Στο άρθρο αυτό θα αναλύσω τη ρύθμιση που μπορούν να κάνουν οι οφειλέτες μέσω της πλατφόρμας του εξωδικαστικού μηχανισμού στην περίπτωση που έχουν οφειλές σε Εφορία και Ασφαλιστικούς Φορείς. Το ερώτημα που ακούγεται συχνά είναι το εξής. Οι περισσότεροι οφειλέτες έχουν οφειλές και εκκρεμότητες και με το Δημόσιο και με κάποια Τράπεζα. Είναι γνωστό ότι στη ρύθμιση αυτή οι χρηματοδοτικοί φορείς δεν είναι υποχρεωμένοι να καταθέσουν πρόταση, ούτε υποχρεούνται να συμφωνήσουν με την πρόταση του υπολογιστικού εργαλείου. Σε αυτήν την περίπτωση τι γίνεται; Τέλος; Ναυαγεί όλη η ρύθμιση;
Όχι η διαδικασία συνεχίζεται μεταξύ οφειλέτη και Δημοσίου ως τη λεγόμενη διμερή διαπραγμάτευση. Η εύλογη απορία είναι η εξής. Και η οφειλή της Τράπεζας τι θα γίνει; Στην περίπτωση αυτή και για το χρέος αυτό της Τράπεζας θα πρέπει να γίνει διμερής διαπραγμάτευση με την Τράπεζα ή με την εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων που το διαχειρίζεται. Οι προτάσεις στην περίπτωση αυτή γίνονται με τους όρους της εταιρείας. Το χρέος όμως του Δημοσίου μπορεί να προχωρήσει και να ρυθμιστεί μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για διμερή σύμβαση αναδιάρθρωσης μεταξύ οφειλέτη και Δημοσίου.
Οι οφειλές που υπάγονται στην παραπάνω ρύθμιση είναι οι βεβαιωμένες οφειλές συν τις προσαυξήσεις τους προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Αν υπάρχει προηγούμενη αίτηση υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη θα πρέπει να προηγηθεί παραίτηση για να προχωρήσει η ρύθμιση. Αν υπάρχει απορριπτική απόφαση του νόμου Κατσέλη προχωρά άμεσα η ρύθμιση κανονικά. Οι εταιρείες που έχουν λυθεί, ή είναι σε εκκαθάριση δεν μπορούν να κάνουν τη ρύθμιση αυτή. Οι οφειλές δεν απαιτείται να είναι ληξιπρόθεσμες. Για ενήμερες όμως οφειλές δηλαδή για οφειλές που βρίσκονται σε ρύθμιση πρέπει να αποδεικνύεται επιδείνωση οικονομικής κατάστασης σε ποσοστό 20%.
Ποιος θα αποφασίζει για τις προτεινόμενες ρυθμίσεις; Τι αποτελέσματα θα πρέπει να αναμένει ένας οφειλέτης. Οι ρυθμίσεις προκύπτουν από υπολογιστικό εργαλείο και αφορούν μόνο σε βιώσιμους ή φερέγγυους οφειλέτες. Δηλαδή ένας οφειλέτης με υψηλά χρέη στην εφορία από παλαιότερη επιχειρηματική απασχόληση με σημερινή εικόνα μηδενικού σχεδόν εισοδήματος και μηδενικής περιουσίας ή περιουσίας με πολύ χαμηλή αξία είναι δύσκολο να θεωρηθεί βιώσιμος. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει η δυνατότητα της υποβολής αίτησης πτώχευσης μικρού αντικειμένου σε διαφορετική πλατφόρμα, όπου προς το παρόν δεν αντλούνται τα στοιχεία των οφειλών αυτόματα, αλλά επισυνάπτονται από τον οφειλέτη. Το υπολογιστικό εργαλείο διαμορφώνει τα τελικά ποσά αποπληρωμής και τις δόσεις αποπληρωμής. Τα κριτήρια για τον υπολογισμό της ρύθμισης είναι η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη με όρους καθαρής παρούσας αξίας και η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας. Προσοχή δεν ρευστοποιείται στη διαδικασία αυτή η περιουσία. Δηλαδή δεν κινδυνεύει η περιουσία στη ρύθμιση αυτή. Αλλά υπάρχει η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών.
Αν ο οφειλέτης κριθεί ως βιώσιμος και μόνο τότε (προσοχή σε αυτό για να μην υπάρξουν απογοητεύσεις ως προς τα αποτελέσματα της ρύθμισης) το Δημόσιο ή /και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και, εφ όσον η αίτησή του είναι πλήρης, υποχρεωτικά υποβάλλουν μέσα σε 55 μέρες πρόταση αναδιάρθρωσης της οφειλής, την οποία πρέπει μέσα σε 5 μέρες να αποδεχτεί ο οφειλέτης μέσω της πλατφόρμας αν συμφωνεί ασφαλώς. Ο νόμος ορίζει ότι κατά περίπτωση μπορεί να προκύψει διαγραφή οφειλών που δεν μπορεί όμως να υπερβαίνει το 75% επί της βασικής οφειλής. Στις δόσεις υπολογίζεται και επιτόκιο euribor τριμήνου με προσαύξηση 5% που είναι σταθερό με κρίσιμο χρόνο την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και υπολογίζεται ετησίως.
Αν υπάρξει συμφωνία και πραγματοποιηθεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης τότε αναστέλλονται όλες οι πράξεις εκτέλεσης. Το Δημόσιο ή ο Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης έχει δικαίωμα να προχωρά σε συμψηφισμό απαίτησής του οφειλέτη εναντίον του έως του ύψους των οφειλών. Επίσης το Δημόσιο μπορεί να προβαίνει σε ελέγχους ακρίβειας των στοιχείων που δήλωσε ο οφειλέτης για διάστημα ενός έτους μετά τη λήξη της ρύθμισης, δηλαδή θεωρητικά μετά το τέλος των 240 δόσεων. Άρα σε όλο το διάστημα αυτό ο οφειλέτης πρέπει να είναι προσεκτικός. Αν βρεθούν αποκλίσεις τότε ο οφειλέτης εκπίπτει της ρύθμισης και αναβιώνουν οι αρχικές οφειλές μαζί με τόκους. Την ίδια έκπτωση από τη ρύθμιση μπορεί να έχει ο οφειλέτης εφόσον δεν καταβάλλει καθόλου, ή δεν καταβάλλει όλο το ποσό της δόσης που έχει οριστεί από τη σύμβαση για διάστημα 3 μηνών. Το ίδιο ισχύει αν παραλείψει ο οφειλέτης να υποβάλλει δηλώσεις φόρου εισοδήματος, ΦΠΑ, αναλυτική περιοδική δήλωση εντός διαστήματος 3 μηνών από την παρέλευση της ημερομηνίας υποβολής τους.