Απόφαση Ειρηνοδικείου Αθηνών για μηδενική καταβολή οφειλών – διαγραφή χρέους

Με την απόφαση αυτή ορίζονται μηδενικές καταβολές σε άνεργο λόγω παντελούς του αδυναμίας να αποπληρώσει έστω και ελάχιστο μέρος της οφειλής του. Η δικαστής βεβαια ορίζει ότι θα επαναληφθεί η δίκη έτσι ώστε να διαπιστωθεί αν έχουν μεταβληθεί τα οικονομικά του δεδομένα .

Αριθμός 19/Φ39 /2011

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών ,με την παρουσία της Γραμματέως Δέσποινας Μαυρίδου .

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 17-05-2011, για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση :

Του αιτούντος : κάτοικος Αθηνών,

που παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου του .

Ο αιτών με την από 27-01-2011 αίτηση του, εκούσιας δικαιοδοσίας , που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 39/1-2-2011, ζήτησε , όσα αναφέρονται σε αυτή .

Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης η αναφερόμενη στην αίτηση πιστώτρια του αιτούντος Τραπεζική Εταιρεία με την επωνυμία « » , δήλωσε ότι παρίσταται δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της . Το Δικαστήριο μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά εγγραφής της σ’ αυτό.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙA

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η ανωτέρω αναφερόμενη πιστώτρια, προς την οποία η κρινόμενη αίτηση κοινοποιήθηκε κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 5 του ν.3869/2010,καθίσταται υποκείμενο της παρούσης δίκης, κατ’ άρθρ. 748 παρ. 2 ΚΠολΔ, ανεξαρτήτως της συμμετοχής της σ’ αυτήν ( Π. Αρβανιτάκης Η Εκούσια Δικαιοδοσία ως διαδικαστικό πλαίσιο του Ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων ) . Η κλήτευση αυτή τεκμαίρεται εάν οι αναφερόμενοι πιστωτές ενταχθούν και συμμετάσχουν στην υπό του νόμου διαγραφόμενη διαδικασία και παραστούν κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία . Στην προκειμένη περίπτωση η ανωτέρω αναγραφόμενη πιστώτρια καθίσταται υποκείμενο της παρούσας δίκης κέκτηται δε τα υπό του νόμου οριζόμενα δικαιώματα ενώ υπόκειται στις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις.

Ο αιτών , επικαλούμενος με την αίτηση του ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, ζητεί τη διευθέτηση τους από το παρόν δικαστήριο κατά το προτεινόμενο από αυτόν σχέδιο , ώστε να επέλθει η μερική απαλλαγή του από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών του έναντι των πιστωτών του που περιλαμβάνονται στην υποβληθείσα από αυτόν κατάσταση.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινομένη αίτηση, εισάγεται παραδεκτός και αρμοδίως ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, της περιφέρειας της κατοικίας του αιτούντος κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ( άρθρ. 3 ν. 3869/2010 ). Πα το παραδεκτό της έχει προσκομισθεί νομίμως η βεβαίωση η προβλεπόμενη από το άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3869/2010 περί αποτυχίας της απόπειρας εξωδίκου συμβιβασμού ( βλ. την από 19-01-2011 βεβαίωση του Συνηγόρου του Καταναλωτή ) καθώς και υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων του ιδίου και της συζύγου του , της πιστώτριας – καθής τράπεζας και των απαιτήσεων της κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα καθώς και της μη υπάρξεως μεταβιβάσεων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του κατά την τελευταία τριετία . Περαιτέρω, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση του αιτούντος , ούτε έχει εκδοθεί προγενεστέρως απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών του με απαλλαγή του από υπόλοιπα χρεών ( άρθρ. 13 παρ. 2 ν. 3869/2010 ). Η αίτηση , στην οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010, είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1,41 8,9 και 11 του ιδίου νόμου . Εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμό μεταξύ του αιτούντος και των πιστωτών του, πρέπει η υπό κρίσιν αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της .

Η καθής – πιστώτρια τράπεζα με την επωνυμία « », με προφορική δήλωση της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά αλλά και με τις προτάσεις της, πρότεινε την ένσταση ελλείψεως προδικασίας λόγω απαραδέκτου μεταβολής του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του αιτούντος κατά το στάδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού με το σχέδιο διευθέτησης οφειλών που περιλαμβάνεται στην κρινομένη αίτηση . Η ένσταση αυτή τυγχάνει νόμιμη, ερειδομένη στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 , 4, 8 ν. 3860/2010 , και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα .

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 ν. 3869/2010 « Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει , χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους ( εφεξής οφειλέτες ) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και απαλλαγή ». Προϋπόθεση για την ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου υποβολή αίτησης του οφειλέτη για (Ρύθμιση οφειλών και απαλλαγή αποτελεί, η εκ μέρους του καταβολή προσπάθειας επίτευξης εξωδικαστικού συμβιβασμού με τους πιστωτές του και η αποτυχία αυτής, κατά το τελευταίο πριν την υποβολή της αίτησης εξάμηνο ( αρθρ. 2 παρ. 1ν. 3869/2010 ) . Σε περιπτώσεις που εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη ή άλλων λόγων ιδίας τουλάχιστον βαρύτητας, προσδιορίζονται με την απόφαση μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές , το δικαστήριο μπορεί με την ίδια απόφαση να ορίσει , όχι νωρίτερα από πέντε μήνες, νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών ( άρθρ. 8 παρ. 5 ν.3860/2010 ) .Εξυπακούεται βέβαια , ότι και ο ίδιος ο οφειλέτης έχει ζητήσει με την αίτηση του και με το σχέδιο διευθέτησης οφειλών που έχει καταθέσει, τις μικρές ή μηδενικές καταβολές . Είναι αδιάφορο δε, αν στην προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού είχε κάνει κάποια πρόταση με μεγαλύτερου ύψους καταβολές . Είναι αδιάφορο δε, αν στην προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού είχε κάνει κάποια πρόταση με μεγαλύτερου ύψους καταβολές. Μόνο εάν κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας της αίτησης του άρθρου 4Ν 3869/2010 προκύψει κάποια από τις περιπτώσεις της παρ. 5, θα μπορεί το δικαστήριο να προβεί σε κρίση για μικρές ή μηδενικές καταβολές, ερχόμενο σε διάσταση με το σχέδιο διευθέτησης, θα πρέπει όμως και ο οφειλέτης να έχει ενημερώσει σχετικά το φάκελο του μόλις προκύψει το πρόβλημα ώστε μέχρι τη συζήτηση να έχουν λάβει θέση και οι πιστωτές ( Μακρής κατ. Άρθρο ερμηνεία ν. 3869/2010 σελ. 160 ). Όπως προκύπτει από τις με αριθμό πρωτ. 2596Α/ 02-09-2010 και 2042/23-09-2010 αιτήσεις του αιτούντος , ο τελευταίος είχε ενημερώσει εγκαίρως την καθής για την αιφνίδια αλλαγή της οικονομικής του κατάστασης. Ως εκ τούτου η σχετική ένσταση της καθής τυγχάνει απορριπτέα ως ουσία αβάσιμος .

Επειδή από την ανωμοτί εξέταση του αιτούντος, που δόθηκε ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου τούτου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, καθώς και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Ο αιτών , κάτοικος Αθηνών, είναι έγγαμος με την και δεν έχουν αποκτήσει τέκνα. Ο αιτών εργαζόταν ως ιδιωτικός υπάλληλος ( security ) στην εταιρεία με μηνιαίο εισόδημα 679,46 € απ’ όπου και απελύθη την 22-09-2010 και έκτοτε είναι άνεργος , ενώ έχει ήδη εγγραφεί στον ΟΑΕΔ, απ’ όπου και εισπράττει το ποσόν των 499,75 ευρώ μηνιαίως ως επίδομα ανεργίας ( σχετ. 3 ).

Η σύζυγος του δεν εργάζεται , λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπισε κατά τα έτη 2004 και 2009 οπότε και υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση στο νεφρό , η οποία έγινε στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών ( βλ. σχετ. έγγραφα ) ενώ είναι απαραίτητη η διενέργεια ιατρικών εξετάσεων κατά τακτά χρονικά διαστήματα , προκειμένου να ελέγχεται η κατάσταση της υγείας της . Σύμφωνα με την κατάθεση του αιτούντα, κατά το έτος 2004 οπότε έλαβε χώρα η πρώτη επέμβαση στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, ο ίδιος εργαζόταν ως οδηγός ταξί και απεκόμιζε καθαρά το ποσό των 1000 ευρώ μηνιαίως , με αποτέλεσμα να μπορεί να ανταπεξέρχεται στα αυξημένα έξοδα του ιδίου και της συζύγου του .

Μοναδική πιστώτρια του αιτούντος είναι η καθής τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία « » στην οποία οφείλει :

Από ανοικτό καταναλωτικό δάνειο , το συνολικό ποσό των 2.914,46 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων.

Από πιστωτική κάρτα MASTER CARD , το συνολικό ποσό των 1.218,64 ευρώ , συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων.

Από πιστωτική κάρτα VISA , το συνολικό ποσό των 10.639,98 ευρώ , συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων.

Από πιστωτική κάρτα το συνολικό ποσό των 1.505,31 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων

Από υπερανάληψη λογαριασμού μισθοδοσίας το συνολικό ποσό των 1.990,23 ευρώ.

Η συνολική οφειλή του αιτούντος προς την καθής ανέρχεται στο ποσό των 18.268,62, ενώ όλα τα ως άνω ποσά έχουν ήδη καταστεί ληξιπρόθεσμα . Με την από 2-09-2010 αίτηση εξωδικαστικού συμβιβασμού ο αιτών πρότεινε να καταβάλει στην καθής το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως, το οποίο εξασφάλιζε από την εργασία του . Πλην όμως, η περιουσιακή του κατάσταση άλλαξε αιφνιδίως με την απόλυση του στις 22 Σεπτέμβριο του ιδίου έτους , γεγονός το οποίο και γνωστοποίησε εγκαίρως στην καθής και ήδη βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να καλύψει τις οφειλές του προς την τελευταία, που ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 18.268,62 ευρώ , ενώ το ποσό που είναι αναγκαίο να δαπανάται μηνιαίως για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ιδίου και της συζύγου του, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ανέρχεται σε 480 ευρώ .Ειδικότερα, το μοναδικό εισόδημα του αιτούντος και της συζύγου του είναι το επίδομα ανεργίας , που εισπράττει αυτός από τον ΟΑΕΔ ,ύψους 499,75 ευρώ, το οποίο λήγει στις 22-10-2011, ενώ στερούνται άλλης οιασδήποτε κινητής ή ακινήτου περιουσίας , όπως προκύπτει από τις σχετικές δηλώσεις ( βλ. σχετ. Ε1, Ε9 ). Ο αιτών μετά της συζύγου του διέμεναν αρχικά σε διαμέρισμα του πρώτου ορόφου κατοικίας, επί της οδού αρ. 19, το οποίο ανήκει κατά πλήρη κυριότητα στην μητέρα της συζύγου του , η οποία και τους το είχε παραχωρήσει δωρεάν , όπως προκύπτει από την από 01-02-2001 υπεύθυνη δήλωση της τελευταίας ( βλ. σχετ. έγγρ. ) ενώ ήδη από τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους , φιλοξενείται πλέον από την ανωτέρω σε διαμέρισμα του ιδίου κτιρίου , όπου διαμένει η ίδια (βλ. την από 12-5-2011 υπεύθυνη δήλωση), αφού δεν έχει την δυνατότητα να ανταπεξέλθει ούτε στα στοιχειώδη έξοδα διαβίωσης του ιδίου και της συζύγου του .

Ο μοναδικός πιστωτής του αιτούντος είναι η καθής Τραπεζική Εταιρεία με την επωνυμία « », στην οποία οφείλει τα εξής ποσά :

Δυνάμει του με αριθμό 0026.0046.37.0300004434 ανοικτού καταναλωτικού δανείου , οφείλει συνολικά το ποσόν των 2.914,46 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων.

2) Από την με αριθμό 5458650731262505 πιστωτική κάρτα MASTER

CARD , οφείλει το συνολικό ποσό των 1.218,64 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων).

3) Από την με αριθμό 4792 7500 9985 1192 πιστωτική κάρτα VISA , οφείλει το συνολικό ποσόν των 10.639,98 ευρώ συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων .

4) Από την με αριθμό 6019 7608 2043 1570 πιστωτική κάρτα οφείλει το συνολικό ποσό των 1.505,31 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων.

5) Για υπερανάληψη του με αριθμό 0026.0011.99.0200560380 λογαριασμού μισθοδοσίας , οφείλει το συνολικό ποσό των 1.990,23 ευρώ , συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων . Η συνολική οφειλή του αιτούντος προς την καθής ανέρχεται στο ποσό των 18.268,62 ευρώ, ενώ τα ως άνω ποσά έχουν ήδη καταστεί ληξιπρόθεσμα , όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες εξώδικες καταγγελίες της καθής πιστώτριας τράπεζας ( βλ. σχετ. υπ’ αριθμό 23, 24, 25, 26, 27και 28 επιστολές της καθής ).

Επειδή από τα ανωτέρω στοιχεία απεδείχθη ότι ο αιτών έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε πραγματική αδυναμία καταβολής και ελαχίστων ακόμη χρηματικών ποσών, δεδομένου ότι απώλεσε αιφνιδίως την εργασία του, από την οποία είχε τη δυνατότητα καταβολής χρηματικού ποσού, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται αφού στον εξώδικο συμβιβασμό ,ο ίδιος είχε προτείνει να καταβάλει μηνιαίως το ποσό των 100 ευρώ στην καθής, ενώ ήδη μετά την αιφνίδια αλλαγή που επήλθε στα επαγγελματικά του, καταβάλλει κάθε προσπάθεια ανευρέσεως οιασδήποτε εργασίας και έχει ήδη εγγραφεί στον ΟΑΕΔ (βλ. σχετ. έγγραφο ) , προκειμένου να μπορέσει να ζητήσει εκ νέου ρύθμιση των οφειλών του .

Αφού ληφθούν υπόψιν όλα τα παραπάνω στοιχεία , το Δικαστήριο κρίνει ότι ο αιτών βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία καταβολής και ελαχίστου ακόμη χρηματικού ποσού και για το λόγο αυτό αναβάλλει την έκδοση αποφάσεως και ορίζει νέα δικάσιμο, όχι νωρίτερα από πέντε μήνες , για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών του , θεωρώντας ότι εντός του χρονικού διαστήματος μέχρι την νέα δικάσιμο, θα έχει βελτιωθεί σημαντικά η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη , ώστε να μπορεί να επανέλθει ζητώντας επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών των ληξιπροθέσμων οφειλών του , σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 5 ν. 3869/2010 .

Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010 .

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων . ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση αποφάσεως

ΟΡΙΖΕΙ νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών του αιτούντος την 17η Ιανουαρίου 2012.

ΚΡΙΘΗΚΕ , αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και σε δημόσια έκτακτη συνεδρίαση

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΟΜΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ ΟΨΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ

ΑΠΟΡΡΙΠΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΛΟΓΩ ΥΠΑΡΞΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ

Με την αποφαση αυτή απορρίπτεται αίτηση οφειλέτη ο οποίος πρέπει να σημειωθεί ότι παραστάθηκε μονος του στο δικαστηριο χωρίς δηλαδή βοηθεια δικηγόρο. Η δικαστης δεν πείστηκε σχετικά με την έλλειψη εμπορικης ιδιοτητας του αιτουντος και απέρριψε την αίτηση .

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 38/Φ60/2011

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη , την οποία όρισε η πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου. Αθηνών με την παρουσία της γραμματέως Κων/νας Βασιλείου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 26-05-2011 προκειμένου να δικάσει την με αριθμό καταθ. 60/2011 αίτηση.

ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: , κάτοικος Αθηνών ( Νεάπολη) , οδός αρθμ. 41-43, που παραστάθηκε αυτοπρόσωπα .

Των μετεχόντων στη δίκη πιστωτών , οι οποίοι κατέστησαν διάδικοι και παραστάθηκαν ως ακολούθως 1. , που εδρεύει στην Αθήνα, , νόμιμα εκπροσωπούμενη, που παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου της δικηγόρου, 2. , που εδρεύει στην Αθήνα, οδός , νόμιμα εκπροσωπούμενη, που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου , 3. « που εδρεύει στην Αθήνα, οδός

νόμιμα εκπροσωπούμενη, που παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου της δικηγόρου

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και μετά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, ο αιτών και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των καθών ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

μελετησε τη δικογραφια

Σκέφθηκε κατα το νομο

Το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3869/2010 ορίζει ότι φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπροθέσμων χρηματικών οφειλών δικαιούνται να υποβάλλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση του άρθρου 4 του προαναφερόμενου νόμου για τη ρύθμιση των οφειλών του .Η εμπορική ιδιότητα είτε υφιστάμενη είτε αναγόμενη στο παρελθόν κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του νόμου. Η απόδειξη των σχετικών ισχυρισμών θα έχει σαν συνέπεια την απόρριψη της αίτησης , κατ’ ουσία λόγω μη συνδρομής ουσιαστικής προϋπόθεσης (βλ. «Η απόφαση διευθέτησης οφειλών του ν. 3869/2010, Ευδ. Κιουπτσίδου , σεμινάριο Εθνικής σχολής δικαστών ). Κατά τις διατάξεις του άρθρου 2παρ. 3 Ν. 3588/2007 “Πτωχευτικός Κώδικας”, πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό. Η παύση της εμπορίας ή της οικονομικής δραστηριότητας ή ο θάνατος δεν κωλύουν την πτώχευση, εφόσον επήλθαν σε χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε παύσει τις πληρωμές του. Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι προϋπόθεση για την πτώχευση εμπόρου που έπαυσε την εμπορία του είναι η παύση της εμπορίας να έγινε μέσα στο χρόνο της παύσεως των πληρωμών του και ο τελευταίος να ανάγεται στο χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε την εμπορική ιδιότητα. Η μη πληρωμή χρεών που ήταν προγενέστερα της παύσης της εμπορίας δεν αρκεί για να κηρυχθεί σε πτώχευση, εάν δεν υπάρχει και παύση των πληρωμών κατά το χρόνο παύσης της εμπορίας . (βλ Κοτσίρη Πτωχευτικό δίκαιο 7η έκδοση σελ. 99 επ., Αθ. Κρητικός « Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», εκδ. 2010, άρθρο 1 σελ. 38).Περαιτέρω, ο Εμπορικός νόμος δεν διακρίνει μεταξύ εμπόρων , οι οποίοι ασκούν την εμπορία σε αξιόλογη έκταση και των προσώπων εκείνων των οποίων το εμπόριο διεξάγεται σε μικρή κλίμακα έμπορος καθίσταται και ο ασκών εμπορικής δραστηριότητα σε μικρή έκταση , όπως συμβαίνει με τον καταστηματάρχη μικρού καταστήματος που εργάζεται μόνος του αρκεί να υπάρχει διαμεσολάβηση στην κυκλοφορία των οικονομικών αγαθών και ελπίδα κέρδους (Εφ. Αθ. 5739/2002 Επισκ.Εμπρ.Δ2003.190, Κ.Ρόκα « Εμπορικό Δίκαιο» Γενικό Μέρος εκδ. 1972 σε. 35, 36 , 200/2010 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ).

Ο αιτών, επικαλούμενος με την αίτηση του ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση , ζητεί να ορίσει το δικαστήριο μηδενικές δόσεις και να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση . Η πρώτη των καθών ισχυρίζεται ότι η επίδοση της αίτησης δεν έγινε από δικαστικό επιμελητή σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 122 επ’ του Κ.ΠΟΛΔ και συνεπώς δεν παράγει έννομες συνέπειες όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 5 του Ν. 3869/2010. Η παράβαση των άρθρων 122επ. του Κ.ΠΟΛΔ για τη επίδοση επάγεται την ακυρότητα κατ’ άρθρο 159 παρ. 3 του Κ.ΠΟΛ.Δ ,που εφαρμόζεται και στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, την οποία πάντοτε απαγγέλει το δικαστήριο, στην περίπτωση κατά την οποία αυτό, κρίνει, ότι η. παράβαση προκάλεσε βλάβη, στον προτείνοντα διάδικο, που δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά παρά με την κήρυξη της ακυρότητας. Θεωρείται πάντως, ότι δεν υπάρχει δικονομική βλάβη στην περίπτωση, κατά την οποία παραβιάστηκαν διατάξεις, που ρυθμίζουν τη διαδικασία, όταν από την σημειωθείσα παράβαση δεν επηρεάζεται, ούτε ήταν δυνατό να επηρεαστεί η δυνατότητα και η προϋπόθεση της άμυνας τού διαδίκου. Δεν υπάρχει επίσης δικονομική βλάβη από τη μη επίδοση; ή μη προσήκουσα επίδοση τού δικογράφου στο διάδικο, όταν αυτός παρέστη στη συζήτηση.( ΑΠ 129/2007 ΔημΝΟΜΟΣ, «Η απόφαση διευθέτησης οφειλών» Ευδοξ. Κιουπτσίδου, II, Α, Σεμινάριο Σχολής Δικαστών). Στην προκειμένη περίπτωση ,η πρώτη των καθών παρέστη κανονικά στο ακροατήριο δια του νομίμου εκπροσώπου της, υπέβαλε τις προτάσεις και παρατηρήσεις της , λαμβάνοντας θέση επί του προταθέντος από τον οφειλέτη σχεδίου ( μηδενικές καταβολές) μέσα στην προθεσμία του άρθρου 5 του παραπάνω νόμου . Επομένως η καθής δεν υφίσταται δικονομική βλάβη εφόσον από την σημειωθείσα παράβαση δεν επηρεάστηκε η δυνατότητα της άμυνας της .Συνεπώς ο παραπάνω ισχυρισμός κρίνεται απορριπτέος. Παραπέρα οι καθών ισχυρίζονται ότι έχει παραλειφθεί η απαιτούμενη από το νόμο πρόσκληση για έγγραφες παρατηρήσεις κατ’ άρθρο 5 παρ. 1 του ν.3 869/2010 .Ο σκοπός της διάταξης του νόμου και το πραγματικό νόημα της είναι η υποβολή έγγραφων παρατηρήσεων από τους καθών ή η συμφωνία με το σχέδιο. Στην προκειμένη περίπτωση, οι πιστώτριες τράπεζες εντός της νόμιμης προθεσμίας έλαβαν γνώση όλων των εγγράφων του φακέλου και υπέβαλαν τις έγγραφες παρατηρήσεις τους στις οποίες εκφράζουν τις απόψεις τους για το σχέδιο διευθέτησης του αιτούντα και αντιπρότειναν το δικό τους. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται απορριπτέος διότι, πέραν του ότι ο σκοπός του νόμου επιτεύχθηκε ,οι καθών δεν επικαλούνται δικονομική βλάβη , σύμφωνα με το άρθρο 159 παρ. 3 του Κ.ΠΟΛ.Δ, για τη κήρυξη του απαραδέκτου λόγω της ελαττωματικής, κατά τους ισχυρισμούς τους, επιτευκτικής διαδικαστικής πράξης (Κ. Μπέης, Πολιτική Δικονομία , Εκούσια Δικαιοδοσία, εκδ. 1991 σελ. 160 ). Για το παραδεκτό της συζήτησης έχει τηρηθεί περαιτέρω, η προδικασία που ορίζει το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 3869/2010 και συγκεκριμένα, προσκομίζεται α) η βεβαίωση με αριθμό πρωτ.785311-2011 αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού του οφειλέτη με τους πιστωτές του που υπογράφεται από την αρμόδια φορέα του συνηγόρου του πολίτη Αικατερίνη Γιαννίκου (βλ. αρθ. 2 ν.3869/2010) και β) η υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων που προβλέπονται στις περιπτώσεως α’ και β’ της παραγρ. 1 του άρθρου 4 ν.3 869/2010 . Εξάλλου από τη ν αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση του αιτούντος ούτε έχει εκδοθεί προγενέστερη απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών του με απαλλαγή από υπόλοιπα χρέη ( άρθρο 13 παρ. 2 του ν.3 869/2010.). Η κρινομένη αίτηση, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου ( άρθρο 3 του ν. 3869/2010 ) σύμφωνα με την. ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδ. . με το άρθρο 3 του ν. 3869/2010 και είναι ορισμένη απορριπτόμενου των ισχυρισμών των πιστωτών περί αοριστίας του δικογράφου αφού η αναφερόμενη στην αίτηση « έλλειψη δυνατότητας του αιτούντος να πληρώνει τα χρέη του» ισοδυναμεί με μηδενικές καταβολές, που αποτελεί μια εξαιρετική περίπτωση σχεδίου διευθέτησης των οφειλών («Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων», Αθ. Κρητικός, εκδ. 2010 σελ.71, άρθρο 4 σε συνδ. με το άρθρο 8 παρ. 5 του 3869/2010.) Περαιτέρω είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1,8, 9 και 11 του Ν.3 869/2010. Εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ του αιτούντος και των καθών πρέπει η αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

Από την ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος ( οι καθών δεν εξέτασαν μάρτυρα), τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα , τα διδάγματα της κοινής πείρας και την όλη διαδικασία αποδεικνύονται τα παρακάτω: Ο αιτών ισχυρίζεται ότι διατηρούσε κατάστημα ψιλικών μέχρι’ τον Απρίλιο, του 2009 και ότι οι οφειλές του προς τις τράπεζες σχετίζονται με την λειτουργία αυτού του καταστήματος ,Ο αιτών, έχει υπερβεί το 64° έτος της ηλικίας του (04-04-1947) και όπως εκθέτει και ο ίδιος αναμένει το 65° έτος, προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί.

Κατ’ αρχήν, η πρόσκαιρη αδυναμία δεν παρέχει στον οφειλέτη δικαίωμα ρύθμισης και αν αποδειχθεί τέτοιος χαρακτήρας της , η αίτηση απορρίπτεται διότι σε μόνιμη αδυναμία βρίσκεται ο οφειλέτης ο οποίος δεν αναμένει με τη συνήθη πορεία των πραγμάτων έσοδα από οποιαδήποτε πηγή (Η απόφαση διευθέτησης οφειλών» Ευδοξ. Κιουπτσίδου, Π,Α, Σεμινάριο Σχολής Δικαστών). Ακολούθως, ο αιτών, όπως προαναφέρθηκε, διατηρούσε κατάστημα ψιλικών δηλ. προέβαινε σε αγορά κινητών πραγμάτων από συμβατική αιτία με κύρια πρόθεση μεταπώλησης και με σκοπό το κέρδος .Όπως αναφέρθηκε στη νομική σκέψη, έμπορος καθίσταται και ο ασκών εμπορική δραστηριότητα σε μικρή έκταση , όπως συμβαίνει με τον καταστηματάρχη μικρού καταστήματος που εργάζεται μόνος του αρκεί να υπάρχει διαμεσολάβηση στην κυκλοφορία των οικονομικών αγαθών και ελπίδα κέρδους (Εφ. Αθ. 5739/2002 Επισκ.Εμπρ.Δ2003.190, Κ. Ρόκα « Εμπορικό Δίκαιο» Γενικό Μέρος εκδ. 1972 σε. 35, 36 , αριθμό 200/2010 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ΣΤ τμήμα ).Στην ανωμοτί κατάθεση του, ο αιτών κατέθεσε ότι έκανε διακοπή των εργασιών από το 2009 αλλά στην συνέχεια επισημαίνει ότι δε δικαιούται επίδομα ανεργίας σαν ελεύθερος επαγγελματίας. Τα παραπάνω αναφερθέντα από τον αιτούντα-οφειλέτη κρίνονται αντιφατικά δεδομένου ότι, ενώ καταθέτει ότι έχει προβεί σε διακοπή των εργασιών ταυτόχρονα επισημαίνει στην υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν. 1599/1986 ότι δε δικαιούται επίδομα ανεργίας λόγο του ότι είναι «ελεύθερος επαγγελματίας» ( προφανώς εννοεί την ύπαρξη του καταστήματος του).0 αιτών δεν προσκομίζει τη σχετική βεβαίωση της εφορίας ότι έχει προβεί σε διακοπή των εργασιών της ατομικής του επιχείρησης ή αντίγραφο του κατατεθειμένου Μ4 στη ΔΟΥ ,έτσι ώστε το δικαστήριο να μπορεί να διαπιστώσει ενόψει της αντιφατικότητας των ισχυρισμών, του τόσο τη διακοπή των εργασιών ,γεγονός άλλωστε που σε κάθε περίπτωση θα του έδινε και τη δυνατότητα καταβολής σ’ αυτόν επιδόματος ανεργίας όσο και τον χρόνο αυτής της διακοπής. Εξάλλου , από το χρόνο διακοπής των εργασιών που θα βεβαιώνονταν από την ΔΟΥ και σε συνάρτηση με τη κίνηση των λογαριασμών των πιστωτριών τραπεζών, θα μπορούσε να ελεγχθεί από το δικαστήριο αν και μετά την παύση της εμπορίας του εξακολουθούσε ο οφειλέτης να καταβάλλει τις οφειλές του γεγονός που θα συντελούσε στην ύπαρξη ή μη της πτωχευτικής του ικανότητας και ακολούθως στην υπαγωγή του στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του ν. 3869/2010 (βλ Κοτσίρη Πτωχευτικό δίκαιο 7η έκδοση σελ. 99 επ., Αθ. Κρητικός « Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», εκδ. 2010, άρθρο 1 σελ. 38). “Ενόψει – επομένως , των προαναφερομένων , το δικαστήριο κρίνει ότι η αίτηση πρέπει .να απορριφθεί σαν ουσία αβάσιμη .Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν.3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την αίτηση.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και σε δημόσια συνεδρίαση στις 16/08/2011.

η ειρηνοδκης       η γραμματεας

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top