1 Ποιοι μπορούν να πτωχεύσουν;
Πτωχευτική ικανότητα έχουν τα φυσικά πρόσωπα, καθώς και τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό. Με ειδικό προεδρικό διάταγμα πτωχευτική ικανότητα μπορεί να αποδίδεται και σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που δεν επιδιώκουν οικονομικό σκοπό, αλλά ασκούν οικονομική δραστηριότητα. (άρθρο 76 παρ.1)

2 Ποιος οφειλέτης κηρύσσεται σε πτώχευση;
Σε πτώχευση κηρύσσεται ο οφειλέτης που βρίσκεται σε παύση πληρωμών, ήτοι αυτός που αδυνατεί να εκπληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Δεν αποτελούν εκπλήρωση των υποχρεώσεων οι πληρωμές που πραγματοποιούνται με δόλια ή καταστρεπτικά μέσα. (άρθρο 77 παρ.1)

3 Ποιο είναι το αρμόδιο δικαστήριο για την κήρυξη της πτώχευσης;
Με εξαίρεση τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου (στις οποίες εφαρμόζεται το Έκτο Μέρος του Δεύτερου Βιβλίουτου νόμου), αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του, ή, στην περίπτωση φυσικού προσώπου χωρίς εμπορική ιδιότητα, την κύρια κατοικία του, όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία φορολογική δήλωση του οφειλέτη πριν από την κατάθεση αίτησης πτώχευσης. (άρθρο 78 παρ.1)

4. Ποιες είναι οι μικρού αντικειμένου πτωχεύσεις ;
Μικρού αντικειμένου πτωχεύσεις ορίζονται αυτές στις οποίες ο οφειλέτης ικανοποιεί ένα από τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του άρθρου 2 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251). Στην περίπτωση των φυσικών προσώπων, το κριτήριο που αφορά το ενεργητικό εφαρμόζεται στην περιουσία του προσώπου. Ως προς την ακίνητη περιουσία του προσώπου η αξία αυτής προκύπτει κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 (βλ. σχετική ερώτηση 22). Οι διαδικαστικές και άλλες παρεκκλίσεις της πτώχευσης μικρού αντικειμένου αναφέρονται στο Έκτο Μέρος του Δεύτερου Βιβλίουτου νόμου, ενώ κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα. (άρθρο 78 παρ.2)

5 Πότε κλητεύεται ο οφειλέτης;
Στη συζήτηση της αίτησης κλητεύεται ο οφειλέτης δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ορισθείσα δικάσιμο, εφόσον αυτή υποβάλλεται από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην ερώτηση 145 ( παρ. 1 του άρθρου 79), άλλως η συζήτηση είναι απαράδεκτη. (άρθρο 78 παρ. 5)

6 Ποια στοιχεία κατατίθενται σε περίπτωση μη δημοσίευσης χρηματοοικονομικών καταστάσεων;
Σε περίπτωση αίτησης φυσικού ή νομικού προσώπου, το οποίο δεν δημοσιεύει χρηματοοικονομικές καταστάσεις, με την αίτηση κατατίθεται επί ποινή απαραδέκτου η τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματος, η δήλωση στοιχείων ακινήτων, κατάσταση των πιστωτών του και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα. (άρθρο 79 παρ.6)

7 Πότε είναι καταχρηστική η αίτηση πτώχευσης;
Επίσης, το πτωχευτικό δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση, εάν αποδειχθεί ότι αυτή ασκείται καταχρηστικά. Καταχρηστική είναι η αίτηση ιδίως, εάν ο πιστωτής την χρησιμοποιεί ως υποκατάστατο διαδικασίας ατομικής ικανοποίησης ή προς επιδίωξη σκοπών άσχετων με την πτώχευση, ως θεσμό συλλογικής εκτέλεσης, καθώς και εάν ο οφειλέτης την υποβάλλει προς το σκοπό δόλιας αποφυγής πληρωμής των χρεών του. (άρθρο 80 παρ.2)

8 Ποιο είναι το περιεχόμενο της απόφασης;
Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου (Έκτο Μέρος του Δεύτερου Βιβλίουτου νόμου), με την απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση το πτωχευτικό δικαστήριο διορίζει εισηγητή, δικαστή και σύνδικο της πτώχευσης και διατάσσει τη σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας. (άρθρο 81 παρ1.)

9 Ποια μέσα (ένδικα βοηθήματα) υπάρχουν για την απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση και ποια η διαδικασία για την άσκησή τους;
Η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση υπόκεινται σε ανακοπή. Η ανακοπή απευθύνεται κατά του συνδίκου και ασκείται ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση από τον οφειλέτη και οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης. (άρθρο 82)

10 Τι περιλαμβάνει η πτωχευτική περιουσία;
Περιλαμβάνονται και τα εισοδήματα του οφειλέτη μετά την κήρυξη της πτώχευσης; Η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται. Δεν ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία τα ακατάσχετα ή εξαιρούμενα με ειδικές διατάξεις νόμων, περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. Στην πτωχευτική περιουσία ανήκουν τα λογιστικά αρχεία και τα λογιστικά στοιχεία του οφειλέτη. Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει το μέρος του ετησίου εισοδήματός του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης. Τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη εξαιρούνται της πτωχευτικής περιουσίας ανεξαρτήτως ύψους, όταν, έπειτα από αίτησή του, το πτωχευτικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία του οφειλέτη ή/και άλλα πάγια περιουσιακά του στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το δέκα τοις εκατό (10%) των συνολικών του υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, εξαιρουμένων όσων έχουν αποκτηθεί στην διάρκεια των δώδεκα (12) μηνών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης. Σε περίπτωση όμως που τα ετήσια εισοδήματά του οφειλέτη υπερβαίνουν το πενταπλάσιο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, το υπερβάλλον ποσό ανήκει στην πτωχευτική περιουσία.(άρθρο 92 παρ.1, 2, 3 και 6)

11 Η απαλλαγή του αρχικού οφειλέτη απαλλάσσει και τους συνοφειλέτες/ εγγυητές;
Και μετά την πτώχευση οι συνοφειλέτες/ εγγυητές συνεχίζουν να ευθύνονται έναντι του πιστωτή, ανεξαρτήτως τυχόν απαλλαγής του αρχικού οφειλέτη. (άρθρο 102 παρ.2)

12 Ποιες πράξεις ανακαλούνται δυνητικά από το σύνδικο;
Οι αμφοτεροβαρείς πράξεις του οφειλέτη ή πληρωμή από αυτόν ληξιπρόθεσμων χρεών του που έγινε μετά την παύση των πληρωμών και πριν την κήρυξη της πτώχευσης, μπορεί να ανακληθεί. Για να λάβει χώρα η ανάκληση, θα πρέπει ο αντισυμβαλλόμενος κατά τη διενέργεια της πράξης να γνώριζε ή να μπορούσε να εκτιμήσει ότι η πράξη ήταν επιζήμια για την ομάδα των πιστωτών.(άρθρο 118 παρ. 1)

13 Ποιες πράξεις δεν θεωρούνται καταδολιευτικές και δεν ανακαλούνται;
Δεν αποτελούν καταδολιευτικές πράξεις και δεν ανακαλούνται: α) Συνηθισμένες πράξεις της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής ή άλλης οικονομικής δραστηριότητας του οφειλέτη που διενεργήθηκαν κάτω από κανονικές συνθήκες και μέσα στα όρια των συνήθων συναλλαγών του, συμπεριλαμβανομένων δεδουλευμένων αποδοχών εργαζομένων. β) Πράξεις του οφειλέτη που ρητά ο νόμος τις εξαιρεί από την εφαρμογή των ρυθμίσεων περί ανάκλησης, ακυρότητας ή ακυρωσίας πράξεων που έγιναν την τελευταία διετία πριν από την κήρυξη της πτώχευσης. γ) Παροχή του οφειλέτη, για την οποία ο αντισυμβαλλόμενος κατέβαλε άμεσα ισοδύναμη αντιπαροχή σε μετρητά. δ) Συναλλαγές που ήταν εύλογες και άμεσα αναγκαίες για τη διαπραγμάτευση συμφωνίας εξυγίανσης, στις οποίες περιλαμβάνονται: δα) η καταβολή αμοιβών και δαπανών για τη διαπραγμάτευση, έγκριση ή επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης· και δβ) η καταβολή αμοιβών και δαπανών για τη λήψη επαγγελματικής συμβουλής σε στενή σχέση με την συμφωνία εξυγίανσης. ε) Πράξεις που έλαβαν χώρα με τη συμφωνία ή σε εκτέλεση συμφωνίας εξωδικαστικού συμβιβασμού ή συμφωνίας εξυγίανσης σύμφωνα με τα Κεφάλαια Α’ και Β’ του Μέρους Β’ του Βιβλίου Πρώτου του νόμου. (άρθρο 120)

SOS 14 Ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενο της αίτησης πτώχευσης μικρού αντικειμένου;
Η αίτηση του οφειλέτη συνοδεύεται υποχρεωτικά, µε ποινή απαραδέκτου από τα ακόλουθα έγγραφα, τα οποία υποβάλλονται σε ηλεκτρονικό αντίγραφο, ήτοι: α. από τις οικονοµικές καταστάσεις του οφειλέτη, εφόσον υπάρχουν, για την τελευταία χρήση για την οποία είναι διαθέσιµες, β.σε περίπτωση αίτησης φυσικού ή νοµικού προσώπου που δεν δηµοσιεύει χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις, από την τελευταία δήλωση φόρου εισοδήµατος, δήλωση στοιχείων ακινήτων και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, κατάσταση οικονοµικών στοιχείων από επιχειρηµατική δραστηριότητα. Επίσης συνοδεύεται από κατάσταση του συνόλου των πιστωτών του και από βεβαίωση της αρµόδιας οικονοµικής υπηρεσίας για τα χρέη του οφειλέτη προς το Δηµόσιο, καθώς και από άλλα έγγραφα που υποστηρίζουν τα παρεχόµενα από τον οφειλέτη στοιχεία. Η αίτηση περιλαµβάνει συναίνεση πρόσβασης στα στοιχεία και στα συνοδευτικά έγγραφα που βρίσκονται σε βάσεις δεδοµένων του δηµόσιου τοµέα ή των χρηµατοπιστωτικώνιδρυµάτων.(άρθρο 174)

15 Προβλέπεται δικαίωμα άσκησης παρέμβασης από τους πιστωτές και ποιες είναι οι συνέπειες από την άσκηση αυτής;
Οι πιστωτές µπορούν να ασκήσουν ηλεκτρονικά στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας: α) είτε κύρια παρέµβαση με την οποία να ζητούν απόρριψη της αίτησης, β)είτε πρόσθετη παρέμβαση, με την οποία, παρότι είναι σύµφωνοι µε την αίτηση, να ζητούν τον διορισµό συνδίκου, οπότε σύνδικος διορίζεται ο υποδεικνυόµενος από τον πιστωτή ή, σε περίπτωση περισσότερων της µιας παρεµβάσεων του ιδίου περιεχοµένου, ο υποδεικνυόµενος από τον πιστωτή που έχει την υψηλότερη απαίτηση. Εφόσον υποβληθούν εµπρόθεσµα κύριες παρεµβάσεις, αντίγραφα των διαδικαστικών εγγράφων κατατίθενται σε έντυπη µορφή ή ηλεκτρονικά στο αρµόδιο Ειρηνοδικείο, µε µέριµνα του επιµελέστερου των διαδίκων και αντίγραφο της αίτησης πτώχευσης επιδίδεται εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών με φροντίδα του διαδίκου που επισπεύδει τη διαδικασία, στα λοιπά διάδικα μέρη.(άρθρο 177)

SOS 16 Πότε μπορεί ο πτωχός να ξεκινήσει να δραστηριοποιείται επαγγελματικά;
Για να μπορέσει ο πτωχός να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά, πρέπει να έχει απαλλαγεί από τις οφειλές του. Με το νέο νόμο προβλέπεται αυτοδίκαιη απαλλαγή του οφειλέτη με την πάροδο τριών ετών από την κήρυξη της πτώχευσης(με ειδική ρύθμιση για την περίπτωση δεύτερης απαλλαγής εντός πενταετίας, οπότε και η απαλλαγή επέρχεται στο τέλος της πενταετίας).Κατ’ εξαίρεση προβλέπεται ότι οφειλέτες των οποίων η πτώχευση προκάλεσε την απώλεια της κύριας κατοικίας τους ή πάγιου περιουσιακού τους στοιχείου ή στοιχείων που ως αξία ισούνται κατ’ ελάχιστον προς το 10% του συνολικού τους χρέους και το ποσό των 100.000 ευρώ (και δεν αποκτήθηκε τους 12 μήνες που προηγήθηκαν της αίτησης πτώχευσης) απαλλάσσονται την πρώτη επέτειο της κήρυξης πτώχευσης.(Άρθρο 192)
Σε κάθε περίπτωση, ο πτωχός μπορεί να ασκήσει το επάγγελμά του άμεσα μετά την κήρυξη της πτώχευσης, καθώς δεν ανακαλείται πλέον η επαγγελματική του άδεια ή η άδεια εργασίας του.

17 Για ποιους λόγους μπορεί να μην τύχει απαλλαγής ο οφειλέτης;
Ο οφειλέτης μπορεί να μην τύχει απαλλαγής, αν η αδυναμία εκπλήρωσης, την οποία διαπιστώνει η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση, οφείλεται σε δόλιες ενέργειες του οφειλέτη ή ότι ο οφειλέτης δεν επέδειξε καλή πίστη είτε κατά την κήρυξη της πτώχευσης είτε και κατά τη διάρκειά της, δεν έχει υπάρξει συνεργάσιμος με τα όργανα της πτώχευσης, έχει δολίως αποκρύψει εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, ή ότι είτε εκκρεμεί ποινική δίωξη κατά του οφειλέτη για κάποια από τις πράξεις του Ενάτου Μέρους του Δεύτερου Βιβλίου του Νόμου… (άρθρα 197επ), όπως χρεοκοπία ή για κάποια από τις κακουργηματικές πράξεις της κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης καταδολίευσης δανειστών, δόλιας χρεοκοπίας, υπεξαίρεσης ή πλαστογραφίας του Ποινικού Κώδικα ή φοροδιαφυγής που αποτελεί ειδικό ποινικό αδίκημα ή ότι έχει καταδικαστεί για κάποια από αυτές τις πράξεις.

18 Υπάρχει δυνατότητα ανατροπής της απαλλαγής;
Σε περίπτωση που, μετά την απαλλαγή οφειλέτη, αποδειχθεί ότι παρέλειψε δολίως ή από βαριά αμέλεια την αποκάλυψη της οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης κατά την διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας ή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το σχέδιο πληρωμών, το πτωχευτικό δικαστήριο εντός τριετίας από την επέλευση της απαλλαγής, μπορεί μετά από αίτημα πιστωτή να ανακαλέσει την απαλλαγή εν όλω ή εν μέρει ή να θέσει προϋποθέσεις της απαλλαγής, όπως την εξόφληση των οφειλομένων από το σχέδιο πληρωμών. (Άρθρο 194)

19 Σε τι χρησιμεύει η εισαγωγή του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας;
Η εισαγωγή του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας εξυπηρετεί και την συλλογή και επεξεργασία στοιχείων που αφορούν διαδικασίες του νέου νόμου. Όπως υπογραμμίζεται στην Οδηγία για την αναδιάρθρωση και την αφερεγγυότητα, «είναι σημαντικό να συλλέγονται αξιόπιστα και συγκρίσιμα δεδομένα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών αναδιάρθρωσης, αφερεγγυότητας και απαλλαγής από τα χρέη, προκειμένου να είναι δυνατή η παρακολούθηση της εκτέλεσης και εφαρμογής της σχετικής οδηγίας. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συλλέγουν και να συγκεντρώνουν δεδομένα επαρκώς αναλυτικά, ώστε να επιτρέπουν την αξιόπιστη αξιολόγηση του τρόπου πρακτικής λειτουργίας της οδηγίας και θα πρέπει να κοινοποιούν τα δεδομένα αυτά στην Επιτροπή». Επιπλέον, η συγκέντρωση και επεξεργασία των στοιχείων αυτών επιτρέπει την αξιολόγηση της λειτουργίας των διαδικασιών του νέου νόμου, τον εντοπισμό προβλημάτων ή σφαλμάτων και την διαμόρφωση προτάσεων προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για την αντιμετώπισή τους. (Άρθρο 215, Άρθρο 29 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1023

Scroll to Top