ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ 328/2020

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ

 

Αριθμός 328/2020

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ

 

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Αικατερίνη Π. Κοσκινά, με τη σύμπραξη της Γραμματέως, Ευθαλίας Αυξέντη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Ιουλίου 2020 για να δικάσει την υπόθεση:

Της αιτούσης Μ.Σ. του …, κατοίκου Νέας Ιωνίας Αττικής, οδός …, με Α.Φ.Μ. …, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Άννας Κορσάνου του Παναγιώτη, κατοίκου Αθηνών, οδός Χαρ. Τρικούπη αρ. 22.

Της μετέχουσας στη δίκη πιστώτριας, η οποία κατέστη διάδικος μετά τη νόμιμη κλήτευσή της (άρθρο 5 Ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ), ήτοι της ανώνυμης τραπεζικής εταιρία με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … αρ. .. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εμφανίσθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε.

Της κυρίως παρεμβαίνουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … αρ. .. και εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστριας απαιτήσεων και ως εντολοδόχου και ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της εταιρείας με την επωνυμία «…», της τελευταίας ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Κλεονίκης Κώτη του Αναστασίου, κατοίκου Αθηνών, οδός Αμερικής αρ. 21.

Η αιτούσα με την από 24.10.2017 με Γ.Α.Κ. 4724/2017 και Ε.Α.Κ. 404/2017 αίτησή της που κατέθεσε νόμιμα στο Δικαστήριο τούτο την 03.11.2017, ζήτησε τα όσα αναφέρονται σε αυτή. Για την αίτηση αυτή, με την από 03.11.2017 πράξη της Ειρηνοδίκη Υπηρεσίας για το Ειρηνοδικείο Νέας Ιωνίας, ορίστηκε δικάσιμος η 13.03.2020 οπότε ματαιώθηκε δυνάμει της με αριθμ. Δ1α/ΓΠ.οικ. 17734 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β’ 833/12.03.2020) λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας κατά τα αναφερόμενα στην από 12-3-2020 εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19. Δυνάμει της υπ’ αριθμ. 100/09.06.2020 Πράξης της Διευθύνουσας το Ειρηνοδικείο Νέας Ιωνίας, η ως άνω αίτηση επαναπροσδιορίστηκε αυτεπαγγέλτως για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, γράφτηκε στο πινάκιο και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 74 του μέρους Ι’ του Ν. 4960/2020. Κατά την ως άνω δικάσιμο η υπόθεση εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο κατά τη σειρά της εγγραφής της σε αυτό και παραστάθηκαν οι διάδικοι όπως αναφέρεται πιο πάνω.

Μετά την εκφώνηση του ονόματος της πιστώτριας, παρενέβη η ίδια ως άνω εταιρεία υπό διαφορετική όμως ιδιότητα, ήτοι ως διαχειρίστρια απαιτήσεων και ως εντολοδόχου και ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της εταιρείας με την επωνυμία «…», δηλώνοντας προφορικά ότι ασκεί κύρια παρέμβαση.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως και στις έγγραφες προτάσεις της.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2β Ν. 3869/2010, το οποίο προστέθηκε με το ά. 62 παρ. 3 Ν. 4549/2018 και το οποίο σύμφωνα με το ά. 68 παρ. 8 του τελευταίου ως άνω νόμου εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του δίκες «Κατά το χρονικό διάστημα των καταβολών της παραγράφου 2 του άρθρου 8 το δικαστήριο κατανέμει το ποσό που μπορεί να καταβάλει ο οφειλέτης μεταξύ της ρύθμισης οφειλών του οι πιστωτές δεν θα βρεθούν χωρίς τη συναίνεσή τους σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν, στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης». Με την ανωτέρω διάταξη ουσιαστικά καταργείται η δυνατότητα παροχής περιόδου χάριτος για την εξυπηρέτηση της ρύθμισης που αφορά στη διάσωση της κύριας κατοικίας, η οποία προβλεπόταν ρητά υπό το καθεστώς των Ν. 3869/2010 και 4161/2013 και έγινε δεκτή νομολογιακά, παρά τη σιωπή του νομοθέτη, υπό το καθεστώς των Ν. 4336/2015 και 4346/2015. Σκοπός δε της συγκεκριμένης ρύθμισης ήταν, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4549/2018, να ρυθμιστεί το ζήτημα της χρονικής σύμπτωσης της ρύθμισης του ά. 8 και του ά. 9, προκειμένου α) να μην υποχρεώνονται οι οφειλέτες κατά τη διάρκεια της ρύθμισης του ά. 8 παρ. 2 να καταβάλλουν ποσά που υπερβαίνουν την ικανότητα αποπληρωμής τους, με ορατό τον κίνδυνο έκπτωσής τους και β) να μην τοποθετεί το δικαστήριο την έναρξη της ρύθμισης του ά. 9 στη λήξη της ρύθμισης του ά. 8, με αποτέλεσμα οι οφειλέτες να επιβαρύνονται με τους τόκους του σχεδίου διευθέτησης και να επιμηκύνεται η συνολική περίοδος αποπληρωμής. Σύμφωνα, επομένως, με τα ανωτέρω το δικαστήριο υποχρεούται να κατανείμει το ποσό των δύο δόσεων, αυτής δηλαδή με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη (ά. 8 παρ. 2) και αυτής για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του (ά. 9 παρ. 2), έτσι ώστε να μη χειροτερεύσει η θέση των πιστωτών σε σχέση με το ποσό που ορίστηκε ως αντάλλαγμα για τη διάσωσή της, και, παράλληλα, ο οφειλέτης να μην επιβαρυνθεί με καταβολές υψηλότερου ποσού από αυτό που ορίστηκε με βάση τα εισοδηματικά κριτήρια του άρθρου 8 παρ. 2 (βλ. και αιτιολογική έκθεση Ν. 4549/2018 κεφάλαιο Β – τροποποιήσεις του Ν. 3869/2010 – παράγραφος 1). Στο πλαίσιο, επομένως, της κατανομής θα πρέπει να τηρηθούν οι βασικές αρχές των ρυθμίσεων των άρθρων 8 και 9, ήτοι αυτή της μη υπέρβασης της ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη, όπως αυτή ορίστηκε στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2, και αυτή της καταβολής του υποχρεωτικού ανταλλάγματος στους πιστωτές ως προς τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2. Πλην, όμως κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, η ανωτέρω κατανομή μεταξύ των ρυθμίσεων του άρθρου 8 παρ. 2 και του άρθρου 9 παρ. 2 αφενός καταστρατηγεί τα συμφέροντα των ανέγγυων πιστωτών και αφετέρου αδυνατεί να προασπίσει τα συμφέροντα του υπερχρεωμένου αιτούντος, ιδίως στις περιπτώσεις που κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης και δημοσίευσης της απόφασης η ικανότητα αποπληρωμής του αιτούντος υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην καταβλητέα για την διάσωση της κύριας

 

κατοικίας δόση. Ειδικότερα, στην ανωτέρω περίπτωση πρέπει είτε να επιβληθεί στον αιτούντα η καταβολή ποσού που δεν αντιστοιχεί στην ικανότητα αποπληρωμής του, αλλά αντιστοιχεί στο ποσό που πρέπει να καταβάλλει για την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση, γεγονός που θα οδηγήσει άνευ άλλου τίνος στην έκπτωση του οφειλέτη από τη ρύθμιση και μάλιστα ήδη από την έναρξη αυτής, είτε να επιβληθεί στον οφειλέτη μειωμένη δόση για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 8 παρ. 5, στο οποίο ρητά παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 9 παρ. 6, με αποτέλεσμα αφενός την μη επιβολή δόσεων για τη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 και, συνακόλουθα την υπέρμετρη βλάβη των ανέγγυων δανειστών, και αφετέρου την παράβαση της αρχής της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών σε σχέση με τη διενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης. Από τα παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι δυνατότητα της προβλεπόμενης από την ανωτέρω διάταξη κατανομής, με τήρηση των βασικών αρχών, είναι εφικτή, και πάλι με βλάβη των συμφερόντων των ανέγγυων πιστωτών, μόνο όταν το ποσό της μηνιαίας δόσης που ορίστηκε στο πλαίσιο του άρθρου 8 παρ. 2 υπερβαίνει το ποσό της δόσης του άρθρου 9 παρ. 2. Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση αυτή, δεν βρίσκει απολύτως κανένα έρεισμα η μείωση της δόσης που είναι σε θέση ο αιτών να καταβάλλει στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 στους ανέγγυους πιστωτές, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι τα συμφέροντα των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων πιστωτών ουδόλως θίγονται από την παροχή περιόδου χάριτος, δεδομένου ότι με τη λήξη της περιόδου ρύθμισης του άρθρου 9 παρ. 2 θα έχουν λάβει το προβλεπόμενο από το νόμο ποσό, από το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν είναι σε θέση να παρεκκλίνει η δικαστική απόφαση. Ως εκ τούτου, μοναδική λύση για τη στάθμιση των εκατέρωθεν συμφερόντων, τα οποία ο ίδιος ο νομοθέτης έκρινε άξια προστασίας με την εισαγωγή της ανωτέρω ρύθμισης, είναι η επιβολή μηδενικών δόσεων για τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2 και για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2, προκειμένου ο αιτών να καταβάλλει τη δόση της μέγιστης δυνατότητας αποπληρωμής του στη ρύθμιση του άρθρου παρ. 2 ικανοποιώντας το σύνολο των πιστωτών του, και η ταυτόχρονη αντίστοιχη μείωση της διάρκειας της ρύθμισης του άρθρου 9 παρ. 2, προκειμένου να αποφευχθεί η δια της περιόδου χάριτος επιμήκυνση της διάρκειας της ρύθμισης. Η ανωτέρω επιλογή βρίσκει έρεισμα στο ίδιο το γράμμα του νόμου, ο οποίος με το άρθρο 9 παρ. 6 παραπέμπει στη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 5 και στη δυνατότητα του Δικαστηρίου να ορίσει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μειωμένες ή μηδενικές καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας, δυνατότητα που δεν υφίστατο υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς. Τέλος, επισημαίνεται ότι η ανωτέρω επιλογή επιβάλλεται και από το γεγονός ότι στην πραγματικότητα δεν είναι δυνατή η εκ μέρους του Δικαστηρίου πρόβλεψη του ακριβούς ποσού στο οποίο θα ανέλθει η μηνιαία δόση για τη διάσωση της κύριας κατοικίας, δεδομένου ότι το συνολικό ποσό που θα κληθεί να καταβάλει ο αιτών για το σκοπό αυτό προβλέπεται έντοκο, δεν είναι δε εκ των προτέρων γνωστές οι διακυμάνσεις του επιτοκίου και, ως εκ τούτου, η επιβληθησόμενη από το Δικαστήριο δόση θα αφορά μόνο το κεφάλαιο που πρέπει να αποπληρωθεί και όχι το σύνολο της καταβλητέας δόσης, συμπεριλαμβανομένων των τόκων. Ως εκ τούτου, ενδεχόμενη απόπειρα κατανομής μεταξύ των δόσεων των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 θα είναι πλασματική και ουσιαστικά

 

θα καταστρατηγεί την αρχή της μη υπέρβασης της ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη, δεδομένου ότι αυτός θα κληθεί εν τέλει να καταβάλει υψηλότερο των δυνατοτήτων του ποσό, λόγω της επιβολής των τόκων, το ύψος των οποίων είναι εξαρχής μη προσδιορίσιμο.

Από την με αριθμό 10.319/06.11.2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, Νικόλαου Σπηλιόπουλου, την οποία προσκομίζει η αιτούσα, προκύπτει ότι αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 13.03.2020, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην αναφερόμενη στην αίτηση πιστώτρια «…». Η τελευταία, όμως, δεν εμφανίστηκε υπό την παραπάνω ιδιότητα στην δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας κατά την οποία επαναπροσδιορίσθηκε οίκοθεν η ματαιωθείσα υπόθεση κατά τα ανωτέρω αναλυτικώς αναφερθέντα και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήμην υπό την ιδιότητα της πιστώτριας. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως, σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (271 παρ. 1 και 2, 741, 754 παρ. 2 ΚΠολΔ), η δε ανωτέρω αναφερόμενη πιστώτρια, προς την οποία η κρινόμενη αίτηση κοινοποιήθηκε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του ν. 3869/2010, καθίσταται υποκείμενο της παρούσας δίκης, κατ’ άρθρο 748 παρ. 2 ΚΠολΔ, ανεξαρτήτως της συμμετοχής της σε αυτήν.

Η αιτούσα εκθέτει εν συντομία στην υπό κρίση αίτησή της, ότι είναι φυσικό πρόσωπο, το οποίο δεν έχει εμπορική ιδιότητα και πτωχευτική ικανότητα, και έχει περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη κατάσταση αδυναμίας πληρωμής της ληξιπρόθεσμης οφειλής της προς την πιστώτριά της, οφειλή, την οποία αναγράφει αναλυτικά κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Με βάση το ιστορικό αυτό, η αιτούσα ζητεί να επικυρωθεί το σχέδιο διευθέτησης οφειλών που προτείνει, άλλως να ρυθμιστούν δικαστικά οι αναφερόμενες οφειλές της, να εξαιρεθεί από τη ρευστοποίηση η κύρια κατοικία της και το ΙΧΕ αυτοκίνητό της και να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της παραπάνω ρύθμισης και εξόφλησης των οφειλών της θα απαλλαγεί από τα χρέη της.

Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά την προκειμένη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν. 3869/2010). Αρμόδια, επίσης, φέρεται για συζήτηση εφόσον για το παραδεκτό της: i) τηρήθηκε η προδικασία του προδικαστικού συμβιβασμού που προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 5§2, όπως αυτό είχε τροποποιηθεί με την παρ. 3 άρθρου 85 Ν. 3996/2011 και αντικατασταθεί με το άρθρο 13 Ν. 4161/2013, όπως ισχύει για την υπό κρίση αίτηση (βλ. παρ. 5 του άρθρου 2 της ΥΠΟΠΑΡ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 [ΦΕΚ Α 94/14-8-2015] σε συνδυασμό με την παρ. 11 του άρθρου 14 του Ν. 4346/2015), με την βεβαίωση της αποτυχίας αυτού και την έκδοση προσωρινής διαταγής (βλ την από 06.12.2017 προσωρινή διαταγή αυτού του Δικαστηρίου), ii) τηρήθηκε η εμπρόθεσμη και νομότυπη επίδοση της αίτησης μέσα στην προθεσμία των 15 ημερών από την περαίωσή της, όπως προβλέπει η διάταξη του άρθρου 5 του Ν. 3869/2010, όπως αυτό είχε τροποποιηθεί με την παρ.3 άρθρου 85 Ν. 3996/2011 και αντικατασταθεί με το άρθρο 13 Ν. 4161/2013, όπως ισχύει για την υπό κρίση αίτηση (βλ. παρ.5 του άρθρου 2 της ΥΠΟΠΑΡ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 [ΦΕΚ A 94/14-8-2015] σε συνδυασμό με την παρ. 11 του άρθρου 14 του Ν. 4346/2015), και iii) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσης για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο

 

της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή της λόγω δόλου ως προς την περιέλευσή της σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών, ή λόγω δόλιας παράβασης του καθήκοντος της αλήθειας (βλ. άρθρο 61 παρ. 1 του Ν. 4549/18 και την υπ’ αριθμ. 28/15-07-2020 βεβαίωση του Ειρηνοδικείου Ν. Ιωνίας). Επιπλέον, η αίτηση είναι πλήρως ορισμένη, αφού στην αίτηση διαλαμβάνονται όλα τα απαραίτητα εκ του νόμου στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 εδ. β’ του Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ. Α4 της ΠΑΡ. Α του άρθρου 2 Ν. 4336/2015, ήτοι: α) ότι η αιτούσα είναι φυσικό πρόσωπο, χωρίς πτωχευτική ικανότητα, που βρίσκεται σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, β) κατάσταση της περιουσίας της και των πάσης φύσεως εισοδημάτων της, γ) κατάσταση πιστωτών και απαιτήσεων κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, δ) τυχόν μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων της επί ακινήτων στις οποίες προέβη την τελευταία τριετία πριν την κατάθεση της αίτησης, και ε) σαφές και ορισμένο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της. (βλ I. Βενιέρη – Θ. Κατσά, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 2016, σελ. 251 επ., 181, Κρητικός ρύθμιση οφειλών ν. 3869/2010, 2016, σελ 87 επ. και Ε.Κιουπτσίδου Αρμ. 64 σελ. 1467, ΑΠ 64/2017, 65/2017 και 66/2017 σε ΝΟΜΟΣ και ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ), Παραπέρα η αίτηση είναι νόμιμη, πλην του αιτήματος απαλλαγής, που αποτελεί αντικείμενο μεταγενέστερης δυνητικής αιτήσεως του οφειλέτη (άρθρο 11 του Ν. 3869/2010, όπως ισχύει μετά τον Ν. 4549/2018) καθώς και του αιτήματος να εξαιρεθεί από τη ρευστοποίηση το ΙΧΕ αυτοκίνητό της διότι σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 η ρευστοποιήσιμη ή μη περιουσία του οφειλέτη’1 κρίνεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, ο δε οφειλέτης δύναται να υποβάλει αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση μόνον της κύριας κατοικίας του κατ’ άρθρο 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010, κατ’ ουσίαν δε το αίτημα ρευστοποίησης της λοιπής περιουσίας του εμπεριέχεται σιωπηρώς στο προηγούμενο αίτημα του αιτούντος για δικαστική ρύθμιση των οφειλών τούτου, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 8, και 9 του Ν. 3869/2010, όπως έχει τροποποιηθεί με τις διατάξεις του Ν. 4161/2013, του Ν. 4336/2015, του Ν. 4346/2010 και του Ν. 4549/2018, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσης στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και κατά τους ισχυρισμούς της έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της. Συνεπώς, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, μετά την καταβολή των νομίμων τελών συζητήσεως.

Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου εμφανίστηκε η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της, η οποία καταγράφηκε στα πρακτικά και εμπεριέχεται στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε επί της έδρας, άσκησε κύρια παρέμβαση, ως μη δικαιούχος διάδικος και διαχειρίστρια δυνάμει της από 30-4-2020 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευθείσας με αρ. πρωτ. 162/30.04.2020 στον τόμο 11 με α/α 110 του ενεχυροφυλακείου Αθηνών και του υπ’ αριθμ. 44.960/30.04.2020 ειδικού πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Στεφανάκου, ως προς τις απαιτήσεις των

 

οποίων δικαιούχος τυγχάνει η εταιρεία με την επωνυμία «…», η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…» κατόπιν μεταβίβασης σε αυτήν από την τελευταία απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003 και δυνάμει της από 30.04.2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευμένης με αρ. πρωτ. 161/30.04.2020 στον τόμο 11 και α/α 109 στα τηρούμενα στο ενεχυροφυλακείο Αθηνών βιβλία του ν. 2844/2000, για τις απαιτήσεις που κατάρτισε η αιτούσα με την «….». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η «…», ενεργεί πλέον στην παρούσα δίκη όχι ως πιστώτρια της αιτούσης αλλά ως μη δικαιούχος διάδικος, ενεργούσα για λογαριασμό της ειδικής διαδόχου «…», στα δικαιώματα που αποτελούν αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης.

Η παρέμβαση παραδεκτώς ασκήθηκε προφορικά στο ακροατήριο και με τις έγγραφες – κατατεθείσες κατά τη συζήτηση – προτάσεις του πληρεξουσίου δικηγόρου της (άρθρο 54 παρ. 1 εδ. β’ του ΠτΚ σε συνδ. με το άρθρο 15 Ν. 3869/2010 κατά παράκαμψη της διάταξης του άρθρ. 752 παρ. 1 ΚΠολΔ) και αρμοδίως φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι αρμόδιο για την κύρια αίτηση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 1 ΚΠολΔ, με αίτημα την απόρριψη της κύριας αίτησης της αιτούσης, επικουρικά δε, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου κι εφόσον η τελευταία (επίδικη αίτηση) ήθελε γίνει δεκτή, την ένταξη και των ως άνω απαιτήσεων που διαχειρίζεται στη ρύθμιση. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί και κατ’ ουσίαν και επίσης να συνεκδικασθεί με την επίδικη αίτηση, κατ’ εφαρμογή των οριζόμενων στο άρθρο 246 ΚΠολΔ.

Από όσα αναπτύχθηκαν προφορικά κατά τη συζήτηση από τους πληρεξούσιου δικηγόρους, την ανωμοτί κατάθεση της αιτούσης, που δόθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, εκτιμώμενη χωριστά και σε συνδυασμό προς τις λοιπές αποδείξεις, από το σύνολο των εγγράφων, που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζει η αιτούσα και η διαχειρίστρια εταιρεία, (άρθρο 5 του Ν. 3869/2010, 748 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθώς και εκείνων, που απλώς προσκομίζονται στο δικαστήριο, χωρίς να γίνεται επίκλησή τους [παραδεκτά, όπως προκύπτει από τα άρθρα 744 και 759 παρ. 3 ΚΠολΔ (βλ. σχετ. Βαθρακοκοίλης, ΕρμΝΚΠολΔ, άρ. 759 αριθμ., 5 και Α.Π. 174/1987, ΕλλΔνη 29,129)], τις ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων, (άρθρο 261 ΚΠολΔ), τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων, (άρθρα 744 ΚΠολΔ) αποδείχθηκαν κατά τη κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα, ηλικίας σήμερα … ετών, είναι διαζευγμένη από το έτος 2010 και μητέρα ενός τέκνου που ενηλικιώνεται το Δεκέμβριο του 2020. Είναι δημόσιος υπάλληλος εργαζόμενη στη … με την ειδικότητα της … λαμβάνοντας μηνιαίο μισθό ύψους 1.058,00 € μηνιαίως περίπου (βλ. προσκομιζόμενο μηνιαίο εκκαθαριστικό περιόδου Φεβρουάριου 2020 του Υπουργείου Οικονομικών). Επιπροσθέτως, λαμβάνει από τον πατέρα του ανηλίκου τέκνου της διατροφή για το τελευταίο ύψους 350,00 € μηνιαίως σύμφωνα με το προσκομιζόμενο από 12.10.2009 ιδιωτικό συμφωνητικό, ενώ από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προέκυψε ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι αυτή έχει πλέον μειωθεί στο ποσό των 200,00 € μηνιαίως.

 

Κύρια κατοικία της αποτελεί το 100,00 % της πλήρους κυριότητας μίας οριζόντιας ιδιοκτησίας-διαμερίσματος δευτέρου ορόφου, επιφάνειας 70,00 τ.μ., έτους κατασκευής 1974, κείμενης στη …Αττικής επί της οδού … αρ. …, αντικειμενικής αξίας 61.740,00 € (βλ. προσκομιζόμενο Εν.Φ.Ι.Α. έτους 2019). Επίσης η αιτούσα διαθέτει το 100,00 % της πλήρους κυριότητας ενός οικοπέδου επιφάνειας 500,00 τ.μ., κείμενου εντός οικισμού δημοτικού διαμερίσματος …, του Δήμου …, αντικειμενικής αξίας 10.000,00 € (βλ. προσκομιζόμενο Εν.Φ.Ι.Α. 2019) καθώς και το 100,00 % της πλήρους κυριότητας ενός ξερικού αγροτεμαχίου με ελαιόδενδρα, επιφάνειας 30.000,00 τ.μ. κείμενου στη θέση «…» του δ/δ …, του δήμου …. Τέλος διαθέτει το 100,00 % της πλήρους κυριότητας ενός ΙΧΕ αυτοκινήτου με αριθμό κυκλοφορίας …, μάρκας VOLKSWAGEN, τύπου POLO, 1.390 κ.ε., έτους πρώτης κυκλοφορίας 2003. Τα ετήσια εισοδήματα που δήλωσε η αιτούσα είναι τα κάτωθι (βλ. προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα και δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος ετών 2010 έως 2018): α) για το οικονομικό έτος 2010, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 16.995,05 € ετησίως (μισθωτές υπηρεσίες) μετά την αφαίρεση των φόρων, β) για το οικονομικό έτος 2011, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 16.281,90 € ετησίως (μισθωτές υπηρεσίες) μετά την αφαίρεση των φόρων, γ) για το οικονομικό έτος 2012, ήτοι κατά το χρόνο ανάληψης του στεγαστικού της δανείου, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 14.661,96 € ετησίως (μισθωτές υπηρεσίες) μετά την αφαίρεση των φόρων, δ) για το οικονομικό έτος 2013, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 11.461,41 € ετησίως (μισθωτές υπηρεσίες) μετά την αφαίρεση των φόρων, ε) για το οικονομικό έτος 2014, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 10.864,73 € ετησίως (μισθωτές υπηρεσίες, αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά) μετά την αφαίρεση των φόρων, στ) για το φορολογικό έτος 2015, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 11,625,81 € ετησίως (μισθωτή εργασία, τόκοι καταθέσεων, αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά) μετά την αφαίρεση των φόρων, η) για το φορολογικό έτος 2016, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 11.511,34 € ετησίως (μισθωτή εργασία, τόκοι καταθέσεων, αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά) μετά την αφαίρεση των φόρων, θ) για το έτος 2017, ήτοι κατά το χρόνο κατάθεσης της υπό κρίση αίτησης, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 12.020,74 € ετησίως (μισθωτή εργασία, τόκοι καταθέσεων, αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά) μετά την αφαίρεση των φόρων, ι) για το έτος 2018, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ποσού 12.435,90 € ετησίως (μισθωτή εργασία, τόκοι καταθέσεων, αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά) μετά την αφαίρεση των φόρων, ενώ σήμερα όπως προαναφέρθηκε τα μηνιαία εισοδήματά της ανέρχονται στο ποσό των 1.058,00 € πλέον ποσού 350,00 € για τη διατροφή του ανηλίκου τέκνου της. Από τα οικονομικά στοιχεία που προσκομίζει η αιτούσα προκύπτει ότι τα έσοδά της από το χρόνο ανάληψης του στεγαστικού της δανείου, ήτοι κατά το έτος 2011 ως προκύπτει από την προσκομιζόμενη δανειακή σύμβαση, έως σήμερα εμφανίζουν σημαντική μείωση. Άλλωστε, ως προκύπτει και από τις φορολογικές δηλώσεις της αιτούσης και συγκεκριμένα από τους δηλωθέντες τόκους καταθέσεων, η τελευταία διέθετε αποταμιεύσεις τις οποίες ανάλωσε σταδιακά προκειμένου να καλύπτει τη δανειακή της υποχρέωση το χρονικό διάστημα που ο μισθός της έβαινε μειούμενος, ενώ ταυτόχρονα τα έξοδά της θυγατέρας της για δίδακτρα φροντιστηρίων αυξάνονταν. Ως εκ τούτου, τα εισοδήματά της δεν επαρκούν για την κάλυψη της ενήμερης δόσης των δανειακών της συμβάσεων, η οποία ανέρχεται

 

στο ποσό των 470,00 € περίπου μηνιαίως, ως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη βεβαίωση οφειλών της «…». Ειδικότερα, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της κρινόμενης αιτήσεως, η αιτούσα είχε αναλάβει το παρακάτω χρέος, το οποίο θεωρείται κατά πλάσμα του νόμου με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμο και συνεχίζει να εκτοκίζεται με επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως, καθώς είναι εξασφαλισμένο με εμπράγματη ασφάλεια. Έτσι, σήμερα οφείλει στην εταιρεία «…» εκ συμβάσεως στεγαστικού δανείου με αριθμό 0000057399 το ποσό των 108.890,09 € έως 25.08.2017, καθώς δεν προσκομίσθηκε νεότερη βεβαίωση οφειλής. Τα έσοδα της αιτούσης, όπως προαναφέρθηκε, συγκρινόμενα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της από την παραπάνω δανειακή σύμβαση δεν της επιτρέπουν να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση αυτού του χρέους. Κατά συνέπεια, συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσης οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του νόμου 3869/2010 και ειδικότερα σ’ αυτή της διάταξης του άρθρου 8§2 (όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το ν. 4336/15), για μηνιαίες καταβολές για χρονικό διάστημα τριών ετών. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, η αιτούσα έχει τη δυνατότητα να καταβάλλει το ποσό των 300,00 €, προκειμένου να εξασφαλίζεται ένα στοιχειώδες αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσής της. Έτσι η αιτούσα θα πρέπει να καταβάλει στην εταιρεία «…» σε 36 μηνιαίες δόσεις, δηλαδή για χρονικό διάστημα 3 ετών αρχής γενομένης από το δεύτερο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας και εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός το ποσό των 300,00 ευρώ μηνιαίως.

Επομένως, για τη ρύθμιση των χρεών της βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, η αιτούσα θα καταβάλει στην ως άνω εταιρεία συνολικά το ποσό των 10.800,00 ευρώ (300,00 ευρώ X 36 δόσεις), και θα παραμείνει συνολικό ανεξόφλητο ποσού 98.090,09 ευρώ. Δυνάμει της από 06.12.2017 προσωρινής διαταγής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου που εκδόθηκε επί της ένδικης αίτησης, η αιτούσα υποχρεώθηκε σε προσωρινές καταβολές ποσού 280,00 ευρώ το μήνα καταβλητέου εντός του πρώτου δεκαημέρου έκαστου μηνός. Εντούτοις, η αιτούσα δεν προσκόμισε αποδείξεις καταβολής του ανωτέρω ποσού και ως εκ τούτου δεν δύνανται να συνυπολογισθούν στις καταβολές του άρθρου 8 παρ. 2 με τον επιμερισμό τους στις μηνιαίες δόσεις της οριστικής ρύθμισης κατά τον τρόπο που ορίζεται στις διατάξεις του Ν. 3869/2010.

Περαιτέρω, δεδομένου ότι με τις ανωτέρω καταβολές της αιτούσης δε θα επέλθει ικανοποίηση των απαιτήσεων της πιστώτριάς της, η παραπάνω ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 του νόμου 3869/2010 θα συνδυαστεί με αυτή του άρθρου 9 παρ. 1 Ν. 3869/2010 περί εκποίησης της τυχόν ρευστοποιήσιμης περιουσίας του οφειλέτη. Ειδικότερα, κρίνεται πρόσφορη η εκποίηση του 100,00 % της πλήρους κυριότητας ενός οικοπέδου επιφάνειας 500,00 τ.μ., κείμενου εντός οικισμού δημοτικού διαμερίσματος …, του Δήμου …, αντικειμενικής αξίας 10,000,00 €. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να οριστεί εκκαθαριστής δεδομένου δε, ότι η πιστώτρια δεν πρότεινε πρόσωπο, κατάλληλο ως εκκαθαριστή, θα ορισθεί από τον τηρούμενο σχετικά στη Γραμματεία του Δικαστηρίου κατάλογο δικηγόρων, ο κατονομαζόμενος στο διατακτικό της παρούσας, για την εκποίηση της ρευστοποιήσιμης περιουσίας που κρίθηκε απαραίτητη προς ικανοποίηση των πιστωτών (κατ’ άρθρο 9§1 εδ. α ν.3869/2010). Ο εκκαθαριστής θα ενημερωθεί για την ανάληψη των καθηκόντων του από το

 

Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου με σχετική σημείωση στο αλφαβητικό αρχείο του ά. 13 Ν. 3869/2010. Σε περίπτωση δε που ο διορισθείς εκκαθαριστής δεν επιθυμεί το διορισμό του, θα πρέπει εντός πέντε ημερών από την προς αυτόν ειδοποίηση σύμφωνα με τα αναλογικώς εφαρμοζόμενα άρθρα 63 και 64 ΠτΚ, να δηλώσει εγγράφως ενώπιον του Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού ότι αποποιείται του διορισμού του, εκθέτοντας και τους σχετικούς λόγους. Κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 9 του Πτωχευτικού Κώδικα, ο εκκαθαριστής πρέπει να επιμεληθεί την εγγραφή της παρούσας απόφασης στο οικείο Υποθηκοφυλακείο / Κτηματολογικό Γραφείο. Το έργο του, θα συνίσταται, πέραν των προβλεπομένων από το νόμο γενικών καθηκόντων του (αρ. 9 παρ. 1 Ν. 36869/2010) στην πώληση με ελεύθερη εκποίηση του πιο πάνω ακινήτου κατά τον πλέον πρόσφορο τρόπο, όπως π.χ. αγγελία στο διαδίκτυο ή στον ημερήσιο τύπο, προσφορά στις πιστώτριες ή σε κάθε περίπτωση με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο κρίνει ο εκκαθαριστής, εντός 24 μηνών από την ανάληψη των καθηκόντων του, στη σύνταξη και υπογραφή του συμβολαίου για λογαριασμό του αιτούντος και τη μεταγραφή του, στη σύνταξη πίνακα διανομής, κατ’ αρθ. 153 παρ. 1 ΠτωχΚ, ο οποίος θα τοιχοκολληθεί στο κατάστημα του Ειρηνοδικείου Νέας Ιωνίας και θα κοινοποιηθεί με κάθε πρόσφορο μέσο στην πιστώτρια, ώστε να προβάλει τυχόν αντιρρήσεις της με την ανακοπή του αρθ. 161 ΠτωχΚ. Με βάση τον πίνακα αυτό ο εκκαθαριστής θα προβεί στη συνέχεια στη διανομή του ποσού από την εκποίηση. Ως ελάχιστο τίμημα ορίζεται αυτά της αξίας του ακινήτου που θα προσδιοριστεί από την αρμόδια ΔΟΥ, όπως θα ισχύει κατά το χρόνο αποδοχής του διορισμού του εκκαθαριστή, το οποίο είτε θα καταβληθεί εφάπαξ με την υπογραφή του μεταβιβαστικού συμβολαίου είτε θα αποτελέσει προϊόν δανείου από πιστωτικό ίδρυμα με διασφαλισμένους όρους είτε τέλος θα πιστωθεί υπό τον όρο της διαλυτικής αίρεσης της μεταβίβασης της κυριότητας μέχρι την εξόφληση αυτού (τιμήματος). Ο εκκαθαριστής δικαιούται να λάβει αντιμισθία, η οποία θα αφαιρεθεί από το διανεμόμενο ποσό (άρθρα 81 και 154 παρ. 1 ΠτωχΚ). Για την αντιμετώπιση, ωστόσο, των αρχικών εξόδων του εκκαθαριστή, η αιτούσα θα πρέπει με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 5 παρ. 4 του Πτωχευτικού Κώδικα σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 15 Ν. 3869/2010, να παρακαταθέσει, εντός διμήνου από τη δημοσίευση της παρούσας, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το ποσό των τριακοσίων ευρώ (300) και στη συνέχεια να προσκομίσει το σχετικό γραμμάτιο στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, από όπου θα το αναλάβει ο εκκαθαριστής. Αυτονόητο, ότι η αιτούσα θα πρέπει να παράσχει κάθε δυνατή συνδρομή στον εκκαθαριστή για την διεκπεραίωση του έργου του. Μετά το πέρας των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών το ακίνητο είναι ελεύθερο στα καταδιωκτικά μέτρα των πιστωτών και έως το πέρας της ρύθμισης με την απαλλαγή της οφειλέτιδας.

Όσον αφορά στην λοιπή ακίνητη και κινητή περιουσία της αιτούσης, αυτή θα πρέπει να εξαιρεθεί από την εκποίηση καθώς δεν αναμένεται να εγείρει αγοραστικό ενδιαφέρον ενόψει και των εξόδων εκτέλεσης. Εξάλλου, τα περιουσιακά στοιχεία που κρίθηκαν από το δικαστήριο ότι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ρευστοποίησης μπορούν να διατεθούν ελεύθερα από τον οφειλέτη, ενώ οι πιστωτές διατηρούν τα καταδιωκτικά τους μέτρα κατ’ αυτού, με χρονικό ορίζοντα την ολοκλήρωση της ρύθμισης με την απαλλαγή του οφειλέτη κατ’ άρθρο 11 του νόμου, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παράγραφο 1 του άρθρου 64 του Ν. 4549/2018. Συνεπώς, για τα περιουσιακά αυτά στοιχεία που

 

εξαιρέθηκαν της εκποίησης, αλλά και γι’ αυτά που έπαψαν για οποιοδήποτε λόγο οι εργασίες εκποίησης, διατηρούν οι πιστωτές τα ατομικά καταδιωκτικά τους μέτρα μέχρι, όμως, την απόσβεση του χρέους τους, που επέρχεται με την κατ’ άρθρο 11 του νόμου απαλλαγή του οφειλέτη (Βλ. Σχετ. Αθ. Κρητικό, “Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων” εκδ. τέταρτη, υποσημ. 4, σελ. 386).

Η ως άνω ρύθμιση του ά. 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010 θα πρέπει να συνδυαστεί με τη ρύθμιση του ά. 9 παρ. 2 Ν. 3969/2010, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4346/2015 και το Ν. 4549/2018 και να οριστούν καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, ήτοι του 100,00 % της πλήρους κυριότητας μίας οριζόντιας ιδιοκτησίας-διαμερίσματος δευτέρου ορόφου, επιφάνειας 70,00 τ.μ., έτους κατασκευής 1974, κείμενης στη … Αττικής επί της οδού … αρ. .., καθώς πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος, ήτοι α) το ακίνητο αυτό χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της, β) το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα της αιτούντος δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, προσαυξημένες κατά 70,00%, γ) η αντικειμενική αξία του εν λόγω ακινήτου, δεν υπερβαίνει το ποσό των 200.000,00 ευρώ, δ) η αιτούσα είναι συνεργάσιμη δανειολήπτρια σύμφωνα με τον κώδικα τραπεζών, αφού δεν αποδείχτηκε ούτε υποστηρίχθηκε το αντίθετο. Η δε αιτούσα για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της θα αποπληρώσει ποσό ίσο με το ποσό που θα λάμβανε η πιστώτρια της σε περίπτωση υποθετικής εκποίησης (πλειστηριασμού) του ακινήτου (ά. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010 και αποφ. 54/2015 ΤτΕ), ήτοι θα αποπληρώσει την εμπορική αξία (ά. 995 παρ. 1 τελευταίο εδάφιο ΚΠολΔ), η οποία εκτιμάται από το παρόν Δικαστήριο στο ποσό των 80.000,00 ευρώ [λαμβανομένων των χαρακτηριστικών του (επιφάνεια, παλαιότητα, τοποθεσία), του είδους του εμπράγματου δικαιώματος, της αντικειμενικής αξίας αυτού και των τάσεων που επικρατούν στην αγορά ακινήτων την παρούσα χρονική περίοδο μετά από έρευνα στο διαδίκτυο σε ιστοσελίδες πώλησης ακινήτων στην ίδια περιοχή (spitogatos, xe)] απομειωμένη από τα (υποθετικά) έξοδα εκτέλεσης που υπολογίζονται στο ποσό των 5.000,00 ευρώ. Η αποπληρωμή του ανωτέρω αναφερόμενου ποσού των 75.000,00 ευρώ θα πραγματοποιηθεί εντόκως σε 20 έτη, ήτοι σε 240 μηνιαίες δόσεις χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Από τις καταβολές αυτές θα ικανοποιηθεί η απαίτηση της εταιρείας «….». Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με όσα ανωτέρω στη μείζονα σκέψη αναφέρονται, και προκειμένου αφενός να τηρηθεί η αρχή της μη υπέρβασης της ικανότητας αποπληρωμής της αιτούσας αφετέρου να μην υποστούν βλάβη τα συμφέροντα της πιστώτριας, πρέπει κατά την κρίση του Δικαστηρίου να οριστούν, λόγω του ανεπαρκούς εισοδήματος της αιτούσας, κατ’ άρθρο 9 παρ. 6 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 5, μηδενικές καταβολές στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 9 παρ. 2 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας για τρία έτη, ήτοι για όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2, μετά το πέρας της οποίας και για τα επόμενα 20έτη (ήτοι σε 240 μηνιαίες δόσεις) θα εξυπηρετηθεί η ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2. Επισημαίνεται, τέλος, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 3869/2010, «ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτηση στο Ελληνικό Δημόσιο για τη μερική κάλυψη του ποσού της μηνιαίας καταβολής

 

του σχεδίου διευθέτησης οφειλών του παρόντος άρθρου, το οποίο ορίζει η δικαστική απόφαση, ενημερώνοντας σχετικά τους πιστωτές». Κατά συνέπεια των παραπάνω πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη της αιτούσης με σκοπό την απαλλαγή της με την τήρηση των όρων της ρύθμισης εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της καθ’ ης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την αίτηση και την κύρια παρέμβαση.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση.

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσης με μηνιαίες καταβολές για τρία έτη, ήτοι σε τριάντα έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις, οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από τον δεύτερο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας, ποσού εκάστης μηνιαίας καταβολής 300,00 € κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσης.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εντός προθεσμίας 24 μηνών από την αποδοχή του διορισμού του εκκαθαριστή εκποίηση 100,00 % της πλήρους κυριότητας ενός οικοπέδου επιφάνειας τ.μ., κείμενου εντός οικισμού δημοτικού διαμερίσματος …, του Δήμου …. Ως ελάχιστο τίμημα ορίζεται αυτό της αντικειμενικής του αξίας, όπως θα ισχύει κατά το χρόνο αποδοχής του διορισμού του εκκαθαριστή.

ΟΡΙΖΕΙ εκκαθαριστή τον Κωνσταντίνο Αθανασόπουλο, δικηγόρο, με Α.Μ. .. κάτοικο ……., τηλ. … από την κατάσταση συνδίκων πτωχεύσεων του ΔΣΑ, ο οποίος και θα ενημερωθεί τηλεφωνικά για την ανάληψη των καθηκόντων του από τη Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου με σχετική σημείωση στο αλφαβητικό αρχείο, που τηρείται στο Ειρηνοδικείο. Στα καθήκοντα του εκκαθαριστή αυτού περιλαμβάνεται η πρόσφορη εκποίηση του πιο πάνω περιουσιακού στοιχείου υπό τους όρους που έχει θέσει το παρόν Δικαστήριο, η σύνταξη πίνακα διανομής, ο οποίος θα κοινοποιηθεί στην πιστώτρια και η διανομή του ποσού από την εκποίηση.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα να καταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ και να προσκομίσει το σχετικό γραμμάτιο στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου εντός διμήνου από τη δημοσίευση της παρούσας για την κάλυψη των αρχικών εξόδων του ως άνω εκκαθαριστή.

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσης, ήτοι το 100,00 % της πλήρους κυριότητας μίας οριζόντιας ιδιοκτησίας-διαμερίσματος δευτέρου ορόφου, επιφάνειας 70,00 τ.μ., έτους κατασκευής 1974, κείμενης στη … Αττικής επί της οδού …… αρ. 142.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της ανωτέρω κατοικίας της, το ποσό των 75.000,00 €, η αποπληρωμή του οποίου θα γίνει σε 20 χρόνια, ήτοι σε 240 μηνιαίες δόσεις χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η αποπληρωμή του ως άνω ποσού θα αρχίσει τον πρώτο μήνα μετά τη λήξη της ρύθμισης του ά. 8 παρ.

 

2 Ν. 3869/2010 και θα πραγματοποιηθεί κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 16 Σεπτεμβρίου 2020.

 

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                             Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Scroll to Top