Το άρθρο 9 παρ. 5 του Ν. 4469/2017 ορίζει τα ακόλουθα:
«Κάθε ρύθμιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ευνοϊκή για τον οφειλέτη ισχύει υπέρ κάθε συνοφειλέτη, μη εγγυητή, που έχει συνυποβάλει αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 4, και υπέρ κάθε εγγυητή που έχει παράσχει εγγύηση για ρυθμιζόμενη με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών απαίτηση».
Με την ανωτέρω διάταξη, ορίζεται ότι κάθε ευνοϊκή ρύθμιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών (λ.χ. απομείωση, επιμήκυνση, παράταση αποπληρωμής) ισχύει και για τον εγγυητή. Εμμέσως, η διάταξη επιβεβαιώνει ότι η εγγύηση ακολουθεί πλέον τη ρυθμισμένη απαίτηση, όπως διαμορφώθηκε με τους όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών.
Ο πιστωτής, προκειμένου να διατηρήσει τα δικαιώματά του κατά του εγγυητή μπορεί να επιλέξει να μην συμμετάσχει στη σύμβαση, εάν ο εγγυητής δεν έχει συνυποβάλει την αίτηση. Σύμφωνα με τη ρύθμιση του Νόμου (άρθρο 4 παρ. 3 Ν. 4469/2017) η σύμβαση αναδιάρθρωσης ισχύει υπέρ του εγγυητή μόνον εφόσον η πλειοψηφία των πιστωτών, έναντι των οποίων ευθύνονται οι εγγυητές, έχει συναινέσει στην έναρξη της διαδικασίας, ακόμα και χωρίς τη συνυποβολή αίτησης εκ μέρους των εγγυητών. Ως «συνοφειλέτες» θεωρούνται πάντα και οι εγγυητές, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 εδ. γ’ Ν. 4469/2017.
Σύμφωνα, συνεπώς, με τα παραπάνω, προϋπόθεση για να υπάρξει ευνοϊκή ρύθμιση υπέρ του εγγυητή που δεν έχει συνυποβάλει την αίτηση είναι η παροχή συναίνεσης από την πλειοψηφία των απαιτήσεων που ασφαλίζονται με την εγγύηση. Αν δεν υπάρξει τέτοια συναίνεση, η απαίτηση δεν ρυθμίζεται με τη σύμβαση αναδιάρθωσης όχι μόνο έναντι του εγγυητή, αλλά και έναντι του οφειλέτη. Αυτό σημαίνει ότι η συγκεκριμένη απαίτηση: (α) δεν προσμετράται στο σχηματισμό απαρτίας, (β) δεν εμπίπτει στην αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, (γ) δεν αποτελεί περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης.
Το άρθρο 9 παρ. 5 του Ν. 4469/2017 ορίζει τα ακόλουθα:
«Κάθε ρύθμιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ευνοϊκή για τον οφειλέτη ισχύει υπέρ κάθε συνοφειλέτη, μη εγγυητή, που έχει συνυποβάλει αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 4, και υπέρ κάθε εγγυητή που έχει παράσχει εγγύηση για ρυθμιζόμενη με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών απαίτηση».
Με την ανωτέρω διάταξη, ορίζεται ότι κάθε ευνοϊκή ρύθμιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών (λ.χ. απομείωση, επιμήκυνση, παράταση αποπληρωμής) ισχύει και για τον εγγυητή. Εμμέσως, η διάταξη επιβεβαιώνει ότι η εγγύηση ακολουθεί πλέον τη ρυθμισμένη απαίτηση, όπως διαμορφώθηκε με τους όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών.
Ο πιστωτής, προκειμένου να διατηρήσει τα δικαιώματά του κατά του εγγυητή μπορεί να επιλέξει να μην συμμετάσχει στη σύμβαση, εάν ο εγγυητής δεν έχει συνυποβάλει την αίτηση. Σύμφωνα με τη ρύθμιση του Νόμου (άρθρο 4 παρ. 3 Ν. 4469/2017) η σύμβαση αναδιάρθρωσης ισχύει υπέρ του εγγυητή μόνον εφόσον η πλειοψηφία των πιστωτών, έναντι των οποίων ευθύνονται οι εγγυητές, έχει συναινέσει στην έναρξη της διαδικασίας, ακόμα και χωρίς τη συνυποβολή αίτησης εκ μέρους των εγγυητών. Ως «συνοφειλέτες» θεωρούνται πάντα και οι εγγυητές, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 εδ. γ’ Ν. 4469/2017.
Σύμφωνα, συνεπώς, με τα παραπάνω, προϋπόθεση για να υπάρξει ευνοϊκή ρύθμιση υπέρ του εγγυητή που δεν έχει συνυποβάλει την αίτηση είναι η παροχή συναίνεσης από την πλειοψηφία των απαιτήσεων που ασφαλίζονται με την εγγύηση. Αν δεν υπάρξει τέτοια συναίνεση, η απαίτηση δεν ρυθμίζεται με τη σύμβαση αναδιάρθωσης όχι μόνο έναντι του εγγυητή, αλλά και έναντι του οφειλέτη. Αυτό σημαίνει ότι η συγκεκριμένη απαίτηση: (α) δεν προσμετράται στο σχηματισμό απαρτίας, (β) δεν εμπίπτει στην αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, (γ) δεν αποτελεί περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης.