιμη, επειδή δεν αναμένεται αύξηση του οικογενειακού εισοδήματος κατά το προσεχές μέλλον.

Η αιτούσα, μετά τον θάνατο του συζύγου της, έχει την πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100% μιας ισόγειας κατοικίας επιφάνειας 47,00 τ.μ. και βοηθητικούς χώρους επιφάνειας 47,00 τ.μ., έτους κατασκευής 1985, εντός οικοπέδου επιφάνειας 567,00 τ.μ., η οποία βρίσκεται στην … Αττικής, ειδική θέση «…». Η αντικειμενική αξία της ως άνω κατοικίας, η οποία αποτελεί την κύρια κατοικία της αιτούσας, ανέρχεται στο ποσό των 77.496,30 ευρώ (βλ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2018) και δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή της από την εκποίηση.

Ακόμα, έχει στην κυριότητά της τα κάτωθι ακίνητα: 1) μια κατοικία ισογείου ορόφου, επιφάνειας 98,00 τ.μ., έτους κατασκευής 1970, κτισμένη εντός οικοπέδου επιφάνειας 149,00 τ.μ., που βρίσκεται στους … Αττικής, οδός .., αριθμός 17, που της ανήκει κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου με αντικειμενική αξία 29.630,26 ευρώ (βλ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2018). Το εν λόγω ακίνητο εκμισθώνεται από την αιτούσα και τον έτερο συνιδιοκτήτη, από το οποίο μίσθωμα η αιτούσα προσαυξάνει το εισόδημά της, κατά τα ως άνω αναφερόμενα, και το οποίο πρόκειται να διατεθεί για την ικανοποίηση των πιστωτών της, 2) μια κάθετη ιδιοκτησία, επιφάνειας 300,00 τ.μ., που βρίσκεται στο .., θέση «…», που της ανήκει κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%, με αντικειμενική αξία 22.500,00 ευρώ (βλ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2018), 3) δύο διαμερίσματα ισογείου και πρώτου ορόφου, επιφάνειας 36,00 τ.μ. και 28,00 τ.μ. αντίστοιχα, έτους κατασκευής 1900, ευρισκόμενα σε κτίσμα, εντός οικοπέδου επιφάνειας 36,00 τ.μ. στην …, δημοτικό διαμέρισμα …, θέση «…», που της ανήκουν κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100% (βλ. την ανωτέρω με

 

αριθμό 8331/2017 πράξη αποδοχής κληρονομιάς), των οποίων η αντικειμενική αξία ανέρχεται στο ποσό των 16.524,00 ευρώ και 14.280,00 ευρώ αντίστοιχα (βλ. φύλλα υπολογισμού αντικειμενικής αξίας), 4) ένα οικόπεδο επιφάνειας 500,00 τ.μ., που βρίσκεται στη …, περιοχή «…», με αντικειμενική αξία 8.750,00 ευρώ (βλ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2018), 5) πέντε (5) αγροτεμάχια, επιφάνειας 500,00 τ.μ. (βοσκότοπος), 300,00 τ.μ. (βοσκότοπος), 1.000 τ.μ. (500,00 τ.μ. βοσκότοπος και 500,00 τ.μ. ελιές), 1.000 τ.μ. (βοσκότοπος) και 5.500,00 τ.μ. (δασική έκταση) αντίστοιχα ευρισκόμενα στην …, δημοτικό διαμέρισμα «…», θέση «…», «…», «…», «…» και «…» αντίστοιχα, που ανήκουν στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, εκτιμώμενης χαμηλής εμπορικής αξίας, 6) τρία (3) αγροτεμάχια, επιφάνειας 3.000,00 τ.μ. (1.500,00 τ.μ. ελιές και 1.500,00 τ.μ. βοσκότοπος), 2.000,00 τ.μ. (1.000,00 τ.μ. ελιές και 1.000,00 τ.μ. βοσκότοπος) και 7.500,00 τ.μ. (βοσκότοπος) αντίστοιχα, ευρισκόμενα στην …, δημοτικό διαμέρισμα «…», θέση «…», «…» και «…» αντίστοιχα, που ανήκουν στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, 7) επτά (7) αγροτεμάχια (βοσκότοποι), επιφάνειας 435,00 τ.μ., 799,00 τ.μ., 619,00 τ.μ., 1.061,00 τ.μ., 1.000,00 τ.μ., 570,00 τ.μ. και 720,00 τ.μ. αντίστοιχα, ευρισκόμενα στην …, δημοτικό διαμέρισμα «…», θέση «…», «…», «…», «…», «…», «…» και «…» αντίστοιχα, που ανήκουν στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, εκτιμώμενης χαμηλής εμπορικής αξίας, 8) τρία (3) αγροτεμάχια (βοσκότοποι), επιφάνειας 9.820,00 τ.μ., 3.710,00 τ.μ. και 2.247,00 τ.μ., που βρίσκονται στην …, δημοτικό διαμέρισμα «…», θέση «…», «…» και «…» αντίστοιχα, που ανήκουν στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%, των οποίων η αντικειμενική αξία ανέρχεται στο ποσό των 26.007,10, ευρώ, 9.833,36 ευρώ και 5.954,55 ευρώ αντίστοιχα (βλ. φύλλα υπολογισμού αντικειμενικής αξίας).

Επίσης, έχει στην κυριότητά της ένα Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, με αριθμό κυκλοφορίας …, έτους πρώτης κυκλοφορίας 1991, 1598 κυβικά, με εκτιμώμενη εμπορική αξία 1.500,00 ευρώ. Ενόψει της εμπορικής του αξίας και της παλαιότητάς του το ανωτέρω όχημα δεν κρίνεται πρόσφορο προς εκποίηση γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, αλλά ούτε και να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών της αιτούσας, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ), γι’ αυτό και κρίνεται ότι δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ’ αρθ. 9 παρ. 1 ν. 3869/10 εκποίησή του.

Με βάση τα προλεχθέντα συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του νόμου 3869/10 και ειδικότερα αυτή των αρθ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2. Έτσι η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις πιο πάνω πιστώτριες από τα εισοδήματά της επί πενταετία. Έτσι, η αιτούσα θα πρέπει να προβεί σε καταβολές, στα πλαίσια του άρθρου 8 παρ. 2 του Νόμου. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το προς διάθεση στις πιστώτριες της ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών της αναγκών, και της προοπτικής βελτίωσης στο μέλλον της οικονομικής της κατάστασης, ανέρχεται σε 400,00 ευρώ το μήνα, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές της δυνατότητες. Το ανωτέρω ποσό θα καταβάλλεται το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός και για

 

χρονικό διάστημα 60 μηνών, ήτοι {400,00 X 60) 24,000,00 ευρώ. Περαιτέρω, «από το ποσό αυτό θα πρέπει να αφαιρεθεί ότι καταβλήθηκε συνολικά σε εκτέλεση της προσωρινής διαταγής του άρθρου 5 ή της απόφασης αναστολής του άρθρου 6, διαιρούμενο διά το πλήθος των δόσεων της παρούσας παραγράφου.». Το πιο πάνω εδάφιο της παρ. 1 του αρθρ. 8, προστέθηκε με την παρ. 2 άρθρου 61 Ν. 4549/2018, ΦΕΚ Α’, 105/ 14.6.2018 και σύμφωνα με την παρ. 8 άρθρου 68 του αυτού νόμου εφαρμόζεται και στις δίκες, που είναι εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου. Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση θα πρέπει να αφαιρεθεί το συνολικό ποσό των 16.200,00 ευρώ (36 μήνες X 450,00 ευρώ), διότι αυτό κατέθεσε συνολικά η αιτούσα και θανών σύζυγος της (μέχρι το έτος 2016} και μετέπειτα η ίδια ατομικά, από την δημοσίευση της από 10/06/2015 προσωρινής διαταγής μέχρι και την εκδίκαση της παρούσας. Το ανωτέρω επομένως ποσό των 7.800,00 (24.000,00 – 16.200,00) ευρώ που απομένει, θα καταβάλλεται με τη μορφή μηνιαίας δόσης ύφους 217,00 ευρώ για χρονικό διάστημα τριών ετών (7.800,00 ευρώ / 36 μήνες) και θα καταβάλλεται στις καθ’ ων συμμέτρως το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός και θα αρχίσει τον μήνα Ιούλιο του 2020.

Η παραπάνω πρώτη ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 ν. 3869/10, εφόσον με τις καταβολές της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτριών της αιτούσας και προβάλλεται αίτημα εξαίρεσης της κατοικίας της από την εκποίηση, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 148, αριθ. 16}. Έτσι θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, για την οποία θα πρέπει να καταβάλει ποσό που αντιστοιχεί στο 80% της αντικειμενικής της αξίας, δηλαδή το ποσό των 61.997,04 ευρώ (77.496,30 ευρώ X 80%). Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει από τον πρώτο μήνα μετά τη λήξη των ανωτέρω καταβολών του άρθρου 8 παρ.2 του Ν. 3869/2010, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε 15 χρόνια, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των χρεών της αιτούσας, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της. Η μηνιαία δόση θα ανέρχεται στο ποσό των 344,42 ευρώ (61.997,04 : 180 μήνες). Από τις καταβολές αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, θα ικανοποιηθεί προνομιακά η …, της οποίας η απαίτηση εκ του ως άνω στεγαστικού δανείου είναι εξοπλισμένη με προσημείωση υποθήκης, σύμφωνα με τη σειρά της χρονικής προτεραιότητας κατά τα άρθρα 1250, 1272 και 1300 ΑΚ και προς την οποία η οφειλή της αιτούσας υπερβαίνει το 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας της (η οφειλή της την 5/02/2016 ανερχόταν στο ποσό των 80.210,01 ευρώ). Οι μηνιαίες αυτές δόσεις, θα είναι καταβλητέες εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός και θα αρχίσουν να καταβάλλονται μετά τη λήξη των καταβολών του άρθρου 8 παρ. 2, καθόσον κρίνεται ότι πρέπει να παρασχεθεί στην αιτούσα περίοδος χάριτος ώστε να προετοιμαστεί και να είναι συνεπής με την ρύθμιση αυτή, παρά τα όσα ορίζουν οι διατάξεις των παρ. 2α και 2β του αρθρ. 9 του ν. 3869/2010, όπως

 

προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρ. 62 Ν. 4549/2018, ΦΕΚ Α’ 105/14.6.2018, και της παρ. 8 του άρθρου 68 του ν. 4549/2018, που καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς αιτήσεις, λόγω αντίθεσής τους στις διατάξεις των άρθρ. 2 παρ.1, 5 παρ.1, 25 παρ.1, 4 και 17 του Συντάγματος, 2 ΑΚ καθώς στις υπερνομοθετικής ισχύος (άρθρο 28 παρ.1 του Συντάγματος) διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ αλλά και στον ίδιο τον πυρήνα του ν. 3869/2010. Η προνομιακή ικανοποίηση της ανωτέρω πιστώτριας, θα γίνει μέχρι το ποσό των 61.997,04 ευρώ, ήτοι του 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας της αιτούσας, απαλλασσόμενου του υπολοίπου των χρεών της προς αυτήν αλλά και προς τις υπόλοιπες των καθ’ ων με την τήρηση και αυτής της ρύθμισης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα νόμο.

Επειδή ωστόσο το ως άνω υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό παραμένει πολύ υψηλό, oι παραπάνω ρυθμίσεις των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 του νόμου θα συνδυαστούν μ’ αυτή του άρθρου 9 παρ. 1, με την εκποίηση δηλαδή των κάτωθι ακινήτων της αιτούσας, η οποία θα επιφέρει τη σημαντική βελτίωση της θέσης των πιστωτριών της με προσδοκία απόληψης αξιόλογου ανταλλάγματος. Προς την κατεύθυνση αυτή, το Δικαστήριο κρίνει ως απαραίτητη τη ρευστοποίηση των κάτωθι ακινήτων: 1) μιας κάθετης ιδιοκτησίας, επιφάνειας 300,00 τ.μ., που βρίσκεται στο …, θέση «…», και της ανήκει κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%, με αντικειμενική αξία 22.500,00 ευρώ (βλ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2018), 2) δύο διαμερισμάτων ισογείου και πρώτου ορόφου, επιφάνειας 36,00 τ.μ. και 28,00 τ.μ. αντίστοιχα, έτους κατασκευής 1900, ευρισκόμενα σε κτίσμα, εντός οικοπέδου επιφάνειας 36,00 τ.μ. στην …, δημοτικό διαμέρισμα …, θέση «…», που της ανήκουν κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100% (βλ. την ανωτέρω με αριθμό 8331/2017 πράξη αποδοχής κληρονομιάς), των οποίων η αντικειμενική αξία ανέρχεται στο ποσό των 16.524,00 ευρώ και 14.280,00 ευρώ αντίστοιχα (βλ. φύλλα υπολογισμού αντικειμενικής αξίας) και 3) τριών (3) αγροτεμαχίων (βοσκότοποι), επιφάνειας 9.820,00 τ.μ., 3.710,00 τ.μ. και 2.247,00 τ.μ., που βρίσκονται στην …, δημοτικό διαμέρισμα «…», θέση «…», «…» και «…» αντίστοιχα, που ανήκουν στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%, των οποίων η αντικειμενική αξία ανέρχεται στο ποσό των 26.007,10 ευρώ, 9.833,36 ευρώ και 5.954,55 ευρώ αντίστοιχα (βλ. φύλλα υπολογισμού αντικειμενικής αξίας), ενώ τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία δεν κρίνονται πρόσφορα προς εκποίηση, λόγω της χαμηλής εκτιμώμενης εμπορικής αξίας τους. Ο εκκαθαριστής, ο οποίος θα διοριστεί από το Δικαστήριο, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9 του Ν.3869/2010, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 9 του ΠτΚ θα επιμεληθεί την εγγραφή της παρούσας απόφασης στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο της τοποθεσίας των προς εκποίηση ακινήτων, με έξοδα της αιτούσας και θα προβαίνει στην εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων που του υποδεικνύει το Δικαστήριο, χωρίς τις προϋποθέσεις του εκούσιου πλειστηριασμού, με απόλυτη ελευθερία κινήσεων, θα προβεί με τον πλέον πρόσφορο τρόπο (π.χ. αγγελία στο διαδίκτυο, στον Τύπο, μια προσφορά στις πιστώτριες ή οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο κρίνει κατά την κρίση του), αλλά πάντα στα πλαίσια που θα του ορίσει το Δικαστήριο (άρθρο 9 παρ. 1 εδ. γ’ του Ν.3869/2010) και ιδίως ως προς το ελάχιστο τίμημα. Για το σκοπό αυτό πρέπει να οριστεί

 

εκκαθαριστής από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων τον προβλεπόμενο στο άρθρο 371 ΚΠολΔ κατά το διατακτικό, ο οποίος θα ειδοποιηθεί από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου με σχετική σημείωση στο αλφαβητικό ευρετήριο του άρθρου 13 του Ν. 3869/2010. Το έργο του εκκαθαριστή, αφού ειδοποιηθεί από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου, θα συνίσταται, πέραν των προβλεπόμενων από το νόμο γενικών καθηκόντων του (άρθρο 9 παρ. 1 εδ. 3 Ν. 3869/2010) στην πώληση με ελεύθερη εκποίηση των πιο πάνω ακινήτων, εντός τριών ετών από την ανάληψη των καθηκόντων του, προκειμένου να μην επιβαρυνθεί με επιπλέον έξοδα η όλη διαδικασία. Επίσης, ο εκκαθαριστής οφείλει να παρακολουθεί την πορεία της ρύθμισης. Ως ελάχιστο τίμημα ορίζεται αυτό της αντικειμενικής αξίας των ανωτέρω ακινήτων όπως αυτή προσδιορίζεται ανωτέρω. Στη συνέχεια, θα ακολουθήσει η σύνταξη πίνακα διανομής, κατ’ άρθρο 153 παρ. 1 ΠτΚ, ο οποίος θα κοινοποιηθεί στις καθ’ ων, ώστε να προβάλει τυχόν αντιρρήσεις τους με την ανακοπή του άρθρου 161 ΠτΚ. Με βάση τον πίνακα αυτό ο εκκαθαριστής, από το προϊόν της εκποίησης του ακινήτου θα ικανοποιήσει τις καθ’ ων μέχρι του υπόλοιπου ποσού της απαίτησής τους, αφού ληφθούν υπόψη oι ρυθμίσεις των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2, συμμέτρως ή σε περίπτωση εμπράγματης εξασφάλισης επί του ως άνω ακινήτου υπέρ των καθ’ ων θα προχωρήσει στην προνομιακή τους ικανοποίηση, κατά τη τυχόν σειρά χρονικής προτεραιότητας (αρ. 1206, 107 και 1300 του Αστικού Κώδικα). Σε περίπτωση που το τίμημα που θα αποφέρει η εκποίησή των ακινήτων, υπερκαλύψει τα χρέη της αιτούσας και επηρεάσει τις ρυθμίσεις για καταβολές στα πλαίσια των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010, οι μηνιαίες δόσεις είναι δυνατόν να αναπροσαρμοστούν με μεταρρύθμιση της παρούσας απόφασης κατ’ άρθρο 758 ΚΠολΔ. Ο εκκαθαριστής δικαιούται να λάβει αντιμισθία, η οποία θα αφαιρεθεί από το διανεμόμενο ποσό (άρθρο 81 και 154 παρ. 1 ΠτΚ). Η αιτούσα υποχρεούται να υποβοηθεί τον εκκαθαριστή στο έργο του και να του παρέχει κάθε απαραίτητη πληροφορία (συμβόλαια, αριθμούς παροχών ηλεκτρικού ρεύματος κλπ.) και έγγραφο αλλά και πρόσβαση σε κάθε απαραίτητο στοιχείο. Προκειμένου δε να αντιμετωπιστούν τα πρώτα έξοδα της εκποίησης κρίνεται απαραίτητο από το Δικαστήριο, κατά αναλογική εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 5 του Πτωχευτικού Κώδικα (άρθρο 15 του Ν. 3869/2010), να υποχρεωθεί η αιτούσα εντός τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας να καταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το ποσό των 400,00 ευρώ και να προσκομίσει στη συνέχεια στη γραμματεία του Δικαστηρίου το σχετικό γραμμάτιο, το οποίο θα παραλάβει ο εκκαθαριστής μόλις αναλάβει τα καθήκοντα του. Το ποσό αυτό μετά το επιτυχές πέρας της εκποίησης θα αφαιρεθεί από το επιτευχθέν τίμημα και θα αποδοθεί στην αιτούσα, μαζί με τον σχετικό πίνακα εξόδων που θα υποβάλει ο εκκαθαριστής.

Κατά συνέπεια η κρινόμενη αίτηση θα πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη της αιτούσας, με σκοπό την απαλλαγή της με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, να διαταχθεί η εκποίηση της ρευστοποιήσιμης περιουσίας της και να εξαιρεθεί της εκποίησης η κύρια κατοικία της, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν. 3869/2010.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της δεύτερης των καθ’ ων και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Απορρίπτει την από 13/03/2019 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 143/2019 κλήση ως προς τον δεύτερο των καλούντων.

Δέχεται την αίτηση ως προς την αιτούσα.

Ρυθμίζει τα χρέη της αιτούσας με μηνιαίες καταβολές προς τις πιστώτριές της επί μία τριετία, ποσού διακοσίων δεκαεπτά (217,00) ευρώ εκάστη, συμμέτρους καταβαλλόμενες προς τις καθ’ ων, οι οποίες θα γίνονται μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον μήνα Ιούλιου του 2020.

Εξαιρεί της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσας, και συγκεκριμένα, μια ισόγεια κατοικίας επιφάνειας 47,00 τ.μ. και βοηθητικούς χώρους επιφάνειας 47,00 τ.μ., έτους κατασκευής 1985, κτισμένης εντός οικοπέδου επιφάνειας 567,00 τ.μ., η οποία βρίσκεται στην … Αττικής, ειδική θέση «…» και η οποία ανήκει στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%.

Επιβάλλει στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει μηνιαίως για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της στην … το συνολικό ποσό των εξήντα μία χιλιάδων εννιακοσίων ενενήντα επτά ευρώ και τεσσάρων λεπτών (61.997,04), με την καταβολή μηνιαίας δόσης ποσού τριακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα δύο λεπτών (344,42) και επί 180 μήνες (15 έτη). Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα γίνεται εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά τη λήξη των καταβολών στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Ορίζει ως εκκαθαρίστρια της περιουσίας της αιτούσας την δικηγόρο Αθηνών Σοφία Ρούση του Αθανασίου, τηλ. 2108625575 και 6947494608, η οποία, αφού ειδοποιηθεί από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, θα αναλάβει τα καθήκοντά της τα οποία, πέραν των οριζόμενων στο άρθρο 9 παρ. 1 Ν. 3869/2010, καθορίζονται με την παρούσα απόφαση.

Διατάσσει την ελεύθερη εκποίηση υπό τους όρους που αναφέρονται στο σκεπτικό των κάτωθι ακινήτων της αιτούσας: 1) μιας κάθετης ιδιοκτησίας, επιφάνειας 300,00 τ.μ., που βρίσκεται στο .., θέση «…», και της ανήκει κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%, με αντικειμενική αξία 22.500,00 ευρώ (βλ. δήλωση ΕΝΦΙΑ 2018), 2) δύο διαμερισμάτων ισογείου και πρώτου ορόφου, επιφάνειας 36,00 τ.μ. και 28,00 τ.μ. αντίστοιχα, έτους κατασκευής 1900, ευρισκόμενα σε κτίσμα, εντός οικοπέδου επιφάνειας 36,00 τ.μ. στην …, δημοτικό διαμέρισμα …, θέση «…», που της ανήκουν κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100% (βλ. την ανωτέρω με αριθμό 8331/2017 πράξη αποδοχής κληρονομιάς), των οποίων η αντικειμενική αξία ανέρχεται στο ποσό των 16.524,00 ευρώ και 14.280,00 ευρώ αντίστοιχα (βλ. φύλλα υπολογισμού αντικειμενικής αξίας) και 3) τριών (3) αγροτεμαχίων (βοσκότοποι), επιφάνειας 9.820,00 τ.μ., 3.710,00 τ.μ. και 2.247,00 τ.μ., που βρίσκονται στην …, δημοτικό διαμέρισμα «…», θέση «…», «…» και «…» αντίστοιχα, που ανήκουν στην αιτούσα κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό 100%, των οποίων η αντικειμενική αξία ανέρχεται στο

 

ποσό των 26.007,10 ευρώ, 9.833,36 ευρώ και 5.954,55 ευρώ αντίστοιχα (βλ. φύλλα υπολογισμού αντικειμενικής αξίας).

Υποχρεώνει την αιτούσα να καταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το συνολικό ποσό των 400,00 ευρώ και να καταθέσει το σχετικό γραμμάτιο στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, εντός τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης,

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στο Λαύριο στις 29 Μαΐου 2020.

 

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Scroll to Top