Μπορούν οι Πιστωτές μου να Αντιδράσουν αν Κάνω Αίτηση Πτώχευσης; (Ν.4738/2020)

Μπορούν οι Πιστωτές μου να Αντιδράσουν αν Κάνω Αίτηση Πτώχευσης;

Πολλές είναι οι περιπτώσεις που οι οφειλέτες αδυνατώντας να αποπληρώσουν ή να ρυθμίσουν τις οφειλές τους αποφασίζουν να προχωρήσουν σε αίτηση πτώχευσης μικρού αντικειμένου. Η πτώχευση μικρού αντικειμένου προσφέρει στους οφειλέτες μία δεύτερη ευκαιρία στην οικονομική τους ζωή, καθώς σε διάστημα τριών ετών από την κήρυξη της πτώχευσης, ή ενός έτους υπό προϋποθέσεις, οδηγούνται σε πλήρη απαλλαγή από τις οφειλές τους.

Δεδομένου ότι η πτώχευση μικρού αντικειμένου έχει ως συνέπεια την απαλλαγή του πτωχού από τις οφειλές του, οι πιστωτές του δεν θα μπορέσουν να ικανοποιηθούν παρά μόνο σε κάποιο βαθμό και αυτό εφόσον ο πτωχός έχει ρευστοποιήσιμη περιουσία.

Το ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι τι μπορούν να κάνουν οι πιστωτές για να αποτρέψουν την πτώχευση του οφειλέτη;

Ο πτωχευτικός νόμος περιλαμβάνει και ρυθμίσεις για την προστασία των πιστωτών, δίνοντάς τους την δυνατότητα να αντιδράσουν. Οι πιστωτές μπορούν ζητήσουν από το δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση πτώχευσης ή να μην δεχτεί την απαλλαγή, ασκώντας παρέμβαση στην αίτηση πτώχευσης ή προσφυγή κατά της απαλλαγής αντίστοιχα.

Παρέμβαση

Παρέμβαση μπορεί να ασκήσει ο πιστωτής εντός 30 ημερών από την δημοσίευση της αίτησης πτώχευσης στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Στην παρέμβαση θα πρέπει να αναπτύσσει τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι το δικαστήριο θα έπρεπε να απορρίψει την αίτηση πτώχευσης του οφειλέτη. Η παρέμβαση υποβάλλεται ηλεκτρονικά στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας και κατατίθεται ηλεκτρονικά ή σε έντυπη μορφή και στο πτωχευτικό δικαστήριο. Ο πιστωτής πρέπει εντός προθεσμίας 10 εργάσιμων ημερών να επιδώσει αντίγραφο της παρέμβασής του στον οφειλέτη προκειμένου να ενημερωθεί και αυτός για την άσκηση παρέμβασης.

Προσφυγή κατά της απαλλαγής

Σε περίπτωση που ο πιστωτής δεν ασκήσει παρέμβαση ή αν απορριφθεί η παρέμβαση του και τελικά γίνει δεκτή η αίτηση πτώχευσης τότε δύναται να ασκήσει προσφυγή κατά της απαλλαγής. Η προσφυγή κατά της απαλλαγής ασκείται έως την επέλευση της απαλλαγής του πτωχού από τις οφειλές του, δηλαδή εντός τριών ετών από την κήρυξη της πτώχευσης ή εντός ενός έτους εφόσον ο πτωχός πληροί τις προϋποθέσεις για απαλλαγή μετά από ένα έτος. Ο πτωχευτικός νόμος προβλέπει συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους μπορεί να ασκηθεί προσφυγή κατά της απαλλαγής. Συγκεκριμένα, οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να ασκηθεί προσφυγή κατά της απαλλαγής είναι οι ακόλουθοι:

  • Η αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του οφειλέτη οφείλεται σε δόλιες ενέργειές του
  • Ο οφειλέτης δεν επέδειξε καλή πίστη είτε κατά την κήρυξη της πτώχευσης είτε κατά τη διάρκειά της
  • Ο οφειλέτης δεν υπήρξε συνεργάσιμος με τα όργανα της πτώχευσης
  • Ο οφειλέτης απέκρυψε δολίως εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας
  • Εκκρεμεί ποινική δίωξη κατά του οφειλέτη για τα αδικήματα που αναφέρονται στο πτωχευτικό νόμο (χρεοκοπία, ευνοϊκή μεταχείριση πιστωτή) ή για κάποιες από τις κακουργηματικές πράξεις της κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης, καταδολίευσης δανειστών ή πλαστογραφίας ή έχει καταδικαστεί για μία από αυτές.

Όταν το πτωχευτικό δικαστήριο εξετάσει την προσφυγή κατά της απαλλαγής και κρίνει ότι δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις απαλλαγής, δύναται με αιτιολογημένη απόφασή του, να θέσει προθεσμία στον οφειλέτη για την ικανοποίησή τους, να περιορίσει την απαλλαγή ως προς ορισμένα μόνο χρέη, ή να ορίσει εξαιρετικά μεγαλύτερη προθεσμία απαλλαγής αιτιολογώντας την παρέκκλιση από την προθεσμία των 3 ετών ή του υπό προϋποθέσεις 1 έτους. Επιπλέον, αν η προσφυγή ασκείται για τον λόγο ότι υπάρχει ποινική δίωξη, ή καταδίκη του οφειλέτη για κάποιο από τα πτωχευτικά αδικήματα ή για τις κακουργηματικές πράξεις που προαναφέρθηκαν τότε το πτωχευτικό δικαστήριο μπορεί να αναβάλει την απόφασή του για την προσφυγή κατά της απαλλαγής μέχρι την αμετάκλητη περάτωση της ποινικής διαδικασίας.

Η προσφυγή κατά της απαλλαγής μπορεί να ασκηθεί και μόνο ως προς ορισμένο χρέος, εφόσον ο προσφεύγων επικαλεστεί έννομο συμφέρον.

Ανάκληση της απαλλαγής

Τελευταίο μέσο αντίδρασης των πιστωτών είναι η ανάκληση της απαλλαγής, την οποία ο πιστωτής μπορεί να την αιτηθεί εντός τριετίας από την επέλευση της απαλλαγής για συγκεκριμένους μόνο λόγους. Ειδικότερα, μπορεί να γίνει ανάκληση της απαλλαγής αν αποδειχθεί ότι ο οφειλέτης παρέλειψε δολίως ή από βαριά αμέλεια την αποκάλυψη της οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης κατά την διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας ή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το σχέδιο πληρωμών του συνδίκου πτώχευσης. Το πτωχευτικό δικαστήριο όταν κρίνει επί της ανάκλησης της απαλλαγής μπορεί να ανακαλέσει την απαλλαγή εν όλω ή εν μέρει ή να θέσει προϋποθέσεις της απαλλαγής, όπως την εξόφληση των οφειλομένων από το σχέδιο πληρωμών.

Και αν ο πιστωτής ασκήσει κάποιο από τα προβλεπόμενα μέτρα αντίδρασής του, ο οφειλέτης μπορεί να κάνει κάτι;

Σε περίπτωση οποιασδήποτε κίνησης του πιστωτή (παρέμβαση, προσφυγή κατά της απαλλαγής και ανάκληση της απαλλαγής), ο οφειλέτης θα πρέπει να απευθυνθεί άμεσα στο δικηγόρο του. Ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στον οφειλέτη να ακουστεί και να εκθέσει και αυτός τις απόψεις του, να ζητήσει να απορριφθεί η παρέμβαση ή η προσφυγή κατά της απαλλαγής. Όλα αυτά όμως γίνονται εντός συγκεκριμένων προθεσμιών. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντική η εμπειρία του νομικού συμβούλου, η συνέπεια του οφειλέτη και εννοείται η άμεση επικοινωνία του οφειλέτη με τον δικηγόρο του.

Σε τέτοιες υποθέσεις που έχουν να κάνουν με το σύνολο της οικονομικής σας ζωής καλό και προς το συμφέρον σας είναι να απευθύνεστε σε ένα δικηγορικό γραφείο που έχει γνώση και εμπειρία πάνω στο επιστημονικό αυτό αντικείμενο και που είναι διατεθειμένοι να ασχοληθούν σοβαρά με την υπόθεση σας.

Ευαγγελία Σούλη,
Δικηγόρος – Συνεργάτης στο Δικηγορικό γραφείο Άννας Κορσάνου

Scroll to Top